Περίληψη
Η παρούσα διατριβή συνιστά μια συμβολή στη μελέτη των δικτύων πολιτικής ενώ συγχρόνως στοχεύει στη διερεύνηση μιας ιδιαίτερης μορφής διακυβέρνησης στην ελληνική εκπαιδευτική πολιτική που αφορά στο ζήτημα της επαναφοράς και διατήρησης των Πρότυπων Σχολείων. Πιο συγκεκριμένα, τις τελευταίες δεκαετίες στο παγκοσμιοποιημένο πολιτικό περιβάλλον διαπιστώνεται ότι στη διαδικασία χάραξης πολιτικής, παράλληλα με την κυβέρνηση, συμμετέχουν δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς. Η ευρύτερη αυτή μετάβαση από την «κυβέρνηση» στη «διακυβέρνηση» εντοπίζεται τόσο στις χώρες με αποκεντρωμένες μορφές διοίκησης όσο και σε αυτές με συγκεντρωτικές. Στην ελληνική εκπαιδευτική πολιτική παρατηρείται μια ιδιαίτερη μορφή ανάδυσης μη θεσμισμένων δικτύων εκπαιδευτικής διακυβέρνησης που εμπλέκουν δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς με στόχο την επαναφορά και διατήρηση του θεσμού των Πρότυπων σχολείων χρησιμοποιώντας ως ιδεολογικό όχημα την αριστεία και την ανάγκη δημιουργίας «ποιοτικών σχολείων» που κατά την άποψή τους εξασφα ...
Η παρούσα διατριβή συνιστά μια συμβολή στη μελέτη των δικτύων πολιτικής ενώ συγχρόνως στοχεύει στη διερεύνηση μιας ιδιαίτερης μορφής διακυβέρνησης στην ελληνική εκπαιδευτική πολιτική που αφορά στο ζήτημα της επαναφοράς και διατήρησης των Πρότυπων Σχολείων. Πιο συγκεκριμένα, τις τελευταίες δεκαετίες στο παγκοσμιοποιημένο πολιτικό περιβάλλον διαπιστώνεται ότι στη διαδικασία χάραξης πολιτικής, παράλληλα με την κυβέρνηση, συμμετέχουν δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς. Η ευρύτερη αυτή μετάβαση από την «κυβέρνηση» στη «διακυβέρνηση» εντοπίζεται τόσο στις χώρες με αποκεντρωμένες μορφές διοίκησης όσο και σε αυτές με συγκεντρωτικές. Στην ελληνική εκπαιδευτική πολιτική παρατηρείται μια ιδιαίτερη μορφή ανάδυσης μη θεσμισμένων δικτύων εκπαιδευτικής διακυβέρνησης που εμπλέκουν δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς με στόχο την επαναφορά και διατήρηση του θεσμού των Πρότυπων σχολείων χρησιμοποιώντας ως ιδεολογικό όχημα την αριστεία και την ανάγκη δημιουργίας «ποιοτικών σχολείων» που κατά την άποψή τους εξασφαλίζουν οι εξετάσεις εισαγωγής στα εν λόγω σχολεία. Τα δίκτυα αυτά μελετώνται τόσο ως προς τις στοχεύσεις τους, τη διάρθρωσή τους, τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ενεργών δρώντων υποκειμένων όσο και ως προς την επιρροή που ασκούν στη διαδικασία χάραξης εκπαιδευτικής πολιτικής. Η μελέτη αυτή εστιάζεται στην ανάδειξη, ανάλυση και ερμηνεία των νοηματοδοτήσεων που δίνουν τα κύρια ενεργά δρώντα υποκείμενά τους, εν προκειμένω οι σύλλογοι αποφοίτων των Πρότυπων Σχολείων, όταν επιχειρούν να εκλογικεύσουν τις δράσεις τους ως προς τον τρόπο χάραξης της εκπαιδευτικής πολιτικής και τους προσανατολισμούς της. Η υιοθετείσα μεθοδολογία θεμελιώνεται στο συνδυασμό ποσοτικών και ποιοτικών μεθόδων. Μέσω των ποσοτικών μεθόδων αναπαρίστανται τα συγκεκριμένα δίκτυα εκπαιδευτικής διακυβέρνησης (με την χρήση του UCINET 6 και του NetDraw 2.114) ενώ μέσω των ποιοτικών μεθόδων φωτίζεται η πολυπλοκότητά τους. Παράλληλα αναλύεται και ερμηνεύεται τόσο ο τρόπος λειτουργίας αυτών των δικτύων εντός ενός συγκεντρωτικού εκπαιδευτικού συστήματος όπως είναι το ελληνικό όσο και οι επιπτώσεις της δομής τους στη διαδικασία χάραξης της εκπαιδευτικής πολιτικής στο συγκεκριμένο εθνικό συγκείμενο. Από την εμπειρική έρευνα προκύπτει ότι σχηματίζονται μη θεσμισμένα δίκτυα εκπαιδευτικής διακυβέρνησης που σχετίζονται με την επαναφορά και διατήρηση των Πρότυπων Σχολείων και στα οποία εμπλέκονται κυβερνητικοί, δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς. Παρά το γεγονός της ύπαρξης ενός συγκεντρωτικού εκπαιδευτικού συστήματος, τα δίκτυα αυτά εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες του για να προωθήσουν, με όχημα την αριστεία και την ανάγκη αναβάθμισης της Παιδείας, μια ιδιαίτερη μορφή ιδιωτικοποίησης για ένα τμήμα της δημόσιας δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Από την ανάλυση των δικτύων αυτών φαίνεται ότι η διάρθρωσή τους σχετίζεται με την αποτελεσματικότητα ως προς τους στόχους τους και την επιρροή τους στην εκπαιδευτική πολιτική. Τα βασικά ενεργά δρώντα υποκείμενα της έρευνας εκλογικεύουν τη συμμετοχή τους στα δίκτυα αυτά αναφερόμενα στην ιστορικότητα των συγκεκριμένων σχολείων, στο χρέος για την εκπλήρωση της βούλησης των ευεργετών καθώς και στην ανάγκη ύπαρξης ποιοτικών σχολείων με εξετάσεις εισαγωγής.