Η επίδραση κεντρικών ενεργειακών δεικτών στην οικονομική μεγέθυνση των χωρών της Ε.Ε. βάση του δείκτη συνεισφοράς της βιομηχανίας στο ΑΕΠ και αναζήτηση βέλτιστων ενεργειακών πολιτικών

Περίληψη

Η ενέργεια και τα διαφορετικά ενεργειακά συστήματα που έχουν αναπτυχθεί έως σήμερα, διαδραματίζουν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στον τρόπο και την οργάνωση των σημερινών κοινωνιών. Οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αφορούν την ενέργεια και τα προβλήματα που δημιουργούνται στην αναζήτηση αυτής, αφορούν την ολοένα και αυξανόμενη ζήτησή της, όπως αυτή προκύπτει από τον αυξανόμενο πληθυσμό, τις αλλαγές στον τρόπο ζωής και στην ποιότητα αυτής, καθώς και από την παγκοσμιοποίηση. Παρομοίως, η υπέρμετρη χρήση και η εξάντληση των συμβατικών ενεργειακών πηγών, όπως αυτών των ορυκτών καυσίμων, οι οποίες απαιτούν άμεση αντικατάσταση ή μελλοντικό σχεδιασμό για την αποφυγή ενεργειακής φτώχειας και τις επιπτώσεις αυτής, καθώς και η περιβαλλοντική υποβάθμιση που προκαλεί η χρήση του άνθρακα, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη εύρεσης πιο βιώσιμων και αποδοτικών μεθόδων παραγωγής ενέργειας. Όπως παρατηρείται στη βιβλιογραφία, στις χώρες με αυξημένη φτώχεια (Αιθιοπία, Ουγκάντα ή Μαλάουι) φαίνονται χαμηλές εκπομπέ ...

Όλα τα τεκμήρια στο ΕΑΔΔ προστατεύονται από πνευματικά δικαιώματα.

Η ενέργεια και τα διαφορετικά ενεργειακά συστήματα που έχουν αναπτυχθεί έως σήμερα, διαδραματίζουν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στον τρόπο και την οργάνωση των σημερινών κοινωνιών. Οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αφορούν την ενέργεια και τα προβλήματα που δημιουργούνται στην αναζήτηση αυτής, αφορούν την ολοένα και αυξανόμενη ζήτησή της, όπως αυτή προκύπτει από τον αυξανόμενο πληθυσμό, τις αλλαγές στον τρόπο ζωής και στην ποιότητα αυτής, καθώς και από την παγκοσμιοποίηση. Παρομοίως, η υπέρμετρη χρήση και η εξάντληση των συμβατικών ενεργειακών πηγών, όπως αυτών των ορυκτών καυσίμων, οι οποίες απαιτούν άμεση αντικατάσταση ή μελλοντικό σχεδιασμό για την αποφυγή ενεργειακής φτώχειας και τις επιπτώσεις αυτής, καθώς και η περιβαλλοντική υποβάθμιση που προκαλεί η χρήση του άνθρακα, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη εύρεσης πιο βιώσιμων και αποδοτικών μεθόδων παραγωγής ενέργειας. Όπως παρατηρείται στη βιβλιογραφία, στις χώρες με αυξημένη φτώχεια (Αιθιοπία, Ουγκάντα ή Μαλάουι) φαίνονται χαμηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (GHG), κάτι που οφείλεται κυρίως στην περιορισμένη πρόσβασή τους σε ενέργεια, όπως η ηλεκτρική και σε τεχνολογίες ή αγαθά που μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες με καθαρό για το περιβάλλον τρόπο, αλλά και που μπορούν να υποστηρίξουν μια ζωή βιώσιμη και ποιοτική. Αντιθέτως, οι ανεπτυγμένες χώρες και ειδικότερα αυτές με υψηλό βιοτικό επίπεδο και οικονομικά αλλά και κοινωνικά, αντιμετωπίζουν την πρόκληση των πολύ υψηλών GGE, τις οποίες πρέπει να μηδενίσουν ώστε να μπορούν να γίνουν περιβαλλοντικά βιώσιμες, σε