Περίληψη
Εισαγωγή. Η διατήρηση της ομοιοστασίας του οργανισμού απέναντι στη συνεχή προσβολή του από βλαπτικά ερεθίσματα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση. Σημαντικό ρόλο στην διατήρηση της ομοιοστασίας του εσωτερικού περιβάλλοντος αλλά και στην οικοδόμηση της απάντησης του οργανισμού στα βλαπτικά ερεθίσματα έχει το σύστημα των ενδοκρινών αδένων. Τα όργανα του συστήματος βρίσκονται σε διάφορες περιοχές του ανθρωπίνου σώματος και συντονίζουν της δράση τους με την επίδραση ορμονών που παράγονται από τον υποθάλαμο και την υπόφυση μετά από επεξεργασία ερεθισμάτων της περιφέρειας. Οι παραγόμενες ορμόνες αλληλεπιδρούν με κύτταρα και χημικά μόρια του Κ.Ν.Σ και του ανοσοποιητικού συστήματος «χτίζοντας» έτσι μια πολύπλοκη και πολυεπί-πεδη αντίδραση στα βλαπτικά ερεθίσματα που μπορεί κάτω υπό προϋποθέσεις να είναι βλαπτική για τον οργανισμό. Οι ενδοκρινολογικές μεταβολές που συμβαίνουν σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς αφορούν όλα τα όργανα του ενδοκρινικού συστήματος. Έχει βρεθεί πως η ένταση με τ ...
Εισαγωγή. Η διατήρηση της ομοιοστασίας του οργανισμού απέναντι στη συνεχή προσβολή του από βλαπτικά ερεθίσματα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση. Σημαντικό ρόλο στην διατήρηση της ομοιοστασίας του εσωτερικού περιβάλλοντος αλλά και στην οικοδόμηση της απάντησης του οργανισμού στα βλαπτικά ερεθίσματα έχει το σύστημα των ενδοκρινών αδένων. Τα όργανα του συστήματος βρίσκονται σε διάφορες περιοχές του ανθρωπίνου σώματος και συντονίζουν της δράση τους με την επίδραση ορμονών που παράγονται από τον υποθάλαμο και την υπόφυση μετά από επεξεργασία ερεθισμάτων της περιφέρειας. Οι παραγόμενες ορμόνες αλληλεπιδρούν με κύτταρα και χημικά μόρια του Κ.Ν.Σ και του ανοσοποιητικού συστήματος «χτίζοντας» έτσι μια πολύπλοκη και πολυεπί-πεδη αντίδραση στα βλαπτικά ερεθίσματα που μπορεί κάτω υπό προϋποθέσεις να είναι βλαπτική για τον οργανισμό. Οι ενδοκρινολογικές μεταβολές που συμβαίνουν σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς αφορούν όλα τα όργανα του ενδοκρινικού συστήματος. Έχει βρεθεί πως η ένταση με την οποία αναπτύσσονται είναι ενδεικτική της βαρύτητας της νόσου αλλά είναι και σημαντική για την πρόγνωση της έκβασης. Παράλληλα τα κλινικά προγνωστικά συστήματα πιστεύεται πως λόγω των μεθοδολογικών αδυναμιών τους δεν έχουν αποδώσει όσα η επιστημονική κοινότητα επιδίωκε και επιπλέον ότι μπορεί να βελτιωθεί η ικανότητά τους ως προς την εκτίμηση της βαρύτητας και την πρόγνωση της έκβασης. Σκοπός λοιπόν της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η μελέτη της προγνωστικής αξίας ορισμένων ενδοκρινικών μεταβολών και η σύγκριση της με τα κλινικά προγνωστικά συστήματα που χρησιμοποιούνται. Υλικό-Μέθοδος. Στη μελέτη συμπεριλήφθησαν ασθενείς που νοσηλεύτηκαν σε μικτή πολυδύναμη ΜΕΘ τριτοβάθμιου νοσοκομείου. Εντός 48 ωρών στους ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια εισαγωγής στη μελέτη γινότανε αιμοληψία για τη μέτρηση της ACTH, TSH, fT4, T3, PRL, DEHA-S και κορτιζόλης του πλάσματος. Άμεσα μετά χορηγούταν ενδοφλεβίως 1μg τετρακοσακτίδη και 30’ αργότερα γινότανε δεύτερη αιμοληψία για τον υπολογισμό της κορτιζόλης μετά τη διέγερση. Για κάθε ασθενή καταγραφότανε τα δημο-γραφικά στοιχεία, οι αιμοδυναμικές παράμετροι και οι θεραπευτικοί χειρισμοί και υπολο-γιζότανε η βαθμολογία των συστημάτων πρόγνωσης APACHE II, SOFA και ISS. Αποτελέσματα. Συνολικά 203 ασθενείς συμπεριλήφθησαν στη μελέτη(158 άντρες και 45 γυναίκες). 93 ασθενείς ήταν πολυτραυματίες, 57 ήταν παθολογικοί και 53 χειρουργικοί. Από το σύνολο των παθολογικών και χειρουργικών ασθενών 44 ασθενείς εμφάνιζαν σήψη. Η θνητότητα μεταξύ των ασθενών ήταν 27%. Στο σύνολο των ασθενών από τις ενδοκρινολογικές μεταβολές η αύξηση της κορτιζόλης μετά τη διέγερση και η DEHA-S εμφάνισαν σημαντικά στατιστική διαφορά μεταξύ επιβιωσάντων και μη. Πολυπαραγοντική λογιστική ανάλυση παλινδρόμησης αποκάλυψε πως η ηλικία(OR 1,02, 95% CI 1,01-1,04, p=0,001), η βαθμολογία SOFA(OR 1,36, 95% CI 1,19-1,56, p<0,001) και η αύξηση της κορτιζόλης(OR 0,88, 95% CI 0,81-0,97, p=0,005) είχαν ανεξάρτητη προγνωστική αξία. Στη σύγκριση των καμπυλών ROC του πολυπαραγοντικού μοντέλου και του συστήματος SOFA το πρώτο εμφάνιζε μεγαλύτερη AUC(0,807 έναντι 0,733 αντίστοιχα). Μεταξύ των πολύ-τραυματιών η πολυπαραγοντική λογιστική ανάλυση παλινδρόμησης αποκάλυψε πως το μοντέλο που συμπεριλάμβανε τη βαθμολογία APACHE II, τη DEHA-S και το γινόμενο TSH-ηλικίας εμφάνιζε μεγαλύτερη AUC(AUC 0.952, CI 0,887-0,985) από το APACHE II στις καμπύλες ROC. Συμπεράσματα. Από τα αποτελέσματα της μελέτης προκύπτει σε μικτό πληθυσμό βα-ρέως πασχόντων ασθενών οι ενδοκρινολογικές μεταβολές εμφανίζουν προγνωστική αξία σε σχέση με την επιβίωση κατά τη διάρκεια της νοσηλείας στη ΜΕΘ και επιπλέον ο συνδυασμός προγνωστικών συστημάτων και ενδοκρινολογικών μεταβολών βελτιώνει την προγνωστική ικανότητα των πρώτων.
περισσότερα