Περίληψη
Εάν ο στόχος της φιλοσοφίας του Spinoza, όπως διατυπώνεται στο κεντρικό έργο της φιλοσοφίας του την Ηθική, είναι να μας οδηγήσει στη γνώση, η γνώση αυτή μέσω της φιλοσοφίας έχει έναν καθαρά πρακτικό σκοπό, έχει να κάνει με τη χρήση της στη ζωή και ακριβέστερα στοχεύει να οδηγήσει τον άνθρωπο σαν παίρνοντάς τον από το χέρι στην ύψιστη ευτυχία, στην ευδαιμονία, θα πρέπει να ορίσει σε τι συνίσταται αυτή η ευδαιμονία και θα πρέπει εξίσου να ορίσει το περιεχόμενο των βασικών ηθικών εννοιών του καλού και του κακού, του ύψιστου αγαθού, της τελειότητας, της αρετής. Τι είδους όμως περιεχόμενο μπορεί να έχουν αυτοί οι όροι σε μια φιλοσοφία σύμφωνα με την οποία τόσο ο Θεός όσο και το κάθε ένα από τα ιδιαίτερα πράγματα υπακούουν στον αδήριτο νόμο της αιτιακής αναγκαιότητας, η βούληση είτε του Θεού είτε του ανθρώπου δεν είναι ελεύθερη, αλλά προσδιορίζεται πάντα αιτιακά, τόσο όσον αφορά την ύπαρξή της όσο και τη δράση της και η τελειότητα ανάγεται στην πραγματικότητα;Η εργασία μας επικεντρώνοντας τ ...
Εάν ο στόχος της φιλοσοφίας του Spinoza, όπως διατυπώνεται στο κεντρικό έργο της φιλοσοφίας του την Ηθική, είναι να μας οδηγήσει στη γνώση, η γνώση αυτή μέσω της φιλοσοφίας έχει έναν καθαρά πρακτικό σκοπό, έχει να κάνει με τη χρήση της στη ζωή και ακριβέστερα στοχεύει να οδηγήσει τον άνθρωπο σαν παίρνοντάς τον από το χέρι στην ύψιστη ευτυχία, στην ευδαιμονία, θα πρέπει να ορίσει σε τι συνίσταται αυτή η ευδαιμονία και θα πρέπει εξίσου να ορίσει το περιεχόμενο των βασικών ηθικών εννοιών του καλού και του κακού, του ύψιστου αγαθού, της τελειότητας, της αρετής. Τι είδους όμως περιεχόμενο μπορεί να έχουν αυτοί οι όροι σε μια φιλοσοφία σύμφωνα με την οποία τόσο ο Θεός όσο και το κάθε ένα από τα ιδιαίτερα πράγματα υπακούουν στον αδήριτο νόμο της αιτιακής αναγκαιότητας, η βούληση είτε του Θεού είτε του ανθρώπου δεν είναι ελεύθερη, αλλά προσδιορίζεται πάντα αιτιακά, τόσο όσον αφορά την ύπαρξή της όσο και τη δράση της και η τελειότητα ανάγεται στην πραγματικότητα;Η εργασία μας επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον της στη μελέτη των εννοιών του καλού και του κακού, επιχειρεί να διερευνήσει με ποιον τρόπο αρθρώνονται στο φιλοσοφικό σύστημα του Spinoza τρείς διαφορετικές θέσεις σχετικά με τις έννοιες αυτές και με ποιες συνέπειες για τη διαμόρφωση της ηθικής πρότασης του φιλοσόφου καθώς και για την επίτευξη του ρητά δηλωμένου στόχου του να οδηγήσει τον άνθρωπο στην ευδαιμονία. Ο φιλόσοφος αρνείται κάθε οντολογική υπόσταση στις εν λόγω έννοιες και τις θεωρεί τρόπους της σκέψης και ακριβέστερα κατ’ επίνοιαν όντα, σχετικές έννοιες οι οποίες δημιουργούνται από τους ανθρώπους στην προσπάθειά τους να κατανοήσουν τα πράγματα μέσα από τις σχέσεις τους. Στο σύμπαν του Spinoza «όλα τα πράγματα είναι αναγκαία και δεν υπάρχει στη φύση ούτε καλό ούτε κακό». Παρόλα αυτά οι άνθρωποι δρούν με βάση την επίτευξη σκοπών και κρίνουν τα πράγματα ως καλά ή κακά, αν και ο φιλόσοφος επιμένει ότι «δεν επιθυμούμε τίποτε επειδή κρίνουμε πως είναι καλό, αλλά αντίθετα κρίνουμε πως κάτι είναι καλό επειδή … το επιθυμούμε». Γιατί όμως τότε θεωρεί πως «παρόλα αυτά, πρέπει να διατηρήσουμε αυτά τα φωνήματα (vocabula)»; «Διότι, δεδομένου ότι επιθυμούμε να σχηματίσουμε μια ιδέα του ανθρώπου εν είδει υποδείγματος της ανθρώπινης φύσης, το οποίο θα μπορούμε να έχουμε μπρος στα μάτια μας, θα μας