Περίληψη
Στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία, στην οποία κυριαρχεί ο διεθνής ανταγωνισμός και η συνεχής προσπάθεια των επιχειρήσεων να μειώνουν το κόστος λειτουργίας και να αυξάνουν την ανταγωνιστικότητά τους, παρατηρείται αύξηση των αναδιαρθρώσεων επιχειρήσεων. Επιχειρήσεις δηλ. συνενώνονται/απορροφώνται/διασπώνται και γενικά προβαίνουν σε οικονομικοτεχνικές μεταβολές προκειμένου να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στην αγορά. Οι αναδιαρθρώσεις είναι δυνατόν να καταλαμβάνουν το σύνολο της επιχείρησης ή να εντοπίζονται σε μία εκμετάλλευση, σε ένα τμήμα εκμετάλλευσης ή σε μία λειτουργία/δραστηριότητα. Η παρούσα διατριβή έθεσε ως στόχο της να ερευνήσει την ισχύ της συλλογικής σύμβασης εργασίας (ΣΣΕ) και του κανονισμού εργασίας μετά τη μεταβίβαση της επιχείρησης σε άλλο φορέα. Είναι γνωστό ότι οι κοινοτικές Οδηγίες 2001/23/ΕΚ περιέλαβαν αναλυτική ρύθμιση αναφορικά με το ζήτημα αυτό. Η Οδηγία 77/187 ενσωματώθηκε στο εσωτερικό δίκαιο με το ΠΔ 572/1988 και εν συνεχεία η Οδηγία 98/50 με το ΠΔ 178/2002 ...
Στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία, στην οποία κυριαρχεί ο διεθνής ανταγωνισμός και η συνεχής προσπάθεια των επιχειρήσεων να μειώνουν το κόστος λειτουργίας και να αυξάνουν την ανταγωνιστικότητά τους, παρατηρείται αύξηση των αναδιαρθρώσεων επιχειρήσεων. Επιχειρήσεις δηλ. συνενώνονται/απορροφώνται/διασπώνται και γενικά προβαίνουν σε οικονομικοτεχνικές μεταβολές προκειμένου να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στην αγορά. Οι αναδιαρθρώσεις είναι δυνατόν να καταλαμβάνουν το σύνολο της επιχείρησης ή να εντοπίζονται σε μία εκμετάλλευση, σε ένα τμήμα εκμετάλλευσης ή σε μία λειτουργία/δραστηριότητα. Η παρούσα διατριβή έθεσε ως στόχο της να ερευνήσει την ισχύ της συλλογικής σύμβασης εργασίας (ΣΣΕ) και του κανονισμού εργασίας μετά τη μεταβίβαση της επιχείρησης σε άλλο φορέα. Είναι γνωστό ότι οι κοινοτικές Οδηγίες 2001/23/ΕΚ περιέλαβαν αναλυτική ρύθμιση αναφορικά με το ζήτημα αυτό. Η Οδηγία 77/187 ενσωματώθηκε στο εσωτερικό δίκαιο με το ΠΔ 572/1988 και εν συνεχεία η Οδηγία 98/50 με το ΠΔ 178/2002. Η μεταφορά των παραπάνω Οδηγιών στο ελληνικό δίκαιο ως προς το ζήτημα της ισχύος της ΣΣΕ και του κανονισμού μετά τη μεταβίβαση δεν υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχής. Ας σημειωθεί ότι δεδομένου ότι η μεταβίβαση της επιχείρησης μπορεί να λαμβάνει χώρα υπό περισσότερες μορφές (ως μεταβίβαση επιχείρησης, εκμετάλλευσης, τμήματος ή δραστηριότητας) και δεδoμένου ότι στη μεταβιβαζόμενη οντότητα αλλά και στην επιχείρηση του διαδόχου ισχύουν περισσότερες ΣΣΕ (επιχειρησιακή, κλαδική, ομοιοεπαγγελματική) και κανονισμός εργασίας, είναι εύλογο ότι τα γεννώμενα ζητήματα συσχετισμού πηγών και ρυθμίσεων μετά τη μεταβίβαση είναι πολλά και ενίοτε δυσεπίλυτα και καθιστούν το θέμα από τα δυσχερέστερα. Μια πρώτη συσχέτιση του άρθρου 3 § 3 της Οδηγίας 98/50 και του άρθρ. 4 § 2 του ΠΔ 178/2002 αποδεικνύει ότι στο ΠΔ έχει ενσωματωθεί εν μέρει το άρθρο 3 § 3 της Οδηγίας, αφού θεσπίζεται μεν η υποχρέωση του διαδόχου εργοδότη να εφαρμόζει και μετά τη μεταβίβαση τους κανονιστικούς όρους εργασίας που πηγάζουν από ΣΣΕ, αλλά δεν ορίζεται πότε και πώς λήγει η υποχρέωση αυτή του διαδόχου εργοδότη. Η ατελής αυτή μεταφορά της Οδηγίας έχει δημιουργήσει –κατά την εργασία- προβλήματα ερμηνείας αναφορικά με το ερώτημα ποια είναι η ισχύς και τύχη των κανονιστικών όρων της ΣΣΕ ή του Κανονισμού Εργασίας μετά τη μεταβίβαση και με ποιό τρόπο μπορεί ο διάδοχος εργοδότης να αποδεσμευθεί από την υποχρέωση εφαρμογής των κανονιστικών όρων της ΣΣΕ ή του Κανονισμού που ίσχυε στη μεταβιβασθείσα επιχείρηση, εκμετάλλευση ή τμήμα.Η παρούσα διατριβή θεωρεί ότι η μη ρύθμιση των παραπάνω ζητημάτων από το ΠΔ 178/2002 συνιστά ελλιπή μεταφορά της Οδηγίας και ενδεχομένως ένα νομοθετικό κενό στο εθνικό μας δίκαιο. Προκειμένου δε να επιλύσει το ζήτημα αυτό η εργασία στρέφεται στο δίκαιο των ΣΣΕ και στη σύμφωνη με το πνεύμα της Οδηγίας ερμηνεία του ΠΔ 178/2002.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
