Περίληψη
Εισαγωγή: Η ακρίβεια στη μέτρηση ενός χαρακτηριστικού αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο στη σύγχρονη έρευνα και ειδικότερα στον κλάδο της διαιτολογίας-διατροφής. Η διατροφική πληροφορία καταγράφεται χρησιμοποιώντας διάφορα εργαλεία, με πιο κοινά χρησιμοποιούμενο το ερωτηματολόγιο συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων (ΕΣΚΤ). Εξαιτίας των μεθοδολογικών προβλημάτων που εντοπίζονται κατά το σχεδιασμό και την εφαρμογή των ΕΣΚΤ, αυτά θα πρέπει να ελεγχθούν, πριν την εφαρμογή τους στην έρευνα, ως προς την επαναληψιμότητα και την εγκυρότητά τους. Επίσης, η ολιστική αποτίμηση της διατροφής των ανθρώπων, η οποία γίνεται τόσο με εκ-των-προτέρων όσο και με εκ-των-υστέρων στατιστικές μεθόδους, εφαρμόζεται ολοένα και περισσότερο για τη διερεύνηση της σχέσης της διατροφής με δείκτες υγείας. Παρόλα αυτά, η εγκυρότητα των διατροφικών προτύπων όπως αυτά προκύπτουν από τις διάφορες μεθόδους σπάνια έχει μελετηθεί. Σκοπός: (α) να αποτιμηθεί η επαναληψιμότητα και εγκυρότητα των διατροφικών προτύπων τα οποία προέκυψαν με ...
Εισαγωγή: Η ακρίβεια στη μέτρηση ενός χαρακτηριστικού αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο στη σύγχρονη έρευνα και ειδικότερα στον κλάδο της διαιτολογίας-διατροφής. Η διατροφική πληροφορία καταγράφεται χρησιμοποιώντας διάφορα εργαλεία, με πιο κοινά χρησιμοποιούμενο το ερωτηματολόγιο συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων (ΕΣΚΤ). Εξαιτίας των μεθοδολογικών προβλημάτων που εντοπίζονται κατά το σχεδιασμό και την εφαρμογή των ΕΣΚΤ, αυτά θα πρέπει να ελεγχθούν, πριν την εφαρμογή τους στην έρευνα, ως προς την επαναληψιμότητα και την εγκυρότητά τους. Επίσης, η ολιστική αποτίμηση της διατροφής των ανθρώπων, η οποία γίνεται τόσο με εκ-των-προτέρων όσο και με εκ-των-υστέρων στατιστικές μεθόδους, εφαρμόζεται ολοένα και περισσότερο για τη διερεύνηση της σχέσης της διατροφής με δείκτες υγείας. Παρόλα αυτά, η εγκυρότητα των διατροφικών προτύπων όπως αυτά προκύπτουν από τις διάφορες μεθόδους σπάνια έχει μελετηθεί. Σκοπός: (α) να αποτιμηθεί η επαναληψιμότητα και εγκυρότητα των διατροφικών προτύπων τα οποία προέκυψαν με την εφαρμογή εκ-των-προτέρων και εκ-των-υστέρων πολυματαβλητών στατιστικών μεθόδων, σε δείγμα εθελοντών από το γενικό πληθυσμό της χώρας, και (β) να διερευνηθεί ο ρόλος του αριθμού των ερωτήσεων και των βαθμονομήσεων τους στο βαθμό επαναληψιμότητας και εγκυρότητας ερωτηματολογίων συχνότητας κατανάλωσης τροφίμων. Υλικό και Μέθοδος: Στη μελέτη συμμετείχαν: 500 άτομα, 37±15 ετών, 38% άνδρες για τον έλεγχο της επαναληψιμότητας ενός ΕΣΚΤ 76 ερωτήσεων και των διατροφικών προτύπων, και άλλα 500 άτομα, 46±16 ετών, 40% άνδρες για τον έλεγχο της εγκυρότητας του ΕΣΚΤ (συγκρίνοντας το με ένα τριήμερο ημερολόγιο καταγραφής τροφίμων, 3ΗΚΤ, ως εργαλείο αναφοράς). Τέλος, σε ένα δείγμα από 250 άτομα, 37±13 ετών, 34% άνδρες δόθηκαν εκτός του ΕΣΚΤ 76 ερωτήσεων, ένα ΕΣΚΤ 36 ερωτήσεων, με 6 δυνατές απαντήσεις ανά ερώτηση, ένα ερωτηματολόγιο 11 ερωτήσεων με 6 δυνατές απαντήσεις και ένα ερωτηματολόγιο 11 ερωτήσεων με 2 δυνατές απαντήσεις, για να ελεγχθεί αν ο αριθμός ερωτήσεων και των δυνατών απαντήσεων επηρεάζει την επαναληψιμότητα των εργαλείων. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να συμπληρώσουν τα ερωτηματολόγια δύο φορές μέσα σε 15-20 ημέρες. Το διατροφικό σκορ MedDietScore (0-55) χρησιμοποιήθηκε για την εκ-των-προτέρων αποτίμηση του βαθμού συμμόρφωσης των συμμετεχόντων στο πρότυπο της Μεσογειακής διατροφής. Η εκ-των-υστέρων αποτίμηση έγινε με την ανάλυση σε κύριες συνιστώσες (ΑΚΣ) και τη συσταδική ανάλυση (ΣΑ). Ο συντελεστής συσχέτισης Spearman-Brown, ο συντελεστής συμφωνίας τ του Kendall, η μέθοδος των Bland και Altman και ο μη παραμετρικός έλεγχος του Wilcoxon χρησιμοποιήθηκαν για τον έλεγχο του βαθμού επαναληψιμότητας και εγκυρότητας του ΕΣΚΤ αλλά και των διατροφικών προτύπων. Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα της παρούσας διατριβής έδειξαν ότι ο βαθμός επαναληψιμότητας ενός ΕΣΚΤ είναι φθίνουσα συνάρτηση του αριθμού των ερωτήσεων που περιλαμβάνονται αλλά και του αριθμού των δυνατών απαντήσεων σε κάθε ερώτηση (διαμερίσεων). Περαιτέρω ανάλυση για τη διερεύνηση των διατροφικών προτύπων έδειξε ότι η εκ-των-προτέρων προσέγγιση καταλήγει σε πιο επαναλήψιμα διατροφικά πρότυπα σε σύγκριση με την εκ-των-υστέρων, ενώ η δεύτερη προσέγγιση (είτε μέσω της ΑΚΣ ή της ΣΑ) οδηγεί σε επαναλήψιμα πρότυπα μόνο όταν λαμβάνεται υπόψη η πληροφορία της διατροφικής πρόσληψης σε ομάδες τροφίμων και όχι σε μεμονωμένα τρόφιμα. Συμπεράσματα: Ένα ΕΣΚΤ είναι επαναλήψιμο όταν χρησιμοποιείται σχετικά μικρός αριθμός ερωτήσεων και βαθμονομήσεων των απαντήσεων. Αυτό όμως ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά την προσλαμβανόμενη διατροφική πληροφορία. Για την ολιστική αποτίμηση των διατροφικών συνηθειών ενός πληθυσμού συνιστάται η εφαρμογή της εκ-των-προτέρων ανάλυσης. Η εφαρμογή των εκ-των-υστέρων τεχνικών οδηγεί σε έγκυρα διατροφικά πρότυπα, μόνο έπειτα από ειδικούς μεθοδολογικούς χειρισμούς (π.