Περίληψη
Σκοπός της διατριβής, είναι η διερεύνηση της διαδικασίας και των αποτελεσμάτων εφαρμογής μιας σειράς παρεμβατικών διδασκαλιών, οι οποίες βασίζονται στην στοχοταξινομία των L. Anderson και D. Krawthwohl (2001) και στοχεύουν στην ανάπτυξη ικανοτήτων ανώτερου ταξινομικού επιπέδου. Για την επιδίωξη του ερευνητικού σκοπού πραγματοποιήθηκε ο σχεδιασμός μιας έρευνας παρέμβασης (Intervention research) μεικτής προσέγγισης (Mixed Methods Research design), βασισμένης στο «Σχέδιο Παράλληλης Σύγκλισης». Η παρέμβαση πραγματοποιήθηκε σε Πρότυπο/Πειραματικό σχολείο όπου ο ερευνητής υπηρετούσε ως εκπαιδευτικός πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και του είχε ανατεθεί η εκπαίδευση ενός τμήματος της ΣΤ’ Δημοτικού. Τα Πειραματικά σχολεία θεωρούνται κατάλληλα για ερευνητικούς και πειραματικούς σκοπούς και καινοτόμα προγράμματα παρέχοντας παιδαγωγική ελευθερία για διαφοροποίηση του προγράμματος και των λοιπών διδακτικών τους λειτουργιών. Ως δειγματοληπτική στρατηγική, υιοθετήθηκε η «μη πιθανοτική» και ειδικότερα η «πρ ...
Σκοπός της διατριβής, είναι η διερεύνηση της διαδικασίας και των αποτελεσμάτων εφαρμογής μιας σειράς παρεμβατικών διδασκαλιών, οι οποίες βασίζονται στην στοχοταξινομία των L. Anderson και D. Krawthwohl (2001) και στοχεύουν στην ανάπτυξη ικανοτήτων ανώτερου ταξινομικού επιπέδου. Για την επιδίωξη του ερευνητικού σκοπού πραγματοποιήθηκε ο σχεδιασμός μιας έρευνας παρέμβασης (Intervention research) μεικτής προσέγγισης (Mixed Methods Research design), βασισμένης στο «Σχέδιο Παράλληλης Σύγκλισης». Η παρέμβαση πραγματοποιήθηκε σε Πρότυπο/Πειραματικό σχολείο όπου ο ερευνητής υπηρετούσε ως εκπαιδευτικός πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και του είχε ανατεθεί η εκπαίδευση ενός τμήματος της ΣΤ’ Δημοτικού. Τα Πειραματικά σχολεία θεωρούνται κατάλληλα για ερευνητικούς και πειραματικούς σκοπούς και καινοτόμα προγράμματα παρέχοντας παιδαγωγική ελευθερία για διαφοροποίηση του προγράμματος και των λοιπών διδακτικών τους λειτουργιών. Ως δειγματοληπτική στρατηγική, υιοθετήθηκε η «μη πιθανοτική» και ειδικότερα η «προσέγγιση σκοπιμότητας», επειδή η επιλογή του δείγματος έγινε σκόπιμα, ώστε οι συμμετέχοντες και τα χαρακτηριστικά τους να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των ερευνητικών ερωτημάτων ενώ παράλληλα αποτέλεσε δείγμα «ευκολίας», επειδή ο ερευνητής είχε άμεση πρόσβαση σε αυτό, λόγω της θέσης εργασίας του.Η διάρκεια της παρέμβασης ανέρχονταν σε έξι (6) περίπου μήνες, πραγματοποιήθηκε κατά το 2ο εξάμηνο του σχολικού έτους 2012-2013 και διακρίθηκε σε τρεις κύριες παρεμβατικές περιόδους, την αρχική, την ενδιάμεση και την τελική. Εφαρμόστηκαν είκοσι τρεις (23) παρεμβατικές διδασκαλίες-δραστηριότητες οι οποίες κάλυπταν σε επαρκή βαθμό όλα τα ανώτερα επίπεδα νοητικών δεξιοτήτων και αναφέρονταν σε διαφορετικά μαθήματα και γνωστικές περιοχές του προγράμματος σπουδών. Με βάση τις υπαγορεύσεις της υιοθέτησης του συγκλίνοντα σχεδιασμού τα σύνολα των ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων αναλύθηκαν μέσα από διαφορετικές διαδικασίες με τη σύγκλιση να πραγματοποιείται κατά τη διαδικασία της ερμηνείας, στο τελευταίο βήμα της ερευνητικής διαδικασίας (Mixing during interpretation) με σκοπό την εύρεση συγκλίσεων/αποκλίσεων στα αποτελέσματα.Τα βασικά ευρήματα της παρέμβασης που πραγματοποιήθηκε με στόχο την ανάπτυξη ικανοτήτων ανώτερου ταξινομικού επιπέδου, συνάδουν με έρευνες που συναντώνται στη βιβλιογραφία και συνηγορούν πως κάτω από προϋποθέσεις, αυτές μπορούν να διδαχθούν και να αναπτυχθούν στο πλαίσιο της σχολικής εκπαίδευσης. Οι τεχνικές διδασκαλίας που εμπεριείχε η παρέμβαση, επίδρασαν θετικά στη διάρκεια του χρόνου και είχαν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση των μαθησιακών επιδόσεων των μαθητών και μαθητριών. Όπως προέκυψε επίσης, παρουσιάστηκε μία γενικώς ανοδική εξελικτική πορεία ανάπτυξης και αυξητική τάση στις επιδόσεις τους στα επιμέρους επίπεδα της στοχοταξινομίας των Anderson και Krathwohl, δηλαδή στην ανάπτυξη των γνωστικών διαδικασιών της Ανάλυσης, της Αξιολόγησης και της Δημιουργίας.