Περίληψη
Ένα από τα κύρια θρεπτικά συστατικά των ιχθυοτροφών που χρησιμοποιούνται στιςυδατοκαλλιέργειες αποτελεί η πρωτεΐνη, καθώς τα θαλασσινά ψάρια είναι από τη φύσητους σαρκοφάγα. Η τάση των τελευταίων ετών έχει προσανατολιστεί στηνεξοικονόμηση της πρωτεΐνης από άλλες ενεργειακές πηγές, λίπη και υδατάνθρακες γιαδιάφορους λόγους, οι βασικότεροι εκ των οποίων αφορούν το υψηλό της κόστος, τηνόλο και περισσότερο αυξανόμενη έλλειψη της παγκόσμια, και τέλος την επιβάρυνσητου θαλάσσιου περιβάλλοντος από τα προϊόντα καταβολισμού της (αμμωνία). Ηενσωμάτωση υψηλών επιπέδων ενεργειακών θρεπτικών συστατικών στις ιχθυοτροφέςεγκυμονεί τον κίνδυνο παύσης της ανάπτυξης των ψαριών, υπερβολικής εναπόθεσηςλίπους στους ιστούς των, αλλά και τη δημιουργία ανισορροπίας στο ποσοστό τωναπαραίτητων πολυακορέστων λιπαρών οξέων που πρέπει να εμπεριέχονται στην τροφή,των ω-3 αλλά και των ω-6 (Αραχιδονικό οξύ) καθώς η σημασία του έχει αναθεωρηθείτην τελευταία πενταετία.Ο σκοπός λοιπόν της παρούσας διατριβής ήταν η μελέτη ...
Ένα από τα κύρια θρεπτικά συστατικά των ιχθυοτροφών που χρησιμοποιούνται στιςυδατοκαλλιέργειες αποτελεί η πρωτεΐνη, καθώς τα θαλασσινά ψάρια είναι από τη φύσητους σαρκοφάγα. Η τάση των τελευταίων ετών έχει προσανατολιστεί στηνεξοικονόμηση της πρωτεΐνης από άλλες ενεργειακές πηγές, λίπη και υδατάνθρακες γιαδιάφορους λόγους, οι βασικότεροι εκ των οποίων αφορούν το υψηλό της κόστος, τηνόλο και περισσότερο αυξανόμενη έλλειψη της παγκόσμια, και τέλος την επιβάρυνσητου θαλάσσιου περιβάλλοντος από τα προϊόντα καταβολισμού της (αμμωνία). Ηενσωμάτωση υψηλών επιπέδων ενεργειακών θρεπτικών συστατικών στις ιχθυοτροφέςεγκυμονεί τον κίνδυνο παύσης της ανάπτυξης των ψαριών, υπερβολικής εναπόθεσηςλίπους στους ιστούς των, αλλά και τη δημιουργία ανισορροπίας στο ποσοστό τωναπαραίτητων πολυακορέστων λιπαρών οξέων που πρέπει να εμπεριέχονται στην τροφή,των ω-3 αλλά και των ω-6 (Αραχιδονικό οξύ) καθώς η σημασία του έχει αναθεωρηθείτην τελευταία πενταετία.Ο σκοπός λοιπόν της παρούσας διατριβής ήταν η μελέτη των επιδράσεων σε νεαράάτομα τσιπούρας (l-20g) αφ’ ενός μεν διαφορετικών ποσοστών πρωτεϊνης/ενέργειαςκαι αφ’ ετέρου του είδους των πολυακορέστων λιπαρών οξέων που εμπεριέχονται στηντροφή αραχιδονικό οξύ, αλλά και περίσσειας ω-3, στην κατανάλωση, και τηναξιοποίηση των θρεπτικών συστατικών, αλλά και στην ανάπτυξη, το μεταβολισμό καιτην ποσοτική και ποιοτική (λιπαρά οξέα) σύσταση του σώματος και του ήπατος.Σχεδιάστηκαν οκτώ πειραματικές τροφές που διέφεραν ως προς την περιεκτικότητα σετην πρωτεΐνη και το ενεργειακό περιεχόμενο, ο συνδυασμός των οποίων περιελάμβανετρία επίπεδα πρωτεΐνης 40, 46 και 52%, τρία επίπεδα λίπους 10, 15 και 20%, αλλά καιένα ποσοστό υδατανθράκων που κυμάνθηκε από ένα μέγιστο 40% σε ένα ελάχιστο18%.Το επίπεδο πρωτεΐνης 40% δοκιμάστηκε με δύο επίπεδα λίπους 10 και 20%.Η θρεπτική αξία των πειραματικών τροφών ελέγχθηκε αρχικά με βασικές χημικέςαναλύσεις, αλλά και με τον προσδιορισμό της πεπτικότητας των συστατικών πουεμπεριέχονταν σε αυτές. Η πρωτεΐνη χαρακτηρίστηκε από υψηλή πεπτικότητα, ενώ η πεπτικότητα των υδατανθράκων εξαρτώνταν από το ποσοστό τους στη τροφή. Ηπεπτικότητα του λίπους ήταν υψηλή, όμως το ποσοστό των υδατανθράκων επηρέαζεαρνητικά την πεπτικότητα του. Μελετήθηκε επίσης η επίδραση των «ακραίων»ποσοστών που τα θρεπτικά συστατικά είχαν συμπεριληφθεί στις πειραματικές τροφέςστη φυσιολογία της πέψης, με τον προσδιορισμό της ενεργότητας των ενζύμων πέψεωςτων υδατανθράκων και των πρωτεϊνών (α-αμυλάση και ολικά πρωτεολυτικά). Ταεπίπεδα του αμύλου επηρεάζουν την ενεργότητα της α- αμυλάσης. Τα υψηλά διαιτητικάλιπαρά φαίνεται ότι επηρεάζουν τη δραστικότητα της α-αμυλάσης, αλλά και τηενεργότητα των πρωτεολυτικών ενζύμων.