Περίληψη
Η ποίηση αποτελεί ένα από τα πιο πρόσφορα μέσα για την έκφραση του θρήνου που προκαλούν η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, η συνειδητοποίηση του εφήμερου της ανθρώπινης ύπαρξης, το υπαρξιακό αδιέξοδο του θανάτου. Το πένθος και η θλίψη αισθητοποιούνται μέσω της ποίησης, που είναι γνωστή από την ελληνική αρχαιότητα ως ελεγεία. Η ελεγεία, τόσο στην παραδοσιακή όσο και στη μοντέρνα έκφανση του είδους, εκφράζει τη σχέση της λογοτεχνίας με την απώλεια, καθώς μετουσιώνει σε τέχνη το γεγονός που καταστρέφει την ίδια τη φύση μας, τον θάνατο. Στόχος της παραδοσιακής ελεγειακής ποίησης υπήρξε η παρηγοριά των πενθούντων είτε μέσω της πίστης στην Αιώνια Βασιλεία των Ουρανών και την Ανάσταση των νεκρών, είτε μέσω της αποθέωσης των έργων του νεκρού. Αντίθετα, κατά τους 20ό και 21ό αι. το είδος διακρίνεται από μια βίαιη σχεδόν παραμόρφωση των χαρακτηριστικών του, αφού οι μοντέρνοι ποιητές αρνούνται τον παραμυθητικό ρόλο της ποίησης του πένθους. Η μοντέρνα ελεγεία, η λεγόμενη αντι-ελεγεία, ή νεο-ελεγε ...
Η ποίηση αποτελεί ένα από τα πιο πρόσφορα μέσα για την έκφραση του θρήνου που προκαλούν η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, η συνειδητοποίηση του εφήμερου της ανθρώπινης ύπαρξης, το υπαρξιακό αδιέξοδο του θανάτου. Το πένθος και η θλίψη αισθητοποιούνται μέσω της ποίησης, που είναι γνωστή από την ελληνική αρχαιότητα ως ελεγεία. Η ελεγεία, τόσο στην παραδοσιακή όσο και στη μοντέρνα έκφανση του είδους, εκφράζει τη σχέση της λογοτεχνίας με την απώλεια, καθώς μετουσιώνει σε τέχνη το γεγονός που καταστρέφει την ίδια τη φύση μας, τον θάνατο. Στόχος της παραδοσιακής ελεγειακής ποίησης υπήρξε η παρηγοριά των πενθούντων είτε μέσω της πίστης στην Αιώνια Βασιλεία των Ουρανών και την Ανάσταση των νεκρών, είτε μέσω της αποθέωσης των έργων του νεκρού. Αντίθετα, κατά τους 20ό και 21ό αι. το είδος διακρίνεται από μια βίαιη σχεδόν παραμόρφωση των χαρακτηριστικών του, αφού οι μοντέρνοι ποιητές αρνούνται τον παραμυθητικό ρόλο της ποίησης του πένθους. Η μοντέρνα ελεγεία, η λεγόμενη αντι-ελεγεία, ή νεο-ελεγεία, ή μετα-ελεγεία, σε αντίθεση με την παραδοσιακή, καθίσταται αντι-παρηγορητική, αντι-εγκωμιαστική, αντι-συμβατική, ακόμα και αντι-λογοτεχνική. Οι ποιητές προσπαθούν να αποδώσουν ποιητικά την παρουσία της απουσίας και γι’ αυτό το έργο τους εκφράζει μια έντονη αίσθηση απώλειας. Πρόκειται ουσιαστικά για τονικότητα, μια τονικότητα ελεγειακή που διακρίνει την ποίηση του 20ού και 21ού αι., ακόμα και όταν οι ποιητές δεν μιλούν για συγκεκριμένο θάνατο.Η ποίηση και η ποιητική της Κικής Δημουλά, αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον υπό το πρίσμα μιας συνεχούς διεργασίας πένθους, καθώς ο ποιητικός της λόγος διεξάγει έναν ασταμάτητο θρήνο για το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης, τη φθορά που επιφέρει ο χρόνος, την καταλυτική κυριαρχία του θανάτου, δημιουργώντας την αίσθηση πως – όπως αναφέρει ο Βαβούρης - η κοινή των θνητών μοίρα είχε ως μόνο αποδέκτη τη Δημουλά. Η ποιήτρια πενθεί για την απώλεια ως αναπόδραστη τύχη του ανθρώπου. Πρόκειται για μια ποίηση που διακρίνεται από έντονη ελεγειακή τονικότητα, από την πρώιμη έως και την ώριμη ποιητική παραγωγή. Ο ελεγειακός τόνος αισθητοποιείται μέσω της ποιητικής του εφήμερου σώματος, όπου κυριαρχούν τα μοτίβα του θανάτου, της αποδόμησης της αξίας των νεκρικών τελετουργικών, της αντίθεσης σώματος και ψυχής, της γήρανσης του σώματος, της γλώσσας των δακρύων και της ματαίωσης του ερωτικού βιώματος. Η έκφραση συναισθημάτων ανάρμοστων –όπως θα τα χαρακτηρίσουμε- όπως η μελαγχολία, η οργή και η ενοχή αναδεικνύει το αδιέξοδο πένθος του ποιητικού υποκειμένου. Η τοπιογραφία του θανάτου και της φθοράς σε συνδυασμό με την εγκόσμια σύλληψη του χρόνου ενισχύουν την ελεγειακή τονικότητα, η οποία εντείνεται από το διάλογο της Δημουλά με τον χριστιανικό και τον αρχαιοελληνικό μύθο. Βρίσκει, επίσης, θαυμαστή κορύφωση μέσω του ποιητικού αυτοπροσδιορισμού της, όπως αυτός υλοποιείται στο διάλογο της ποιήτριας με την τέχνη της ποίησης, καθώς και τα ποιήματα ελεγείες, γραμμένα με αφορμή τον θάνατο συγκεκριμένων προσώπων, αλλά και τις αυτο – ελεγείες, όπου το υποκείμενο της ποιητικής αφήγησης σκηνοθετεί τον δικό του θάνατο. Τέλος, οι φωτογραφίες, επαναλαμβανόμενο μοτίβο της ποίησής της, λειτουργούν ως memento mori, ενώ τα ποιήματα «εκφράσεις» αγαλμάτων και πινάκων ζωγραφικής, αποδομώντας το αρχικό μήνυμα και συμβολισμό του έργου τέχνης, το οποίο γίνεται αντικείμενο παρατήρησης, εντείνουν την ελεγειακή τονικότητα που διακρίνει το έργο της Δημουλά. Η θεματική υποστηρίζεται από εκφραστικούς τρόπους όπως η μετωνυμία, η μεταφορά, η προσωποποίηση, ο ελλειπτικός λόγος, η αιρετική χρήση της γλώσσας, καθώς συχνά ανατρέπονται οι καθιερωμένοι κανόνες της γραμματικής και της σύνταξης. Ωστόσο, κύριος ρητορικός και ταυτόχρονα τρόπος θέασης του κόσμου είναι η ειρωνεία μέσα από την οποία απομυθοποιούνται παραδεδομένες αξίες και ιδανικά, τονίζοντας εμφατικά την εγκόσμια σύλληψη του χρόνου αλλά και της περιρρέουσας