Περίληψη
Οι κοινόχρηστοι χώροι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη βελτίωση της ποιότητας του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος, στη βιώσιμη ανάπτυξη και αστική ανθεκτικότητα των πόλεων σε εθνικό και τοπικό επίπεδο. Η συμβολή τους σε κάθε μορφής κοινωνικής, οικονομικής, πολιτικής, περιβαλλοντικής, πολεοδομικής και αισθητικής ποιοτικής αστικής διαβίωσης των πολιτών είναι πολυλειτουργική και πολυσήμαντη. Παράλληλα, οδηγούν στην ποιοτική αναβάθμιση της διαβίωσης των κατοίκων στις πόλεις και αποτελούν τόπους συνάθροισης ποικιλόμορφων δραστηριοτήτων που ασκούνται από τους πολίτες μέσω της απόλυτης προσπέλασης και προσβασιμότητάς τους σε αυτούς. Η επαρκής εξασφάλιση των χώρων αυτών στις πόλεις οδηγεί στην αναβάθμιση του υποβαθμισμένου αστικού περιβάλλοντος καθώς και στη βελτίωση της ποιότητας στο χώρο. Παρά το γεγονός ότι σε ορισμένες ευρωπαϊκές πόλεις το ποσοστό των ήδη υφιστάμενων κοινόχρηστων χώρων εμφανίζεται ιδιαιτέρως υψηλό, στις περισσότερες από αυτές παρατηρείται το φαινόμενο της υποβάθμισης ...
Οι κοινόχρηστοι χώροι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη βελτίωση της ποιότητας του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος, στη βιώσιμη ανάπτυξη και αστική ανθεκτικότητα των πόλεων σε εθνικό και τοπικό επίπεδο. Η συμβολή τους σε κάθε μορφής κοινωνικής, οικονομικής, πολιτικής, περιβαλλοντικής, πολεοδομικής και αισθητικής ποιοτικής αστικής διαβίωσης των πολιτών είναι πολυλειτουργική και πολυσήμαντη. Παράλληλα, οδηγούν στην ποιοτική αναβάθμιση της διαβίωσης των κατοίκων στις πόλεις και αποτελούν τόπους συνάθροισης ποικιλόμορφων δραστηριοτήτων που ασκούνται από τους πολίτες μέσω της απόλυτης προσπέλασης και προσβασιμότητάς τους σε αυτούς. Η επαρκής εξασφάλιση των χώρων αυτών στις πόλεις οδηγεί στην αναβάθμιση του υποβαθμισμένου αστικού περιβάλλοντος καθώς και στη βελτίωση της ποιότητας στο χώρο. Παρά το γεγονός ότι σε ορισμένες ευρωπαϊκές πόλεις το ποσοστό των ήδη υφιστάμενων κοινόχρηστων χώρων εμφανίζεται ιδιαιτέρως υψηλό, στις περισσότερες από αυτές παρατηρείται το φαινόμενο της υποβάθμισης των τελευταίων, της μείωσής τους, της σταδιακής αχρησίας και καταστροφής τους αφού παρατηρείται αδυναμία επαρκούς απόκτησής τους μέσω ευέλικτων θεσμικών εργαλείων απόκτησης γης.Ακόμη, η απόκτηση και η λειτουργία των χώρων αυτών αποτελούσε πάντα ζήτημα πρωταρχικής σημασίας για τους πολεοδόμους και τους υπεύθυνους χάραξης πολεοδομικής πολιτικής, και ακολούθως, η ποικιλία των σχετικών προσεγγίσεων είναι ενδεικτική των ισοδύναμων αστικών συνθηκών, της πληρότητας ή της έλλειψης των υπαρχόντων κοινόχρηστων χώρων, του σχεδιασμού τους, μέσα από τις νομικές παραδόσεις των χωρών. Επιπλέον, τα πιο γνωστά δεινά της αδυναμίας απόκτησης επαρκών κοινόχρηστων χώρων, είναι η πολυπλοκότητα των διαδικασιών εφαρμογής, η σύνθετη νομοθεσία των νομικών εργαλείων που εφαρμόζονται για την απόκτησή τους, καθώς και τα γραφειοκρατικά βάρη των διοικητικών διαδικασιών για την απόκτησή τους.