Περίληψη
Στις εκταφές σορών ή περιστατικών σκελετοποιημένων υπολειμμάτων, τα οστά, συνήθως, είναι τα μοναδικά βιολογικά υλικά για τοξικολογική ανάλυση. Οι μέχρι σήμερα έρευνες, οι οποίες είναι ελάχιστες, καταδεικνύουν με σαφήνεια ότι οι εξαρτησιογόνες και οι φαρμακευτικές ουσίες ως και οι μεταβολίτες τους ανιχνεύονται στα οστά. Το σημαντικότερο πρόβλημα στην τοξικολογική εξέταση των οστών είναι η ορθή αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των ανιχνευθέντων συγκεντρώσεων των διαφόρων ουσιών σε αυτά, λόγω έλλειψης επαρκών σχετικών βιβλιογραφικών δεδομένων. Η παρούσα διατριβή εκπονήθηκε ώστε να απαντήσει στα κάτωθι: Ποιες εξαρτησιογόνες και φαρμακευτικές ουσίες ως και οι μεταβολίτες τους ανιχνεύονται στα οστά, τα οποία παραμένουν ενταφιασμένα για τρία έτη; Πως συσχετίζονται τα τοξικολογικά αυτά αποτελέσματα στα οστά με εκείνα στα μεταθανάτια βιολογικά υλικά των επίσημων τοξικολογικών εκθέσεων; Για ποιες εξαρτησιογόνες ή φαρμακευτικές ουσίες δύναται να παρασχεθεί τεκμηριωμένη επιστημονικά, γνωμοδότηση σ ...
Στις εκταφές σορών ή περιστατικών σκελετοποιημένων υπολειμμάτων, τα οστά, συνήθως, είναι τα μοναδικά βιολογικά υλικά για τοξικολογική ανάλυση. Οι μέχρι σήμερα έρευνες, οι οποίες είναι ελάχιστες, καταδεικνύουν με σαφήνεια ότι οι εξαρτησιογόνες και οι φαρμακευτικές ουσίες ως και οι μεταβολίτες τους ανιχνεύονται στα οστά. Το σημαντικότερο πρόβλημα στην τοξικολογική εξέταση των οστών είναι η ορθή αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των ανιχνευθέντων συγκεντρώσεων των διαφόρων ουσιών σε αυτά, λόγω έλλειψης επαρκών σχετικών βιβλιογραφικών δεδομένων. Η παρούσα διατριβή εκπονήθηκε ώστε να απαντήσει στα κάτωθι: Ποιες εξαρτησιογόνες και φαρμακευτικές ουσίες ως και οι μεταβολίτες τους ανιχνεύονται στα οστά, τα οποία παραμένουν ενταφιασμένα για τρία έτη; Πως συσχετίζονται τα τοξικολογικά αυτά αποτελέσματα στα οστά με εκείνα στα μεταθανάτια βιολογικά υλικά των επίσημων τοξικολογικών εκθέσεων; Για ποιες εξαρτησιογόνες ή φαρμακευτικές ουσίες δύναται να παρασχεθεί τεκμηριωμένη επιστημονικά, γνωμοδότηση στις Εισαγγελικές Αρχές για τη διενέργεια ή μη εκταφής σορών περιστατικών, για τα οποία εκ των υστέρων προκύπτει πιθανή συσχέτιση τους με την αιτία θανάτου; Σε περιπτώσεις σκελετικών υπολειμμάτων, η τοξικολογική εξέταση των οστών δύναται να συνεισφέρει στον καθορισμό του χρόνου επέλευσης του θανάτου από την ανεύρεση των σκελετικών υπολειμμάτων; Στην παρούσα διατριβή συλλέχθηκαν 31 δείγματα οστών, εκ των οποίων τα 29 αφορούσαν θανατηφόρα περιστατικά, με αιτία θανάτου σχετιζόμενη με τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών και τα 2 αφορούσαν θανατηφόρα περιστατικά, με παθολογικά αίτια θανάτου, χωρίς αναφερόμενο ιστορικό χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών. Ως δείγμα οστού τοξικολογικής εξέτασης επιλέχθηκε τμήμα της κλείδας. Μετά τη συλλογή των δειγμάτων των οστών, ακολούθησε ο ενταφιασμός αυτών για τρία έτη. Ο προσδιορισμός των εξαρτησιογόνων και των φαρμακευτικών ουσιών ως και των μεταβολιτών τους στα οστά πραγματοποιήθηκε με τη χρήση συστήματος Υγρής Χρωματογραφίας