Περίληψη
Η Εξωνοσοκομειακή Καρδιακή Ανακοπή αποτελεί μια από τις συχνότερες αιτίες θανάτου, με ποσοστό επιβίωσης στην Ελλάδα < 5%. Σε περίπτωση Εξωνοσοκομειακής Καρδιακής Ανακοπής, η έγκαιρη έναρξη Καρδιοπνευμονικής Αναζωογόνησης (ΚΑΡΠΑ) και η χρήση Αυτόματου Εξωτερικού Απινιδωτή (ΑΕΑ) από τους παρευρισκόμενους (bystanders) εντός των πρώτων 3-5 λεπτών από το συμβάν αυξάνει σημαντικά της πιθανότητες επιβίωσης του θύματος. Για να αυξηθεί το ποσοστό των περιστατικών στα οποία εφαρμόζεται ΚΑΡΠΑ από τους παρευρισκόμενους, θα πρέπει να εκπαιδευτεί στην ΚΑΡΠΑ ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού, που υπολογίζεται σε >25%. Ως αποτελεσματικότερη μέθοδος για την επίτευξη αυτού του στόχου θεωρείται η εισαγωγή της εκπαίδευσης στην ΚΑΡΠΑ στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των σχολείων, και συγκεκριμένα η εκπαίδευση και η ετήσια επανεκπαίδευση όλων των μαθητών από την ηλικία των 12 ετών για 2 ώρες. Το βασικότερο εμπόδιο στη διάδοση τέτοιων εκπαιδευτικών προγραμμάτων και τη βιωσιμότητα τους σε βάθος χρόνου, αποτελεί ...
Η Εξωνοσοκομειακή Καρδιακή Ανακοπή αποτελεί μια από τις συχνότερες αιτίες θανάτου, με ποσοστό επιβίωσης στην Ελλάδα < 5%. Σε περίπτωση Εξωνοσοκομειακής Καρδιακής Ανακοπής, η έγκαιρη έναρξη Καρδιοπνευμονικής Αναζωογόνησης (ΚΑΡΠΑ) και η χρήση Αυτόματου Εξωτερικού Απινιδωτή (ΑΕΑ) από τους παρευρισκόμενους (bystanders) εντός των πρώτων 3-5 λεπτών από το συμβάν αυξάνει σημαντικά της πιθανότητες επιβίωσης του θύματος. Για να αυξηθεί το ποσοστό των περιστατικών στα οποία εφαρμόζεται ΚΑΡΠΑ από τους παρευρισκόμενους, θα πρέπει να εκπαιδευτεί στην ΚΑΡΠΑ ένα σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού, που υπολογίζεται σε >25%. Ως αποτελεσματικότερη μέθοδος για την επίτευξη αυτού του στόχου θεωρείται η εισαγωγή της εκπαίδευσης στην ΚΑΡΠΑ στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα των σχολείων, και συγκεκριμένα η εκπαίδευση και η ετήσια επανεκπαίδευση όλων των μαθητών από την ηλικία των 12 ετών για 2 ώρες. Το βασικότερο εμπόδιο στη διάδοση τέτοιων εκπαιδευτικών προγραμμάτων και τη βιωσιμότητα τους σε βάθος χρόνου, αποτελεί η περιορισμένη διαθεσιμότητα ικανού αριθμού εκπαιδευτών. Στην παρούσα μελέτη σχεδιάσαμε ένα πρόγραμμα εκμάθησης ΚΑΡΠΑ για μαθητές γυμνασίου από ισάξιους – peers μαθητές, χρησιμοποιώντας τις βασικές αρχές διδασκαλίας ΚΑΡΠΑ που έχουν περιγραφεί στη βιβλιογραφία και έχουν υιοθετηθεί στα επίσημα σεμινάρια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αναζωογόνησης. Στόχος της μελέτης ήταν η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας 3 διαφορετικών ομάδων δυνητικών εκπαιδευτών - των υγειονομικών, των καθηγητών γυμνασίου και των ισάξιων/ μαθητών εκπαιδευτών (peer) - στην διδασκαλία της ΚΑΡΠΑ σε μαθητές γυμνασίου και η επίδραση της μεθόδου διδασκαλίας στο επίπεδο αυτό-αποτελεσματικότητας (self-efficacy) των μαθητών. Στη μελέτη συμμετείχαν μαθητές από 3 σχολεία, 2 αστικής και 1 ημιαστικής περιοχής του Νομού Ηρακλείου για 3 σχολικά έτη (2017-2018, 2018-2019 και 2019-2020). Αρχικά εκπαιδεύτηκαν οι μαθητές της Α’ Γυμνασίου του κάθε σχολείου καθώς και οι καθηγητές των σχολείων από έμπειρους υγειονομικούς – εκπαιδευτές του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αναζωογόνησης (ERC). Στη συνέχεια, όσοι μαθητές και καθηγητές το επιθυμούσαν, έλαβαν μέρος στο σεμινάριο Εκπαίδευσης Εκπαιδευτών. Στην επόμενη φάση της μελέτης, οι μαθητές των υπολοίπων τάξεων τυχαιοποιήθηκαν σε τρεις ομάδες ώστε να εκπαιδευτούν στην ΚΑΡΠΑ είτε από υγειονομικούς είτε από καθηγητές είτε από μαθητές – ισάξιους εκπαιδευτές. Συνολικά εκπαιδεύτηκαν 408 μαθητές (199 κορίτσια), 164 από υγειονομικούς, 182 από μαθητές-εκπαιδευτές και 62 από καθηγητές-εκπαιδευτές. Οι μαθητές κλήθηκαν να συμπληρώσουν ένα φυλλάδιο αυτό-αποτελεσματικότητας πριν την εκπαίδευση και αμέσως μετά, ενώ μετά το τέλος της εκπαίδευσης τους ζητήθηκε να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο θεωρητικών γνώσεων και αξιολογήθηκαν από έμπειρους εκπαιδευτές στις δεξιότητες της ΚΑΡΠΑ. Επιπλέον, η ποιότητα των θωρακικών συμπιέσεων αξιολογήθηκε με την χρήση της εφαρμογής QCPR (Laerdal®). Μετά από 6 μήνες οι μαθητές επαναξιολογήθηκαν με τον ίδιο τρόπο. Στην επαναξιολόγηση συμμετείχαν 255 μαθητές (125 κορίτσια), δηλαδή το 62,5% των μαθητών που είχαν εκπαιδευτεί αρχικά. Παρατηρήσαμε ότι δεν υπήρχαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στη θεωρητική γνώση και στο επίπεδο αυτό-αποτελεσματικότητας ανάμεσα στις 3 ομάδες μαθητών, ούτε άμεσα μετά την εκπαίδευση ούτε μετά το πέρας του εξαμήνου. Όσον αφορά στις πρακτικές δεξιότητες της ΚΑΡΠΑ, παρατηρήσαμε ότι στατιστικά σημαντικά λιγότεροι μαθητές που εκπαιδεύτηκαν από συμμαθητές τους πραγματοποιούσαν απινίδωση με ασφάλεια αμέσως μετά την εκπαίδευσή τους (p=.000), ωστόσο η διαφορά αυτή δεν παρατηρήθηκε στην επαναξιολόγηση του 6μηνου. Με βάση τα παραπάνω αποτελέσματα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι μαθητές – ισάξιοι εκπαιδευτές μπορούν να διδάξουν ΚΑΡΠΑ στους συμμαθητές τους εξίσου αποτελεσματικά με τους καθηγητές και τους έμπειρους υγειονομικούς εκπαιδευτές. Με τον τρόπο αυτό, εμπλέκοντας τους ίδιους τους μαθητές στη διδασκαλία της ΚΑΡΠΑ των συμμαθητών τους, μπορούν να δημιουργηθούν εκπαιδευτικοί πυρήνες ανά σχολείο, υποστηρίζοντας την οριζόντια εξάπλωση αποτελεσματικών και βιώσιμων προγραμμάτων διδασκαλίας ΚΑΡΠΑ που θα καλύψουν τη μεγάλη πλειοψηφία των σχολείων της χώρας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Out-of-hospital cardiac arrest remains one of the leading causes of death, with a survival rate of less than 5% reported in Greece. When an event of out-of-hospital cardiac arrest occurs, prompt initiation of Cardiopulmonary Resuscitation (CPR) and use of an Automatic External Defibrillator (AED) from bystanders during the first 3-5 minutes after the event, will substantially increase victim’s chances of survival. To achieve a meaningful increase in the number of cases where bystanders perform CPR, more than 25% of a country’s population should be trained in CPR5. The most effective method to accomplish this aim is the integration of CPR training programs into school curriculum, specifically, initiation of CPR 2-hours annual training for all schoolchildren from the age of 12 years. The limited availability of instructor is the main obstacle to the dissemination and preservation over time of CPR training programs for schoolchildren. In the present study, we designed a CPR training progr ...