χ., ομαδοποίηση ερωτήσεων, περιστροφή αξόνων, μειωμένος αριθμός συστάδων) και συνιστάται να γίνεται με προσοχή.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Introduction: The accuracy of a measurement is a cornestone in research and especially innutritional research where diet-disease association are explored. Various tools have been developedin order to record the dietary information, with the food frequency questionnaire (FFQ) to be themost commonly used. Due to several limitations during the implementation of the FFQ, it’s essentialto test its repeatability and validity before using them. Under the concept of the holistic nutritionassessment, both a-priori and a-posteriori statistical methods have been proposed, and used toevaluate diet-disease associations. However, their validity of the extracted patterns has rarely beenstudied. Aim: (a) To test the validity of a-priori and a-posteriori defined dietary patterns and to (b)to test whether the number of questions used for the development of a FFQ and the number ofresponse categories, influences it’s repeatability and validity. Material and subject: 500 participants (37±15 years, 38% male ...
Introduction: The accuracy of a measurement is a cornestone in research and especially innutritional research where diet-disease association are explored. Various tools have been developedin order to record the dietary information, with the food frequency questionnaire (FFQ) to be themost commonly used. Due to several limitations during the implementation of the FFQ, it’s essentialto test its repeatability and validity before using them. Under the concept of the holistic nutritionassessment, both a-priori and a-posteriori statistical methods have been proposed, and used toevaluate diet-disease associations. However, their validity of the extracted patterns has rarely beenstudied. Aim: (a) To test the validity of a-priori and a-posteriori defined dietary patterns and to (b)to test whether the number of questions used for the development of a FFQ and the number ofresponse categories, influences it’s repeatability and validity. Material and subject: 500 participants (37±15 years, 38% males) were enrolled to test the first goal of the study (repeatability) by completing a 76-item FFQ, while another 500 participants (46±16 years, 40% males) were enrolled to test the validity of the FFQ by also completing a three day dietary record (3DD, as the reference tool). A sample of 250 participants (37±13 years, 34% males) were enrolled to test whether the number of questions and response categories influence the repeatability and validity of the tool, by also completing a 36-item FFQ with 6-scale responses, a 11-item questionnaire with 6-scale responses and a 11-item questionnaire with binary scale responses. Furthermore, the repeatability and the validity of dietary patterns, using the MedDietScore as the a-priori method, and principal component analysis (PCA) and cluster analysis (CA) as the a-posteriori techniques were tested. Spearman-Brown correlation coefficient, Kendall’s τ agreement coefficient, the Bland & Altman method and the Wilcoxon signed rank test were used to answer the research hypothesis. Results: The degree of repeatability of a FFQ is a decreasing function of the length of the questionnaire and the number of response categories. Moreover, dietary patterns’ identification revealed that the a-priori approach led to robust patterns, which actually reflect participants’ true dietary habits, in terms of its validity; whereas, the a-posteriori approach (either using PCA or CA) led to repeatable patterns only when aggregated dietary information was used. Conclusion: To achieve repeatability of a FFQ a moderate number of questions and response categories is suggested; however, the later may have an impact on the nutritional information retrieved. Concerning dietary patterns’ analysis the a-priori approach gave more robust results and is suggested. The a-posteriori approach led to repeatable and valid dietary patterns only when additional data handling was made (i.e., level of aggregation, axis rotation, reduced number of clusters).
περισσότερα