Η θρεπτική αξία των πειραματικών τροφών διαφορετικής αναλογίας πρωτεΐνης/ενέργειας μελετήθηκε με τρία πειράματα διατροφής, σε νεαρά άτομα τσιπούρας (1-2γραρχικού βάρους). Τα δύο πρώτα αφορούσαν τη δοκιμή των παραπάνω πειραματικώνσιτηρεσίων σε υψηλές και χαμηλές θερμοκρασίες και με έως κορεσμού διατροφή. Τοτρίτο πείραμα διατροφής αφορούσε τη δοκιμή των δύο πειραματικών σιτηρεσίων πουείχαν δώσει τους καλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στο πείραμα των υψηλώνθερμοκρασιών σε διαφορετικά ποσοστά διατροφής αλλά και ένα ακόμα πειραματικόσιτηρέσιο με υψηλότερο ποσοστό πρωτεΐνης. Στις υψηλές θερμοκρασίες δενπαρατηρήθηκε διαφορά στους ρυθμούς ανάπτυξης καθώς τα ψάρια διαφοροποιούσαντην κατανάλωση τους προκειμένου να ικανοποιήσουν τις ενεργειακές τους απαιτήσεις.Η βέλτιστη αξιοποίηση της τροφής και των θρεπτικών συστατικών επιτεύχθηκε στιςχαμηλές καταναλώσεις και οι τροφές με 52% πρωτεΐνη, 15 και 20% λίπος φαίνεται ότικάλυπταν τις διαιτητικές απαιτήσεις σ’ αυτή την ηλικία των ψαριών σε έως κορεσμούδιατροφή. Στις χαμηλές θερμοκρασίες οι απαιτήσεις νεαρών ατόμων τσιπούρας σεπρωτεΐνη ήταν χαμηλότερες. Ένα ποσοστό πρωτεΐνης 47% σε συνδυασμό με 20% λίποςφαίνεται να αποτελεί το ιδανικό ποσοστό. Στο πείραμα των διαφορετικών ποσοστώνφάνηκε ότι αυτή η στρατηγική εκτροφής οδηγεί σε καλύτερη κατανομή των θρεπτικώνσυστατικών βελτιώνοντας σημαντικά την αξιοποίηση της τροφής αλλά και τησυγκράτηση των θρεπτικών συστατικών, ενώ υψηλότερα ποσοστά πρωτεΐνηςχειροτερεύουν τις παραμέτρους ανάπτυξης. Η σύσταση του σώματος έδειξε σε όλα ταπειράματα ότι το σωματικό και το ηπατικό λίπος σχετίζεται θετικά με το διαιτητικόλίπος, και ότι η διατροφή σε χαμηλά ποσοστά μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικήμείωση του λίπους.Προκειμένου να μελετηθεί η επίδραση των απαραίτητων ω-6 και ω-3 πολυακορέστων λιπαρών οξέων, η τροφή με 52% πρωτεΐνη και 15% λίπος εμπλουτίστηκε με τρίααυξανόμενα επίπεδα ω-6 (20:4ω-6 αραχιδονικό οξύ) και με ένα υψηλό επίπεδο ω-3(22:6ω-3, DHA). Το πείραμα διατροφής με τις παραπάνω τροφές περιελάμβανε εκτόςαπό τον έλεγχο της αύξησης και της σύστασης του σώματος των πειραματικών ψαριώνκαι τον ποιοτικό έλεγχο σε προεπιλεγμένους ιστούς, της σύστασης τους σε λιπαρά οξέα.Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στην ανάπτυξη και στη σύσταση του σώματος, παράμόνον στην εναπόθεση των επιπέδων του αραχιδονικού οξέως και του DHA στα πολικάλιπίδια των διαφόρων ιστών. Ήταν εμφανής μία ισχυρή εναπόθεση στους ιστούς στιςχαμηλές συγκεντρώσεις Αραχιδονικού οξέως υποδηλώνοντας την πιθανή ύπαρξη μιακάποιας μορφής ελέγχου στην εναπόθεση, εξαρτώμενη από τις ανάγκες του κάθε ιστού.Όσον αφορά την περίσσεια των ω-3 πολυακορέστων φαίνεται ότι και αυτάεναποτίθενται σε συγκεκριμένα ποσοστά, προκειμένου να διατηρηθεί η σταθερότητατης κυτταρικής μεμβράνης.Συμπερασματικά, οι απαιτήσεις νεαρών ατόμων τσιπούρας σε πρωτεΐνη είναι υψηλέςκαι η υποκατάσταση της από άλλες ενεργειακές πηγές δεν είναι δυνατή. Οι απαιτήσειςσε χαμηλή θερμοκρασία είναι μικρότερες, ενώ η διατροφή υψηλά ενεργειακών τροφώνσε χαμηλότερα ποσοστά αποδεικνύεται πιο επωφελής. Αυξανόμενα επίπεδαΑραχιδονικού οξέως, καθώς και περίσσειας 22:6ω-3 ενώ από τη μία δεν φαίνεται ναεπηρεάζουν την ανάπτυξη και τη σύσταση του σώματος νεαρών ατόμων τσιπούρας,από την άλλη, η διαφορετική εναπόθεση τους στους διάφορους ιστούς φαίνεται ναυποδηλώνει την επίδραση τους σε διάφορες φυσιολογικές παραμέτρους.
περισσότερα