Περίληψη
Σκοπός και στόχοι: Η κατάθλιψη που εμφανίζεται σε μητέρες με παιδιά ηλικίας 0-5 ετών έχει πολλαπλές επιπτώσεις τόσο στην υγεία της μητέρας, όσο και στην υγεία και την ανάπτυξη του παιδιού. Παρ’ όλο που τα σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα συγκλίνουν στην ανάγκη ενσωμάτωσης μέρους των υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), ελάχιστα έχουν γίνει προς αυτήν την κατεύθυνση. Ο ρόλος του παιδιάτρου στην έγκαιρη ανίχνευση και παραπομπή αυτών των περιπτώσεων, αναδεικνύεται καθοριστικός. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η δευτερογενής πρόληψη της κατάθλιψης σε μητέρες παιδιών ηλικίας 0-5 ετών, μέσω της εφαρμογής μιας παρέμβασης στο παιδιατρικό πλαίσιο της ΠΦΥ. Μέθοδος: Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις: α) έγινε ποιοτική διερεύνηση τόσο των αναγκών των παιδιάτρων ως προς την εφαρμογή πρακτικών διαχείρισης της κατάθλιψης, όσο και των μητέρων σε σχέση με τους παράγοντες που επηρεάζουν την αναζήτηση βοήθειας (τα αποτελέσματα χρησιμοποιήθηκαν στην ανάπτυξη του θεωρητικού ...
Σκοπός και στόχοι: Η κατάθλιψη που εμφανίζεται σε μητέρες με παιδιά ηλικίας 0-5 ετών έχει πολλαπλές επιπτώσεις τόσο στην υγεία της μητέρας, όσο και στην υγεία και την ανάπτυξη του παιδιού. Παρ’ όλο που τα σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα συγκλίνουν στην ανάγκη ενσωμάτωσης μέρους των υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), ελάχιστα έχουν γίνει προς αυτήν την κατεύθυνση. Ο ρόλος του παιδιάτρου στην έγκαιρη ανίχνευση και παραπομπή αυτών των περιπτώσεων, αναδεικνύεται καθοριστικός. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η δευτερογενής πρόληψη της κατάθλιψης σε μητέρες παιδιών ηλικίας 0-5 ετών, μέσω της εφαρμογής μιας παρέμβασης στο παιδιατρικό πλαίσιο της ΠΦΥ. Μέθοδος: Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δύο φάσεις: α) έγινε ποιοτική διερεύνηση τόσο των αναγκών των παιδιάτρων ως προς την εφαρμογή πρακτικών διαχείρισης της κατάθλιψης, όσο και των μητέρων σε σχέση με τους παράγοντες που επηρεάζουν την αναζήτηση βοήθειας (τα αποτελέσματα χρησιμοποιήθηκαν στην ανάπτυξη του θεωρητικού πλαισίου της παρέμβασης και το περιεχόμενό της) και β) ποσοτική έρευνα, η οποία περιελάμβανε τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη για την αξιολόγηση της παρέμβασης. Η παρέμβαση βασίστηκε στο Διαθεωρητικό Μοντέλο Αλλαγής και τη Θεωρία Κανονικοποίησης της Διαδικασίας. Για το σκοπό της έρευνας, επιλέχθηκε τυχαίο και αντιπροσωπευτικό δείγμα 377 παιδιάτρων από όλη την ελληνική επικράτεια, οι οποίοι εκχωρήθηκαν τυχαία στις ομάδες παρέμβασης και ελέγχου. Η ομάδα παρέμβασης συμμετείχε σε ένα πολυδιάστατο εκπαιδευτικό πρόγραμμα μέσω διαδικτύου, ενώ η ομάδα ελέγχου δεν έλαβε καμία παρέμβαση. Μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν αμέσως μετά την παρέμβαση, 6 και 12 μήνες μετά. Για την αξιολόγηση της παρέμβασης χρησιμοποιήθηκαν τα ακόλουθα εργαλεία: i) ερωτηματολόγιο δημογραφικών στοιχείων, ii) Γενικές ερωτήσεις στάσεων, iii) κλίμακα σταδίου αλλαγής, iv) κλίμακα διαδικασιών αλλαγής, v) κλίμακα αυτοαποτελεσματικότητας, vi) κλίμακα ισοζυγίου απόφασης, αλλά και το ερωτηματολόγιο κανονικοποίησης της διαδικασίας. Για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων στην ψυχική υγεία και την ποιότητα ζωής της μητέρας χρησιμοποιήθηκαν: α) το εργαλείο ανίχνευσης καταθλιπτικών συμπτωμάτων PHQ-9 και το ερωτηματολόγιο για την Ποιότητα Ζωής που Σχετίζεται με την Υγεία (ΠΖΣΥ) SF-12. Για τη στατιστική ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το Pearson’s χ2 test, το Student’s t-test, η ανάλυση διασποράς (ANOVA) και η πολλαπλή λογαριθμιστική παλινδρόμηση. Η ανάλυση έγινε με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS 19.0. Αποτελέσματα: από τα ευρήματα φάνηκε ότι οι δύο ομάδες δεν είχαν στατιστικά σημαντικές διαφορές πριν από την παρέμβαση. Μετά την παρέμβαση, οι παιδίατροι της ομάδας παρέμβασης παρουσίασαν υψηλότερες επιδόσεις στο στάδιο και τις διαδικασίες αλλαγής, την αυτό-αποτελεσματικότητα και το ισοζύγιο απόφασης, ενώ αυξήθηκαν και τα ποσοστά των μητέρων που ανιχνεύθηκαν σε κάθε μέτρηση (αμέσως μετά την παρέμβαση, 6 μήνες, 12 μήνες). Ισχυρή θετική συσχέτιση παρουσίασε και το ερωτηματολόγιο κανονικοποίησης της διαδικασίας με την κλίμακα διαδικασιών αλλαγής – όσο δηλαδή οι παιδίατροι προχωρούσαν σε επόμενο στάδιο, αυξανόταν η ενσωμάτωση των πρακτικών διαχείρισης της κατάθλιψης στο πλαίσιο της καθημερινής τους κλινικής πρακτικής. Από τις μητέρες στις οποίες χορηγήθηκε το εργαλείο ανίχνευσης της κατάθλιψης, βρέθηκε να πάσχει από μέτρια σοβαρή και σοβαρή κατάθλιψη ποσοστό 11% (1102 μητέρες). Από αυτές επιλέχθηκε τυχαία ποσοστό 20% για να συμπληρώσει το PHQ-9 & το SF-12. Τα σκορ των μητέρων αμέσως μετά την παραπομπή και μετά από 6 και 12 μήνες, παρουσίασαν στατιστικά σημαντικές διαφορές τόσο ως προς τη σοβαρότητα της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας, όσο και ως προς την ΠΖΣΥ. Τα επίπεδα κατάθλιψης μειώθηκαν δραστικά και η ΠΖΣΥ των μητέρων, μειώθηκε αισθητά στις μετρήσεις παρακολούθησης.