In the current globalized economy, where the international competition as well as the continuous effort of enterprises to reduce operating costs and increase their competitiveness dominate, enterprise restructurings are on the rise. Thus companies are combined/absorbed/degraded and generally are subject to economic change in order to strengthen their market position. Restructuring may either refer to the whole undertaking or to a part of the business or to a particular service. The present study sets out to examine the Collective Agreements and Company Working Rules applicable after the transfer of the undertaking to another entity. It is known that the EU Directive 2001/23 / EC included a detailed regulation regarding this issue. The Directive 77/187 was incorporated into national law by means of Presidential Decree (PD)_ 572/1988. The subsequent Directive 98/50 was incorporated into national law by means of Presidential Decree (PD) 178/2002. The incorporation of the above Directiv ...
In the current globalized economy, where the international competition as well as the continuous effort of enterprises to reduce operating costs and increase their competitiveness dominate, enterprise restructurings are on the rise. Thus companies are combined/absorbed/degraded and generally are subject to economic change in order to strengthen their market position. Restructuring may either refer to the whole undertaking or to a part of the business or to a particular service. The present study sets out to examine the Collective Agreements and Company Working Rules applicable after the transfer of the undertaking to another entity. It is known that the EU Directive 2001/23 / EC included a detailed regulation regarding this issue. The Directive 77/187 was incorporated into national law by means of Presidential Decree (PD)_ 572/1988. The subsequent Directive 98/50 was incorporated into national law by means of Presidential Decree (PD) 178/2002. The incorporation of the above Directives into Greek law on the question of the application of the Collective Agreements and Company Working Rules after a transfer has taken place has not been very successful. One should take into account that since the transfer of an undertaking may occur in various different forms (eg. as the transfer of the whole undertaking, business, a part of the business or a particular service) and since the transferred entity and the the undertaking of the transferee may be governed by more and different Collective Agreements and Company Working Rules, many issues have to be resolved regarding the correlation of these different sources of law.The simultaneous taking into accountof Article 3 § 3 of Directive 98/50 and art. 4 § 2 of PD 178/2002 shows that the latter has only partly incorporated Article 3 § 3 of the Directive. According to art. 4 § 2 of PD 178/2002 the transferee shall continue to observe the terms and conditions agreed in any Collective Agreement on the same terms applicable to the transferor under that agreement but it is not specified when and how this obligation of the transferee expires. The imperfect transfer of this Directive has created –according to the study- problems of legal interpretation regarding the question what is the power of working conditions agreed in a Collective Agreement or Company Working Rules after the transfer of undertakings and how the transferee may be released from the obligation to observe working conditions agreed in a Collective Agreement or Company Working Rules applicable to the transferred undertaking, business or part.This thesis considers that the non-regulation of these issues by PD 178/2002 constitutes an imperfect incorporation of the Directive into Greek Law and possibly a legislative gap in our national law. To solve this issue –according to the study- we should focus on the Collective Agreements Law and on the legal interpretation of Decree 178/2002 in the light of the European Directives.
περισσότερα