Τα νομικά εργαλεία απόκτησης κοινόχρηστων χώρων ποικίλουν ανάλογα με το νομικό πλαίσιο προέλευσης της κάθε ευρωπαϊκής χώρας, το οποίο αποτελείται άλλοτε από ευέλικτα εργαλεία και άλλοτε εμφανίζεται περισσότερο σύνθετο και πολύπλοκο στην εφαρμογή των εργαλείων αυτών με σκοπό την εξασφάλιση των κοινόχρηστων χώρων μέσα στα τοπικά σχέδια πόλεως. Για παράδειγμα, το θεσμικό πλαίσιο εργαλείων απόκτησης κοινόχρηστων χώρων στην Ελλάδα παρουσιάζεται ιδιαιτέρως δύσκαμπτο εξαιτίας της διάστασης ανάμεσα στη θεσμική ερμηνεία των εργαλείων αυτών και στην τελική εφαρμογή τους μέσα από τα σχέδια πόλεως, η οποία οδηγεί πολλές φορές στην αδυναμία απόκτησης κοινόχρηστων χώρων. Ακόμη, η δημόσια απόκτηση κοινόχρηστων χώρων δεν είναι η βέλτιστη εξαιτίας της εμπλοκής και παρέμβασης της δημόσιας κρατικής εξουσίας η οποία προκαλεί καθυστερήσεις μέσα από τις σύνθετες διαδικασίες απόκτησής της. Αυτό προκαλεί πολλές φορές αποτυχία στην εξασφάλιση γης για κοινόχρηστους χώρους και κατ’ επέκταση πλημμελή εφαρμογή των νομικών εργαλείων, έτσι ώστε να μην εκπληρώνεται η προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος.Ζήτημα επίσης ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος για το θέμα της απόκτησης και της διαχείρισης των κοινόχρηστων χώρων αποτελούν και οι ανταγωνιστικές σχέσεις μεταξύ του δημόσιου χώρου υπό τη μορφή του κοινού χώρου και της ιδιωτικής ακίνητης ιδιοκτησίας. Μέσα από τα ποικίλα εθνικά πλαίσια και τις πολιτικές, οι αποκλίσεις σε αυτές τις σχέσεις κυμαίνονται από την ακραία προστασία των δικαιωμάτων της ακίνητης ιδιοκτησίας έως την απόλυτα και συνταγματικά κατοχυρωμένη υπεροχή του δημοσίου συμφέροντος έναντι του ιδιωτικού συμφέροντος. Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα νομικά εργαλεία που εισάγονται από κάθε χώρα βασίζονται σε διαφορετικά νομοθετικά συστήματα και προέρχονται από διαφορετικές νομικές παραδόσεις και συστήματα σχεδιασμού, τα μέσα απόκτησης κοινόχρηστων χώρων σε βάρος του ατομικού δικαιώματος της ιδιοκτησίας παρουσιάζουν επίσης σημαντικές διακυμάνσεις.Από την εφαρμογή των νομικών εργαλείων επέρχεται περιορισμός στην ιδιοκτησία προκειμένου να αποκτηθούν οι χώροι αυτοί, ως απόρροια του κοινωνικού οφέλους που παρέχει η ύπαρξη των κοινόχρηστων χώρων στο αστικό περιβάλλον. Η έννοια της ιδιοκτησίας ιστορικά αφορά σε εμπράγματα δικαιώματα επί της γης τα οποία προστατεύονται από το νόμο. Ακόμη, η ιδιοκτησία προστατεύεται με την ευρύτερη έννοια της περιουσίας από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου αυτής. Σε αυτό, περιλαμβάνεται προστασία της ακίνητης ιδιοκτησίας («possessions- biens»). Στην ΕΣΔΑ παρουσιάζεται μια φιλελεύθερη τάση για κάθε δικαίωμα που απορρέει από οικονομικά συμφέροντα ή κάθε δικαίωμα από την ιδιοκτησία, από την οποία απορρέουν ενοχικές αξιώσεις. Υπό το πρίσμα αυτό και κατά την «παραδοσιακή» προσέγγιση της έννοιας και της προστασίας της ιδιοκτησίας και των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων επί της γης, η τελευταία βρίσκεται υπό την απόλυτη προστασία των νόμων των διαφόρων χωρών και προσκρούει στο δημόσιο συμφέρον όταν το τελευταίο, για λόγους πολεοδομικούς, υπερέχει προκειμένου να αποκτηθεί δημόσια γη για τον σχεδιασμό και την απόκτηση των κοινόχρηστων χώρων. Το δικαίωμα της ιδιοκτησίας περιορίζεται μόνο όταν υπάρχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι να δικαιολογούν τον περιορισμό της, όπως συμβαίνει στις περιπτώσεις απόκτησης κοινόχρηστων χώρων. Μάλιστα, η λογική αυτή