Περίληψη
Στην παρούσα μελέτη εξετάστηκε η επίδραση των φυσικών αντιμικροβιακών παραγόντων- EDTA, λυσοζύμη και αιθέρια έλαια δενδρολίβανου και ρίγανης- στο χρόνο ζωής, τη μικροχλωρίδα, τα οργανοληπτικά και φυσικοχημικά χαρακτηριστικά των ημι-μαγειρεμένων σνίτσελ κοτόπουλου που διατηρήθηκαν στους 4 °C. Ο χρόνος ζωής των μεταχειρίσεων που συσκευάστηκαν υπό αερόβιες συνθήκες ήταν 10, 11, 12 και 15 ημέρες για τα δείγματα A, AEL, AR/ AO και AELR/ AELO, αντίστοιχα, ενώ αυτών υπό κενό ήταν ίσος με 14 για τα VPEL, 16 για τα VP/ VPR/ VPO και 18 ημέρες για τα VPELR/ VPELO δείγματα, αντίστοιχα. Η μεταχείριση VPELR ήταν πιο αποτελεσματική έναντι της ανάπτυξης της ΟΜΧ, του Brochothrix thermosphacta, των Οξυγαλακτικών βακτηρίων και των Ζυμών/ Μυκήτων, ενώ η μεταχείριση VPELO ανέστειλε περισσότερο την ανάπτυξη των Ψευδομονάδων και των Εντεροβακτηριοειδών. Παρατηρήθηκε ότι μόνο οι μεταχειρίσεις VPELR και VPELO διατήρησαν τα αρχικά φυσικοχημικά και βελτίωσαν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των δειγμάτων.Επίσης, ...
Στην παρούσα μελέτη εξετάστηκε η επίδραση των φυσικών αντιμικροβιακών παραγόντων- EDTA, λυσοζύμη και αιθέρια έλαια δενδρολίβανου και ρίγανης- στο χρόνο ζωής, τη μικροχλωρίδα, τα οργανοληπτικά και φυσικοχημικά χαρακτηριστικά των ημι-μαγειρεμένων σνίτσελ κοτόπουλου που διατηρήθηκαν στους 4 °C. Ο χρόνος ζωής των μεταχειρίσεων που συσκευάστηκαν υπό αερόβιες συνθήκες ήταν 10, 11, 12 και 15 ημέρες για τα δείγματα A, AEL, AR/ AO και AELR/ AELO, αντίστοιχα, ενώ αυτών υπό κενό ήταν ίσος με 14 για τα VPEL, 16 για τα VP/ VPR/ VPO και 18 ημέρες για τα VPELR/ VPELO δείγματα, αντίστοιχα. Η μεταχείριση VPELR ήταν πιο αποτελεσματική έναντι της ανάπτυξης της ΟΜΧ, του Brochothrix thermosphacta, των Οξυγαλακτικών βακτηρίων και των Ζυμών/ Μυκήτων, ενώ η μεταχείριση VPELO ανέστειλε περισσότερο την ανάπτυξη των Ψευδομονάδων και των Εντεροβακτηριοειδών. Παρατηρήθηκε ότι μόνο οι μεταχειρίσεις VPELR και VPELO διατήρησαν τα αρχικά φυσικοχημικά και βελτίωσαν τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά των δειγμάτων.Επίσης, μελετήθηκε η ανάπτυξη/ επιβίωση των Listeria monocytogenes, Salmonella enterica serotype Montevideo και μίγμα 4 στελεχών Bacillus cereus, που ενοφθαλμίστηκαν στα ημι-μαγειρεμένα σνίτσελ κοτόπουλου που διατηρήθηκαν στους 4 °C. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι πληθυσμοί των βακτηρίων L. monocytogenes και Salmonella Montevideo μειώθηκαν ή διατηρήθηκαν στα επίπεδα που αρχικά ενοφθαλμίστηκαν στα δείγματα, ενώ το μίγμα του Bacillus cereus, όχι μόνο κατάφερε να επιβιώσει, αλλά και να αναπτυχθεί σε πολύ υψηλούς πληθυσμούς της τάξης των 6-9 log CFU/ g.Με βάση τη μελέτη της επίδρασης των προαναφερθέντων αντιμικροβιακών παραγόντων έναντι της ανάπτυξης/ επιβίωσης των παθογόνων μικροοργανισμών στα δείγματα κοτόπουλου στους 4 ή/ και 8 °C, βρέθηκε ότι ο συνδυασμός των EDTA, λυσοζύμης και ριγανέλαιου και ήταν αποτελεσματικότερος έναντι της ανάπτυξης των L. monocytogenes (VPELΟLm) και Bacillus cereus (VPELΟB), ενώ ο συνδυασμός EDTA, λυσοζύμης και αιθέριου ελαίου του δενδρολίβανου ανάστειλε την ανάπτυξη της Salmonella Montevideo (VPELRS). Οι αντιμικροβιακοί παράγοντες που εξετάστηκαν ήταν πιο αποτελεσματικοί στους 4 έναντι των 8 °C. Επιπλέον, παρατηρήθηκε ότι οι πληθυσμοί των L. monocytogenes και Salmonella Montevideo διατηρήθηκαν στα αρχικά επίπεδα, ενώ ο Bacillus cereus αυξήθηκε με το χρόνο διατήρησης των ημι-μαγειρεμένων σνίτσελ κοτόπουλου.Τέλος, μελετήθηκε η επίδραση των μικροκυμάτων στην ανάπτυξη/ επιβίωση των ενοφθαλμισμένων παθογόνων μικροοργανισμών στα δείγματα κοτόπουλου που διατηρήθηκαν στους 4 και 8 °C. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συνδυασμοί EDTA, λυσοζύμης και αιθέριων ελαίων δενδρολίβανου ή ρίγανης, μπορεί να ελάττωσαν τον αρχικό πληθυσμό των παθογόνων για 2 (Lm), 3 (Sm) και 4 (Β) min αλλά δεν φαίνεται να είναι ικανός να επιφέρει την πλήρη αδρανοποίηση αυτών, η οποία επιτυγχάνεται με τη χρήση των μικροκυμάτων. Επιπλέον, όταν τα δείγματα εμβολιαστούν με L. monocytogenes, Salmonella Montevideo και Bacillus cereus, η εσωτερική θερμοκρασία των δειγμάτων να φτάσει μετά το ψήσιμο τους 76-78, 84-85 και 97-98 °C, αντίστοιχα, για να θεωρηθούν ασφαλή προς κατανάλωση.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
