Περίληψη
Το βασικό ερώτημα που εξετάζεται στην παρούσα διατριβή είναι η σχέση μεταξύ των μορφολογικών διαδικασιών της κλίσης και της παραγωγής καθώς και η έκφανση της σχέσης τους μέσα από ένα πλήθος φαινομένων. Αυτό το ερώτημα αποτελεί ένα από τα βασικότερα ζητήματα της βιβλιογραφίας καθώς έχει άμεση σχέση με την «αρχιτεκτονική της γραμματικής» . Τα δεδομένα που εξετάζονται προέρχονται κυρίως από τη διάλεκτο Griko που ομιλείται στην Κάτω Ιταλία και την Κοινή Νέα Ελληνική (ΚΝΕ). Η διατριβή δομείται σε πέντε ξεχωριστά κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζονται οι δύο διαφορετικές προοπτικές της μορφολογικής ανάλυσης, δηλαδή η δομησιακή (constructive) και η αφαιρετική (abstractive) προοπτική, ως προς συγκεκριμένα ζητήματα, όπως: (α) οι μονάδες που αποθηκεύονται στο νοητικό λεξικό, (β) η κατάκτηση των μορφολογικών κανόνων, (γ) η σχέση μεταξύ των κανόνων (computation) και της αποθήκευσης (storage) στη μορφολογική ανάλυση, και (δ) η εσωτερική δόμηση των λέξεων. Υποστήριξα ότι το μοντέλο της Constructio ...
Το βασικό ερώτημα που εξετάζεται στην παρούσα διατριβή είναι η σχέση μεταξύ των μορφολογικών διαδικασιών της κλίσης και της παραγωγής καθώς και η έκφανση της σχέσης τους μέσα από ένα πλήθος φαινομένων. Αυτό το ερώτημα αποτελεί ένα από τα βασικότερα ζητήματα της βιβλιογραφίας καθώς έχει άμεση σχέση με την «αρχιτεκτονική της γραμματικής» . Τα δεδομένα που εξετάζονται προέρχονται κυρίως από τη διάλεκτο Griko που ομιλείται στην Κάτω Ιταλία και την Κοινή Νέα Ελληνική (ΚΝΕ). Η διατριβή δομείται σε πέντε ξεχωριστά κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο εξετάζονται οι δύο διαφορετικές προοπτικές της μορφολογικής ανάλυσης, δηλαδή η δομησιακή (constructive) και η αφαιρετική (abstractive) προοπτική, ως προς συγκεκριμένα ζητήματα, όπως: (α) οι μονάδες που αποθηκεύονται στο νοητικό λεξικό, (β) η κατάκτηση των μορφολογικών κανόνων, (γ) η σχέση μεταξύ των κανόνων (computation) και της αποθήκευσης (storage) στη μορφολογική ανάλυση, και (δ) η εσωτερική δόμηση των λέξεων. Υποστήριξα ότι το μοντέλο της Construction Morphology (CM) συνδυάζει τα στοιχεία και από τις δύο προοπτικές. Στο δεύτερο μέρος του κεφαλαίου εξετάζονται τα διάφορα μοντέλα που αναπαριστούν τη σχέση μεταξύ κλίσης και παραγωγής μέσα στο μορφολογικό τομέα. Πήρα θέση υπέρ της τοποθέτησης της κλίσης μέσα στο μορφολογικό τομέα ώστε να μπορεί να αλληλεπιδρά με την παραγωγή. Στο δεύτερο κεφάλαιο η ανάλυση επικεντρώνεται στην εξέταση των γραμματικών χαρακτηριστικών της κλίσης και της παραγωγής ως μορφολογικών διαδικασιών. Υποστηρίχθηκε ότι τόσο η κλίση όσο και η παραγωγή έχουν έναν εγγενώς παραδειγματικό χαρακτήρα, δηλαδή τα στοιχεία που δημιουργούνται από αυτές τις διαδικασίες σχηματίζουν ένα δίκτυο σχέσεων (network of relations). Αυτές οι παραδειγματικές σχέσεις μεταξύ των στοιχείων καθρεφτίζονται στον συνταγματικό άξονα της γλώσσας και ως εκ τούτου σχηματίζουν τους μορφολογικούς κανόνες (αφηρημένα σχήματα). Επίσης, αναλύονται οι βασικές θέσεις του μοντέλου της CM. Το μοντέλο της CM συνθέτει βασικές αρχές από διάφορα μοντέλα μορφολογικής ανάλυσης και διαμορφώνει ένα πλαίσιο για την ανάλυση των λέξεων. Βασική θεωρητική πρόταση της CM είναι ότι η μορφολογική δημιουργικότητα (morphological creativity) των φυσικών ομιλητών μπορεί να αναπαρασταθεί με αφηρημένα σχήματα. Στην τελευταία ενότητα προτείνεται η εξέταση της σχέσης μεταξύ της κλίσης και της παραγωγής μέσα στο πλαίσιο της CM. Στο τρίτο κεφάλαιο εξετάζεται η σχέση μεταξύ της μετάπλασης (conversion) και των κλιτικών ιδιοτήτων του εξαγόμενου (output) σε δεδομένα της ΚΝΕ. Δεδομένου ότι η μετάπλαση αποτελεί αντικείμενο διερεύνησης ως προς τα γραμματικά χαρακτηριστικά της, η ανάλυση ξεκίνησε από την εξέταση του ερωτήματος αν και σε ποιο βαθμό η μετάπλαση πρέπει να θεωρείται μορφολογική διαδικασία. Με βάση τα δεδομένα της Ελληνικής υποστήριξα ότι η υπόθεση της επανεγγραφής (relisting) δεν ευσταθεί στην ΚΝΕ και ως εκ τούτου πρέπει να αναζητήσουμε μία διαφορετική λύση. Υποστήριξα ότι μία ανάλυση της μετάπλασης βασισμένη σε μηδενικά μορφήματα είναι προβληματική και ανέλυσα τη μετάπλαση στη Νέα Ελληνική ως μία παραδειγματική σχέση. Υποστήριξα ότι η σχέση μεταξύ των διαδικασιών μπορεί να αναπαρασταθεί ως σχήματα που συνδέονται μεταξύ τους παραδειγματικά (paradigmatically related schemas). Με βάση το συγκεκριμένο συμπέρασμα, τέθηκε το επόμενο ερώτημα το οποίο αφορά στη σχέση μεταξύ της μετάπλασης και των κλιτικών ιδιοτήτων των ρημάτων. Υποστήριξα ότι στα δεδομένα της ΚΝΕ η μετάπλαση παρουσιάζει στενή σχέση με την κλίση, καθώς μαρκάρει το τελικό εξαγόμενο του σχηματισμού με συγκεκριμένα κλιτικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, μία βασική διαφορά που εντοπίστηκε μεταξύ των συγκεκριμένων σχηματισμών και αντίστοιχων σχηματισμών που παρατηρούνται διαγλωσσικά είναι το γεγονός ότι η μετάπλαση στη Νέα Ελληνική δεν μαρκάρει το τελικό εξαγόμενο με το χαρακτηριστικό μία ενιαίας κλιτικής τάξης, αλλά προσδίδει χαρακτηριστικά μίας μεικτής κλιτικής κατηγορίας που αντιστοιχεί σε δύο διαφορετικές κλιτικές τάξεις της Νέας Ελληνικής. Στην τελευταία ενότητα προτείνεται μία ανάλυση της σχέσης μεταξύ της μετάπλασης και των κλιτικών τάξεων με βάση το μοντέλο της CM. Υποστήριξα ότι η σχέση μεταξύ της μετάπλασης και των κλιτικών τάξεων μπορεί να αναπαρασταθεί ως ένας δομικός περιορισμός πάνω στο σχήμα του ρήματος. Στο τέταρτο κεφάλαιο εξετάζεται η ρηματική παραγωγή στη διάλεκτο Griko και αναλύονται κάποιες περιπτώσεις ρηματικών σχηματισμών που εμφανίζουν το παραγωγικό επίθημα -idz(o). Το επίθημα -idz(o) πρωτοτυπικά παράγει ρήματα από ονοματικές βάσεις. Ωστόσο, το ζήτημα που τίθεται για το συγκεκριμένο επίθημα είναι ότι σε κάποιες περιπτώσεις οι σχηματισμοί που προκύπτουν δεν εντάσσονται στην παραπάνω κατηγορία, γιατί το επίθημα δεν πληροί τα χαρακτηριστικά του αντίστοιχου ρηματοποιητή. Σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται ένα πλήθος ρηματικών ζευγών που εμφανίζονται τόσο ως απλές (χωρίς επίθημα) όσο και ως πολύπλοκες (με επίθημα).Επομένως, εύλογα, γεννάται το ερώτημα ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο το συγκεκριμένο στοιχείο εμφανίζεται τόσο συστηματικά. Για να απαντήσουμε στο ερώτημα που θέσαμε πιο πάνω σχετικά με τα κενά μορφήματα στη Griko εξετάσαμε το ρηματικό κλιτικό σύστημα και διαπιστώσαμε το εξής: οι ρηματικές κλιτικές τάξεις στο διαλεκτικό σύστημα της Griko εμφανίζουν μεγάλη διαφορά ως προς την παραγωγικότητά τους (productivity) και ως εκ τούτου τα ρήματα της δεύτερης κλιτικής τάξης τείνουν να μεταπλαστούν ώστε να αποκτήσουν τη μορφή των ρημάτων της πρώτης κλιτικής τάξης. Επίσης, λόγω της στενής επαφής μεταξύ του συστήματος της Griko, με την Ιταλική αλλά και τις τοπικές διαλέκτους, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι οι ρηματικές τάξεις του συστήματος συρρικνώνονται ως μία στρατηγική του συστήματος απέναντι στις κυρίαρχες τάσεις των γειτνιαζόντων συστημάτων. Συνδυάζοντας τις παρατηρήσεις για τα ‘κενά’ παραγωγικά επιθήματα και την αλλαγή των κλιτικών