συζευγμένης με Φασματομετρία Μαζών σε σειρά (LC-MS/MS), μετά από κατάλληλη προκατεργασία των δειγμάτων και εκχύλιση των ουσιών. Οι τοξικολογικές αναλύσεις των μεταθανάτιων βιολογικών υλικών των περιστατικών αυτών πραγματοποιήθηκαν στα εντεταλμένα τμήματα τοξικολογίας των πανεπιστημίων και των ιατροδικαστικών υπηρεσιών. Συνολικά ανιχνεύθηκαν 28 εξαρτησιογόνες ουσίες, φάρμακα και οι μεταβολίτες τους στα βιολογικά υλικά και ταυτοποιήθηκαν 11 ουσίες στα οστά, μετά από τριετή ενταφιασμό. Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων κατέδειξε τα παρακάτω συμπεράσματα: Στα οστά, ενταφιασμένα για χρονικό διάστημα τριών ετών ανιχνεύθηκαν: μεθαδόνη, βενζοϋλοεκγονίνη, αμφεταμίνη, μιρταζαπίνη, αμιτριπτυλίνη, σιταλοπράμη και βενλαφαξίνη, ολανζαπίνη, διαζεπάμη, νορδιαζεπάμη και ζολπιδέμη. Η ανίχνευση των ανωτέρω ουσιών εμφάνιζε ιδιαίτερη σταθερότητα σε συνθήκες χρόνιου ενταφιασμού. Στα ίδια δείγματα οστών παρότι ανιχνεύθηκαν στα μεταθανάτια βιολογικά υλικά, δεν ταυτοποιήθηκαν τα ακόλουθα: τα φυσικά αλκαλοειδή του οπίου και τα ημισυνθετικά παράγωγα τους (μορφίνη, κωδεΐνη, 6-ΜΑΜ, κ.ά.), η κοκαΐνη, η μεθυλο-εστηρ-εκγονίνη, τα κανναβινοειδή (11-nor-Δ9-THC-9-καρβοξυλικό οξύ και Δ9-τετραϋδροκανναβινόλη), η 7-αμινοφλουνιτραζεπάμη και η βρωμαζεπάμη. Ο μεγάλος αριθμός των περιστατικών, ειδικά εκείνων τα οποία αφορούν τη μορφίνη, κωδεΐνη και 6-ΜΑΜ, καταδεικνύει την αδυναμία ανίχνευσης των φυσικών οπιούχων και των μεταβολιτών τους σε οστά ενταφιασμένα για χρονικό διάστημα τριών ετών και περισσότερο. Η σταθερότητα την οποία εμφανίζουν η μεθαδόνη, η βενζοϋλοεκγονίνη, η αμφεταμίνη, η μιρταζαπίνη, η αμιτριπτυλίνη, η σιταλοπράμη και η βενλαφαξίνη, η ολανζαπίνη, η διαζεπάμη, η νορδιαζεπάμη και η ζολπιδέμη, σε οστά τα οποία παραμένουν ενταφιασμένα για τρία έτη, αποτελεί ένα πολύ σημαντικό ιατροδικαστικό εύρημα, ιδιαίτερα βαρύνουσας σημασίας, για τις περιπτώσεις διενέργειας εκταφής σε περιπτώσεις κατά τις οποίες εκ των υστέρων ανακύπτουν υπόνοιες ότι ο θάνατος δύναται να σχετίζεται με τη λήψη των ανωτέρω ουσιών.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
In exhumation of bodies or cases with only skeletonised remains, the bones are in most times the only biological material for toxicological analysis. Until now, nevertheless, the research that has been conducted indicates clearly that the psychotropic and the pharmaceutical substances as well their metabolites have been detected in bones. The major problem in the toxicological examination of the bones is the exact assessment of the results of the detected concentrations of various substances in them, due to lack of sufficient relevant bibliographic data. This dissertation has been conducted to give answers to questions related to the correct assessment of toxicological findings of the toxicological analysis of the bones: Which psychotropic and pharmaceutical substances and their metabolites are detected in bones that have been remained buried for three years? How do the toxicological findings in bones relate to those of toxicological examination of post-mortem biological material of of ...
