Περίληψη
Η διδακτορική διατριβή με θέμα «Φλαμανδοί έμποροι στις Εμποροπανηγύρεις της Καμπανίας. Ένας ενιαίος οικονομικός χώρος στην καρδιά του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα» επιχειρεί μια ερμηνευτική προσέγγιση στο ερώτημα περί του αν η παρουσία των Φλαμανδών εμπόρων στις Εμποροπανηγύρεις της Καμπανίας και η αντίστοιχη ανάπτυξη δικτύου αγορών στις πόλεις της Φλάνδρας συνέβαλαν στις συνθήκες δημιουργίας ενός ενιαίου οικονομικού χώρου στη περιοχή που εκτεινόταν μεταξύ των βασιλικών κτήσεων στο Παρίσι και την Ιλ-ντε-Φρανς έως τη Βόρεια Θάλασσα. Για τη συγγραφή της διατριβής έχουν μελετηθεί πηγές από δύο παραρτήματα των Γενικών Αρχείων του Βασιλείου του Βελγίου στη Γάνδη (Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven van Vlaanderen, Fonds de St-Genois και Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven van Vlaanderen, Fonds de St-Genois-Wyffels Supplement) και τμήματα των δημοσιευμένων αρχείων της Μονς (Archives de l’Etat à Mons) του Ναμύρ (Archives de l’Etat à Namur) του πρώην Διαμερίσματος το ...
Η διδακτορική διατριβή με θέμα «Φλαμανδοί έμποροι στις Εμποροπανηγύρεις της Καμπανίας. Ένας ενιαίος οικονομικός χώρος στην καρδιά του ευρωπαϊκού Μεσαίωνα» επιχειρεί μια ερμηνευτική προσέγγιση στο ερώτημα περί του αν η παρουσία των Φλαμανδών εμπόρων στις Εμποροπανηγύρεις της Καμπανίας και η αντίστοιχη ανάπτυξη δικτύου αγορών στις πόλεις της Φλάνδρας συνέβαλαν στις συνθήκες δημιουργίας ενός ενιαίου οικονομικού χώρου στη περιοχή που εκτεινόταν μεταξύ των βασιλικών κτήσεων στο Παρίσι και την Ιλ-ντε-Φρανς έως τη Βόρεια Θάλασσα. Για τη συγγραφή της διατριβής έχουν μελετηθεί πηγές από δύο παραρτήματα των Γενικών Αρχείων του Βασιλείου του Βελγίου στη Γάνδη (Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven van Vlaanderen, Fonds de St-Genois και Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven van Vlaanderen, Fonds de St-Genois-Wyffels Supplement) και τμήματα των δημοσιευμένων αρχείων της Μονς (Archives de l’Etat à Mons) του Ναμύρ (Archives de l’Etat à Namur) του πρώην Διαμερίσματος του Nord (Archives Départementales du Nord) και του Δήμου της Ντουαί (Αrchives Municipales de Douai), ενώ έχει αξιοποιηθεί η σύγχρονη διεθνής βιβλιογραφία. Στη διδακτορική διατριβή επιχειρείται να αναλυθεί με ποιους τρόπους η δημιουργία ενός δικτύου αγορών από τη Φλάνδρα έως τη Καμπανία οδήγησε σε συνθήκες που ευνόησαν τις διεθνείς συναλλαγές και την διάχυση θεσμών που ενίσχυσαν το υπερτοπικό και διεθνές χερσαίο εμπόριο.Η διατριβή διαρθρώνεται σε δύο μέρη και συνολικά οκτώ κεφάλαια. Το πρώτο μέρος εστιάζει στη διακριτή εξέλιξη του αστικού φαινομένου στις πόλεις της Φλάνδρας και της Καμπανίας κατά τον 12ο και 13ο αιώνα. Στη συγκριτική ανάλυση του φαινομένου, χρησιμοποιούνται τρία κριτήρια. Αρχικά, η επίδραση των ισχυρών ανερχόμενων ομάδων στη διαμόρφωση των θεσμών. Εν συνεχεία η επιρροή υφιστάμενων δομών, με κύρια την Εκκλησία και, τέλος, τις πολιτικές εξελίξεις.Στο δεύτερο μέρος, αναλύονται ανά κεφάλαιο οι τρεις βασικές προβληματικές που τίθενται από τη διατριβή. Συγκεκριμένα, στο πρώτο κεφάλαιο τοποθετείται στην ανάλυση το συγκεντρωτικό εγχείρημα των Γάλλων βασιλέων και η επιτάχυνσή του κατά τη διάρκεια του 13ου αιώνα, που αποτελεί και το χρονικό επίκεντρο της μελέτης.Ειδικότερα, γίνεται χρήση του αρχειακού υλικού προκειμένου να τεκμηριωθεί ότι η τελωνειακή πολιτική που ακολούθησαν με συνειδητό τρόπο οι βασιλείς της Γαλλίας είχε ως στόχο όχι μόνο την απομόνωση της Φλάνδρας δια της άσκησης πίεσης στους εμπόρους που προέρχονταν από αυτή τη βόρεια κομητεία, αλλά και την απαξίωση όποιων παραγόντων απειλούσαν με τη δημιουργία ενός οικονομικού χώρου ενιαίας συνεργασίας, που δεν θα ελεγχόταν από το Παρίσι και, ως εκ τούτου, ήταν αντίθετο προς το ενοποιητικό εγχείρημα της δυναστείας των Καπετιδών.