Περίληψη
Τα θεσμικά κείμενα και οι διεθνείς διακηρύξεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (UNESCO, 2007) και της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Αναπηρία 2010-2020 (European Commission, 2013) στοχεύουν στη χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής που προάγει την κοινωνική δικαιοσύνη και τη δημιουργία ίσων ευκαιριών συμμετοχής, μάθησης και εκπαίδευσης για όλους/ες τους/τις μαθητές/τριες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών με αναπηρία ως θεμελιώδη αρχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, στενά συνδεδεμένη με την εκπαίδευση μαθητών/τριών με αναπηρία είναι η εφαρμογή του Εξατομικευμένου Εκπαιδευτικού Προγράμματος (Ε.Ε.Π.) που περιλαμβάνει όλες εκείνες τις διαδικασίες και πρακτικές προκειμένου να παρασχεθούν η κατάλληλη εκπαίδευση στο πλαίσιο του σχολείου και οι απαραίτητες υποστηρικτικές υπηρεσίες εντός και εκτός σχολείου που προβλέπονται από την πολιτεία. Αναγνωρίζοντας την κρισιμότητα εφαρμογής του για την πρόοδο και εξέλιξη των εν λόγω μαθητών/τριών, ολοένα και περισσότερες χώρες, διεθνώς ...
Τα θεσμικά κείμενα και οι διεθνείς διακηρύξεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (UNESCO, 2007) και της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Αναπηρία 2010-2020 (European Commission, 2013) στοχεύουν στη χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής που προάγει την κοινωνική δικαιοσύνη και τη δημιουργία ίσων ευκαιριών συμμετοχής, μάθησης και εκπαίδευσης για όλους/ες τους/τις μαθητές/τριες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών με αναπηρία ως θεμελιώδη αρχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, στενά συνδεδεμένη με την εκπαίδευση μαθητών/τριών με αναπηρία είναι η εφαρμογή του Εξατομικευμένου Εκπαιδευτικού Προγράμματος (Ε.Ε.Π.) που περιλαμβάνει όλες εκείνες τις διαδικασίες και πρακτικές προκειμένου να παρασχεθούν η κατάλληλη εκπαίδευση στο πλαίσιο του σχολείου και οι απαραίτητες υποστηρικτικές υπηρεσίες εντός και εκτός σχολείου που προβλέπονται από την πολιτεία. Αναγνωρίζοντας την κρισιμότητα εφαρμογής του για την πρόοδο και εξέλιξη των εν λόγω μαθητών/τριών, ολοένα και περισσότερες χώρες, διεθνώς, θεσμοθετούν την υλοποίησή του. Ωστόσο, οι ισχύουσες θεσμικές ρυθμίσεις, ο τρόπος που προσεγγίζεται ο/η μαθητής/τρια και η διδασκαλία κατά την εφαρμογή του Ε.Ε.Π, εγείρουν προβληματισμούς, καθώς αυτό μπορεί να καταστεί όχημα για διαχωρισμό και αποκλεισμό των εν λόγω μαθητών/τριών ή μέσο προώθησης της ενταξιακής προοπτικής. Ως εκ τούτου, στην παρούσα μελέτη αναγνωρίζοντας τη σημασία εφαρμογής του Ε.Ε.Π. υπό το πρίσμα της ενταξιακής εκπαίδευσης, υιοθετούνται οι αρχές και πρακτικές της ενταξιακής φιλοσοφίας, της διαφοροποιημένης παιδαγωγικής προσέγγισης και της προσωποποιημένης μάθησης που θέτουν στο κέντρο της εκπαιδευτικής διαδικασίας τον/τη μαθητή/τρια και τον/την προσεγγίζουν ολιστικά, προκειμένου να διερευνηθεί ο τρόπος εφαρμογής του Ε.Ε.Π. και ο ρόλος του στην προώθηση της ενταξιακής προοπτικής της εκπαίδευσης. Σκοπό της έρευνας αποτελεί αφενός η αποτύπωση της παρούσας κατάστασης αναφορικά με το πλαίσιο εφαρμογής του Ε.Ε.Π. στην εκπαίδευση νηπίων με αναπηρία στην Ελλάδα, μέσω της διερεύνησης του θεσμικού πλαισίου, των εκπαιδευτικών πρακτικών και διαδικασιών που υιοθετούνται, μέσω της έρευνας δράσης η ανάδειξη των προκλήσεων που προκύπτουν κατά την εφαρμογή του Ε.Ε.Π. και των προοπτικών που διανοίγονται για την προώθηση της ένταξης και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Τα ερωτήματα της έρευνας που εξυπηρετούν τον σκοπό αφορούν: α) τη νοηματοδότηση του Ε.Ε.