In exhumation of bodies or cases with only skeletonised remains, the bones are in most times the only biological material for toxicological analysis. Until now, nevertheless, the research that has been conducted indicates clearly that the psychotropic and the pharmaceutical substances as well their metabolites have been detected in bones. The major problem in the toxicological examination of the bones is the exact assessment of the results of the detected concentrations of various substances in them, due to lack of sufficient relevant bibliographic data. This dissertation has been conducted to give answers to questions related to the correct assessment of toxicological findings of the toxicological analysis of the bones: Which psychotropic and pharmaceutical substances and their metabolites are detected in bones that have been remained buried for three years? How do the toxicological findings in bones relate to those of toxicological examination of post-mortem biological material of official toxicological reports? For which psychotropic or pharmaceutical substances there can be a scientifically proved verdict by Judicial Authorities for the implementation or not of exhumation of bodies in cases for which, post hoc, arises relevant association with addictive drugs related with the cause of death? In cases of finding skeletal remains, will the toxicological examination of bones contribute to the determination of the time of onset of death through the discovery of skeletal remains?In the present doctoral thesis, 31 bone samples were collected, of which 29 were fatal, with a cause of death related to substances use and 2 were fatal, with a pathological cause of death, without a reported history of substances use. For the toxicological examination, part of the clavicle was selected as a bone sample. After the selection of the bone samples, they were buried for three years. The detection of psychotropic, pharmaceutical substances and their metabolites was accomplished with the use of a Liquid Chromatography System in combination with tandem Mass Spectrometry (LC-MS/MS), after appropriate preparation of the samples and extraction of substances. The toxicological analyses of post-mortem biological material were held in appointed Toxicology Departments of Forensic Services. In total, 28 psychotropic substances, drugs and their metabolites were detected in the biological material and 11 substances were identified in the bones, after three years from their burial. The assessment of the results of the toxicological examination led to the following conclusion: In the three-year burial of the bones, the following substances have been detected: methadone, benzoylecgonine, amphetamine, mirtazapine, amitriptyline, citalopram, and venlafaxine, olanzapine, diazepam, nordiazepam and zolpidem as they appeared repeatedly in conditions of long-term burial. Yet, in the same bone samples, although have been detected in post-mortem biological material have not been identifying, the following: The natural opium alkaloids and their half synthetic by-products (morphine, codeine, 6-MAM and others) cocaine, ecgonine-methyl-ester- (a cocaine metabolite), cannabis by-products (11-nor-Delta-9-THC-9-carboxylic acid and Delta-9-tetrahydrocannabinol), 7-aminoflunitrazepam (a metabolite of flunitrazepam) and bromazepam. A large number of incidents, especially these concerning morphine, codeine and 6-MAM, proves the incapability of detecting the natural opioids and their metabolites in bones buried for three years or more. The stability presented in methadone, benzoylecgonine, amphetamine, mirtazapine, amitriptyline, citalopram, and venlafaxine, olanzapine, diazepam, nordiazepam and zolpidem, in bones buried for three years, is a very important forensic finding, of particular importance, for instances of exhumation in cases where subsequent suspicions arise that the death may be related to the intake of the above substances.
περισσότερα