Περίληψη
Με αφορμή τις μήτρες ειδωλίων που βρέθηκαν στο Άργος διερευνήθηκαν και αξιολογήθηκαν αρχαιολογικές μαρτυρίες σχετικά με την ύπαρξη αλλά και την εξειδικευμένη λειτουργία εργαστηριακών χώρων στη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων, με βασικό πεδίο έρευνας τα εργαστήρια κοροπλαστικής. Από την καταγραφή των δεδομένων γίνεται σαφές ότι αρκετές από τις εγκαταστάσεις των εργαστηρίων ακολουθούν σε γενικές γραμμές τις θέσεις που είχαν επιλεγεί στη διάρκεια των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, στις οποίες δεν αποκλείεται να διαμορφώθηκαν όλες εκείνες οι παραγωγές που αναφέρονται στις γραπτές πηγές και κατέστησαν ευρέως γνωστή την πόλη του Άργους. Το γεγονός της χωροταξικής κατανομής των εργαστηρίων δεν είναι ανεξάρτητο από το γεωμορφολογικό ανάγλυφο της πόλης που καθορίζει σημαντικά σε κάθε περίοδο τον ιστό και τις λειτουργίες της. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις η μικρή μεταξύ τους απόσταση, όπως αυτή που παρατηρείται στα εργαστήρια βορειοδυτικά του αρχαίου Θεάτρου, υποδηλώνει αποδοχή των όποιων ρυθμ ...
Με αφορμή τις μήτρες ειδωλίων που βρέθηκαν στο Άργος διερευνήθηκαν και αξιολογήθηκαν αρχαιολογικές μαρτυρίες σχετικά με την ύπαρξη αλλά και την εξειδικευμένη λειτουργία εργαστηριακών χώρων στη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων, με βασικό πεδίο έρευνας τα εργαστήρια κοροπλαστικής. Από την καταγραφή των δεδομένων γίνεται σαφές ότι αρκετές από τις εγκαταστάσεις των εργαστηρίων ακολουθούν σε γενικές γραμμές τις θέσεις που είχαν επιλεγεί στη διάρκεια των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, στις οποίες δεν αποκλείεται να διαμορφώθηκαν όλες εκείνες οι παραγωγές που αναφέρονται στις γραπτές πηγές και κατέστησαν ευρέως γνωστή την πόλη του Άργους. Το γεγονός της χωροταξικής κατανομής των εργαστηρίων δεν είναι ανεξάρτητο από το γεωμορφολογικό ανάγλυφο της πόλης που καθορίζει σημαντικά σε κάθε περίοδο τον ιστό και τις λειτουργίες της. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις η μικρή μεταξύ τους απόσταση, όπως αυτή που παρατηρείται στα εργαστήρια βορειοδυτικά του αρχαίου Θεάτρου, υποδηλώνει αποδοχή των όποιων ρυθμίσεων έχει θέσει η πόλη για τις δραστηριότητες αυτές, χωρίς να αποκλείονται και κοινοί χώροι προετοιμασίας του πηλού ως πρώτη ύλη. Το ενδεχόμενο αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα συναγωνισμού μεταξύ των εργαστηρίων δεδομένου ότι συσχετίζεται με την δυνατότητα του προσπορισμού του πηλού από κοινή φυσική πηγή. Στην ευρύτατη επικράτηση συναλλαγών και στη διαμόρφωση της οικονομικής σκέψης τον 4ο αι. π.Χ. δεν περιλαμβάνονται πληροφορίες οικονομικού χαρακτήρα που να αφορούν στην κατηγορία της κοροπλαστικής, η οποία ως παραγωγική δραστηριότητα στην περίπτωση των εργαστηρίων Α και Β αναπτύσσεται κοντά σε δύο πόλους έλξης για τους πολίτες αλλά και για τους επισκέπτες, το Θέατρο και την Αγορά του Άργους. Η εμπορική διαδικασία διευκολύνεται σημαντικά με τη χρήση της μήτρας ως ευρέως διαδεδομένη τεχνική κατά την ελληνιστική εποχή που αφορά την πλειονότητα των έργων κοροπλαστικής, που οδήγησε στον καταμερισμό εργασίας και την κινητικότητα σε παραγωγές μικροτεχνίας περισσότερο προσιτές στο ευρύ κοινό των ελληνιστικών χρόνων . Ο μεγάλος αριθμός των εργαστηρίων του Άργους που δραστηριοποιούνται , όπως αποδεικνύεται από ανασκαφικές μαρτυρίες, σε πολλούς τομείς δείχνει την αυτάρκεια της πόλης στη διάρκεια του 3ου και 2ου αι. π.