| |
Περίληψη
Η παρούσα μελέτη πραγματοποιείται στο πλαίσιο των Σπουδών για την Αναπηρία και αξιοποιεί θεωρητικά το κοινωνικό πολιτικό μοντέλο για την αναπηρία. Θίγει το κρίσιμο θέμα της εκπαίδευσης των αναπήρων, το οποίο, στο πλαίσιο της έρευνας, προσλαμβάνεται ως ζήτημα -εκτός από παιδαγωγικό- θεμελιωδώς πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό. Βάσει τόσο των στατιστικών δεδομένων που προέρχονται από μελέτες ευρωπαϊκών και διεθνών φορέων, όπως τα Ηνωμένα Έθνη και η Παγκόσμια Τράπεζα, όσο και των πορισμάτων από τις σύγχρονες έρευνες, προκύπτει η αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να ανταποκριθεί στον αντισταθμιστικό ρόλο του ως προς τον εκπαιδευτικό και κοινωνικό αποκλεισμό των ανάπηρων μαθητών και μαθητριών. Αξιοσημείωτο και αντιφατικό στη συνθήκη αυτή είναι το γεγονός ότι το εν λόγω πρόβλημα παραμένει υπαρκτό, παρότι στις εκπαιδευτικές ατζέντες όλων των χωρών η ενταξιακή εκπαίδευση αποτελεί, επί δεκαετίες, βασική κατευθυντήρια αρχή και προτεραιότητα σε επίπεδο χάραξης εκπαιδευτικών πολιτικών. Με άξ ...
Όλα τα τεκμήρια στο ΕΑΔΔ προστατεύονται από πνευματικά δικαιώματα.
Η παρούσα μελέτη πραγματοποιείται στο πλαίσιο των Σπουδών για την Αναπηρία και αξιοποιεί θεωρητικά το κοινωνικό πολιτικό μοντέλο για την αναπηρία. Θίγει το κρίσιμο θέμα της εκπαίδευσης των αναπήρων, το οποίο, στο πλαίσιο της έρευνας, προσλαμβάνεται ως ζήτημα -εκτός από παιδαγωγικό- θεμελιωδώς πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό. Βάσει τόσο των στατιστικών δεδομένων που προέρχονται από μελέτες ευρωπαϊκών και διεθνών φορέων, όπως τα Ηνωμένα Έθνη και η Παγκόσμια Τράπεζα, όσο και των πορισμάτων από τις σύγχρονες έρευνες, προκύπτει η αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να ανταποκριθεί στον αντισταθμιστικό ρόλο του ως προς τον εκπαιδευτικό και κοινωνικό αποκλεισμό των ανάπηρων μαθητών και μαθητριών. Αξιοσημείωτο και αντιφατικό στη συνθήκη αυτή είναι το γεγονός ότι το εν λόγω πρόβλημα παραμένει υπαρκτό, παρότι στις εκπαιδευτικές ατζέντες όλων των χωρών η ενταξιακή εκπαίδευση αποτελεί, επί δεκαετίες, βασική κατευθυντήρια αρχή και προτεραιότητα σε επίπεδο χάραξης εκπαιδευτικών πολιτικών. Με άξονα τα ανωτέρω, η φοίτηση των ανάπηρων μαθητών και μαθητριών στο πλαίσιο της γενικής εκπαίδευσης, και μάλιστα υπό κατάλληλες συνθήκες που εξασφαλίζουν την ενεργή, ισότιμη και δίκαιη συμμετοχή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία, αποτελεί κεντρικό στόχο της εκπαιδευτικής πολιτικής στην Ευρώπη και παγκοσμίως. Προς την κατεύθυνση αυτή τα πανεπιστημιακά ιδρύματα τα οποία προετοιμάζουν τους/τις μελλοντικούς/ές εκπαιδευτικούς έχουν εισαγάγει στο πρόγραμμα σπουδών τους μαθήματα και διαδικασίες που στοχεύουν στην προώθηση της ιδέας της ενταξιακής εκπαίδευσης και των σχετικών με αυτή ζητημάτων. Συγκεκριμένα, στο Πανεπιστημιακό Ίδρυμα Προσχολικής Εκπαίδευσης, στο οποίο στηρίχθηκε το δείγμα της παρούσας έρευνας, μαθήματα με άξονα προβληματισμού την αναπηρία και εστία ερευνητικού/θεωρητικού ενδιαφέροντος την ενταξιακή εκπαίδευση διδάσκονται τις δύο τελευταίες δεκαετίες στο πλαίσιο των προπτυχιακών σπουδών. Σκοπός των μαθημάτων αυτών είναι να εφοδιάσουν τους φοιτητές και τις φοιτήτριες του τμήματος με ένα συμπαγές θεωρητικό υπόβαθρο για την ενταξιακή εκπαίδευση, δηλαδή με παιδαγωγικές προσεγγίσεις που έχουν ως σημείο αναφοράς το γενικό σχολείο και εξυπηρετούν τις αρχές ενός δημοκρατικού σχολείου στο πλαίσιο της «ισότητας όλων». Απώτερος σκοπός είναι η καταπολέμηση του αποκλεισμού και των διακρίσεων που βιώνουν οι ανάπηροι μαθητές και οι ανάπηρες μαθήτριες με τη συμβολή των μελλοντικών γενεών εκπαιδευτικών. