Περίληψη
Στη διατριβή εξετάζεται το πρόβλημα της διγλωσσίας με εστίαση στη μικτή (ελληνοϊταλική) έκφραση του Σολωμού, ένα ζήτημα νευραλγικής σημασίας για τη φιλολογική έρευνα δεδομένου ότι ο Σολωμός υπήρξε ο πρώτος τη τάξει «εθνικός ποιητής» της Ελλάδας μετά την Επανάσταση.Η μελέτη διαρθρώνεται σε τρία μέρη. Στο Α΄ μέρος αναπτύσσεται ο διεπιστημονικός προβληματισμός που εγείρει το φαινόμενο της διγλωσσίας / πολυγλωσσίας από άποψη κοινωνιογλωσσολογική, ψυχογλωσσολογική, νευρογλωσσολογική, υφογλωσσολογική. Πιο συγκεκριμένα στο μέρος αυτό εξετάζονται, μεταξύ άλλων: το ζήτημα της ορολογίας με ειδική αναφορά στη διάκριση μεταξύ bilingualism και diglossia (που προτείνω να αποδοθούν ως «ατομική» και «κοινωνική» διγλωσσία), το γλωσσικό ζήτημα ως ζήτημα ομοιογενοποίησης της πολυγλωσσίας στο πλαίσιο της «γλωσσικής πολιτικής» των εθνών-κρατών του 19ου αι. κ.εξ., η έννοια της «γλωσσικής διαπλοκής» και οι πραγματώσεις της (code-switching, code-mixing) αναλόγως της επικοινωνιακής περίστασης (υψηλή / χαμηλή γ ...
Στη διατριβή εξετάζεται το πρόβλημα της διγλωσσίας με εστίαση στη μικτή (ελληνοϊταλική) έκφραση του Σολωμού, ένα ζήτημα νευραλγικής σημασίας για τη φιλολογική έρευνα δεδομένου ότι ο Σολωμός υπήρξε ο πρώτος τη τάξει «εθνικός ποιητής» της Ελλάδας μετά την Επανάσταση.Η μελέτη διαρθρώνεται σε τρία μέρη. Στο Α΄ μέρος αναπτύσσεται ο διεπιστημονικός προβληματισμός που εγείρει το φαινόμενο της διγλωσσίας / πολυγλωσσίας από άποψη κοινωνιογλωσσολογική, ψυχογλωσσολογική, νευρογλωσσολογική, υφογλωσσολογική. Πιο συγκεκριμένα στο μέρος αυτό εξετάζονται, μεταξύ άλλων: το ζήτημα της ορολογίας με ειδική αναφορά στη διάκριση μεταξύ bilingualism και diglossia (που προτείνω να αποδοθούν ως «ατομική» και «κοινωνική» διγλωσσία), το γλωσσικό ζήτημα ως ζήτημα ομοιογενοποίησης της πολυγλωσσίας στο πλαίσιο της «γλωσσικής πολιτικής» των εθνών-κρατών του 19ου αι. κ.εξ., η έννοια της «γλωσσικής διαπλοκής» και οι πραγματώσεις της (code-switching, code-mixing) αναλόγως της επικοινωνιακής περίστασης (υψηλή / χαμηλή γλώσσα, σπίτι / εκπαίδευση κλπ.), το πρόβλημα της συλλειτουργίας περισσοτέρων της μίας γλωσσών στον ανθρώπινο εγκέφαλο, οι απόψεις για τις θετικές ή αρνητικές επιπτώσεις της διγλωσσίας στη δημιουργικότητα και στο λογοτεχνικό ύφος, και άλλα θεωρητικά ζητήματα.Στο Β΄ Μέρος το πρόβλημα της διγλωσσίας του Σολωμού εξετάζεται στο ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο αναφοράς του (Επτάνησα – νεοσύστατο ελλαδικό βασίλειο, πρώτο ήμισυ 19ου αι.). Ειδικότερα, στο μέρος αυτό συζητείται το διάχυτο φαινόμενο της διγλωσσίας στην κοινωνία των Επτανήσων, όπως και το θέμα της γλωσσικής πολιτικής στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, που είναι οι αφετηριακοί όροι για να κατανοήσουμε την εκδήλωση αλλά και την κριτική αντιμετώπιση της σολωμικής διγλωσσίας, από την εποχή των Ευρισκομένων του Πολυλά (1859) και εντεύθεν. Τα στοιχεία που προσκομίζονται αναφορικά με την παρουσία ενός ευρύτερου υποστρώματος φαινομένων κοινωνικής και ατομικής διγλωσσίας οδηγούν στη διαπίστωση –πρόσφορη για περαιτέρω έρευνα– ότι η διγλωσσία του Σολωμού αποτελεί μάλλον ένα παραδειγματικό (έστω εμβληματικό, με γνώμονα το κύρος του ποιητή), και πάντως όχι μοναδικό φαινόμενο στον τόπο του και στον καιρό του. Σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της σολωμικής διγλωσσίας, από την εξέταση της σχετικής βιβλιογραφίας διαπιστώνεται ότι η παραδοσιακή κριτική –και εκδοτική– θέση απέναντι στο πρόβλημα της σολωμικής γλώσσας κατατείνει σε ένα απλουστευτικό σχήμα: τη διακριτή χρήση των δύο γλωσσών σε διαφορετικές εκφάνσεις του βίου και του έργου του ποιητή (προφορικός / γραπτός λόγος, αλληλογραφία / δημιουργικό έργο, σύλληψη / σύνθεση του ποιήματος κ.ο.