Συμπέρασμα: Η παρέμβαση ήταν επιτυχημένη, καταδεικνύοντας ότι το παιδιατρικό πλαίσιο της ΠΦΥ είναι πλεονεκτικό πεδίο για τη δευτερογενή πρόληψη της κατάθλιψης σε μητέρες με μικρά παιδιά και αποτελεί ένα ενδεικτικό παράδειγμα, του πως είναι δυνατόν να ενσωματωθεί ένα μέρος των υπηρεσιών ψυχικής υγείας στην ΠΦΥ, δαπανώντας ελάχιστους πόρους και αυξάνοντας την πρόσβαση των μητέρων που αντιμετωπίζουν προβλήματα κατάθλιψης στη θεραπεία.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Aim & objectives: Maternal depression is a common mood disorder that occurs in women, especially during child-bearing years with prevalence rates ranging from 10-20%. It affects both mother and child’s health and development. Although research evidence suggests the integration of mental health services into primary care, too little has yet been done. As a consequence, mothers demonstrating depressive symptoms do not have access to appropriate and adequate treatment. The role of the pediatrician in the early detection and management of maternal depression is well established. The aim of the present study was to implement an intervention for the secondary prevention of maternal depression in the pediatric primary care setting, Methods: The study was carried out in two phases: a) a qualitative exploration to assess pediatricians’ needs and perceptions regarding the detection and management of maternal depression, as well as, the pathways to treatment of mothers experiencing depressive sym ...
Aim & objectives: Maternal depression is a common mood disorder that occurs in women, especially during child-bearing years with prevalence rates ranging from 10-20%. It affects both mother and child’s health and development. Although research evidence suggests the integration of mental health services into primary care, too little has yet been done. As a consequence, mothers demonstrating depressive symptoms do not have access to appropriate and adequate treatment. The role of the pediatrician in the early detection and management of maternal depression is well established. The aim of the present study was to implement an intervention for the secondary prevention of maternal depression in the pediatric primary care setting, Methods: The study was carried out in two phases: a) a qualitative exploration to assess pediatricians’ needs and perceptions regarding the detection and management of maternal depression, as well as, the pathways to treatment of mothers experiencing depressive symptoms and b) a randomized controlled trial to evaluate a theory-based intervention to pediatricians. The intervention was according to the Transtheoretical Model of Change and the Normalization Process Theory. For the purpose of the study, a random and representative sample of 377 pediatricians was selected. They were randomly assigned to intervention and control groups. Pediatricians in the intervention group participated in a web-based intervention. Evaluation measurements were carried out at baseline and post intervention, as well as, at 6 and 12 months. The following tools were employed to assess the impact of the intervention: i) Stage of Change Scale, ii) Processes of Change Scale, iii) Decisional Balance Scale, iv) Self-Efficacy Scale and v) the NoMad tool. To assess patient outcomes the PHQ-9 & SF-12 were used for depressive symptoms and quality of life related to health, respectively. Statistical analysis was performed using the SPSS 19 software and Pearson’s χ2 test, Student’s t-test, Analysis of Variance (ANOVA) and Multiple Logistic Regression Analysis. Results: The findings revealed that there were no statistical differences between the two groups prior to the intervention. Post and follow-up measurements indicated that differences at a statistical significance level between intervention and control groups. Pediatricians in the intervention group demonstrated higher scores in stages of change, processes of change, decisional balance and self-efficacy scales, as well as, screening rates and mothers identified with depressive symptoms. A strong and positive correlation was found between the processes of change scale and the NoMad instrument, indicating that the relationship between the pediatricians’ stage of change is directly proportional to the integration of detection and management practices in the pediatric setting. A proportion of 11% (1,102) of mothers was found to experience moderately severe and severe depression. A 20% of them evaluated for patient outcomes. Significant differences were found at 6 and 12 months follow-up measurements after referral. The severity of depressive symptoms was dramatically decreased while the quality of life related to health was significantly increased. Conclusion: The present study provides evidence for the benefits of integrating of mental health services into primary care. The pragmatic trial revealed that the intervention to pediatricians was effective and efficient for the secondary prevention of maternal depression. This suggests that the integration of maternal mental health into pediatric primary care may constitute an effective strategy to facilitate access to treatment for mothers suffering depressive symptoms and is recommended for countries of weak primary healthcare systems and limited resources.
περισσότερα