Χ., μια τάση η οποία έχει παρατηρηθεί σε πολλές περιοχές του ελλαδικού χώρου με την ίδρυση αυτόνομων παραγωγικών κέντρων. Σε μια περίοδο που διαπνέεται από κοσμικότητα και νέες ιδέες, η τάση αυτή πρέπει να ευνοήθηκε από την μετακίνηση πληθυσμού από την «χώρα» προς την πόλη και την εύκολη διαρρύθμιση των οικιών σε διάφορα εργαστήρια.Αν και στο Άργος δεν φαίνεται να ισχύουν σταθεροί οικοδομικοί τύποι κατοικιών, τουλάχιστον σε σημεία που δεν συσχετίζονται άμεσα με δημόσιους χώρους, τα κοροπλαστικά εργαστήρια συνδέονται με τη δημόσια ζωή και οι παραγωγές τους φέρνουν στην επιφάνεια τον αργείο κοροπλάστη των ελληνιστικών χρόνων, ο οποίος υπογράφει τις μήτρες κυρίως ως ιδιοκτήτης εργαστηρίου, ανεξάρτητα από τη σπουδαιότητα του θέματος που απεικονίζεται. Από τον τελικό προορισμό του έργου επηρεάζεται το θεματολόγιο του κοροπλάστη και η τεχνική του ενώ εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό και τα πρωτοποριακά του σημεία. Στα τελευταία αυτά μπορούμε να αναγνωρίσουμε όχι μόνο την εφευρετική ικανότητα και την τεχνική του κοροπλάστη, όπως στην περίπτωση του ευρήματος του εργαστηρίου Β με την απόδοση της μορφής του Σάραπη και της «ιεροδούλου» στην ίδια μήτρα, αλλά και τη δυνατότητα συνδυασμού καθιερωμένων τύπων ανά περιόδους και κατά γεωγραφικές στην αρχαιότητα περιοχές και ακόμα την αναβίωση σπανιοτέρων θεμάτων.Η αργειακή κοροπλαστική των ελληνιστικών χρόνων δεν έμεινε ανεπηρέαστη από τη μεγάλη πλαστική, προσαρμόσθηκε όμως με στόχο να ικανοποιεί τις ανάγκες των ασθενέστερων οικονομικά πολιτών, που προέρχονταν από ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Η επίδραση αυτή είναι εμφανής και ιδιαίτερα έντονη σε ορισμένες μήτρες με θέματα που ανάγονται στον θρησκευτικό κύκλο, όπου συνδυάζονται τυπολογικά και εικονογραφικά στοιχεία του 5ου και 4ου αι. π.Χ. και προγονικές παραδόσεις με ιδιαίτερο ρόλο στις λατρείες. Οι διαστάσεις ορισμένων μητρών παραπέμπουν στην ύπαρξη αγαλματιδίων ως προτύπων, τα οποία θα χρησίμευαν τόσο ως αναθήματα στα ανακαινισμένα ιερά της πόλης όσο και ως διακοσμητικά αντικείμενα σε οικίες, δημόσια κτήρια, κρήνες, άλση. Η σχέση με τη φύση τονίζεται με στην απόδοση σκηνών από την καθημερινότητα όπου δηλώνονται και στοιχεία περιβάλλοντος.