Περίληψη
Εισαγωγή: Η σεξουαλική δυσλειτουργία και οι χειρουργικές επεμβάσεις σε ασθενείς με ΙΦΝΕ αποτελούν αναπηρικές επιπλοκές της νόσου. Στην ΙΦΝΕ, η χειρουργική προσέγγιση συνίσταται συνήθως μετά από αποτυχία όλων εκείνων των δυνατοτήτων και προσπαθειών έτσι ώστε να τεθεί η νόσος υπό έλεγχο και να μειωθούν οι επιπλοκές, ενώ η σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να οφείλεται σε ψυχογενείς ή βιολογικούς παράγοντες. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση όλων των δεδομένων σχετικά με τους υπό παρακολούθηση ασθενείς με ΙΦΝΕ οι οποίοι προσήλθαν στο ιατρείο με διάγνωση ειλεού και αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά ή όχι. Επίσης διερευνήθηκε βιβλιογραφικά η επίπτωση της σεξουαλικής δυσλειτουργίας σε ασθενείς με ΙΦΝΕΜεθοδολογία: Η σεξουαλική δυσλειτουργία μελετήθηκε μέσω συστηματικής ανασκόπησης δεδομένου του ότι δεν υπήρχε σταθμισμένο και έγκυρο εργαλείο για τη διενέργεια ποσοτικής μελέτης. H αναδρομική ποσοτική μελέτη δε, διεξήχθη σε ασθενείς που παρακολουθούνταν στην Πανεπιστημιακή Γαστρεντε ...
Εισαγωγή: Η σεξουαλική δυσλειτουργία και οι χειρουργικές επεμβάσεις σε ασθενείς με ΙΦΝΕ αποτελούν αναπηρικές επιπλοκές της νόσου. Στην ΙΦΝΕ, η χειρουργική προσέγγιση συνίσταται συνήθως μετά από αποτυχία όλων εκείνων των δυνατοτήτων και προσπαθειών έτσι ώστε να τεθεί η νόσος υπό έλεγχο και να μειωθούν οι επιπλοκές, ενώ η σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να οφείλεται σε ψυχογενείς ή βιολογικούς παράγοντες. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση όλων των δεδομένων σχετικά με τους υπό παρακολούθηση ασθενείς με ΙΦΝΕ οι οποίοι προσήλθαν στο ιατρείο με διάγνωση ειλεού και αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά ή όχι. Επίσης διερευνήθηκε βιβλιογραφικά η επίπτωση της σεξουαλικής δυσλειτουργίας σε ασθενείς με ΙΦΝΕΜεθοδολογία: Η σεξουαλική δυσλειτουργία μελετήθηκε μέσω συστηματικής ανασκόπησης δεδομένου του ότι δεν υπήρχε σταθμισμένο και έγκυρο εργαλείο για τη διενέργεια ποσοτικής μελέτης. H αναδρομική ποσοτική μελέτη δε, διεξήχθη σε ασθενείς που παρακολουθούνταν στην Πανεπιστημιακή Γαστρεντερολογική Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ιωαννίνων και στο Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων Χατζηκώστα, για το χρονικό διάστημα 1982-2015 και προσήλθαν με τη διάγνωση του ειλεού (n=37). Αποτελέσματα: Η σεξουαλική δυσλειτουργία επιφέρει έκπτωση στα ποιοτικά χαρακτηριστικά ζωής των ασθενών με ΙΦΝΕ και ως εκ τούτου μπορεί να χαρακτηριστεί ωςαναπηρική επιπλοκή. H χρονιότητα της ΙΦΝΕ και οι συνεχείς και δύσκολες περίοδοι έξαρσης της νόσου αποτελούν μια εξουθενωτική περίοδο για τον ασθενή με σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής του και ως εκ τούτου συχνά και στη σεξουαλική του ζωή. Όσον αφορά στη διερεύνηση των χειρουργικών επεμβάσεων, από το συνολικό δείγμα της μελέτης το 66,7% των ασθενών που είχε διαγνωστεί με NK ήταν άνδρες, ενώ το 33,3% γυναίκες. Η μέση τιμή ηλικίας των ασθενών με ΝΚ ήταν 50,4 (20,9) με μικρότερη τιμή 27 ετών και μεγαλύτερή τιμή 93 ετών, ενώ η μέση τιμή ηλικίας των ασθενών με ΕΚ ήταν 66,8 (17,7) με μικρότερη τιμή 28 ετών και μεγαλύτερή τιμή 86 ετών. Αντίστοιχα, έπασχαν από EK το 56,3% των ανδρών του δείγματος και το 43,8% των γυναικών. Το 33,3% των ασθενών με ΝΚ και το 43,8% των ασθενών με ΕΚ έπασχε από πλήρη ειλεό και στουςοποίους ασθενείς έγινε περαιτέρω διερεύνηση(ενδοσκόπηση) ή αντιμετώπιση (χειρουργείο), ένας ασθενής έπασχε από ατελής ειλεό και ένας από τοξικό μεγάκολο. Το 88,4% των ασθενών δεν είχε υποστεί κανένα εξωεντερικό χειρουργείο πριν τη διάγνωση, ενώ το 92,8% αντίστοιχα δεν είχε υποβληθεί σε κανένα εντερικό χειρουργείο. Επίσης το 97,1% των ασθενών δεν είχε υποστεί κανένα εξωεντερικό χειρουργείο μετά τη διάγνωση ενώ το 96,7% αντίστοιχα δεν είχε υποβληθεί σε κανένα εντερικό χειρουργείο Σχετικά με προηγούμενα χειρουργεία των ασθενών που συμμετείχαν στη μελέτη φάνηκε ότι το 85,7% των ασθενών με ΝΚ δεν είχε πραγματοποιήσει κανένα χειρουργείο προηγουμένως στην κοιλιά, ενώ το ποσοστό αυτό για την ΕΚ έφτασε το 93,8%. Το 9,5% των ασθενών με ΝΚ πραγματοποίησε ενδοσκόπηση και χειρουργείο, ενώ το 12,5% των ασθενών με ΕΚπραγματοποίησε ενδοσκόπηση και μετά χειρουργείο. Το 4,8% των ασθενών με ΝΚ πραγματοποίησε αξονική μετά την ενδοσκόπηση, ενώ το 6,3% των ασθενών με ΕΚ πραγματοποίησε αξονική πριν την ενδοσκόπηση και το 6,3% μετά την ενδοσκόπηση. Το 28,6% των ασθενών με ΝΚ και το 37,5% των ασθενών με ΕΚ πραγματοποίησε ενδοσκόπηση . Το 23,8% των ασθενών με ΝΚ πραγματοποίησε χειρουργείο, και το 37,5% των ασθενών με ΕΚ πραγματοποίησε χειρουργείο. Συμπεράσματα: Η σεξουαλική δυσλειτουργία και οι χειρουργικές επεμβάσεις αποτελούν αναπηρικές επιπλοκές. Χρειάζονται δε σημαντική διερεύνηση και ιδιαίτερη διεπιστημονική αντιμετώπιση.