Στο δεύτερο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους εξετάζονται οι δομές εξουσίες και οι κοινωνικές ισορροπίες εντός των πόλεων της Καμπανίας. Παρουσιάζονται τα επιχειρήματα πολιτικών επιστημόνων όπως οι Avner Greif, Paul Milgrom, Barry R. Weingast και Douglass North. Στη μελέτη, πάντως, τηρείται μια στάση σαφώς διαφορετική από τα επιχειρήματα που έχουν αναδείξει οι προηγούμενοι περί «αυτορρύθμισης» του πλαισίου κανόνων που κατά καιρούς και κατά τόπους υφίστατο για τη λειτουργία των μεσαιωνικών αγορών. Προς αυτή την κατεύθυνση εξετάζονται και οι πιο πρόσφατες απόψεις ιστορικών όπως οι Wim Blockmans, Bas van Bavel και Sheilagh Ogilvie για σχετικά με ειδικότερες πτυχές του μεσαιωνικού εμπορίου, επικεντρωμένες στην περιοχή η οποία εξετάζεται, δηλαδή τον χώρο Φλάνδρας, Καμπανίας και Κάτω Χωρών.Στο τρίτο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους εξετάζονται όψεις της σύγκρουσης ανάμεσα στο βασίλειο της Γαλλίας με τη κομητεία της Φλάνδρας. Έμφαση δίνεται στο ζήτημα της καταγωγής της εξέλιξης και της διακύμανσης ορισμένων χαρακτηριστικών των μεσαιωνικών αγορών. Αυτές οι εξελίξεις στο οικονομικό πεδίο συνδυάζονται με τις πολιτικές αποφάσεις, με έμφαση στο βασικό στοιχείο που αναδεικνύει η διατριβή, δηλαδή τη χρήση εργαλείων τελωνειακής και νομισματικής πολιτικής με διπλό σκοπό: αρχικά τη διακοπή του δεσμού Φλάνδρας και Καμπανίας και εν συνεχεία την ολοκληρωτική υποταγή της κομητείας της Φλάνδρας.Στη μελέτη προτείνεται η μετατόπιση του ιστορικού ενδιαφέροντος από την οικονομική θεσμική ανάλυση του μεσαιωνικού εμπορίου, όπως τουλάχιστον αυτή έχει προκύψει από την πρόσφατη βιβλιογραφία που εστιάζει στις αγορές της Φλάνδρας και της Καμπανίας. Προτείνεται η προσέγγιση του θέματος μέσα από τις γεωπολιτικές διεργασίες που συντελέστηκαν με δύο βασικούς άξονες. Αφενός το ενοποιητικό εγχείρημα του βασιλιά της Γαλλίας, αφετέρου την αποκλίνουσα τάση που δημιουργούσε η ανάπτυξη ισχυρών αγορών υπό τον έλεγχο αποκεντρωμένων ελίτ, όπως οι εμπορικές και αστικές ομάδες που ήλεγχαν τις πόλεις της Φλάνδρας.Με αφορμή τη μελέτη του φαινομένου των μεσαιωνικών αγορών σε συνδυασμό με το ενοποιητικό εγχείρημα των βασιλέων της Γαλλίας στον πικαρδικό-φλαμανδικό χώρο, προτείνεται μια ερμηνευτική προσέγγιση με βάση τη συνδυαστική χρήση των εργαλείων της οικονομικής, της κοινωνικής και της ιστορίας της εργασίας, διατηρώντας την προσήκουσα σημασία στο υπερκείμενο πολιτικό πλαίσιο.Το τρίτο σκέλος της θεωρητικής προσέγγισης του θέματος της διατριβής αφορά την ανάδειξη του γεωγραφικού χώρου και των οικονομικών και πολιτικών ορίων. Σε αυτό το πλαίσιο χρησιμοποιήθηκαν κάποια εργαλεία της γεωπολιτικής με κυριότερο το έργο του Τζέραρντ Τολ.Οι τρεις θεωρητικές προσεγγίσεις του ζητήματος της κατασκευής, της θεσμοθέτησης και της μετατόπισης των μεσαιωνικών αγορών γίνονται μέσα από την ανάδειξη δύο παράλληλων ιστορικών διεργασιών.Η πρώτη είναι η διεθνοποίηση του χερσαίου εμπορίου με επίκεντρο το γαλλικό χώρο, δηλαδή τη Φλάνδρα και τη Καμπανία, μέσα από τα δίκτυα θεσμικά οργανωμένων αγορών, κάθε ένα με τα διακριτά χαρακτηριστικά του.Η δεύτερη είναι η εξέλιξη του συγκεντρωτικού εγχειρήματος της γαλλικής μοναρχίας, στο πλαίσιο του οποίου χρησιμοποιήθηκαν συνειδητά τα εσωτερικά όρια του βασιλείου της Γαλλίας, προκειμένου διαρραγεί η συνέχεια του – κυρίως οικονομικού άξονα – που συνέδεε τη Φλάνδρα και την Καμπανία.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The doctoral dissertation on “Flemish merchants at the Fairs of Champagne. An integrated economic space in the heart of European Middle Ages” takes an interpretive approach to the question of whether the presence of Flemish merchants at the Champagne Fairs and the corresponding development of a market network in the cities of Flanders contributed to the creation of an integrated economic space in the region. between the royal possessions in Paris, Ile-de-France and the North Sea. In order to formulate the dissertation, sources from two annexes of the General Archives of the Kingdom of Belgium in Ghent have been studied (Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven van Vlaanderen, Fonds de St-Genois and Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven, Fonds de St-Genois-Wyffels Supplement) and published parts of the archives of the Mons (Archives de l'Etat à Mons) of Namur (Archives de l'Etat à Namur) of the former Nord District (Archives Départementales du Nord) and the ...