κ.), και εξετάζονται οι λόγοι, ιδεολογικοί, γλωσσικοί και ιστορικοί, που καθόρισαν αυτή την κριτική συμπεριφορά ώς τα πολύ πρόσφατα χρόνια. Το Γ΄ μέρος της εργασίας είναι αφιερωμένο στη συστηματική περιγραφή του φαινομένου, όπως αυτό παρουσιάζεται στα Αυτόγραφα του ποιητή, καθώς σε αυτό το υλικό αναδεικνύεται ανάγλυφη η πραγματική φύση της σολωμικής γλώσσας. Από την εξέταση των χειρογράφων διαπιστώνεται πέραν πάσης αμφιβολίας ότι το σχήμα της διακριτής χρήσης των δύο γλωσσών είναι απλουστευτικό, και ότι αντιθέτως ο Σολωμός συνθέτει ένα γλωσσικό όργανο «μικτό αλλά νόμιμο» (misto genuino), με τα ιταλικά να είναι η «κυρίαρχη» γλώσσα της παιδείας του και τα ελληνικά η «μητρική» του γλώσσα, την οποία ωστόσο ξαναμαθαίνει μέσα από διαβάσματα και ακούσματα, επιστρέφοντας από την Ιταλία μετά από 10 χρόνια σπουδών. Για να δείξω πώς οργανώνεται η «γραμματική» αυτής της μικτής γλώσσας, από το θεμελιακό επίπεδο της ορθογραφίας στα πιο σύνθετα του συνδυασμού λέξεων / σημασιών και της μορφοσύνταξης, αναζήτησα τους περιγραφικούς μου όρους στη γλωσσολογία και πρότεινα σε ορισμένες περιπτώσεις νέους όρους για την ακριβέστερη περιγραφή των φαινομένων στο παράδειγμά μου, όπως λ.χ. τους όρους «διαπλοκή επιφανείας» και «διαπλοκή βάθους» για να ξεχωρίσω την πρόδηλη από τη χωνεμένη, και γι’ αυτό άδηλη όσμωση ανάμεσα στις δύο γλώσσες.Ανάμεσα στις συμβολές της εργασίας που κεντρίζουν το ενδιαφέρον του μελετητή (και ανοίγουν κατευθύνσεις στην έρευνα) προσγράφονται και τα ακόλουθα: η δυνατότητα και ενδογλωσσικής ερμηνείας ορισμένων ιδιότυπων εκφράσεων του Σολωμού, γεγονός που επιτείνει τη συνθετότητα και ρευστότητα του φαινομένου σε ό,τι αφορά ιδίως τη «διαπλοκή βάθους» σε μια περίοδο που η νεοελληνική δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί• η επέκταση του φαινομένου της διαπλοκής και στο επίπεδο της μετρικής, δηλαδή στο επίπεδο του ρυθμού• η υφολογική διάσταση της σολωμικής διγλωσσίας, ειδικά η συμβολή των ιταλόγλωσσων ποιημάτων του Σολωμού για τη μεταφορά ενός συγκροτημένου «ποιητικού ιδιώματος» στα ελληνόγλωσσα έργα του• η εξέταση της σολωμικής διγλωσσίας στην ιστορικο-φιλολογική της προοπτική –ιδιαίτερα στο πλαίσιο της επτανησιακής διγλωσσίας– που ρίχνει φως στην «ποιητική κοινή» των συγχρόνων του ποιητή κατά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, και άλλα.Συμπερασματικά, η μελέτη αυτή δεν αποσκοπεί στο να αμφισβητήσει την «ελληνικότητα» του εθνικού μας ποιητή, την οποία ο ίδιος ο Σολωμός ξεκαθάρισε από νωρίς με την απόφασή του να γυρίσει στα Επτάνησα και να γίνει ο «Δάντης» της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας. Η μελέτη, αντιθέτως, αποσκοπεί στο να καταδείξει πόσο σημαντικό ήταν το δημιουργικό εγχείρημα αυτού του «ιδρυτικού ποιητή» της καθ’ ημάς φιλολογίας και λογοτεχνίας ακριβώς γιατί ήταν δίγλωσσος και ακριβώς επειδή αυτή η φυσική του κατάσταση, κατά την εκτίμησή μου, τον έκανε τελικά να έχει τέτοια οξεία αντίληψη και ευαισθησία σε ζητήματα γλώσσας και ύφους καθιστώντας τον εμμανή θηρευτή της «τέλειας έκφρασης». Μια τέτοια προσέγγιση της σολωμικής γλώσσας, όχι ως «προβλήματος» όσο μάλλον ως «σύνθεσης», θεωρώ ότι φωτίζει ή τουλάχιστον συνδράμει από μιαν άλλη σκοπιά στην επαρκέστερη κατανόηση του ποιητικού του εγχειρήματος, απ’ ό,τι η «άγνοια» των ελληνικών και η «παρεμβολή» των ιταλικών, που είναι οι συνήθεις εξηγήσεις για την περίφημη «αποσπασματικότητα» ή «θραυσματικότητα» του σολωμικού έργου.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Τhis dissertation thesis examines the crucial and thorny problem of the bilingual nature of Dionysios Solomos’s expression (Italian-Greek), a problem which becomes even more crucial taking into account that Solomos is the “national poet” of Modern Greece par excellence, the first major writer of the New Hellenism after the War of Independence. The study is divided in three parts. The first part provides a comprehensive overview of the theoretical aspects of the phenomenon of bilingualism / multilingualism. These aspects are: (a) the historic-linguistic point of view: the grammatical uniformity of standard languages as a means of regularizing the plurilingualism of ethnic communities and/or of individuals in the context of the “language question” of the modern nation-states of the 19th century onwards. (b) The socio-linguistic aspect: the distinction between individual “bilingualism” and social “diglossia”; language variation and strategies of bilingual performance (code-switching, code ...