Π. από τους/τις συμμετέχοντες/ουσες στην έρευνα, β) τις πρακτικές που υιοθετούνται (διεπιστημονική/πολυεπίπεδη συνεργασία, διαφοροποίηση της διδασκαλίας, αξιολογικές διαδικασίες, ρόλοι εμπλεκομένων, νηπίων και γονέων) κατά τη διαδικασία σχεδιασμού και εφαρμογής του Ε.Ε.Π., γ) την αποτίμηση της εκπαιδευτικής πολιτικής αναφορικά με το Ε.Ε.Π. και δ) τις προκλήσεις και προοπτικές που αναδύονται. Πρόκειται για μια περιγραφική εκπαιδευτική έρευνα απόψεων και πρακτικών συνδυαστικής μεθοδολογικής προσέγγισης που την κατατάσσει στους ερευνητικούς σχεδιασμούς μικτών μεθόδων, καθώς υιοθετεί μεθόδους και ερευνητικά εργαλεία ποιοτικών και ποσοτικών μεθοδολογικών προσεγγίσεων με στόχο την ολιστική προσέγγιση του θέματος, την τριγωνοποίηση των δεδομένων της και την παραγωγή έγκυρων και αξιόπιστων ευρημάτων. Ωστόσο, δίνεται έμφαση στην ποιοτική μεθοδολογική προσέγγιση. Το ερευνητικό εγχείρημα υλοποιήθηκε σε δύο φάσεις. Στην α΄ φάση (01.05.2016 έως 30.06.2017) διενεργήθηκε η έρευνα επισκόπησης και στη β΄ φάση η έρευνα δράσης (01.07.2017 έως 30.10 2018) σε ένα τμήμα ένταξης καθόλη τη διάρκεια του σχολικού έτους. Αξιοποιήθηκαν συνδυαστικά δεδομένα από: α) την έρευνα απόψεων και πρακτικών (α΄φάση), μέσω των ημιδομημένων συνεντεύξεων και της μη συμμετοχικής παρατήρησης για τον εντοπισμό των βασικών θεματικών που άπτονται του αντικειμένου της έρευνας που στη συνέχεια εξετάζονται διεξοδικότερα από ένα πιο ευρύ δείγμα, β) την έρευνα επισκόπησης (α΄ φάση) μέσω ηλεκτρονικών ερωτηματολογίων που συνδυάζουν κλειστού και ανοιχτού τύπου ερωτήσεις και κλίμακες βαθμονόμησης τύπου Likert για τη συλλογή δεδομένων από ένα μεγάλο δείγμα πανελλαδικής εμβέλειας και γ) την εκπαιδευτική έρευνα δράσης (β΄ φάση) συνεργατικού και συμμετοχικού χαρακτήρα που συνδυάζει θεωρία και πρακτική και προωθεί τον αναστοχασμό προκειμένου να εφαρμόσει νέες βελτιωτικές πρακτικές και διαδικασίες για την εφαρμογή του Ε.Ε.Π. με στόχο την αλλαγή της προβληματικής κατάστασης που έχει εντοπιστεί. Τα ερευνητικά εργαλεία που αξιοποιήθηκαν στην έρευνα δράση είναι οι ημιδομημένες συνεντεύξεις, τα ερωτηματολόγια με ανοιχτές και κλειστές ερωτήσεις, το οπτικοακουστικό υλικό, όπως φωτογραφίες, οπτικοποιημένα φύλλα με προκαθορισμένες θεματικές και πεδία για προσθήκη νέων δεδομένων, η βιντεοσκόπηση, η παρατήρηση με συγκεκριμένα πρωτόκολλα και ημερολόγια καταγραφής, εργαλεία αξιολόγησης των εκπαιδευτικών παρεμβάσεων από κριτικούς φίλους, ατομικά οπτικοποιημένα φύλλα αυτοαξιολόγησης και ετεροαξιολόγησης και εβδομαδιαία πλάνα εκπαιδευτικού σχεδιασμού των νηπίων, έντυπα αξιολόγησης των δραστηριοτήτων και τρόπων εργασίας από τα νήπια. Η έρευνα ακολουθεί διαδικασίες ποιοτικής ανάλυσης δεδομένων για το σύνολο των ευρημάτων της, όπως η κωδικοποίηση, κατηγοριοποίηση, ανάλυση περιεχομένου, και επιπρόσθετα για την ανάλυση των δεδομένων των ερωτηματολογίων υιοθετήθηκε η περιγραφική στατιστική ανάλυση. Τηρήθηκαν όλα τα ζητήματα δεοντολογίας και ηθικής της έρευνας και διασφαλίστηκε η αξιοπιστία και η εγκυρότητα της έρευνας. Αναφορικά με το δείγμα της έρευνας, συμμετείχαν: α) στην έρευνα απόψεων με συνέντευξη ένας εκπρόσωπος του Υ.ΠΑΙ.Θ., προσωπικό από όλα τα ΚΕ.Δ.Δ.Υ. της περιφέρειας διεξαγωγής της έρευνας, Σχολικοί Σύμβουλοι Ειδικής Αγωγής της προσχολικής εκπαίδευσης της ίδιας περιφέρειας, εκπαιδευτικοί ειδικής εκπαίδευσης των σχολικών μονάδων που υλοποιήθηκε η παρατήρηση, ειδικά σχολεία και Τ.Ε., στα οποία υλοποιήθηκε η παρατήρηση, β) στην έρευνα επισκόπησης με ερωτηματολόγιο προσωπικό από όλα τα ΚΕ.Δ.Δ.Υ. και Σχολικοί Σύμβουλοι Ειδικής Αγωγής της χώρας, εκτός της περιοχής που διενεργήθηκαν οι συνεντεύξεις, γ) στην έρευνα δράσης νηπιαγωγοί γενικής και ειδικής εκπαίδευσης της σχολικής μονάδας που υλοποιήθηκε η παρέμβαση, η ερευνήτρια, πέντε κριτικοί φίλοι, νήπια με και χωρίς αναπηρία της επιλεγμένης σχολικής μονάδας, γονείς μαθητών/τριών με και χωρίς αναπηρία, ΚΕ.