τάξεων, φτάσαμε στο συμπέρασμα ότι τα συγκεκριμένα στοιχεία λειτουργούν ως δομικά στοιχεία για να αλλάξει κατηγορία το ρήμα και να διατηρήσει την παραγωγικότητά του. Με άλλα λόγια, η προσθήκη των συγκεκριμένων στοιχείων βοηθά στην αλλαγή της κλιτικής τάξης συγκεκριμένων ρημάτων και την αναδιοργάνωση του κλιτικού ρηματικού συστήματος, εν γένει. Υποστήριξα ότι είναι δυνατό ένα παραγωγικό (derivational) πρόσφυμα να τραπεί σε κλιτικό, γεγονός που υποστηρίζει τη σχέση μεταξύ των δύο διαδικασιών σε διαχρονικό επίπεδο. Ωστόσο, ακολουθώντας προηγούμενες έρευνες, υποστήριξα ότι ένα παραγωγικό στοιχείο δεν μπορεί να αποκτήσει αμιγώς μορφοσυντακτικά χαρακτηριστικά. Όπως φαίνεται και από τα δεδομένα μας, ένα παραγωγικό στοιχείο μπορεί να αποκτήσει ιδιότητες μορφώματος (morphome), δηλαδή καθαρά μορφολογικό ρόλο. Υποστήριξα ότι μέσα στο πλαίσιο της CM η γραμματικοποιήση συμπληρώνει την έννοια της σχηματ(ικ)οποίησης (constructionalization), όπου ένας νέος συνδυασμός δομής-σημασίας (γλωσσικό σημείο) δημιουργείται μέσα από μια σειρά μικρών βημάτων και συνοδεύεται από αλλαγές στο επίπεδο της παραγωγικότητας και της συνθετ(ικ)ότητας. Στο πέμπτο κεφάλαιο εξέτασα την εμφάνιση κλιτών παρελθοντικών τύπων μέσα σε ρηματικούς σχηματισμούς με προρρηματικά της κατηγορίας ΙΙ (class II preverbs). Ξεκίνησα από το δύσκολο θέμα της γραμματικής υπόστασης της αύξησης στη Νέα Ελληνική. Η γραμματική υπόσταση της αύξησης στη Griko δεν έχει γίνει αντικείμενο συστηματικής μελέτης. Με βάση τις γενικές υποθέσεις για τις διαλέκτους, θα περιμέναμε η αύξηση να έχει κλιτικό χαρακτήρα. Ωστόσο με βάση την εξέταση των δεδομένων αποδεικνύεται ότι η αύξηση έχει κατανομή παρόμοια με εκείνη της ΚΝΕ, δεδομένου ότι εμφανίζεται μόνο για να φέρει τον τόνο. Η παρατήρηση αυτή έρχεται σε αντίθεση με τις προηγούμενες γραμματικές περιγραφές της διαλέκτου που υποστηρίζουν τη μορφολογική υπόσταση της αύξησης. Τόσο στην ΚΝΕ όσο και στην Griko η αύξηση θεωρείται περισσότερο ως ένας κλιτικός δείκτης (inflectional marker) παρά ως ένα κλιτικό πρόθημα.Ένα ακόμα θέμα που με απασχόλησε ήταν η γραμματική φύση των προρρηματικών της κατηγορίας ΙΙ. Πήρα θέση υπέρ της άποψης ότι τα προρρηματικά αυτής της κατηγορίας πρέπει να θεωρούνται περισσότερο ως δεσμευμένα στοιχεία παρά ως αυτόνομες λέξεις και επομένως οι σχηματισμοί με προρρηματικά πρέπει να θεωρούνται ως παράγωγα (derivatives). Ωστόσο, όπως αποδεικνύεται και από τα δεδομένα με την αύξηση, οι δομές με προρρηματικά της κατηγορίας ΙΙ δεν εμφανίζουν πάντα τον ίδιο βαθμό συνοχής. Κάποια προρρηματικά έχουν χαλαρή σχέση με τη βάση, ενώ κάποια άλλα δείχνουν να έχουν μεγαλύτερο βαθμό συνεκτικότητας. Επίσης έδειξα ότι η βασική διαφορά μεταξύ των Ελληνικών και των άλλων ευρωπαϊκών γλωσσών είναι η εξής: υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι οι δομές προρρηματικό-βάση στη Νέα Ελληνική είναι λέξεις, εφόσον τα προρρηματικά δεν μπορούν να διαχωριστούν από τη βάση και να κινηθούν σε μία κάποια άλλη θέση μέσα στη φράση, ενώ στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, αυτοί οι σχηματισμοί είναι στα όρια λέξης και φράσης, εφόσον το προρρηματικό (ή το μεταρρηματικό) μπορεί να μετακινηθεί σε κάποια άλλη θέση. Με βάση τις προηγούμενες παραδοχές προχώρησα στην εξέταση της εμφάνισης της εσωτερικής αύξησης μέσα σε παράγωγους σχηματισμούς στην ΚΝΕ και τη Griko. Υποστήριξα ότι η εσωτερική αύξηση στην ΚΝΕ έχει μια σαφή κατανομή η οποία μπορεί να καθοριστεί με βάση δύο άξονες: τα σημασιολογικά χαρακτηριστικά της βάσης και ειδικότερα το