Περίληψη
Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η παρουσίαση της θέσης του βρετανικού Τύπου και ειδικότερα, των εφημερίδων The Times και The Guardian στην ανάδειξη των ελληνοτουρκικών θεμάτων. Ο ρόλος του βρετανικού Τύπου υπήρξε σημαντικός στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων κατά τη δεκαετία 1955 με 1965. Η τελευταία πενταετία πριν από την ανεξαρτησία αναδεικνύει μια τρομακτική επιτάχυνση των εξελίξεων, καθώς τότε διαδραματίστηκαν τα σπουδαιότερα γεγονότα που καθόρισαν τη μετέπειτα εξέλιξη τους. Οι συντηρητικές κυβερνήσεις των Churchill και Eden (1951- 1957) ήταν αποφασισμένες να διατηρήσουν την παγκόσμια βρετανική κυριαρχία, αλλά δε μπορούσαν να αποφασίσουν τον τρόπο επίτευξης της στα πλαίσια των περιορισμένων -πλέον- οικονομικών τους δυνατοτήτων. Στην Κύπρο, όπως και στις υπόλοιπες αποικίες της Μεγάλης Βρετανίας, ασκείτο αποικιοκρατική πολιτική για να περισωθούν τα βρετανικά εθνικά συμφέροντα. Δικαίωμα αυτοδιάθεσης ζητούσαν και άλλες αποικίες, όπως η Παλαιστίνη, αλλά στην περίπτ ...
Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η παρουσίαση της θέσης του βρετανικού Τύπου και ειδικότερα, των εφημερίδων The Times και The Guardian στην ανάδειξη των ελληνοτουρκικών θεμάτων. Ο ρόλος του βρετανικού Τύπου υπήρξε σημαντικός στην πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων κατά τη δεκαετία 1955 με 1965. Η τελευταία πενταετία πριν από την ανεξαρτησία αναδεικνύει μια τρομακτική επιτάχυνση των εξελίξεων, καθώς τότε διαδραματίστηκαν τα σπουδαιότερα γεγονότα που καθόρισαν τη μετέπειτα εξέλιξη τους. Οι συντηρητικές κυβερνήσεις των Churchill και Eden (1951- 1957) ήταν αποφασισμένες να διατηρήσουν την παγκόσμια βρετανική κυριαρχία, αλλά δε μπορούσαν να αποφασίσουν τον τρόπο επίτευξης της στα πλαίσια των περιορισμένων -πλέον- οικονομικών τους δυνατοτήτων. Στην Κύπρο, όπως και στις υπόλοιπες αποικίες της Μεγάλης Βρετανίας, ασκείτο αποικιοκρατική πολιτική για να περισωθούν τα βρετανικά εθνικά συμφέροντα. Δικαίωμα αυτοδιάθεσης ζητούσαν και άλλες αποικίες, όπως η Παλαιστίνη, αλλά στην περίπτωση της Κύπρου, το αίτημα της για αυτοδιάθεση και Ένωση με την Ελλάδα είχε ήδη απορριφθεί το 1945 από το Λονδίνο. Το θέμα της διατήρησης των βρετανικών βάσεων στην Κύπρο απασχολούσε ιδιαίτερα τους Άγγλους και καθυστερούσε την παραχώρηση της ανεξαρτησίας στην Κύπρο. Αυτό διαφαίνεται επίσης από το σημαντικό αριθμό άρθρων που διαθέτουν οι εξεταζόμενες εφημερίδες στο συγκεκριμένο θέμα. Η διατήρηση των βάσεων στην Κύπρο αποτελεί -μέχρι σήμερα- θέμα «στρατηγικής σημασίας» για τους Βρετανούς και τις συμμαχικές δυνάμεις, καθώς κρίνεται αναγκαία η δυνατότητα στέγασης του στρατού στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι εξεταζόμενες εφημερίδες The Times και The Guardian ανήκουν σε φάσμα αντίθετων πολιτικών αντιλήψεων, ωστόσο σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ακολουθούν την ίδια περίπου «γραμμή». Τόσο οι συντηρητικοί Times όσο και η φιλελεύθερη Guardian προβάλλουν προσεκτικά, αλλά αυστηρά τα βρετανικά συμφέροντα και αντικατοπτρίζουν τις θέσεις της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής. Η Κύπρος είχε ανελλιπώς και σε καθημερινή βάση ανταποκριτές των βρετανικών εφημερίδων. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν απόφοιτοι καλών βρετανικών πανεπιστημίων και ανήκαν στην άρχουσα τάξη. Η σχέση του βρετανικού Τύπου και της Μυστικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (SIS) της Βρετανίας, γνωστής ως ΜΙ6 (Military Intelligence Section 6) είναι δεδομένη, καθώς υπάρχει εξαιρετική πληροφόρηση για τις καθημερινές εξελίξεις. Ο βρετανικός Τύπος μεροληπτεί υπέρ των βρετανικών εθνικών συμφερόντων, έστω και αν οι σχέσεις μεταξύ Μ.