είναι χρήσιμο να διατηρήσουμε αυτά τα ίδια φωνήματα, υπό την έννοια που ανέφερα. Έτσι με τον όρο καλό, θα νοώ στη συνέχεια αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι είναι μέσον για να πλησιάζουμε πάντα περισσότερο στο υπόδειγμα της ανθρώπινης φύσης το οποίο προτείνουμε για μας. Και με τον όρο κακό, αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι είναι εμπόδιο στο να αναπαράγουμε το ίδιο αυτό υπόδειγμα» Και επιπλέον γιατί προχωρά και σε γενετικούς ορισμούς των εννοιών του καλού και του κακού ορίζοντας ως καλό «αυτό που με βεβαιότητα γνωρίζουμε ότι μας είναι χρήσιμο» και ως κακό «αυτό που με βεβαιότητα γνωρίζουμε ότι μας εμποδίζει να αποκτήσουμε ένα καλό»;Για να κατανοήσουμε την πρώτη θέση οφείλουμε να ορίσουμε σε τι συνίσταται το πραγματικό στη φιλοσοφία του Spinoza, εξετάζοντας τα όντα και τις διακρίσεις τους για να δούμε με ποιο τρόπο θεμελιώνεται η οντολογική άρνηση του καλού και του κακού καθώς και ποια είναι η οντολογική υπόσταση του ανθρώπου μέσα στο σύμπαν. Για να κατανοήσουμε την εξήγηση που δίνει ο φιλόσοφος όσον αφορά στο λόγο εξαιτίας του οποίου οι άνθρωποι σχηματίζουν, παρόλα αυτά, κρίσεις για τα πράγματα και τα αντιλαμβάνονται ως καλά ή κακά, πρέπει να εξετάσουμε τις γνωσιολογικές αρχές σύμφωνα με τις οποίες ο άνθρωπος γνωρίζει τα πράγματα και να διευκρινίσουμε σε ποια γνώση της πραγματικότητας μπορεί να φθάσει και με ποιο τρόπο. Η εξήγηση του καλού και του κακού με αναφορά στην επιθυμία επιβάλλει την μελέτη της δομής της συναισθηματικής ζωής μέσω της οποίας είναι φανερό ότι ο φιλόσοφος εξηγεί τις κρίσεις των ανθρώπων για τα πράγματα, αφού είναι φανερό ότι συνδέει άρρηκτα γνώση και συναίσθημα. Θα κατανοήσουμε την επιθυμία ειδικότερα αναλύοντας τη φύση και την λειτουργία της, τον τρόπο με τον οποίο προσανατολίζεται στα αντικείμενά της, τα οποία ορίζει ως καλά ή κακά και τη σχέση της με τη γνώση. Η τελευταία από τις τρεις θέσεις θέτει και τα μεγαλύτερα προβλήματα τόσο ως προς την κατανόησή της, όσο και κυρίως ως προς το έλεγχο της συμβατότητάς της με τις δύο προηγούμενες. Εάν δεν υπάρχει αντίφαση, θα πρέπει να διερευνηθεί η αιτία που οδηγεί το φιλόσοφο να προτείνει τη διατήρηση των όρων, να εξηγηθεί ο σχηματισμός, το περιεχόμενο και η λειτουργικότητα του υποδείγματος της ανθρώπινης φύσης στο οποίο αναφέρεται και πώς μπορεί αυτό να συνδέεται με βέβαιους ορισμούς για το καλό και το κακό. Επιπλέον, στο μέτρο που η ηθική αποβλέπει στην πράξη κατά πόσον το υπόδειγμα αυτό ορίζει τη δράση και πώς μπορεί να συνδέεται με την ανθρώπινη ευδαιμονία.Τα κεφάλαια της εργασίας μας ακολουθούν το λογικό ιστό που υποδεικνύουν τα ερωτήματά μας. Στο πρώτο κεφάλαιο επιχειρούμε να ορίσουμε και να προσδιορίσουμε το πραγματικό, μελετώντας τα όντα και τις διακρίσεις τους. Στο δεύτερο κεφάλαιο αναλύουμε τις γνωσιολογικές αρχές με τις οποίες ο άνθρωπος προσεγγίζει το πραγματικό, τη δυνατότητα του για γνώση και τα όριά της, τους μηχανισμούς μέσω των οποίων αποκτά τη γνώση και επιμέρους διακρίσεις που απαντούν για τα είδης γνώσης στη φιλοσοφία του Spinoza. Θεμελιακή παραδοχή του σπινοζικού συστήματος αποτελεί η αρχή της απόλυτης κατανοησιμότητας όλου του πραγματικού με βάση την οποία ο άνθρωπος μέσω της νόησης μπορεί να γνωρίζει κάτι με τον τρόπο με τον οποίο το γνωρίζει και ο Θεός, έτσι ώστε η αλήθεια του να είναι και η αλήθεια του Θεού. Στο τρίτο κεφάλαιο