επιχειρεί να δικαιολογήσει τον αποκλεισμό των υπολοίπων οικονομικών ή ενοχικών δικαιωμάτων που προκύπτουν από την ιδιοκτησία μέσα σε πνεύμα κοινωνικοκρατικής αντίληψης κατά της καπιταλιστικής περιουσίας όταν αυτή αντιβαίνει στο κοινωνικό συμφέρον. Το γεγονός ότι οι νομικοί κανόνες που θεσπίζονται από κάθε χώρα στηρίζονται σε διαφορετικά νομικά συστήματα και λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι κάθε χώρα ανήκει σε διαφορετική νόμιμη οικογένεια, διαφορετικά νομικά εργαλεία ισχύουν για την απόκτηση των κοινόχρηστων χώρων. Όμοια διάσταση λαμβάνουν και οι πρακτικές και οι πολιτικές για την απόκτηση τους ανάλογα με τα συστήματα σχεδιασμού τους. Η ιδιοκτησία ως ύστατο ατομικό δικαίωμα περιορίζεται για πολεοδομικούς λόγους και για τον λόγο αυτόν όταν περιορίζεται θα πρέπει να υπάρχει δίκαιη αποζημίωση στους ιδιοκτήτες.Η παρούσα διδακτορική διατριβή πραγματεύεται τα νομικά εργαλεία και τις πολιτικές απόκτησης κοινόχρηστων χώρων στο αστικό περιβάλλον, σε έξι ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Ελλάδα, Γαλλία, Ολλανδία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο (Αγγλία) και σε μία χώρα του Ατλαντικού, τις ΗΠΑ, όπου παρατηρούνται σημεία απόκλισης και σύγκλισης και περιγράφονται τα διαφορετικά μέσα προστασίας και της ιδιοκτησίας μέσα από τα εθνικά της πλαίσια. Ακόμη, ο τρόπος που περιορίζεται η ιδιοκτησία για την απόκτηση κοινόχρηστων χώρων είναι διαφορετικός σε σχέση με τις αποζημιώσεις των ιδιοκτητών που θίγονται από την στέρηση της ιδιοκτησίας τους. Το εύρος της νομοθεσίας και των πρακτικών εφαρμογής των θεσμικών εργαλείων, μπορούν να συμβάλουν και να εμπλουτίσουν τις ευκαιρίες για υιοθέτηση νέων ευέλικτων θεσμικών εργαλείων και πρακτικών για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη εξασφάλιση των κοινόχρηστων χώρων στις πόλεις. Η συγκριτική επισκόπηση της εξέτασης των διαφόρων εθνικών και τοπικών νομοθεσιών σχετικά με τους κοινόχρηστους χώρους και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας θα μπορούσε να εμπλουτίσει και να συμβάλει στη διαμόρφωση νέων, ευέλικτων πολιτικών σχεδιασμού και νομικών εργαλείων, με ευρύτερες και βελτιωμένες υλοποιήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Urban public spaces are a major factor for the upgrading of the quality of urban and natural environment, and a basic ingredient of urban sustainability and urban resilience, in national and local level. Their contribution to all forms of social, economic, political, environmental, urban and aesthetic quality urban living of citizens is multifunctional and multifaceted. At the same time, they lead to a qualitative upgrading of the inhabitants' living in cities and they are places for gathering a variety of activities carried out by citizens through their absolute access and accessibility to them. The adequate provision of these spaces in cities leads to the improvement of degraded urban environment and improving the quality of space. Despite the fact that in some European cities the percentage of existing public spaces appear particularly high in most of them the phenomenon of degradation of the latter, the abatement of gradual disuse and destruction it observed inability of adequately ...