Δ.Δ.Υ. της περιοχής ευθύνης του νηπιαγωγείου που υλοποιήθηκε η έρευνα δράσης. Από τα ευρήματα της έρευνας προκύπτει πως διαφοροποιείται ο αριθμός των Ε.Ε.Π. που σχεδιάζονται για νήπια με αναπηρία και είτε δε σχεδιάζουν κανένα Ε.Ε.Π., είτε σχεδιάζουν για περιπτώσεις νηπίων που κρίνονται επιβαρυμένες. Επιπροσθέτως, οι πρακτικές που εφαρμόζονται, συχνά, προσλαμβάνουν αποσπασματικό, διαχωριστικό χαρακτήρα και αντιτίθενται στις δηλώσεις των συμμετεχόντων/ουσών, καταδεικνύοντας τη συγκεχυμένη νοηματοδότησή του Ε.Ε.Π. που απέχει από τη φιλοσοφία της ένταξης και την προσωποποιημένης, διαφοροποιημένης μάθησης. Το Ε.Ε.Π. φαίνεται να καθίσταται ένα θεσμικό διοικητικό έγγραφο μιας θεσμοποιημένης διακηρυκτικής αναγκαιότητας από τη νομοθεσία για την παροχή ειδικής αγωγής που θέτει σε αμφισβήτηση το διεπιστημονικό, συνεργατικό και μαθητοκεντρικό χαρακτήρα του Ε.Ε.Π. υπό την ενταξιακή προσέγγιση της εκπαίδευσης. Οι ρόλοι των εμπλεκομένων μοιάζουν περισσότερο διακριτοί και διαχωριστικοί παρά ισότιμοι και συνεργατικοί και οι αξιολογικές διαδικασίες κατά την εφαρμογή του Ε.Ε.Π. θέτουν ζητήματα αμφισβήτησης του διεπιστημονικού, ολιστικού χαρακτήρα καθώς και της εγκυρότητας της αξιολογικής διαδικασίας των νηπίων με αναπηρία. Από τα ευρήματα αναδύονται πολυεπίπεδες προκλήσεις που αφορούν στην οργάνωση και λειτουργία του σύγχρονου σχολείου και των δομών Ε.Α.Ε.. Επιπροσθέτως, προκλήσεις εμφανίζονταιστο επίπεδο εκπαιδευτικής πολιτικής (νομοθεσία, Πρόγραμμα Σπουδών, εκπαίδευση εκπαιδευτικών), σε ζητήματα που αφορούν τις συνεργατικές πρακτικές σχολείου και οικογένειας και τη συνεργασία των εκπαιδευτικών καταδεικνύοντας την πολυπλοκότητα εφαρμογής του Ε.Ε.Π. στην υπάρχουσα δομή και λειτουργία της προσχολικής εκπαίδευσης. Ωστόσο, αναδύονται προοπτικές αλλαγής και βελτίωσης αναφορικά με τις εκπαιδευτικές πρακτικές και την εκπαιδευτική πολιτική.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The institutional texts and international declarations of the United Nations (UNESCO, 2007) and the European Disability Strategy 2010-2020 (European Commission, 2013) aim at defining an educational policy that promotes social justice and the creation of equal opportunities for the participation, learning and education for all students, including those with disabilities as inalienable right and fundamental principle of human rights. According to international bibliography, the implementation of Individualised Educational Programme (IEP), closely related to the education of children with disability, includes all those processes and practices that can provide the appropriate education within the school context and the necessary support services in and out of school that are delivered by the state. More and more countries, recognising the importance of its employment for the development of those students, have authorised its implementation. However, the current institutional arrangements, ...
The institutional texts and international declarations of the United Nations (UNESCO, 2007) and the European Disability Strategy 2010-2020 (European Commission, 2013) aim at defining an educational policy that promotes social justice and the creation of equal opportunities for the participation, learning and education for all students, including those with disabilities as inalienable right and fundamental principle of human rights. According to international bibliography, the implementation of Individualised Educational Programme (IEP), closely related to the education of children with disability, includes all those processes and practices that can provide the appropriate education within the school context and the necessary