Out-of-hospital cardiac arrest remains one of the leading causes of death, with a survival rate of less than 5% reported in Greece. When an event of out-of-hospital cardiac arrest occurs, prompt initiation of Cardiopulmonary Resuscitation (CPR) and use of an Automatic External Defibrillator (AED) from bystanders during the first 3-5 minutes after the event, will substantially increase victim’s chances of survival. To achieve a meaningful increase in the number of cases where bystanders perform CPR, more than 25% of a country’s population should be trained in CPR5. The most effective method to accomplish this aim is the integration of CPR training programs into school curriculum, specifically, initiation of CPR 2-hours annual training for all schoolchildren from the age of 12 years. The limited availability of instructor is the main obstacle to the dissemination and preservation over time of CPR training programs for schoolchildren. In the present study, we designed a CPR training program where secondary school students will act as peer-instructors for their classmates. The structure of this program is based on the basic educational principles that are described in the medical literature and have been adopted by the official courses organized by the European Resuscitation Council. The aim of this study was to evaluate the effectiveness of three different types of potential instructors (healthcare professionals, schoolteacher, or peer-students) on CPR training of secondary school students and on students’ self-efficacy levels. We recruited students from 3 different secondary schools, 2 urban area schools and one rural area school in the Heraklion Region. The study took place over 3 school years (2017-2018, 2018-2019 and 2019-2020). The first phase of the study included CPR training of all 1st grade secondary school students and their teachers by a group of healthcare professionals. All students and teachers who expressed their interest in becoming instructors attended an instructor’s course, based on the principles of CPR training. During the next phase of this study, the rest of the students were randomized to receive CPR training by either a healthcare professional, a schoolteacher, or a peer – student instructor. A total of 408 students (199 girls) were trained. One hundred and sixty-four were trained by healthcare professionals, 62 by schoolteachers and 182 by peer – instructors. All the students that participated in the second phase of the study were asked to fill in a self-efficacy questionnaire before and immediately after the training. Furthermore, after the training, they were asked to answer a multiple-choice questionnaire (MCQ). Finally, all students underwent formal assessment by an experienced healthcare professional. Chest compressions’ quality was evaluated further using the QCPR (Laerdal®) application incorporated into the Little Annie (Laerdal®) mannequins. Six months after the training, all students were re-evaluated using the same methods. A total of 225 students (125 girls), 62,5 % of the students who were initially trained were available for reassessment. There were no statistically significant differences between the 3 groups regarding factual knowledge immediately after training (p=.226) and at 6 months (p=.867). Immediately after training, more students trained by healthcare professionals or teachers performed safe defibrillation (p=.000), however this finding was dissipated at 6 months re-assessment (p=.202). Compliance with the CPR algorithm and quality of hands-only CPR was not different (p>.05) amongst the groups. Finally, there were no statistically significant differences among the 3 groups regarding the self-efficacy levels reported by students. The main finding of our study was that CPR training of schoolchildren by appropriately trained peers provided similar skill and knowledge retention compared to training by healthcare professionals or teachers. This provides another pool of potential instructors except the known gold-standard, which is the experienced healthcare professional, and increases the possibility of efficient and consistent training projects that can engage a large proportion of the schoolchildren population.
περισσότερα