υπό το φως της γνώσης των βασικών αρχών της σπινοζικής φιλοσοφίας αναλύουμε τις θέσεις του Spinoza σχετικά με την οντολογική υπόσταση του καλού και του κακού. Στο τέταρτο κεφάλαιο αναδεικνύεται ότι οι έννοιες αυτές, αν και δίχως οντολογικό status, διαθέτουν νόημα θεωρημένες υπό το πρίσμα του ανθρώπου ως καλό και κακό για τον άνθρωπο, με βάση την επιθυμία του. Ο ορισμός του καλού και του κακού με βάση την επιθυμία θεμελιώνει τις έννοιες στην αντίληψη της ανθρώπινης φύσης, ως επιθυμίας η οποία προσανατολίζεται στα πράγματα από τα δύο άλλα πρωταρχικά ανθρώπινα συναισθήματα την χαρά και τη λύπη. Με βάση τη διάκριση καλού και κακού και αληθώς καλού και κακού για τον άνθρωπο, όπως υποβάλλεται από τη διατύπωση του τρίτου παραθέματος, σύμφωνα με το οποίο όχι μόνον πρέπει να διατηρήσουμε τις έννοιες του καλού και το κακού για μας, αλλά και να τις ορίσουμε με κριτήριο το υπόδειγμα της ανθρώπινης φύσης ως αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι μας πλησιάζει προς αυτό αρθρώνεται το πέμπτο κεφάλαιο, το οποίο πρέπει να καταδείξει την αιτία η οποία οδηγεί το φιλόσοφο στην διατήρηση των φωνημάτων και του επιτρέπει να περάσει σε γενετικούς τους ορισμούς. H λειτουργικότητα της αληθούς γνώσης του καλού και του κακού εξετάζεται στο έκτο και τελευταίο κεφάλαιο. Διερευνούμε τον τρόπο με την οποίο η γνώση αυτή συνδέεται με την ανθρώπινη δράση και σε τι είδους ηθική μας οδηγούν οι θέσεις του φιλοσόφου και τελικά σε ποια έκταση και με ποιο τρόπο η φιλοσοφική οδός που ο Spinoza μας υποδεικνύει θα μπορούσε να συναντηθεί με μια εμπειρική οδό, στην πορεία της οποία ο άνθρωπος δεν διαθέτει στο οπλοστάσιό του τις συναγωγές που προσφέρει η φιλοσοφική γνώση. Στο σημείο αυτό η συλλογιστική μας πορεία αναδεικνύει την ανάγκη για περαιτέρω μελέτη της έννοιας της προσοχής και της σημασίας της τόσο στο πεδίο της γνωσιολογίας όσο και της ηθικής.Ανακεφαλαιώνοντας περιγράφουμε την ηθική πρόταση στην οποία συμπυκνώνεται η ανάλυσή μας και διαπιστώνουμε τους αναβαθμούς της ηθικής στη σπινοζική φιλοσοφία, οι οποίοι παρόλα αυτά θεμελιώνονται από την αρχή ως το τέλος στην ίδια, οντολογική αρχή, την επιθυμία. Τα συμπεράσματά μας κλείνουν με την τελική διερώτηση εάν ο φιλόσοφος αποδεικνύεται τελικά συνεπής στην θέση του για την απόρριψη της τελεολογίας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
If the objective of Spinoza’s philosophy, as it is formulated in his central work, the Ethics, is to lead man to beatitude as if taking him by the hand, then he should define what this beatitude consists of and he should also delineate the basic content lent to the moral principles of good and bad. Yet what kind of content can these terms acquire in a philosophy according to which a) both God as well as each and every singular thing comply with the law of causal necessity, b) where will, be it God’s or man’s, is not free but is always determined causally and c) perfection is induced to reality?This thesis focuses attention on the study of the notions of good and bad. More specifically, it attempts to elucidate the way in which three different views are articulated within Spinoza’s system of philosophy and to see the outcome of their correlation. The philosopher discards any ontological status regarding the notions in question and considers them to be modes of thought and more specifica ...