χαρακτηριστικό [± λόγιο] αλλά και το βαθμό συνοχής μεταξύ των συστατικών. Στη Griko η αύξηση σε σχηματισμούς με προρρηματικά κατηγορίας ΙΙ είτε εμφανίζεται εξωτερικά είτε δεν εμφανίζεται. Σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να εμφανιστεί εσωτερικά γεγονός που μπορεί να ερμηνευθεί από τη διαφορετική ιστορική πορεία που ακολούθησε η διάλεκτος σε σχέση με την ΚΝΕ. Τα προρρηματικά έχουν στενή σχέση με τη βάση γεγονός που ενισχύει την άποψη ότι τα προρρηματικά αυτής της κατηγορίας είναι παραγωγικά. Στο τελευταίο μέρος του πέμπτου κεφαλαίου ανέλυσα τους συγκεκριμένους σχηματισμούς μέσα στο πλαίσιο της CM. Η εμφάνιση της κλίσης μέσα σε παράγωγους σχηματισμούς συνδέθηκε με τη διάκριση θέμα (stem) - λέξη (word), ενώ τα διαφορετικά σχήματα δόμησης είναι ιεραρχικά δομημένα.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
One of the most difficult but, at the same time, interesting questions in morphological theory is the relation between inflection and derivation. This question lies at the heart of the problem of the architecture of the morphological component and thus raises important issues such as: (a) the relation between the lexicon and the grammar, and (b) the model which best accounts for the relevant facts. In the present thesis, the aim is to examine certain morphological phenomena which reveal the close relation between the two processes, and to show that both should be accounted for in the morphological component. Three aspects of the problem are exhaustively discussed, drawing data from Standard Modern Greek and Griko, and it is shown that languages with rich inflection provide interesting data relevant to the discussion. I discuss the relation between conversion and inflectional classes in Standard Modern Greek, the evolution of derivational affixes into inflectional ones in Griko and the ...
One of the most difficult but, at the same time, interesting questions in morphological theory is the relation between inflection and derivation. This question lies at the heart of the problem of the architecture of the morphological component and thus raises important issues such as: (a) the relation between the lexicon and the grammar, and (b) the model which best accounts for the relevant facts. In the present thesis, the aim is to examine certain morphological phenomena which reveal the close relation between the two processes, and to show that both should be accounted for in the morphological component. Three aspects of the problem are exhaustively discussed, drawing data from Standard Modern Greek and Griko, and it is shown that languages with rich inflection provide interesting data relevant to the discussion. I discuss the relation between conversion and inflectional classes in Standard Modern Greek, the evolution of derivational affixes into inflectional ones in Griko and the appearance of inflection inside derivation in both Griko and Standard Modern Greek. The analysis of the data is given within a Construction Morphology framework. In general, Construction Morphology offers important insights into the problem since it has a strong lexicalist orientation with both inflection and word formation within the lexicon, and the proposed word-formation schema (construction) is applicable to both derivation and inflection. The Construction Morphology framework provides effective solutions to the problems discussed in the relevant chapters and paves the way for the analysis of similar phenomena.
περισσότερα