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Introduction: Sexual dysfunction and restorative surgical operations in IBD patients are debilitating complications of the disease. In IBD patients, the surgical approach may be considered only after all the other means of treatment have failed, in order for the disease to be manageable; sexual dysfunction, on the other hand, may be due to psychological or biological factors. Aim: The aim of the present study was to examine all the data regarding IBD patients who were being monitored and were diagnosed with ileus and were treated surgically or not. We also reviewed the literature on the incidence of sexual dysfunction in IBD patients. Methods: Sexual dysfunction was investigated via a systematic literature review, given that there was no standardized and valid instrument for a quantitative study to take place. The retrospective quantitative study took place in patients monitored at the Gastroenterology Dept. of the University Hospital of Ioannina, Greece, and the ‘Hadzikostas’ General ...
Introduction: Sexual dysfunction and restorative surgical operations in IBD patients are debilitating complications of the disease. In IBD patients, the surgical approach may be considered only after all the other means of treatment have failed, in order for the disease to be manageable; sexual dysfunction, on the other hand, may be due to psychological or biological factors. Aim: The aim of the present study was to examine all the data regarding IBD patients who were being monitored and were diagnosed with ileus and were treated surgically or not. We also reviewed the literature on the incidence of sexual dysfunction in IBD patients. Methods: Sexual dysfunction was investigated via a systematic literature review, given that there was no standardized and valid instrument for a quantitative study to take place. The retrospective quantitative study took place in patients monitored at the Gastroenterology Dept. of the University Hospital of Ioannina, Greece, and the ‘Hadzikostas’ General Hospital of Ioannina, between 1982-2015 and had been diagnosedwith ileus (n= 37). Results: Sexual dysfunction may aggravate IBD patients' quality of life, thus it may qualify as a debilitating side-effect. Being a chronic condition followed by continual relapses, itmay be exhausting for the patients and have an impact on their quality of sexual life, and their general quality of life overall. Regarding surgical operations, 66.7% of the patients diagnosed with Crohn's Disease (CD) were males, and 33.3% females. The average age of CD patients was 50.4 (20.9) years, the youngest being 27 and the oldest 86 years old, while the average age of ulcerative colitis (UC) patients was 66.8 (17.7), the youngest being 28 and the oldest 86. From our sample, 56.3% of the UC patients were men and 43.8% women. 33.3% of the patients with CD and 43.8% of those with UC had full-blown ileus which was investigated with endoscopy or surgical operation, one patient had subileus, and one toxic megacolon. From our sample, 88.4% of the patients had had no extra-intestinal surgical operations prior to the diagnosis, while 92.8% of them had had no intestinal operations at all. Moreover, 97.1% of the patients had had no extra-intestinal operations after the diagnosis, and 96.7% of them had had no intestinal operations at all. Regarding other surgical operations of the participating patients, 85.7% of CD patients had had no previous operation on the abdomen, compared to 93.8% of the UC patients. From those suffering from CD, 9.5% were submitted to endoscopy and surgery, compared to 12.5% of UC patients who had had endoscopy and then surgery. 4.8% of the CD patients had had a CT scan after the endoscopy, while 6.3% of the UC patients had had the CT scan before the endoscopy and 6.3% after it. In total, 28.6% of CD patients and 37.5% of UC patients were submitted to CT scan. Also, 23.8% of CD patients and 37.5% of UC patients were submitted to surgery. Conclusions: Sexual dysfunction and surgical operations qualify as debilitating sideeffects. More investigation and interdisciplinary management is needed.
περισσότερα