If the objective of Spinoza’s philosophy, as it is formulated in his central work, the Ethics, is to lead man to beatitude as if taking him by the hand, then he should define what this beatitude consists of and he should also delineate the basic content lent to the moral principles of good and bad. Yet what kind of content can these terms acquire in a philosophy according to which a) both God as well as each and every singular thing comply with the law of causal necessity, b) where will, be it God’s or man’s, is not free but is always determined causally and c) perfection is induced to reality?This thesis focuses attention on the study of the notions of good and bad. More specifically, it attempts to elucidate the way in which three different views are articulated within Spinoza’s system of philosophy and to see the outcome of their correlation. The philosopher discards any ontological status regarding the notions in question and considers them to be modes of thought and more specifically beings of reason, relevant notions that are created by man in an effort to comprehend things through their interrelation. Nevertheless, people act aiming at the achievement of goals and deem things as good or bad, even though the philosopher insists that “we neither strive for, nor will, neither want, nor desire anything because we judge it to be good; on the contrary we judge something to be good because ……we desire it”. Why is it then that he believes that “despite this, still we must retain these phonemes (vocabula)”? “Because we desire to form an idea of man as an exemplar of human nature, which we may look to, it will be useful to us to retain these same phonemes, in the sense mentioned above. In what follows, therefore, I shall understand by the term good what we certainly know to be a means to our further approaching the exemplar of human nature that we set before ourselves. And by the term bad what we certainly know prevents us for reproducing this very exemplar model”. And furthermore why does he proceed to genetic definitions of the notions of good and bad defining as good “what we certainly know to be useful to us” and as bad “what we certainly know prevents us from acquiring something good”?The chapters of our thesis follow the train of thought indicated by our questions. In the first chapter we are attempting to define and determine the real by studying beings and their distinctions. In the second chapter we are analysing the epistemological principles by which man approaches the real, one’s ability for knowledge and the limits to this knowledge, the mechanisms through which knowledge is gained, as well as further distinctions related to the kinds of knowledge laid out in Spinoza’s philosophy. A fundamental axiom in Spinoza’s system is the principle of absolute comprehensibility of all that is real, based on which man can know things in the same way God does, through intellect, so that man’s truth is God’s truth. In the third chapter, in the light of our familiarisation with the basic principles governing Spinoza’s philosophy, we attempt an analysis of the ontological status of good and bad. In the fourth chapter we highlight that these notions have a meaning viewed in the light of man, perceived as good and bad for man as expressions of desire. We define the notion of affect (affectus) and then go on to the basic distinction between active and passive affects, a distinction based on the knowledge they comprise, which alludes to the distinctions touched upon in chapter two. The definition of good and bad refered on desire, integrates these notions in the very human nature, which is expressed as a desire and is oriented towards things according to the other two fundamental human emotions; joy and sorrow. The fifth chapter elaborates on the definition of notions based on the distinction between good and bad and truly good and bad, as perceived by Reason. It then goes on to explore the notion of an exemplary human nature and elucidate on the definitions of truly good given according to that exemplar, aiming at finding the reason that leads the philosopher to the preservation of the phonemes and allows him to proceed to genetic definitions. The ability of Reason to grasp what is common is bound to lead to the true knowledge of human nature, so that by this yardstick the content of the terms in question can be defined. The knowledge of the nature of soul leads to the realisation that knowledge itself constitutes what is truly good and the knowledge of God is the supreme good. Furthermore, the knowledge of Reason dictates that the virtue of man consists in acting according to the laws of man’s nature. It is again desire then that defines what is truly good for man, but it is the rational desire that constitutes an active affect. The functionalism of the knowledge of good and bad, which is now also true, is examined in relation to action in the sixth and last chapter. In what way is the true knowledge of good and bad related to human action? And to what kind of ethics is the philosopher finally led to, judging by the way in which he deals with the notions of good and bad? The cause that leads to the formation of an exemplar is related to the mechanisms of desire and its functionalism is determined by the very nature of rational knowledge, which is abstract and is projected in the future, highlighting the main weakness of Reason to lead to action. Drawing on that we then proceed to the exploration of the conditions necessary for the development of an initially immature Reason and examine to what extent the same mechanism related to the formation of an exemplar can be exploited in conjunction with knowledge and through knowledge, which now has the drive of imagination to its benefit. The tail–piece seeks to find to what extent and in what mode the road indicated by Spinoza’s philosophy can meet with an empirical route, in which man is not equipped with the deductions of philosophical knowledge. We underline the notion of attention that is a direction to further investigation.After summarising the basic views highlighted by our analysis we conclude wondering about the character of Spinoza’s ethics. We ascertain the grades of ethics, which are nevertheless established from beginning to end within the same ontological principle, the nature of man viewed as desire, a desire which goes through different stages of self-consciousness, to wonder in the end if the philosopher finally proves to be consistent in his dismissal of teleology.
περισσότερα