support services in and out of school that are delivered by the state. More and more countries, recognising the importance of its employment for the development of those students, have authorised its implementation. However, the current institutional arrangements, the way the student is approached and taught during (IEP) implementation, raise questions as it can lead to segregation and exclusion of these students rather than act as a means of promoting inclusive practices. Therefore, the present study, recognising the importance of implementing (IEP), in the light of inclusive education, adopts the principles and practices of inclusive philosophy, of differentiated educational approach and personalised learning, which all place students in the center of the educational process and approach them holistically in order to examine the way (IEP) can be implemented and its role in the promotion of inclusion. The aim of the research is, on the one hand, to capture the present situation concerning the context in which (IEP) is implemented in the education of nursery school students with disabilities in Greece, through investigating the institutional framework and the adopted educational practices and processes, and on the other, to use action research to bring forth the resulting challenges from implementing (IEP) and the ensuing prospects for promoting inclusion and social justice. The questions of the research that answer these objectives concern the following: a) all the research participants comprehend the meaning of (IEP) equally, b) the adopted practices (interdisciplinary/multileveled cooperation, teaching differentiation, evaluation processes, the various roles of everyone involved, nursery school students and parents) during the design and implementation of (IEP), c) the evaluation of the education policy concerning IEP and d) the emerging challenges and prospects. It is a descriptive education research into the existing views and practices that uses mixed methods in its methodology (mixed method designs), as it adopts methods and research tools from both qualitative and quantitative methodological approaches in order to holistically attempt the subject, the triangulation of the data and the production of valid and reliable findings. However, emphasis is placed on a qualitative methodological approach. The research was carried out in two stages. In the first stage (01.05.2016-30.06.2017) the survey research was conducted, and in the second stage (01.07.2017- 30.10 2018) the action research, which was implemented in an inclusion classroom during the previously mentioned academic year. The combinational data that were used came from a) a research into views and practices (1st stage) through semi-structured interviews and non-participant observation in order to identify topics relevant to the research objective which are further examined in more detail from a larger sample, b) a survey research (1st stage) through electronic questionnaires that combine closed and open kind of questions and Likert rating scales for collecting nationwide data from a large sample, and c) educational action research (2nd stage) of cooperative and participatory character that combines theory and practice and promotes reflection in order to implement new and enhanced practices and processes for the implementation of IEP, aiming at changing identified problematical situations. The research tools used in the action research were semi-structured interviews, questionnaires of open-ended and closed-ended questions, audio-visual material, such as photographs, visualised sheets containing predefined topics and fields for adding new data, videotaping, observation