μια κοινωνία ωστόσο με ολοένα αυξανόμενες και υψηλές ενεργειακές απαιτήσεις αλλά και με καλύτερες συνθήκες ζωής. Κατά συνέπεια η πρόκληση είναι να εξασφαλιστεί η ενεργειακή ασφάλεια και να προβλεφθούν οι ενεργειακές ανάγκες των ανεπτυγμένων και υπό ανάπτυξη κοινωνιών, διαφυλάσσοντας την προστασία του περιβάλλοντας με μετασχηματισμό των συμβατικών ενεργειακών πηγών σε πηγές που έχουν χαμηλή ή και μηδενική εκπομπή CO2, και που υποστηριζόμενες τεχνολογικά μπορούν να αποδώσουν περισσότερη ενέργεια από τις μέχρι σήμερα πηγές. Συνοψίζοντας, η παγκόσμια ενεργειακή πρόκληση αφορά την επέκταση, διατήρηση και περαιτέρω ανάπτυξη του επιπέδου ζωής του σύγχρονου κόσμου με ενεργειακά αλλά παράλληλα και περιβαλλοντικά βιώσιμο τρόπο, που μπορεί να υποστηρίξει η παγκόσμια οικονομία. Παρατηρώντας υπό αυτό το πρίσμα την Ευρώπη, διαφαίνεται ότι σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) πολλά κράτη-μέλη έχουν χαμηλή ενεργειακή αυτοδυναμία και ασφάλεια, γιατί είναι σε υψηλό βαθμό εξαρτώμενα από τις εισαγωγές ενέργειας και αντιμετωπίζουν υψηλές περιβαλλοντικές προκλήσεις, γιατί παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα GGE. Συνεπώς οι στόχοι της Πράσινης Συμφωνίας της Ευρώπης απαιτούν από τα κράτη-μέλη μεγάλες αλλαγές στην ενεργειακή υποδομή και αναβάθμιση/μετάβαση των χωρών αυτών σε πιο αποδοτικές πηγές, όπως οι ανανεώσιμες. Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την ανάγκη για επίτευξη μιας ενεργειακά ισότιμης σχέσης με τα άλλα κράτη-μέλη, ώστε η Ε.Ε. να αποτελεί κράτος δικαίου και να εξασφαλίζει την ευημερία και ανάπτυξη όλων των κρατών-μελών του, θέτουν επιτακτική την ανάγκη για λήψη μέτρων τόσο σε εγχώριο όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η ευημερία και η κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη όλων των χωρών απαιτούν αρχικά ενεργειακή ασφάλεια, είτε αυτή προέρχεται από την αυτοδυναμία είτε από την εξασφάλιση παροχής ενέργειας από ποικίλες πηγές, ώστε να μπορέσει μια χώρα να υποστηρίξει τους τομείς και τους φορείς παραγωγής και ανάπτυξης και σύμφωνα με τα σύγχρονα δεδομένα, η ενέργεια αυτή θα πρέπει να μπορεί να διατηρηθεί και να επεκταθεί, με τρόπο που μειώνει σημαντικά το περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Ο διττός αυτός ρόλος της μεγέθυνσης μιας χώρας μπορεί να επιτευχθεί εάν εξασφαλιστεί και σταδιακά αυξηθεί η ενεργειακή αποδοτικότητα αυτής, δηλαδή εάν μπορούν οι χώρες να καλύψουν τις ενεργειακές τους ανάγκες και να υποστηρίξουν τις υπηρεσίες τους με χαμηλότερο ενεργειακό, οικονομικό και περιβαλλοντικό κόστος. Οι παραπάνω στόχοι είναι πρακτικά επιτεύξιμοι, όταν η ενεργειακή αποδοτικότητα υποστηρίζεται από νέες πηγές ενέργειας, ανανεώσιμες πηγές, όπως αιολική, ηλιακή και βιομάζας, καινοτόμες τεχνολογίες, αναβαθμισμένες ενεργειακές υποδομές και ενεργειακά αποδοτικά κτήρια, μέσα μεταφοράς και βιομηχανίες, ενώ επιτυγχάνεται συνεχής έλεγχος της κατανάλωσης και των συμπεριφορών αυτής από όλους τους τομείς. Κατά συνέπεια δείκτες όπως οι ενεργειακοί, που παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την αποδοτικότητα των χωρών στην πρόσβαση και εξάρτησή τους από διάφορες πηγές ενέργειας, στην ενεργειακή τους χρήση, και σε παραμέτρους που συνδέουν την αποδοτικότητα με αυξημένη οικονομική ανάπτυξη, όπως το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) και σε δείκτες που σχετίζονται με το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, όπως οι εκπομπές CO2 και το μέγεθος του πληθυσμού, βοηθούν στην αξιολόγηση της σχέσης των ενεργειακών δεικτών με την οικονομική μεγέθυνση και στην επέκταση αυτής της πληροφορίας για τη λήψη αποφάσεων σχετιζόμενων με τις ενεργειακές πολιτικές. Παράλληλα, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία που εξετάζει τις συναρτήσεις ενεργειακής αποδοτικότητας, το μερίδιο συνεισφοράς της βιομηχανίας στο ΑΕΠ (Servsi) (Choi et al., 2012), φαίνεται να αποτελεί σημαντική παράμετρο που αντικατοπτρίζει τον τομέα της βιομηχανίας, ενός σημαντικού τομέα, που εμπεριέχει τόσο την ενέργεια και τις ανάγκες αυτής όσο και την οικονομία και τις ικανότητες ανάπτυξής της, καθώς και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Ωστόσο, δεν είναι εκτενώς μελετημένος, παρόλο που φαίνεται να εμπεριέχει σημαντικές για την κάθε χώρα πληροφορίες. Για αυτό τον σκοπό, η παρούσα διατριβή επιδιώκει να αποσαφηνίσει την επίδραση βασικών ενεργειακών δεικτών στην οικονομική ευημερία των 27 κρατών-μελών της Ε.Ε. πιο ολιστικά και μακροσκοπικά, εξετάζοντας τους ενεργειακούς δείκτες για ένα διάστημα 26 ετών (1995-2020), εκμεταλλευόμενη τη μέση συνεισφορά της βιομηχανίας τους στο ΑΕΠ (Av.Servsi) και τον τρόπο που αυτή η ομαδοποίηση διαφοροποιεί τις ανάγκες και το ενεργειακό τους τοπίο. Κύριος στόχος είναι η συλλογή πληροφοριών για τους διαχειριστές ενέργειας και τους υπεύθυνους χάραξης ενεργειακών πολιτικών, καθώς και η ενίσχυση των έως τώρα οικονομετρικών μοντέλων, ώστε να επιτευχθεί η βέλτιστη ενεργειακή πολιτική όλων των κρατών-μελών, καθώς διαφαίνεται ότι δεν ανταποκρίνονται με τον ίδιο τρόπο στο ενιαίο πολιτικό πλαίσιο της ενεργειακής αποδοτικότητας. Στα πρώτα κεφάλαια αναπτύσσονται: α) Οι θεωρίες που διαμορφώνουν τον όρο της ενεργειακής αποδοτικότητας και οι προσεγγίσεις που αυτή έχει στη βιβλιογραφία γενικά και ανά τομέα κατανάλωσης (κεφάλαιο 1), β) οι πολιτικές που έχουν έως τώρα ληφθεί και εφαρμοστεί για την αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας και η αποτελεσματικότητα αυτών έως σήμερα, ειδικότερα για τα κράτη της Ε.Ε. που έδειξαν να έχουν υψηλή συμβολή στους ενεργειακούς και άλλους δείκτες που ερευνήθηκαν (κεφάλαιο 2) και γ) οι έρευνες που εξετάζουν τους ενεργειακούς δείκτες και τις συναρτήσεις που αυτοί αποδίδουν ως προς τη μέτρηση της ενεργειακής αποδοτικότητας (κεφάλαιο 3). Έπειτα στο κεφάλαιο 4 αναλύεται το ερευνητικό κενό που προκύπτει ως προς τους ενεργειακούς δείκτες και την επίδραση αυτών στην οικονομική μεγέθυνση των κρατών-μελών της Ε.