In the present study, the effect of natural antimicrobials- EDTA, lysozyme and the essential oils of rosemary and oregano- on the shelf-life, natural microflora, sensory and physicochemical characteristics of the semi-cooked coated chicken fillets stored at 4 °C, was examined. The organoleptic shelf-life, was determined 10, 11, 12 and 15 days for the A, AEL, AR/ AO και AELR/ AELO samples, respectively, whereas for the VP chicken fillets the shelf-life was 14 for the VPEL, 16 for the VP/ VPR/ VPO and 18 days for the VPELR/ VPELO chicken samples. Additionally, it was found that the most effective treatment against TVC, Brochothrix thermosphacta, Lactic acid bacteria and Yeasts/ Moulds was VPELR, whereas against Pseudomonas spp. and Enterobacteriaceae was the VPELO. These two treatments were also the most effective ones in preserving both sensory and physicochemical characteristics of the semi-cooked coated chicken fillets.Additionally, the survival/ growth of Listeria monocytogenes, Salm ...
In the present study, the effect of natural antimicrobials- EDTA, lysozyme and the essential oils of rosemary and oregano- on the shelf-life, natural microflora, sensory and physicochemical characteristics of the semi-cooked coated chicken fillets stored at 4 °C, was examined. The organoleptic shelf-life, was determined 10, 11, 12 and 15 days for the A, AEL, AR/ AO και AELR/ AELO samples, respectively, whereas for the VP chicken fillets the shelf-life was 14 for the VPEL, 16 for the VP/ VPR/ VPO and 18 days for the VPELR/ VPELO chicken samples. Additionally, it was found that the most effective treatment against TVC, Brochothrix thermosphacta, Lactic acid bacteria and Yeasts/ Moulds was VPELR, whereas against Pseudomonas spp. and Enterobacteriaceae was the VPELO. These two treatments were also the most effective ones in preserving both sensory and physicochemical characteristics of the semi-cooked coated chicken fillets.Additionally, the survival/ growth of Listeria monocytogenes, Salmonella enterica serotype Montevideo and of a 4-strain cocktail of Bacillus cereus inoculated onto the samples and subsequently stored at 4 °C was examined. Results showed that population of both L. monocytogenes and Salmonella Montevideo was either reduced or maintained at the initial inoculation levels. On the contrary, the cocktail of Bacillus cereus managed not only to survive but to grow and increased to 6-9 log CFU/ g population, with storage time.Furthermore, the effect of the aforementioned natural antimicrobials on the survival/ growth of the pathogens was also examined, inoculated onto the fillets and stored either at 4 or 8 °C. Our results showed that the combination of EDTA, lysozyme and oregano essential oil was more effective against the growth of L. monocytogenes (VPELΟLm) and Bacillus cereus (VPELΟB), whereas the combination of EDTA, lysozyme and rosemary essential oil was effective against Salmonella Montevideo (VPELRS). The antimicrobials added were more effective when used at rather 4 than at 8 °C. Furthermore, it was noted that counts of L. monocytogenes and Salmonella Montevideo were maintained at its initial levels. As far as Bacillus cereus was concerned it was found that counts increased throughout the storage period. Finally, the effect of the microwave heating against the survival/ growth of the pathogens was determined at 4 και 8 °C. Results showed that the combination of EDTA, lysozyme and essential oils might have reduced the initial counts of the pathogens for 2 (Lm), 3 (Sm) and 4 (Β) min, but for the final inactivation of the microorganisms only microwaves were responsible. It is noteworthy that when the semi-cooked coated chicken fillets were inoculated with L. monocytogenes, Salmonella Montevideo and Bacillus cereus, they should be microwave cooked until the product’ s internal temperature reaches 76-78, 84-85 και 97-98 °C, respectively, so as for the product to be considered safe for consumption.
περισσότερα