Τα αποτελέσματα της ανάλυσης των δεδομένων μας, έδειξαν επίσης πως υπάρχει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των επιδόσεων στις διδακτικές - παρεμβατικές δραστηριότητες και παραγόντων όπως η ατομική συνολική σχολική επίδοση, το φύλο και οι μαθησιακές δυσκολίες. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε πως η ομάδα των μαθητών/τριων με «μέτριες» σχολικές επιδόσεις είχε σημαντική βελτίωση και πέτυχε θεαματική μείωση της διαφοράς έναντι των υπολοίπων, ενώ η πρόοδός της στη συνολική διάρκεια της παρέμβασης ήταν αξιοσημείωτη. Παρόμοια θετική εξέλιξη και πρόοδο παρουσίασε και η ομάδα των μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες, επιτυγχάνοντας μία γενική άνοδο της τάξεως των δώδεκα (12) περίπου μονάδων.Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας οδήγησαν επίσης στην ανάδειξη έμφυλων διαφορών στις επιδόσεις των συμμετεχόντων μαθητών/τριών, συνηγορώντας με τη βιβλιογραφία στη διαπίστωση πως το φύλο συνιστά σημαντικό παράγοντα επίδρασης. Τα κορίτσια του τμήματος είχαν σταθερά και από την έναρξη της ερευνητικής παρέμβασης μέχρι το τέλος της, καλύτερες επιδόσεις από τα αγόρια με τις διαφορές να κυμαίνονται στις δέκα (10) περίπου μονάδες.Αναφορικά με τη χρήση της τεχνολογίας ως παράγοντα επίδρασης στις επιδόσεις των μαθητών/τριών, η ανάλυση των ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων που συλλέχθηκαν κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξιοποίηση των Τ.Π.Ε. φαίνεται πως είχε θετικά επαυξητικό ρόλο στη διαδικασία ανάπτυξης των εν λόγω ικανοτήτων. Οι επιδόσεις τους στις δραστηριότητες που περιλάμβαναν την αξιοποίηση εργαλείων Τ.Π.Ε. ήταν σταθερά και κατά μέσο όρο καλύτερες από τις αντίστοιχες επιδόσεις τους στις υπόλοιπες δραστηριότητες.Εκτός όμως την τεχνολογία, σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των επιδόσεών τους είναι πιθανόν πως είχαν κι άλλοι παράγοντες της διδασκαλίας όπως το θέμα, το γνωστικό αντικείμενο, η προγενέστερη γνώση, η ατομική σε αντιπαράθεση με την ομαδική σχολική εργασία, καθώς και η ψυχολογική - γνωσιολογική προετοιμασία που προηγήθηκε της εκπόνησης κάθε δραστηριότητας.Συμπερασματικά, οι ικανότητες ανώτερου ταξινομικού επιπέδου φαίνεται πως μπορούν να καλλιεργηθούν και να αναπτυχθούν σε ενύπαρξη και συνύπαρξη με την διδακτέα ύλη όλων των μαθημάτων του σχολείου, εάν βέβαια υπάρχουν ευνοϊκές συνθήκες, πρόσφορο έδαφος, κατάλληλος διδακτικός σχεδιασμός και ανοικτό εκπαιδευτικό περιβάλλον.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The purpose of this dissertation is to examine the efficacy of the Intervention procedure, which is based on L. Anderson και D. Krathwohl’s (2001) taxonomy and aims at developing students’ developing high order thinking skills. For the sake of this study an Intervention research of Mixed Methods Research design was carried out following “Convergent-Parallel Approach”. The intervention procedure took place in a Model Experimental Primary School where the researcher was also the teacher of the 6th grade. Model Experimental schools are considered to be the most appropriate institutions for educational, research, innovative and training projects to be implemented. They are known for the broad pedagogical freedom they provide as well as for the fact that their daily program and the rest of the teaching functions can be easily modified and adjusted to the current needs. The Intervention procedure lasted about six (6) months and was put into practice during the second semester of the academic ...