πραγματικότητας, καθιστώντας, έτσι, την ποίησή της Δημουλά αντιπροσωπευτική περίπτωση της μεταπολεμικής λογοτεχνίας, που διακρίνεται από ελεγειακή τονικότητα και εκφράζει με τρόπο δημιουργικό την ποίηση του πένθους, την ποίηση της απώλειας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Poetry is one of the best vehicles for the expression of grief caused by the loss of a loved one, the awareness of the ephemeral human existence, the existential impasse of death. Mourning and grief are expressed by poetry known, since the Greek antiquity, as elegy. Traditional and modern elegy represent the relationship of literature with loss, and transform into art the event that destroys the human nature, death. The aim of traditional elegiac poetry was the consolation of mourners either by the faith in the Eternal Kingdom of God and the resurrection of the dead, or by the apotheosis of the works of deceased. In contrast, during the 20th and 21st century, the genre is distinguished by a nearly violent distortion of its features, since modern poets deny the consolatory role of the poetry of mourning. The modern elegy, anti-elegy, or neo-elegy, or meta-elegy, in contrast to the traditional elegy, is anti-consolatory, anti-encomiastic, anti-conventional, and even anti-literary. Poets ...
Poetry is one of the best vehicles for the expression of grief caused by the loss of a loved one, the awareness of the ephemeral human existence, the existential impasse of death. Mourning and grief are expressed by poetry known, since the Greek antiquity, as elegy. Traditional and modern elegy represent the relationship of literature with loss, and transform into art the event that destroys the human nature, death. The aim of traditional elegiac poetry was the consolation of mourners either by the faith in the Eternal Kingdom of God and the resurrection of the dead, or by the apotheosis of the works of deceased. In contrast, during the 20th and 21st century, the genre is distinguished by a nearly violent distortion of its features, since modern poets deny the consolatory role of the poetry of mourning. The modern elegy, anti-elegy, or neo-elegy, or meta-elegy, in contrast to the traditional elegy, is anti-consolatory, anti-encomiastic, anti-conventional, and even anti-literary. Poets try to express poetically the presence of absence and for this, their work expresses a strong sense of loss. It is basically tonality, an elegiac tonality that distinguishes the poetry of the 20th and 21st century, even when poets do not write for certain death.The poetry and the poetics of Kiki Dimoula, are of particular interest in the light of a continuous process of mourning, as her poetry endlessly laments the ephemeral human existence, the decay of time, the catalytic dominion of death, creating the sense – as Vavouris has said - that the common fate of mortals had addressed only Dimoula. The poetess mourns the loss as inevitable fate of man. It is a poetry, which is distinguished by strong elegiac tonality, from the early to the mature period of her poetry. The elegiac tonality is expressed by the poetics of the ephemeral human body such as the poetics of death, the degradation of the value of funeral rituals, the contrast between body and soul, the aging body, the language of tears and the frustration of erotic experience. The expression of inappropriate – as we are going to characterize them - emotions such as melancholy, anger and guilt highlights the melancholic mourning of the poetic subject. The topiography of death and decay combined with the pervasive conception of time make stronger the elegiac tonality which is intensified by Dimoula's dialogue with the christian and classical myth. It is brilliantly expressed by her poetic self-determination, as it is performed in the dialogue of the poetess with the art of poetry. At her poetry are also revealed poems elegies, written on the occasion of the death of certain persons, and self-elegies, as the poetic subject directs his own death. Finally, photographs, a repeating motif of her poetry, function as memento mori, while the poems “ekfrasis” of statues and paintings, deconstructing the original message and symbolism of the artwork, which has been subject of observation, intensify the elegiac tonality that distinguishes the poetry of Dimoula. The thematics are supported by rhetorical modes such as the metonymy, the transportation, the personification, the elliptical speech, the heretical use of language, as Dimoula changes the rules of grammar and syntax. However, the main rhetorical mode and simultaneously way of viewing the world is irony, by which are deconstructed traditional values and ideals, expressing emphatically the secular conception of time and reality, making, thus, Dimoula’s poetry a representative case of postwar literature, distinguishable because of its elegiac tonality that expresses creatively the poetry of mourning, the poetry of loss.
περισσότερα