Περίληψη
Η ανόμοια ανάπτυξη στον οικονομικό χώρο δεν αποτελεί φαινόμενο που προσιδιάζει μόνο στην Ελληνική πραγματικότητα. Διαφορετικοί ρυθμοί ανάπτυξης σημειώνονται τόσο σε περιφερειακό όσο σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο με προσιδιάζον χαρακτηριστικό το ανανεωμένο την τελευταία 15ετία ενδιαφέρον των οικονομολόγων να ερμηνεύσουν τους παράγοντες της παγκόσμιας και τοπικής οικονομικής ανάπτυξης καθώς και τις δυνάμεις που την προκαλούν. Στο ίδιο μήκος κύματος, σημαντική θέση στη θεωρητική και εμπειρική βιβλιογραφία κατέχει η αναζήτηση των αιτίων διαφορικής ανάπτυξης καθώς και η προοπτική των συστημάτων που παρουσιάζουν οικονομική επιβράδυνση, ιδιαίτερα στα πλαίσια πολιτικών και οικονομικών συνασπισμών όπου το ενδιαφέρον της κοινωνικοοικονομικής συνοχής επικεντρώνει τις προσπάθειες για συγχρονισμό και σύγκλιση. Στο γενικό μέρος του προλόγου-εισαγωγής που προηγήθηκε αναπτύχθηκε ο ευρύτερος προβληματισμός και παρουσιάστηκε το σώμα των τρεχουσών σύγχρονων ερμηνειών για την οικονομική ανάπτυξη. Η παρ ...
Η ανόμοια ανάπτυξη στον οικονομικό χώρο δεν αποτελεί φαινόμενο που προσιδιάζει μόνο στην Ελληνική πραγματικότητα. Διαφορετικοί ρυθμοί ανάπτυξης σημειώνονται τόσο σε περιφερειακό όσο σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο με προσιδιάζον χαρακτηριστικό το ανανεωμένο την τελευταία 15ετία ενδιαφέρον των οικονομολόγων να ερμηνεύσουν τους παράγοντες της παγκόσμιας και τοπικής οικονομικής ανάπτυξης καθώς και τις δυνάμεις που την προκαλούν. Στο ίδιο μήκος κύματος, σημαντική θέση στη θεωρητική και εμπειρική βιβλιογραφία κατέχει η αναζήτηση των αιτίων διαφορικής ανάπτυξης καθώς και η προοπτική των συστημάτων που παρουσιάζουν οικονομική επιβράδυνση, ιδιαίτερα στα πλαίσια πολιτικών και οικονομικών συνασπισμών όπου το ενδιαφέρον της κοινωνικοοικονομικής συνοχής επικεντρώνει τις προσπάθειες για συγχρονισμό και σύγκλιση. Στο γενικό μέρος του προλόγου-εισαγωγής που προηγήθηκε αναπτύχθηκε ο ευρύτερος προβληματισμός και παρουσιάστηκε το σώμα των τρεχουσών σύγχρονων ερμηνειών για την οικονομική ανάπτυξη. Η παρούσα έρευνα θέτει ως υποκείμενο έρευνας τον Ελληνικό χώρο όπου, σε επίπεδο ανάλυσης NUTS-3, επιχειρείται η αποτύπωση των οικονομικών χαρακτηριστικών της ελληνικής επικράτειας στο διάστημα 1971-2005 σε τρεις διακριτές περιόδους 1971-1994, 1995-1999 και 2000-2005 ακολουθώντας τη διαθεσιμότητα των αντίστοιχων μακροοικονομικών περιφερειακών στοιχείων της ΕΣΥΕ. Αν και θα μπορούσε να αποτυπωθεί ένας ικανός αριθμός κοινωνικών και οικονομικών χαρακτηριστικών που, κατά συνθήκη, απεικονίζει το βαθμό ανάπτυξης κάθε υποκειμένου σε έρευνα., τα σύγχρονα μεθοδολογικά εργαλεία, η διαθεσιμότητα των περιφερειακών στοιχείων