Στο δημιουργικό πλαίσιο των εργαστηρίων Α και Β δεν απουσιάζουν οι επιρροές μεγάλων καλλιτεχνικών κέντρων του αρχαίου κόσμου (Αθήνα, Κόρινθος, Σικυώνα, Μύρινα) σε συγκεκριμένους εικονογραφικούς τύπους (Ταναγραίες, πλακίδιο Σφίγγας, Ηρακλής τύπου Farnese, Νίκες). Ωστόσο η μελέτη του υλικού των δύο εργαστηρίων είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική καθώς συνυπάρχουν στυλιστικά και εικονογραφικά πρότυπα που μαρτυρούν γνώση της αργείτικης παράδοσης (πτηνόσχημο ειδώλιο, πεπλοφόροι, αναθέτριες). Τα εργαστήρια αναπαράγουν αυτή την παράδοση, η οποία απηχεί τους θρησκευτικούς δεσμούς του παρελθόντος (Αφροδίτη, Άρτεμις, Διόνυσος, Ηρακλής, Διόσκουροι), αποδέχεται όμως και τα μηνύματα της εποχής του, δεν αδιαφορεί για την νέα αντίληψη των πραγμάτων, τα οποία χαρακτηρίζονται από κοσμικότητα και στο θεματολόγιο, κυρίως του εργαστηρίου Α, επικρατούν οι ενδεδυμένες γυναικείες μορφές τύπου Τανάγρας. O επιβλητικός χώρος του αρχαίου Θεάτρου του Άργους , που κτίσθηκε στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. αποτελεί το εδώλιο, όπου η πόλη εκφράζεται μέσα από θεατρικά σχήματα, στα οποία τα προσωπεία – μάσκες της διονυσιακής λατρείας δημιουργούν ποικίλες προσδοκίες και μεταμορφώσεις. Η απόδοση της καθημερινότητας γίνεται ευχερέστερη με τύπους που ευνοούνται από την Νέα Κωμωδία, όπως οι καρικατούρες – γκροτέσκ, του εργαστηρίου Β, αλλά και οι σκηνές στις οποίες τονίζεται το περιβάλλον, η φύση και τα ζώα. Οι μήτρες του εργαστηρίου αυτού μας παρέχουν επίσης γνώση σχετικά με αντικείμενα που συμβάλλουν στο διάκοσμο μιας οικίας, όπως τα θυμιατήρια με το απλό ή πολλαπλό στέλεχος και τα ομοιώματα επίπλων. Τα ομοιώματα πήλινων βωμίσκων σε συνδυασμό με την απόκτηση ειδωλίων θεοτήτων, που ανταποκρίνονται στην επιθυμία του πολίτη, διευκολύνει την ιδιωτική λατρεία σε μια περίοδο όπου θρησκείες , όπως της Ίσιδας και του Σάραπη, βρίσκονται πλησιέστερα στο πλήθος. Η μελέτη των ευρημάτων από το Άργος εμπλούτισε τις γνώσεις μας για την αργείτικη κοροπλαστική στη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων και καθιστά σαφές ότι στις μελλοντικές δημοσιεύσεις θα αναδειχθούν πρότυπα και σειρές παραγωγής ειδωλίων που θα εξαρτώνται και θα διαφοροποιούνται ανάλογα με την ευρύτητα του γνωστικού πεδίου του κοροπλάστη, την τεχνική του ικανότητα, τις απαιτήσεις του κοινού αλλά και τις εξωτερικές καλλιτεχνικές επιρροές.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
A number of moulds for terracotta figurines found at Argos led to the investigation of the location, function and production of terracotta figurines’ workshops in Hellenistic Argos. From the recording of the evidence it is clear that many if not most of the workshops were established in the same location with their antecedents in the archaic and classical periods, continuing even in spatial terms a tradition that made known the city of Argos already from the archaic period. The spatial distribution of workshops in the Hellenistic period is not irrelevant to the natural landscape as the latter seems to have dictated the urban and political landscape of Argos. Workshops located closely to each other, as those to the northwest of the ancient Theater, further suggest that the polis probably regulated their activity by setting ground rules, while common areas for preparing the clay could be another reason for their spatial accumulation. This may partly imply competition between workshops, ...
