Περίληψη
Η κατάθλιψη είναι μια διαταραχή που αφορά περισσότερους από 300 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Είναι γνωστό ότι η μείζονα κατάθλιψη αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο, και πολλοί μηχανισμοί έχουν προταθεί προκειμένου να ερμηνευθεί αυτή η συσχέτιση, όπως η ενεργοποίηση του συμπαθητικού συστήματος, διαταραχές στην ανοσολογική απόκριση, νευροενδοκρινικές αλλαγές. Όλο και περισσότερα δεδομένα υποστηρίζουν πως η κατάθλιψη σχετίζεται με ενδοθηλιακή δυσλειτουργία και αυξημένη αρτηριακή σκληρία, που μπορούν να οδηγήσουν σε ανάπτυξη αρτηριακής υπέρτασης και αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Ωστόσο η επίδραση που μπορεί να έχει η αντικαταθλιπτική θεραπεία στη λειτουργία του ενδοθηλίου δεν έχει διασαφηνιστεί. Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι να εκτιμήσει την επίδραση της αντικαταθλιπτικής αγωγής στην ενδοθηλιακή λειτουργία και την αρτηριακή σκληρία ασθενών με μείζονα κατάθλιψη. Αρχικά επιλέχθηκαν 69 ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια διάγνωσης μείζονος κατάθλιψης με ψυχωσικά στοιχεία, ...
Η κατάθλιψη είναι μια διαταραχή που αφορά περισσότερους από 300 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Είναι γνωστό ότι η μείζονα κατάθλιψη αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιαγγειακή νόσο, και πολλοί μηχανισμοί έχουν προταθεί προκειμένου να ερμηνευθεί αυτή η συσχέτιση, όπως η ενεργοποίηση του συμπαθητικού συστήματος, διαταραχές στην ανοσολογική απόκριση, νευροενδοκρινικές αλλαγές. Όλο και περισσότερα δεδομένα υποστηρίζουν πως η κατάθλιψη σχετίζεται με ενδοθηλιακή δυσλειτουργία και αυξημένη αρτηριακή σκληρία, που μπορούν να οδηγήσουν σε ανάπτυξη αρτηριακής υπέρτασης και αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Ωστόσο η επίδραση που μπορεί να έχει η αντικαταθλιπτική θεραπεία στη λειτουργία του ενδοθηλίου δεν έχει διασαφηνιστεί. Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι να εκτιμήσει την επίδραση της αντικαταθλιπτικής αγωγής στην ενδοθηλιακή λειτουργία και την αρτηριακή σκληρία ασθενών με μείζονα κατάθλιψη. Αρχικά επιλέχθηκαν 69 ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια διάγνωσης μείζονος κατάθλιψης με ψυχωσικά στοιχεία, κατά DSM-IV-TR με ένδειξη αγωγής με σιταλοπράμη και ρισπεριδόνη. Έγινε εκτίμηση της αγγειακής τους λειτουργίας στο εργαστήριο και 1:1 αντιστοίχιση με ομάδα ελέγχου χωρίς κατάθλιψη. Σαρανταεννέα από αυτούς δέχτηκαν να συνεχίσουν στο προοπτικό σκέλος της μελέτης και κλήθηκαν, κατά την κρίση του θεράποντος ψυχιάτρου, να λάβουν συνδυασμό σιταλοπράμης με ρισπεριδόνη, σε προσαρμοσμένες δόσεις, για διάρκεια 6 μηνών. Τριανταεπτά ασθενείς ολοκλήρωσαν τη θεραπεία, ενώ 12 δε συμμορφώθηκαν ή αρνήθηκαν τη θεραπεία, εντούτοις συμφώνησαν με την 6μηνη παρακολούθηση. Αυτή η ομάδα χρησιμοποιήθηκε στην ανάλυση ως ομάδα ελέγχου. Η εκτίμηση της αγγειακής λειτουργίας έγινε στην αρχική επίσκεψη και στην επανεκτίμηση, με τον υπολογισμό της εξαρτώμενης από τη ροή αγγειοδιαστολής (Flow Mediated Dilatation, FMD), τη μέτρηση της ταχύτητας του σφυγμικού κύματος (Pulse Wave Velocity, PWV) καρωτιδο-μηριαία, και την εκτίμηση των ανακλώμενων κυμάτων, της κεντρικής (αορτικής) πίεσης και του δείκτη επαύξησης της αρτηριακής πίεσης (Augmentation Index, AI). Κατά την επανεκτίμηση στους 6 μήνες αξιολογήθηκε η ανταπόκριση της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας των ασθενών στη θεραπεία (n=37, βελτίωση σε 24 και μη βελτίωση σε 13 ασθενείς). Από τη σύγκριση των 69 καταθλιπτικών ασθενών που είχαν αρχικά εισαχθεί με τον πληθυσμό ελέγχου, παρατηρήθηκε ότι οι ασθενείς με μείζονα κατάθλιψη παρουσίαζαν χειρότερη ενδοθηλιακή λειτουργία σε σχέση με την ομάδα ελέγχου χωρίς κατάθλιψη, που είχαν αντιστοιχισθεί για τους κλασικούς παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. Επίσης η αρτηριακή πίεση περιφερικά και στην αορτή, οι τιμές των FMD, PWV και AI, βελτιώθηκαν σημαντικά (p<0.05 για όλες τις συγκρίσεις) στους ασθενείς που έλαβαν αντικαταθλιπτική αγωγή. Από αυτή την ομάδα μόνο οι ασθενείς με βελτίωση της κατάθλιψης μετά τη θεραπεία (n=24) παρουσίασαν σημαντικές βελτιώσεις σε όλες τις αγγειολογικές και αιμοδυναμικές παραμέτρους (p<0.05 για όλες τις συγκρίσεις), ανεξάρτητα από τους κλασικούς παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο, τη λήψη αγγειοδραστικών φαρμάκων και την μείωση της αρτηριακής πίεσης που παρατηρήθηκε. Συμπερασματικά οι ασθενείς που ανταποκρίνονται στη θεραπεία για μείζονα κατάθλιψη εμφανίζουν σαφή βελτίωση στην αγγειακή τους λειτουργία. Δεδομένου ότι οι καταθλιπτικοί ασθενείς θεωρούνται ως υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου και συχνά δε συμμορφώνονται με τη φαρμακευτική τους αγωγή, τα αποτελέσματα αυτής της διατριβής ενισχύουν τη σημασία της προσεκτικής επιτήρησης για συμμόρφωση αυτών των ασθενών στη θεραπεία τους, καθώς και της τακτικής αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας της αντικαταθλιπτικής θεραπείας.