The purpose of this dissertation is to examine the efficacy of the Intervention procedure, which is based on L. Anderson και D. Krathwohl’s (2001) taxonomy and aims at developing students’ developing high order thinking skills. For the sake of this study an Intervention research of Mixed Methods Research design was carried out following “Convergent-Parallel Approach”. The intervention procedure took place in a Model Experimental Primary School where the researcher was also the teacher of the 6th grade. Model Experimental schools are considered to be the most appropriate institutions for educational, research, innovative and training projects to be implemented. They are known for the broad pedagogical freedom they provide as well as for the fact that their daily program and the rest of the teaching functions can be easily modified and adjusted to the current needs. The Intervention procedure lasted about six (6) months and was put into practice during the second semester of the academic year 2012-2013. It was divided into three main periods: the initial one, the middle one and the final one. Twenty-three (23) intervention teaching sessions-activities took place. All of them covered to a satisfactory degree the highest levels of cognitive skills, various subjects as well as cognitive areas of the school curriculum. Based on Convergent Planning, both qualitative and quantitative data were analyzed through different procedures (convergence was found during the process of interpretation) and at the last stage of research process (Mixing during interpretation) an attempt was made to point out any convergence or deviation in the results yielded. Drawing on the main findings from the Intervention procedure adopted, it was concluded that skills at the highest level of competence can not only be taught but also further developed within the school context as long as there are some conditions. The teaching techniques encompassed in the Intervention procedure had gradually a positive effect on students’ school performance. In general, it was noticed that there was a progress concerning the levels of target-taxonomy set by Anderson και Krathwohl, that is in the development of cognitive procedures of Analyzing, Evaluating and Creating. Furthermore, considering the results produced, it was shown that there is a strong correlation between students’ performance in Intervention based activities and factors such as individual overall school performance, gender and learning difficulties. More specifically, it was noticed that the group of students with average performance improved to a remarkable degree and achieved in reducing the difference compared to the rest. Similarly, the group of students facing learning difficulties made a great progress reaching the climax of about (12) units. Also, the findings of the current research led to the conclusion that the gender is an important impact factor as regards the performance of the students participating. From the very beginning of the Intervention teaching sessions girls were constantly better than boys with their difference ranging to (10) units. With regard to the use of technology as an impact factor on students’ performance, examining both the quantitative and qualitative data collected, it was found out that the application of technological tools in the teaching process constitutes a positive increasing factor in the process of developing the respective skills. Students’ performance in the technology-based classroom activities was on average better than the rest of activities. Besides the application of digital tools in the teaching process, students’ performance was possibly affected to a considerable degree by other factors such as the general topic, the teaching subject, previous knowledge, individual work versus team school work, as well as psychological preparation and recent knowledge acquired before the implementation of each activity. All in all, skills belonging to the highest level of taxonomy can be cultivated and further developed within the school curriculum provided there are favorable conditions for efficient learning, proper lesson planning as well as open educational environment.
περισσότερα