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This dissertation constitutes a contribution to the study of policy networks while at the same time it aims at exploring a particular form of governance in the Greek educational policy concerning the issue of the restoration and maintenance of Model (Selective) Schools in the public sector.More specifically, over the last decades in the globalized political environment, public and private actors are involved in the policy-making process alongside the government. This transition from ‘government’ to ‘governance’ is found in countries with decentralized and centralized systems of management.In Greek educational policy there is a particular form of emergence of non-institutionalized networks of educational governance involving public and private actors aiming at restoring and preserving the institution of Model Schools using as an ideological vehicle the excellence and the need to create ‘quality schools’ which in their view, is reassured by examinations for admission to those schools.The ...
This dissertation constitutes a contribution to the study of policy networks while at the same time it aims at exploring a particular form of governance in the Greek educational policy concerning the issue of the restoration and maintenance of Model (Selective) Schools in the public sector.More specifically, over the last decades in the globalized political environment, public and private actors are involved in the policy-making process alongside the government. This transition from ‘government’ to ‘governance’ is found in countries with decentralized and centralized systems of management.In Greek educational policy there is a particular form of emergence of non-institutionalized networks of educational governance involving public and private actors aiming at restoring and preserving the institution of Model Schools using as an ideological vehicle the excellence and the need to create ‘quality schools’ which in their view, is reassured by examinations for admission to those schools.These networks are studied both in terms of their aims, structure, interactions between the active actors and the influence they exercise in the educational policy-making process. This study focuses on highlighting, analyzing and interpreting the meanings given by the main active actors underlying them, in this case, the Associations of Graduates of the Model Schools, when attempting to rationalize their actions as to how education policy and its orientations are shaped.The adopted methodology is based on the combination of quantitative and qualitative methods. These networks (using UCINET 6 and NetDraw 2.114) are represented by quantitative methods, while the qualitative methods highlight the complexity of the specific educational governance networks. At the same time, both the way these networks operate within a centralized education system such as the Greek one and the implications of their structure in the educational policy-making process in the particular national context are analyzed and interpreted.Empirical research has shown that non-instituted education governance networks are related to the restoration and maintenance of Model Schools, involving governmental, public and private actors. Despite the existence of a centralized education system, these networks exploit its weaknesses in order to promote, with excellence as a pretext and the need to upgrade Education, a particular form of privatization for a part of public secondary education. From the analysis of these networks it appears that their structure is related to their effectiveness in terms of their objectives and their influence on educational policy. The main actors underlying the survey rationalize their participation in these networks, by referring to the history of the particular schools, to the duty to fulfill the will of the benefactors, and to the need for quality schools with admission examinations.
περισσότερα