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Depression is a condition that affects more than 300 million people worldwide. It is well known that major depression increases the risk of cardiovascular disease, and several pathways have been suggested in order to explain this association, such as sympathetic nervous activation, unbalanced immune response, neuroendocrine changes. Accumulating data suggest that depression is associated with endothelial dysfunction and arterial stiffening, which may mediate development of hypertension and increased cardiovascular risk. The effect of antidepressant treatment on these vascular parameters has not been elucidated.
The aim of this research is to assess the effect of antidepressant therapy on endothelial function and arterial stiffness in patients with major depression. Sixty-nine patients with major psychotic depression, according to DSM-IV-TR, suitable for treatment with citalopram and risperidone, were initially enrolled. Vascular assessment was performed at the Laboratory and the patie ...
Depression is a condition that affects more than 300 million people worldwide. It is well known that major depression increases the risk of cardiovascular disease, and several pathways have been suggested in order to explain this association, such as sympathetic nervous activation, unbalanced immune response, neuroendocrine changes. Accumulating data suggest that depression is associated with endothelial dysfunction and arterial stiffening, which may mediate development of hypertension and increased cardiovascular risk. The effect of antidepressant treatment on these vascular parameters has not been elucidated.
The aim of this research is to assess the effect of antidepressant therapy on endothelial function and arterial stiffness in patients with major depression. Sixty-nine patients with major psychotic depression, according to DSM-IV-TR, suitable for treatment with citalopram and risperidone, were initially enrolled. Vascular assessment was performed at the Laboratory and the patients were matched 1:1 with control subjects without depression. Forty-nine of the recruited patients continued with the prospective part of the study, and were deemed by the treating psychiatrist to receive combination of citalopram and risperidone, in titrated doses, for a period of 6 months. Thirty-seven of them completed the 6-month treatment, while 12 patients denied treatment, or were non-compliant, nonetheless they agreed to be followed for the same time period. This group of patients was used as controls in further analysis.Vascular function was assessed at baseline and at the end of follow-up, by assessment of flow-mediated dilatation (FMD), carotid-femoral pulse wave velocity (PWV) and estimation of aortic pressure waveforms, reflected waves and augmentation index (AI). During the follow-up visit, response to antidepressant therapy was also assessed in the group of treated patients (n=37, improvement in 24 patients and no improvement in 13). Results show that the 69 initially enrolled patients with psychotic depression, presented worse endothelial function as compared to controls without depression, matched for traditional cardiovascular risk factors. Moreover, aortic and peripheral blood pressure, PWV, FMD and AI (p<0.05 for all comparisons) were significantly improved in the group that received treatment. In this group, only responders to treatment (n = 24) presented significant improvements in all hemodynamic and vascular parameters (p < 0.05 for all comparisons), irrespectively of traditional cardiovascular risk factors, treatment with vasoactive medication and the observed blood pressure lowering.In conclusion, patients who respond to therapy for major psychotic depression present sustained improvement in vascular function. Given that depressed patients are considered to be at high cardiovascular risk and are often non-compliant with treatment, the results of the present thesis support the importance of close vigilance of patient adherence to treatment, as well as regular assessment of the efficacy of antidepressant therapy.
περισσότερα