Ε., λαμβάνοντας υπόψη τη συνεισφορά της βιομηχανίας τους στο ΑΕΠ. Επιπλέον αναπτύσσονται τα ερευνητικά ερωτήματα, καθώς περιγράφονται οι δείκτες και η συλλογή αυτών από τη Eurostat. Εν συνεχεία στο κεφάλαιο 5, αναλύεται το ΑΕΠ ως κεντρικός άξονας της μελέτης της οικονομικής μεγέθυνσης των κρατών και μετά ο δείκτης συνεισφοράς της βιομηχανίας στο ΑΕΠ (Servsi), όπου δημιουργείται η καινοτόμος ομαδοποίηση των 27 χωρών της Ε.Ε με βάση τον μέσο όρο αυτού και η διάκρισή τους σε χώρες υψηλού ή χαμηλού Αv. Servsi. Στο επόμενο κεφάλαιο (κεφάλαιο 6) ακολουθεί η ανάλυση συσχετίσεων των ενεργειακών δεικτών με το ΑΕΠ και κατά συνέπεια στα επόμενα κεφάλαια (κεφάλαια 7 έως 11) περιγράφονται οι ενεργειακοί δείκτες που έδειξαν μεγάλη και σημαντική επίδραση στο ΑΕΠ ανά ομάδα υψηλού ή χαμηλού Αv. Servsi. Για την ενίσχυση των πληροφοριών και την εξυπηρέτηση των συμπερασμάτων της μελέτης, στο κεφάλαιο 12 περιγράφεται εμπειρική μελέτη και αναπτύσσονται συμπληρωματικές ενεργειακές συναρτήσεις ανά ομάδα χωρών. Οι παραπάνω αναλύσεις συζητούνται αναλυτικά σε σύγκριση με την αντίστοιχη βιβλιογραφία και αναπτύσσονται πιθανές προτάσεις για τις ενεργειακές πολιτικές, που μπορούν να ωφελήσουν στο μεγαλύτερο δυνατό τις χώρες της Ε.Ε. Από το σύνολο των αναλύσεων υποστηρίζεται ότι σε ενιαίο ενεργειακό πλαίσιο μπορούν να ενταχθούν μόνο ο τομέας κατανάλωσης των μεταφορών, η διαφύλαξη της ενεργειακής σταθερότητας του φυσικού αερίου, η εξοικονόμηση ενέργειας στα νοικοκυριά και ο πληθυσμός. Επιπλέον, μέσα από τις αναλύσεις είναι δυνατόν να φανεί ότι η ενίσχυση της πυρηνικής ενέργειας, των ανανεώσιμων πηγών και της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και η εξοικονόμηση ενέργειας από τη βιομηχανία, εντείνουν την οικονομική μεγέθυνση μόνο των χωρών χαμηλού Av.Servsi,. Αντίθετα η εξασφάλιση των στερεών καυσίμων, η υποστήριξη της βιομηχανικής παραγωγικότητας, η μείωση της εξάρτησης εισαγωγών ηλεκτρισμού και η μείωση των εκπομπών CO2 δείχνουν ότι υποστηρίζουν περισσότερο την οικονομική μεγέθυνση των χωρών με υψηλό Av.Servsi. Τα ευρήματα της παρούσας μελέτης υποστήριξαν ότι συλλογικά το ευρωπαϊκό πλαίσιο ενεργειακής πολιτικής μπορεί να στοχεύσει στις μεταφορές, τη σταθερότητα του φυσικού αερίου, τη διατήρηση του πληθυσμού και την εξοικονόμηση ενέργειας από τα νοικοκυριά. Αντιθέτως, δεν μπορεί να είναι ενιαία για όλα τα κράτη-μέλη σε άλλους τομείς, όπως τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα στερεά καύσιμα και τον ηλεκτρισμό, καθώς διαπιστώθηκε ότι διαφορετικοί παράγοντες μπορούν να αυξήσουν την ενεργειακή αποδοτικότητα των δύο εξεταζόμενων ομάδων χωρών, με χαμηλή ή υψηλή συνεισφορά της βιομηχανίας στο ΑΕΠ. Προκύπτουν συνεπώς, σαφείς ενδείξεις ότι θα ήταν ίσως πιο αποτελεσματική η δημιουργία διαφορετικών ενεργειακών πολιτικών για την κάθε ομάδα των 27 χωρών της Ε.Ε., καθώς τα αποτελέσματα επισημαίνουν τη διαφορετική δυναμικότητα της κάθε χώρας με βάση τη συνεισφορά της παραγωγικότητας της βιομηχανίας στο ΑΕΠ και το αντίκτυπο που μπορεί να επιφέρει η κάθε πολιτική που επιδρά στους δείκτες ενέργειας, στην οικονομική μεγέθυνσή τους.