Τhis dissertation thesis examines the crucial and thorny problem of the bilingual nature of Dionysios Solomos’s expression (Italian-Greek), a problem which becomes even more crucial taking into account that Solomos is the “national poet” of Modern Greece par excellence, the first major writer of the New Hellenism after the War of Independence. The study is divided in three parts. The first part provides a comprehensive overview of the theoretical aspects of the phenomenon of bilingualism / multilingualism. These aspects are: (a) the historic-linguistic point of view: the grammatical uniformity of standard languages as a means of regularizing the plurilingualism of ethnic communities and/or of individuals in the context of the “language question” of the modern nation-states of the 19th century onwards. (b) The socio-linguistic aspect: the distinction between individual “bilingualism” and social “diglossia”; language variation and strategies of bilingual performance (code-switching, code-mixing) in formal and informal contexts: high / low variety, family / school etc. (c) The psycho-linguistic and neuro-linguistic aspect: how two or more languages co-exist and co-operate in the human brain and, finally, (d) the aesthetic-linguistic aspect: negative and positive aspects of the impact of bilingualism on creativity and the formation of an author’s style.The second part of the study examines Solomos’s bilingualism in its historical and social context, investigating in general terms the linguistic situation both in his homeland (Ionian islands) and in the newly created Modern Greek state of the first half of the 19th century. From this survey emerges the hypothesis – open to further inquiry – that Solomos’s bilingualism is not a unique phenomenon but rather that it constitutes a case study (or a notorious example, if we wish, given his supremacy), which implies the presence of a wider spectrum of similar phenomena either of social diglossia or individual bilingualism within the historical-literary context described above. The last section of this part provides an overview of the critics’ attitudes towards Solomos’s bilingualism from the editio princeps of the poet’s oeuvre by Iakovos Polylas (1859) onwards. The dominant line of interpretation that emerges is that of a clear distinction in the use of Greek and of Italian made by Solomos in different cases and contexts, according to which the poet spoke and wrote to his friends in Italian and he conceived the blueprint of his poems in Italian, but ultimately wrote his poems in Greek. The third part of the essay addresses the credibility of this interpretation focusing on the direct, and hence more reliable, source of the poet’s work, i.e. his manuscripts edited by Linos Politis (Αυτόγραφα Έργα, 1964). The autographs revealed without a doubt not the distinction but the interference between the two languages, Italian being the “dominant language” of his edification and culture and Greek being a “mother tongue”, which was however acquired as a second language by the poet after his long-term studies in Italy. The language interference between Greek and Italian can be traced in a wide range of code-switched and code-mixed productions, from which there emerges unambiguously the real nature of Solomos’s poetic expression. In order to describe the most significant of these phenomena as presented in his Autographs in a systematic way, I adopted the basic methodological principles and terms of my description from formal Linguistics, adapting them to my research object: I propose, for instance, two terms for the fundamental distinction between “surface interference” and “depth interference” in order to describe phenomena of evident and latent code-mixing, correspondingly, in Solomos’s expression. In short, my intent, and attempt, in this third part of the study, was to (re)construct, if possible, the “grammar” of the poet’s mixed or fused language.To conclude, this study has no intention to question the poet’s “Greekness”, an issue resolved by his own conscious decision to leave Italy and to become “Dante” of Modern Greek Literature. The aim of the study, on the contrary, is to show how important was this decision for the Modern Greek literature, because Solomos was bilingual and because, being bilingual, seems to have provided him with a much more acute sense of language matters and stylistic issues, because of which he became a devotee of the “perfect expression”; this eventually allows one to evaluate differently, in a positive light, the notorious problem of Solomos’s unpublished fragmentary poetic work, which usually is attributed to his “poor” Greek and to the “interference” of Italian as a means of supporting this inefficiency.
περισσότερα