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η παρούσα μελέτη καταγράφει τις κυρίαρχες αντιλήψεις, απόψεις και πρακτικές των τελειόφοιτων Νηπιαγωγών σχετικά με την ενταξιακή εκπαίδευση και την ερμηνευτική και εννοιολογική προσέγγιση της αναπηρίας, ορμώμενη από την πεποίθηση ότι ως μελλοντικοί/ές εκπαιδευτικοί μπορούν να καθορίσουν αποφασιστικά τα περιθώρια δράσης, εξέλιξης και αλλαγής των εκπαιδευτικών παρεμβάσεων που υιοθετούνται στην εκπαιδευτική πράξη. Κατ’ επέκταση και συμπληρωματικά του σκοπού αυτού, η έρευνα φιλοδοξεί: α) να αναδείξει ερευνητικά τις παραμέτρους της εκπαιδευτικής διαδικασίας που συμβάλλουν ή/και παρεμποδίζουν την υιοθέτηση ενταξιακής προοπτικής στην εκπαιδευτική θεωρία και πράξη από τους μελλοντικούς παιδαγωγούς και β) να λειτουργήσει ανατροφοδοτικά σχετικά με το πρόγραμμα σπουδών στην κατεύθυνση της ενταξιακής εκπαίδευσης στα παιδαγωγικά τμήματα.Προκειμένου να επιτευχθούν οι παραπάνω σκοποί η έρευνα υιοθετεί την συνδυαστική μεθοδολογική προσέγγιση. Το βασικότερο πλεονέκτημα μιας τέτοιας προσέγγισης έγκειται στο βαθμό εμβάθυνσης και στην πολυπρισματικότητα κάλυψης των ζητημάτων που άπτονται του υπό διερεύνηση θέματος. Στο πλαίσιο του μικτού ερευνητικού σχεδιασμού και με σκοπό να καλυφθούν οι στόχοι της έρευνας αξιοποιούνται για τη συλλογή των δεδομένων της έρευνας ερευνητικά εργαλεία, τόσο από τον χώρο της ποσοτικής, όσο και από το χώρο της ποιοτικής έρευνας. Συγκεκριμένα, η έρευνα χρησιμοποιεί: α) το κατασκευασμένο ερωτηματολόγιο για τη συλλογή συγκρίσιμων και στατιστικά αναλύσιμων στοιχείων, β) τις συνεντεύξεις (δομημένη, ημιδομημένη και ομάδες εστιασμένης συζήτησης), που στοχεύουν στην εις βάθος συλλογή, διερεύνηση και ανάλυση των ποιοτικών δεδομένων, και γ) τα γραπτά τεκμήρια, που περιέχουν τις διαφοροποιημένες εκπαιδευτικές παρεμβάσεις των φοιτητριών και καταγράφονται στο πλαίσιο της πρακτικής τους άσκησης, για περαιτέρω εμβάθυνση και ανάδειξη των ποιοτικών δεδομένων με έμφαση στις εκπαιδευτικές πρακτικές. Τα αποτελέσματα της έρευνας υπογραμμίζουν την υιοθέτηση θεωρητικού λόγου για την ενταξιακή εκπαίδευση, που συνηγορεί υπέρ της καταπολέμησης του αποκλεισμού και της διάκρισης που βιώνουν οι ανάπηροι μαθητές και οι ανάπηρες μαθήτριες. Ταυτόχρονα, όμως, εντοπίζεται αντίφαση ανάμεσα στην αναγνώριση της αξίας της ενταξιακής εκπαίδευσης και της θέσης της στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Οι μελλοντικοί/ές εκπαιδευτικοί εμμένουν στον διακηρυκτικό λόγο περί δικαιωμάτων και αποδοχής της διαφορετικότητας, αλλά δεν μπορούν να τον μετουσιώσουν σε εκπαιδευτική πράξη. Κατά συνέπεια, προκύπτει ο προβληματισμός κατά πόσο οι μελλοντικοί/ές εκπαιδευτικοί, ολοκληρώνοντας τις σπουδές τους, έχουν εμβαθύνει στα ζητήματα της ενταξιακής εκπαίδευσης, έτσι ώστε, όχι απλά να διακηρύττουν, αλλά να ενστερνίζονται την ένταξη και σε επίπεδο υιοθέτησης ενταξιακών πρακτικών. Κρίσιμο σημείο στην ανάλυση των συμπερασμάτων αποτελεί: α) η κατανόηση του πλαισίου σπουδών ως συνέχειας της κοινωνικής και πολιτικής συνθήκης και β) η διαπίστωση ότι οι προσλαμβάνουσες των μελλοντικών εκπαιδευτικών αποτελούν συνισταμένη πολλών παραγόντων και δεν απορρέουν μόνο από το εκπαιδευτικό περιβάλλον της φοίτησής τους. Επιπλέον, οι εμπειρίες των φοιτητών/τριών και οι επικρατούσες κοινωνικο-πολιτικές συνθήκες διαδραματίζουν ουσιαστικό ρόλο στη διαμόρφωση των πεποιθήσεων και στάσεών τους απέναντι στην αναπηρία, γεγονός που διαφαίνεται και από προηγούμενες έρευνες στον ελλαδικό χώρο.Όσον αφορά στα αποτελέσματα της εν λόγω μελέτης, θα μπορούσαν δυνάμει να τροφοδοτήσουν την έρευνα στο χώρο της ενταξιακής εκπαίδευσης και τα ευρήματα της να αποτελέσουν εφαλτήριο για την ανατροφοδότηση και την αξιολόγηση των προσφερόμενων ευκαιριών στην κατεύθυνση της ενταξιακής εκπαίδευσης στο πλαίσιο των σπουδών στα Παιδαγωγικά Τμήματα Προσχολικής Εκπαίδευσης.