Μ.Ε. και πολιτικής είναι σχετικώς διαταραγμένες κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Έτσι, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην προετοιμασία του εδάφους για την άσκηση της βρετανικής αποικιοκρατικής πολιτικής στην Κύπρο. Μέσα από τη διερεύνηση των σχέσεων μεταξύ της Εξωτερικής Πολιτικής και των βρετανικών Μ.Μ.Ε. κατά την ερευνόμενη δεκαετία, διαφαίνεται ότι για περισσότερο από ενάμιση αιώνα, από τότε που εμφανίστηκε στο προσκήνιο η μαζική εμπορευματοποίηση του Τύπου στη Μεγάλη Βρετανία, η πλειονότητα των εφημερίδων και των περιοδικών υποστήριζε απροκάλυπτα την κεντροδεξιά πολιτική, ενώ ήταν περιορισμένος ο αριθμός εκείνων που τάσσονταν υπέρ μιας κεντροαριστερής ή ανεξάρτητης πολιτικής. Η ανάλυση άρθρων από τις εξεταζόμενες εφημερίδες είναι συχνά δυσχερής, καθώς είναι εξαιρετικά προσεκτικά γραμμένα. Η προπαγάνδα που ασκείται είναι έμμεση και για αυτό δυσκολεύει την επιλογή των στοιχείων που την επιβεβαιώνουν. Η επιλογή όμως, και μόνο των συγκεκριμένων άρθρων προς δημοσίευση από τις συγκριμένες εφημερίδες ή αντίστοιχα η απουσία σχολιασμού άλλων γεγονότων προκαλούν επίσης το ενδιαφέρον, διότι μέσα από τέτοιες «επιλογές» καταδεικνύονται τα «συμφέροντα» ή «ενδιαφέροντα» της βρετανικής πλευράς. Η διδακτορική διατριβή εστιάζεται σε πέντε συγκεκριμένα επιλεγμένα γεγονότα (υποδείγματα-περιπτώσεις), τα οποία ο βρετανικός Τύπος παρουσιάζει μέσα από τη δική του οπτική γωνία. Η δράση της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (1955-1959) για την απελευθέρωση της Κύπρου από τους αποικιοκράτες Άγγλους και ο κοινός εθνικός στόχος για την επανένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως «Απελευθερωτικός Αγώνας» από τους Ελληνοκυπρίους. Για τους Βρετανούς αποτελεί τρομοκρατική ενέργεια, με στόχο όσους εμποδίζουν τον απώτερο στόχο της. Ο βρετανικός Τύπος χρησιμοποιεί ευρέως τον όρο «τρομοκράτης» για τα πρόσωπα που συσχετίζονται με την Ε.Ο.Κ.Α. (π.χ. ο Συνταγματάρχης Γεώργιος Γρίβας κατονομάζεται ως ο «τρομοκράτης αρχηγός» της E.O.K.Α. το 1958). Οι Έλληνες της Κύπρου επικαλούνται το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, το οποίο αποτελεί βασική ρύθμιση του Διεθνούς Δικαίου για τους αποικιοκρατούμενους λαούς. Οι Βρετανοί παραχώρησαν εξουσία στους Τουρκοκυπρίους ως βοηθητικούς αστυνομικούς στην Κύπρο για την καταστολή της δράσης της Ε.Ο.Κ.Α. και απέφευγαν να παραχωρήσουν την πολυπόθητη ανεξαρτησία στην Κύπρο, προβάλλοντας διάφορες δικαιολογίες (ότι δήθεν δεν ήταν έτοιμη να ορθοποδήσει μόνη της ως χώρα). Τα Σεπτεμβριανά (1955), οι ανθελληνικές δηλαδή διαδηλώσεις στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη, οι οποίες κατέληξαν στα βίαια επεισόδια κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, συνδέονται με το Κυπριακό. Με γνώμονα την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων, οι Βρετανοί χρησιμοποίησαν την ελληνική μειονότητα στην Κωνσταντινούπολη για να προκαλέσουν εντάσεις μεταξύ της ελληνικής και τουρκικής πλευράς. Η δραματική εξέλιξη των γεγονότων δεν καταγράφεται έντονα από το βρετανικό Τύπο. Στις εκλογές στην Ελλάδα, ιδίως του 1956 και 1963, το Κυπριακό κατέστη μείζον ζήτημα από τους Έλληνες πολιτικούς. Τα ελληνικά θέματα ήταν σημαντικά για την Αγγλία, καθώς η Ελλάδα αντιμετωπίζεται από τη Μεγάλη Βρετανία ως Αποικία της. Στο βρετανικό Τύπο, το θέμα των ελληνικών εκλογών συχνότατα προηγείται των αμερικανικών και τουρκικών θεμάτων, ενώ συχνά πραγματοποιείται αναφορά σε φιλοβασιλικά και αγγλόφιλα πρόσωπα (Παπάγο, Μαρκεζίνη, βασιλιά Παύλο και Λεβίδη). Η υπογραφή των Συνθηκών του Λονδίνου και της Ζυρίχης και η δημιουργία του Κυπριακού Κράτους είναι μείζονος πολιτικής και στρατηγικής σημασίας για τη Μεγάλη Βρετανία. Οι Βρετανοί επιθυμούσαν τη διατήρηση της Κύπρου για την εξυπηρέτηση των γεωπολιτικών και στρατηγικών τους κριτηρίων (βάσεις). Η Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα δεν εξυπηρετούσε τα κοινά συμφέροντα των Η.