A number of moulds for terracotta figurines found at Argos led to the investigation of the location, function and production of terracotta figurines’ workshops in Hellenistic Argos. From the recording of the evidence it is clear that many if not most of the workshops were established in the same location with their antecedents in the archaic and classical periods, continuing even in spatial terms a tradition that made known the city of Argos already from the archaic period. The spatial distribution of workshops in the Hellenistic period is not irrelevant to the natural landscape as the latter seems to have dictated the urban and political landscape of Argos. Workshops located closely to each other, as those to the northwest of the ancient Theater, further suggest that the polis probably regulated their activity by setting ground rules, while common areas for preparing the clay could be another reason for their spatial accumulation. This may partly imply competition between workshops, but also partly the ability of collecting clay from a common natural source. Nevertheless, the location of Workshops A and B in Argos very near to two rather busy places of the polis urban centre, the Theatre and the Agora, suggests that this was not everywhere the case.In general, terracotta figurines’ production does not seem to have hold a prominent role in economy that was becoming increasingly monetary already from the fourth century BC. The increasing use of mould that was becoming a widespread technique for the majority of terracotta works in the Hellenistic era, led to the decrease of cost production, the increase of production in quantitative terms, division of labor and the mobility of miniature commodities that were becoming more accessible to people. The large number of various workshops in Argos in the third and second centuries BC, as evidenced by archaeological evidence, indicates the city’s sufficiency and is part of a greater pattern which has been observed in many regions of Greece where autonomous production centers have been established. In a period dominated by secularism and inspired by new ideas, this tendency should have been favored by population movement from the countryside to the urban centre and the transformation of houses into various workshops.Even though in Argos standard Greek house types do not seem to be the rule, at least in areas not associated with public spaces, coropolastic workshops were linked with public life and their products recall the Argive production of the archaic period, which is signed by the owner of the workshop regardless from the significance or insignificance of the iconographic type. The final destination and buyer of the figurine affected the type and technique (advanced or not) used by the coroplast for the figurine. To these one may add the coroplast’s genuine contribution and specialized abilities, as suggested by Workshop B and the depiction of Sarapis and “Hierodoulos” on the same mould, as well as the combination of common types by period and region with the revival of earlier iconographic themes.The Argive coroplastic production in the Hellenistic period did not remain uninfluenced by the art of large sculpture, but it was adjusted to satisfy the needs of poor people coming from lower social strata. This influence is evident and particularly bold in some moulds with iconographic themes from religious circles, where typological and iconographic elements of the fifth and fourth centuries are brought together with traditional cult symbolisms and probably also activities. The size of certain moulds implies that these were modeled on statuettes that were used as votive offerings in sanctuaries and shrines or even as standing decorative elements in houses, public buildings, spaces, fountains and groves. Relation with nature is underlined by the depiction of scenes from daily life where natural elements are also depicted.Influences from important artistic centers such as Athens, Corinth, Sicyon, Myrina, Rhodos, Boeotia in particular types of figurines (e.g. Tanagraiai, Sphinx plaque, Herakles Farnese, Nikai) can be observed in moulds of Workshops A and B. However certain stylistic and iconographic choices also suggest for the awareness of the Argive tradition of the archaic and Classical periods (bird-shaped figurines, peplophoroi, female dedicators or adorants). In the Hellenistic period the reproduction of this tradition conveyed significant religious symbolisms to the past and the cult of significant deities for the polis of Argos (Aphrodite, Artemis, Dionysos, Herakles, Dioskouroi). At the same time these symbolisms encompassed new messages and meanings produced by the contemporary sociopolitical circumstances of the Hellenistic period and characterized by sophistication, secularity and theatricality as particularly noted in the female Tanagra figurines of Workshop A. In the imposing ancient Theater of Argos built in the early third century BC, the Argive polis is expressed through theatrical schemes in which theatric masks, symbols of Dionysiac cult, create multiple expectations and transformations. Daily life is reproduced by types of the New Comedy such as the caricatures-grotesque of Workshop B, but also by types related to the nature and animals. The moulds of incense burners with single or multiple stem, and furniture of Workshop B provide us with insights into house decoration of the time. Moreover, in a period when mystic cults such as Isis’ or Sarapis’ flourished, the acquisition of miniature clay models of altars along with figurines depicting such deities may have been used in practicing private cult into houses. The study of figurines from Argos has enhanced our knowledge and has contributed to our understanding of Argive coroplastic production in the Hellenistic period. Thus, the ground for future studies has been set in order to identify archetypes and production series that may or may not vary according to the coroplast’s specialized knowledge, market demands or other artistic influences.
περισσότερα