Urban public spaces are a major factor for the upgrading of the quality of urban and natural environment, and a basic ingredient of urban sustainability and urban resilience, in national and local level. Their contribution to all forms of social, economic, political, environmental, urban and aesthetic quality urban living of citizens is multifunctional and multifaceted. At the same time, they lead to a qualitative upgrading of the inhabitants' living in cities and they are places for gathering a variety of activities carried out by citizens through their absolute access and accessibility to them. The adequate provision of these spaces in cities leads to the improvement of degraded urban environment and improving the quality of space. Despite the fact that in some European cities the percentage of existing public spaces appear particularly high in most of them the phenomenon of degradation of the latter, the abatement of gradual disuse and destruction it observed inability of adequately acquired through flexible institutional land acquisition tools.The adequacy of provision and function of these spaces has always been an issue of prime importance for planners and policy makers, and in turn, the variety of related approaches is indicative of the equivalent urban conditions, the plenitude or lack of existing urban public spaces, and the planning and legal traditions in countries. Furthermore, the most well known evils of malfunctioning of some of the above approaches are the complexity of implementation processes, the complexity of legislation of the legal instruments that are applied to their acquisition, and the bureaucratic burdens of the administrative procedures.Legal tools for acquiring urban public spaces vary according to the legal framework of tradition of any European country, consisting sometimes of flexible tools and sometimes appear more complex and complicated to implement these tools in order to ensure public urban spaces within the local urban plans. For instance, the institutional framework of legal tools for the acquisition of urban public spaces in Greece is particularly stiff due to the gap between the institutional interpretation of these tools and their final implementation through urban plans, which often leads to the impossibility of acquiring urban public spaces. Moreover, the public acquisition of urban public spaces is not optimal due to the involvement and intervention of public state power, which causes delays through complex procedures for its acquisition. This often causes failure to secure land for urban public spaces and, consequently, poor implementation of legal instruments, so that the defense of the public interest is not fulfilled.An issue of high interest in the topic of acquisition and management of public space, is the antagonistic relations between public space in the form of commons, and the private property in land. Having gone through a variety of national contexts and political eras, variations in these relations range from extreme protection of land property rights, to the absolute and constitutionally guaranteed precedence of public good to private interests. Taking in account that the legal tools introduced by each country are founded in different legislative systems and stem from different legal traditions and planning systems, the means of acquiring public space from private land properties also present significant variations. The implementation of legal tools involves restrictions on land in order to acquire urban public spaces as a result of the social benefits provided by the existence of urban public spaces in the urban environment. The concept of property historically concerns land rights that are protected by the law. Furthermore, property is protected in the broadest sense of property by the European Convention on Human Rights and Article 1 of its First Protocol. This includes protection of immovable property ("possessions-biens"). The ECHR presents a liberal tendency for any right resulting from financial interests or any property right from which the claims arise. In the light of this and the traditional approach to the concept and the protection of property and property rights on land, the latter is fully protected by the laws of the various countries and is in the public interest when the latter, for reasons of urban planning it excels in order to obtain public land for the design and the acquisition of urban public spaces. The right to property is limited only where there are reasons of public interest justifying its limitation, as this concerns the case of urban public spaces acquisition. In the above sense, this logic attempts to justify the exclusion of the other economic or property rights resulting from property in a spirit of social-conscious perception of capitalist property when it is contrary to the social interest.Τhe fact that the legal rules adopted by each country are based on different legal systems, and taking into account the fact that each country belongs to a different legal family, different legal tools apply to the acquisition of urban public spaces. This dimension also applies to practices and policies for their acquisition depending also to their planning systems. Subsequently, property as a supreme social right is limited to urban planning reasons and for that reason there should be a fair compensation through compensation to the owners.The present PhD thesis is dealing with the legal tools and policies for acquiring urban public spaces in urban environment in six European countries (Germany, Greece, France, the Netherlands, Sweden, the United Kingdom (UK) and in the Atlantic country of the US. The comparative overview highlights the similarities, differences and convergence points that are observed, and the different means of protection over private property are described in these national contexts. Furthermore, the way property is restricted is to the of legislation and practices for the implementation of legal tools can contribute to and enrich the opportunities for adopting new, flexible institutional tools and practices for the protection of property owners. Points of divergence and convergence are pinpointed, and the different means of protection and compensation of private properties in these national contexts are described. Better and more efficient securing of urban public spaces in cities. A comparative overview of the examination of various national and / or local laws on urban public spaces and the right to property could enrich and contribute to the formation of new, flexible planning policies and legal instruments, with wider and improved implementations at a European level.
περισσότερα