Π.Α. και της Μεγάλης Βρετανίας στη Μέση Ανατολή. Προκειμένου να επιτευχθούν οι εθνικές της βλέψεις, η Μεγάλη Βρετανία ασκεί την πολιτική του «διαίρει και βασίλευε»: εμπλέκει τους Τούρκους στη διένεξη με την Κύπρο ως ισότιμους εταίρους με το ελληνικό κράτος και καθυστερεί την παραχώρηση της ανεξαρτησίας στην Κύπρο. Κυρίως όμως, ενδιαφέρεται για τη δημιουργία και διατήρηση βρετανικών βάσεων στην Κύπρο, για αυτό αφιερώνεται σημαντικός αριθμός άρθρων επί του θέματος. Το βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών ασκεί εκλεπτυσμένο έλεγχο στο βρετανικό Τύπο, ο οποίος έμμεσα εξυπηρετεί τους πολιτικούς στόχους και επιδιώξεις της βρετανικής διπλωματίας και ευνοεί τις τουρκικές θέσεις (διχοτόμηση) ως προς την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος. Οι διακοινοτικές διαταραχές στην Κύπρο το 1963-1964 όξυναν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οι Ελληνοκύπριοι παρουσιάζονται ως οι κύριοι υπαίτιοι της έκρυθμης κατάστασης. Η δράση της Τουρκικής Παραστρατιωτικής Οργάνωσης ΤΜΤ στην Κύπρο σχεδόν αγνοείται από το βρετανικό εξεταζόμενο Τύπο. Πρόκειται για μια εκλεπτυσμένη και έμμεση υποστήριξη των αγγλικών εφημερίδων προς τους Τούρκους και τους Τουρκοκυπρίους, ενώ συχνά είναι έκδηλη η βρετανική αποστροφή προς τις ελληνικές και ελληνοκυπριακές θέσεις. Η σχέση ανάμεσα στα βρετανικά MME. και τα κέντρα εξουσίας, τις ομάδες πίεσης και το βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών είναι βαρυσήμαντη. Τα Μ.Μ.Ε. συνεργάζονται με τις Μυστικές Υπηρεσίες στην Αγγλία για τη δημοσίευση συγκεκριμένων θεμάτων ειδήσεων. Ερευνάται ο τρόπος με τον οποίο φιλτράρονται οι ειδήσεις, το προφίλ των δημοσιογράφων στη Μεγάλη Βρετανία και η διαδικασία επιλογής των θεμάτων προς δημοσίευση. Παρουσιάζεται το θεσμικό πλαίσιο εντός του οποίου πρέπει να ασκείται το επάγγελμα του δημοσιογράφου, αλλά και ο έμπρακτος τρόπος άσκησης της δημοσιογραφίας. Το ζήτημα της «αντικειμενικότητας» στη δημοσιογραφία είναι επίσης σημαντικό ειδικά όταν δημοσιεύονται περίπλοκα πολιτικά θέματα, όπως για παράδειγμα το Κυπριακό ζήτημα, όπου μπορεί να υπάρχει συναισθηματική φόρτιση και ισχυροί θρησκευτικοί και εθνικοί δεσμοί με τα εδάφη τους. Παρά το γεγονός ότι τα πολιτικά δεδομένα και οι βρετανικές θέσεις απέναντι στη Μέση Ανατολή και την Τουρκία διέφεραν κατά την εξεταζόμενη περίοδο 1955 και 1965 με τη σημερινή, η θέση της Μεγάλης Βρετανίας στο Κυπριακό παραμένει διαχρονικά αναλλοίωτη. Οι πολιτικοί στόχοι της Μεγάλης Βρετανίας συγκλίνουν με εκείνους της Τουρκίας. Συνεπώς, οι δυο χώρες αποσκοπούν και συναινούν στην εξυπηρέτηση των κοινών πολιτικών τους συμφερόντων στην Κύπρο. Η βρετανική κυβέρνηση εξακολουθεί με έμμεσο διακριτικό τρόπο να εξυπηρετεί τα στρατηγικά και πολιτικά της συμφέροντα, εξισώνοντας όχι μόνο την πλειοψηφία του πληθυσμού της Κύπρου (τους Ελληνοκυπρίους) με τη μειοψηφία (τους Τουρκοκυπρίους), αλλά και προτάσσοντας τις τουρκικές επιδιώξεις σε βάρος του ελληνοκυπριακού λαού στη Μεγαλόνησο. Ως υποστηρικτικό υλικό της διατριβής, συμπεριλαμβάνονται σχετικά Παραρτήματα, οι βιβλιογραφικές και αρθρογραφικές πηγές που χρησιμοποιήθηκαν.
περισσότερα