περισσότερα

Περίληψη σε άλλη γλώσσα

Energy and the different energy systems that have currently been developed play a pivotal role in the way modern societies are organised. The main challenges concerning energy and the problems that arise, relate to the ever-increasing demand for it, as a result of the growing population, changes in lifestyle and quality of life, and globalisation. Similarly, the excessive use and shortage of conventional energy sources, such as fossil fuels, requires immediate replacement and future planning. These measures could avert energy poverty and its consequences, prevent environmental degradation caused by the use of coal and drive the search for more sustainable and efficient methods of energy production. Previous literature shows, countries with increased poverty (Ethiopia, Uganda or Malawi) exhibit low greenhouse gas emissions (GHG), as a consequence of limited access to energy, such as electricity, and to technologies or goods, that can meet their basic needs, in an environmentally friendl ...
περισσότερα
DOI
10.12681/eadd/56993
Διεύθυνση Handle
http://hdl.handle.net/10442/hedi/56993
ND
56993
Εναλλακτικός τίτλος
The impact of key energy indicators on the economic growth of EU countries, according to the contribution of Industry to GDP, in the pursuit of optimal energy policies
Συγγραφέας
Δημητρακόπουλος, Παναγιώτης (Πατρώνυμο: Αντώνιος)
Ημερομηνία
2024
Ίδρυμα
Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Σχολή Διοίκησης. Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής
Εξεταστική επιτροπή
Μακρής Ηλίας
Γεωργόπουλος Αντώνιος
Μπαμπαλός Βασίλειος
Λιαργκόβας Παναγιώτης
Πετρόπουλος Δημήτριος
Αποστολόπουλος Νικόλαος
Γιαννόπουλος Βασίλειος
Επιστημονικό πεδίο
Κοινωνικές ΕπιστήμεςΟικονομικά και Επιχειρήσεις ➨ Οικονομικά
Λέξεις-κλειδιά
Ενεργειακοί δείκτες; Οικονομική μεγέθυνση; Συνεισφορά της βιομηχανίας στο ΑΕΠ; Ενεργειακή αποδοτικότητα; Ενεργειακές πολιτικές; Μακροοικονομία
Χώρα
Ελλάδα
Γλώσσα
Ελληνικά
Άλλα στοιχεία
πιν., σχημ., γραφ.
Στατιστικά χρήσης
ΠΡΟΒΟΛΕΣ
Αφορά στις μοναδικές επισκέψεις της διδακτορικής διατριβής για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
ΞΕΦΥΛΛΙΣΜΑΤΑ
Αφορά στο άνοιγμα του online αναγνώστη για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
ΜΕΤΑΦΟΡΤΩΣΕΙΣ
Αφορά στο σύνολο των μεταφορτώσων του αρχείου της διδακτορικής διατριβής.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
ΧΡΗΣΤΕΣ
Αφορά στους συνδεδεμένους στο σύστημα χρήστες οι οποίοι έχουν αλληλεπιδράσει με τη διδακτορική διατριβή. Ως επί το πλείστον, αφορά τις μεταφορτώσεις.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Σχετικές εγγραφές (με βάση τις επισκέψεις των χρηστών)