under certain protocols and log books, evaluation tools of educational intervention from critical friends, personal visualised sheets for self-evaluation and hetero-evaluation and weekly plans of educational planning for nursery school students, and evaluation forms for the activities and the way nursery school students worked. The research follows processes of qualitative data analysis for all its findings, such as codification, classification, content analysis and thematic analysis, moreover, in order to analyse the collected data from the questionnaires descriptive statistics were used. The research complied with all matters concerning the research code of ethics, whereas the validity and reliability of the research were also ensured. The people who participated in the researches were: a) in the opinion research, interviews were taken from a representative of the Hellenic ministry of Education and Religious Affairs, from all personnel of the diagnostic centres of K.E.D.D.Y. in Greece, the School Counsellors of pre-school Special Education in Greece, special education teachers from the schools where the observations were conducted, special education schools and T.E. in Greece where the observations were conducted, b) in the survey research, questionnaires were used with the personnel of all diagnostic centres of K.E.D.D.Y., in Greece, from School Counsellors of pre-school Special Education, in Greece, c) In the action research, nursery school teachers of general and special education from the school where the intervention was realised, the researcher, five critical friends, nursery school students with and without special needs from the chosen school, parents of students with and without special needs, diagnostic centres of KE.D.D.Y. from the area the nursery school students come from and where the action research was conducted. The findings of the research illustrate, on the one hand, that there is a distinct difference in the number of IEP designed for nursery school students with disability and ranges from total absence to a limited number intended for cases of nursery school students with serious disabilities, and on the other, the implemented practices, which often acquire fragmented and segregating character that contrasts with the statements of the participants, and demonstrates an unclear interpretation of inclusion philosophies and what constitutes personalised, differentiated learning. IEP seems to have become a statutory administrative document of an institutionalised declarative necessitated by the law for the provision of special education that contradicts the interdisciplinary, co-operative and student-centred character of IEP. The roles of the people involved are more distinct and segregating than equal and cooperative, while the valuation processes during the implementation of IEP contrast with its interdisciplinary and holistic character, as well as with the validity of the assessment process of nursery school students with disability. The findings show multileveled challenges that concern the organisation and operation of schools and special schools nowadays, the educational policies and legislation, the educational practices, the family and its communication with the school, and the cooperative practices and the nature of the disability, demonstrating as such the complexity of implementing IEP practices within an inclusive education philosophy and its existing structure and operation. However, what emerge are prospects for changes and reformations in the school resulting from a shared objective of everyone involved, the politicians, the educational community and the society.
περισσότερα