αλλά και οι συγκεκριμένες μεθοδολογικές απαιτήσεις της εμπειρικής έρευνας περιόρισαν την αντίστοιχη προσέγγιση και τις μεταβλητές που αξιοποιήθηκαν για τον ίδιο σκοπό στην τελευταία από τις τρεις επικρατούσες μεθόδους, δηλαδή το περιφερειακό εισόδημα σε συνδυασμό με τον πληθυσμό και στην πυκνότητα συγκέντρωσής του ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο. Σε ένα πρώτο στάδιο ο σκοπός της έρευνας επικεντρώνεται στην απεικόνιση της τυπικής και συγκριτικής θέσης κάθε νομού συγκριτικά με την προηγούμενη περίοδο κάτω από το πρίσμα της συνεισφοράς του στο κεντρικό ερώτημα της διατριβής που αφορά στην έρευνα της οικονομικής σύγκλισης των νομών της χώρας. Η σκοπιμότητα του πρώτου σταδίου βρίσκεται στο γεγονός της έρευνας της υπόθεσης ενός μεμονωμένου ή αριθμού νομών που, παρά την κατάτμηση των τριών περιόδων, διατηρούν αναλλοίωτη ηγετική θέση με βάση τα κριτήρια που υιοθετεί το συγκεκριμένο στάδιο. Αντίστοιχα, ερευνάται η υπόθεση κάποιοι νομοί να βρίσκονται εγκλωβισμένοι στις τελευταίες θέσεις κατάταξης, γεγονός που θα υποδείξει, ανάλογα με την έντασή του, το βαθμό πόλωσης της ελληνικής οικονομικής πραγματικότητας. Στο ίδιο στάδιο ερευνάται η συμμετοχή κάθε νομού στην υπόθεση σύγκλισης απόκλισης, ενώ επιχειρείται μια συνολική χαρτογράφηση ανά περίοδο των ευρημάτων της έρευνας. Η υπόθεση ενός ομοιογενούς οικονομικού συστήματος που διέπεται από κοινές προτιμήσεις, κανόνες και θεσμούς, με την έννοια των κριτηρίων της νεοκλασικής θεωρίας επιτρέπει, στο δεύτερο στάδιο της εμπειρικής έρευνας, την εφαρμογή ενός αριθμού ελέγχων που ανήκουν στο χώρο της περιγραφικής στατιστικής και αποκαλύπτουν κατά περίοδο τις διαχρονικές τάσεις, σε συνολικό επίπεδο χώρας, σύγκλισης ή απόκλισης παρέχοντας στατικά μια πρώτη γενική εικόνα της έρευνας για την υπόθεση σύγκλισης. Παράλληλα, η ανεπάρκεια ή, με διαφορετική διατύπωση, η μονομέρεια αυτού του μεθοδολογικού εργαλείου που προκύπτει από τη στατική του φύση συμπληρώνεται από αντίστοιχη μη παραμετρική έρευνα που μελετά για κάθε περίοδο τη συμπεριφορά των νομών της χώρας δυναμικά, συμπληρώνοντας με αυτό τον τρόπο την εικόνα που έχει χαρτογραφηθεί στο πρώτο στάδιο της έρευνας. Τέλος, στο τρίτο στάδιο επιχειρείται μια εκτεταμένη παραμετρική οικονομετρική ανάλυση τριών περιόδων βάσει της οποίας ερευνάται η υπόθεση σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας. Ο περιορισμένος σε μερικές περιπτώσεις, εξαιτίας του αντίστοιχα περιορισμένου διαστήματος κάθε διαθέσιμης περιόδου, αριθμός δεδομένων πολλαπλασιάζεται μέσω της τεχνικής πάνελ επιτρέποντας τη συναγωγή συμπερασμάτων που βασίζονται τόσο σε παρατηρήσεις διαχρονικού (time series) όσο και διαστρωματικού (cross section) τύπου.
περισσότερα