The doctoral dissertation on “Flemish merchants at the Fairs of Champagne. An integrated economic space in the heart of European Middle Ages” takes an interpretive approach to the question of whether the presence of Flemish merchants at the Champagne Fairs and the corresponding development of a market network in the cities of Flanders contributed to the creation of an integrated economic space in the region. between the royal possessions in Paris, Ile-de-France and the North Sea. In order to formulate the dissertation, sources from two annexes of the General Archives of the Kingdom of Belgium in Ghent have been studied (Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven van Vlaanderen, Fonds de St-Genois and Archives Générales de Royaume-Oorkonden van de Graven, Fonds de St-Genois-Wyffels Supplement) and published parts of the archives of the Mons (Archives de l'Etat à Mons) of Namur (Archives de l'Etat à Namur) of the former Nord District (Archives Départementales du Nord) and the Municipality of Douai (Archives Municipales de Douai), while the modern international bibliography has been utilized extensively.The dissertation attempts to analyze how the creation of a network of markets from Flanders to Champagne led to conditions that favored international trade and the diffusion of institutions that strengthened supra-local and international land trade.The dissertation is structured in two parts and a total of eight chapters. The first part focuses on the distinct urban development in the towns of Flanders and Champagne during the 12th and 13th centuries. In the comparative analysis of the phenomenon, three criteria are used. Initially, the influence of strong emerging groups on the formation of institutions. Then the influence of existing structures, mainly the Church and, finally, the political developments.In the second part, the three main problems posed by the dissertation are analyzed by chapter. Specifically, in the first chapter is placed in the analysis the central project of the French kings and its acceleration during the 13th century, which is the focus of the study.In particular, the archival material is used to substantiate that the customs policy consciously pursued by the kings of France was aimed not only at isolating Flanders by putting pressure on traders from this northern county. Policies also aimed to discredit any factor which threatened to create an integrated economic space of cooperation, which would not be controlled by Paris and, therefore, was opposed to the unifying venture of the Capetian dynasty.The second chapter of the second part examines the power structures and social balances within the cities of Champagne. The arguments of political scientists such as Avner Greif, Paul Milgrom, Barry R. Weingast and Douglass North are presented. The dissertation follows a different path of interpretation though, especially in the discourse on “self regulation” of medieval markets. In that regard the recent work of historians such as Wim Blockmans, Bas van Bavel and Sheilagh Ogilvie is also examined.The third chapter of the second part examines aspects of the conflict between the Kingdom of France and the County of Flanders. Emphasis is placed on the question of the origin of the evolution and variation of certain features of the medieval markets. These developments in the economic field are combined with political decisions, with emphasis on the key element highlighted in the dissertation, namely the use of customs and monetary policy tools with a dual purpose: first the severance of the Flemish-Champagne link and then the complete submission of the county. of Flanders.The dissertation proposes a shift of the historical interest from the economic institutional analysis of medieval trade, as at least this has emerged from recent literature focusing on the Flemish and Champagne fairs. It is proposed to approach the issue through the geopolitical processes in two main axes. On the one hand, the unification venture of the Kings of France, and on the other, the divergent trend created by the development of strong markets under the control of decentralized elites, such as the commercial and bourgeois groups that controlled the highly autonomous towns of Flanders.On the occasion of the study of the phenomenon of medieval markets in combination with the unifying project of the kings of France in the Picardy-Flemish area, an interpretive approach is proposed based on the combined use of economic, social and history of labor, while maintaining due importance in the overriding political context.The third part of the theoretical approach to the topic of the dissertation concerns the emergence of geographical space and economic and political boundaries. In this context, some tools of geopolitics were used, most notably the work of G. O’ Tuathail.The three theoretical approaches to the question of the construction, institutionalization and displacement of the medieval markets are made through the emergence of two parallel historical processes.The first is the internationalization of land trade focusing on the French area, ie Flanders and Champagne, through the networks of institutionally organized markets, each with its own distinct characteristics.The second is the development of the centralization venture of the French monarchy, in the context of which the internal borders of the Kingdom of France were consciously used in order to disrupt the continuation - mainly of the economic axis - that connected Flanders and Champagne.
περισσότερα