Περίληψη
Η παρούσα διδακτορική διατριβή αναφέρεται στην προεγχειρητική και μετεγχειρητική εξέταση του λάρυγγα κατόπιν χειρουργικής αποκατάστασης των παραλυτικών φωνητικών χορδών εξαιτίας μιας ατελούς σύγκλεισης αυτών, με συνέπεια μιας μόνιμης φωνητικής διαταραχής. Η βραχνάδα είναι το κύριο σύμπτωμα μιας διαταραγμένης φωνής. Μια κοινή αιτία είναι η παράλυση των φωνητικών χορδών. Αυτό μπορεί να συμβεί στη μία ή και στις δύο πλευρές. Η βραχνάδα οφείλεται σε μια ατελή ή ασύμμετρη σύγκλειση των παραλυμένων φωνητικών χορδών, με αποτέλεσμα τις ακανόνιστες δονήσεις τους. Εξαιτίας της υψηλής συχνότητας των φωνητικών δονήσεων κατά την φώνηση (άνδρες: 100 Hz, γυναίκες: 200 Ηz) καθίσταται δύσκολη η μελέτη τους με την κοινή λαρυγγοσκόπηση. Έτσι λοιπόν για την καλύτερη εξέταση αυτών χρησιμοποιείται η στροβοσκόπηση, με την οποία επιβραδύνονται ψευδώς οι φωνητικές δονήσεις και έτσι καθίσταται ευκολότερη η μελέτη τους. Ωστόσο σε μια παράλυση των φωνητικών χορδών όπου οι ταλαντώσεις τους κατά την ομιλία μπορεί ν ...
Η παρούσα διδακτορική διατριβή αναφέρεται στην προεγχειρητική και μετεγχειρητική εξέταση του λάρυγγα κατόπιν χειρουργικής αποκατάστασης των παραλυτικών φωνητικών χορδών εξαιτίας μιας ατελούς σύγκλεισης αυτών, με συνέπεια μιας μόνιμης φωνητικής διαταραχής. Η βραχνάδα είναι το κύριο σύμπτωμα μιας διαταραγμένης φωνής. Μια κοινή αιτία είναι η παράλυση των φωνητικών χορδών. Αυτό μπορεί να συμβεί στη μία ή και στις δύο πλευρές. Η βραχνάδα οφείλεται σε μια ατελή ή ασύμμετρη σύγκλειση των παραλυμένων φωνητικών χορδών, με αποτέλεσμα τις ακανόνιστες δονήσεις τους. Εξαιτίας της υψηλής συχνότητας των φωνητικών δονήσεων κατά την φώνηση (άνδρες: 100 Hz, γυναίκες: 200 Ηz) καθίσταται δύσκολη η μελέτη τους με την κοινή λαρυγγοσκόπηση. Έτσι λοιπόν για την καλύτερη εξέταση αυτών χρησιμοποιείται η στροβοσκόπηση, με την οποία επιβραδύνονται ψευδώς οι φωνητικές δονήσεις και έτσι καθίσταται ευκολότερη η μελέτη τους. Ωστόσο σε μια παράλυση των φωνητικών χορδών όπου οι ταλαντώσεις τους κατά την ομιλία μπορεί να γίνουν πολύ ακαθόριστες, κάποιες φορές καθίσταται αδύνατο να μελετηθούν με την προναφερόμενη εξέταση της στροβοσκόπησης. Στην περίπτωση αυτή τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιέιται η τεχνολογία εγγραφής υψηλής ταχύτητας με ρυθμό έως και 4000 εικόνων ανά δευτερόλεπτο (βιντεοκυμογραφία υψηλής ταχύτητας, high speed glottography) με την οποία επιτυγχάνεται μια ακριβής αναπαράσταση των ακανόνιστων δονήσεων τών φωνητικών χορδών κατά τη διάρκεια της ομιλίας. Σκοπός της μελέτης είναι να εξετάσει την κλινική σημασία της βιντεοκυμογραφίας υψηλής ταχύτητας για την αναπαράσταση της δόνησης της φωνητικής χορδής ως ένδειξη για την χειρουργική επέμβαση βελτίωσης της φωνής (μετά από αύξηση των φωνητικών χορδών με τα λεγόμενα «fillers») καθώς και η αξιολόγηση των μετεγχειρητικών αποτελεσμάτων. Δευτερεύοντες στόχοι της μελέτης ήταν η εξέταση των επιπτώσεων της επέμβασης στη βελτίωση της ποιότητας φωνής και της ποιότητας ζωής των ασθενών.Στο διάστημα 06/2015 μέχρι 05/2018 εξετάστηκαν συνολικά 15 ασθενείς με μονόπλευρη παράλυση των φωνητικών χορδών (9 άντρες, 6 γυναίκες) ηλικίας 41 έως 80 ετών πρίν και 4 βδομάδες μετά την χειρουργική επέμβαση αποκατάστασης της φωνής. Η εξέταση του λάρυγγα πραγματοποιήθηκε με την άμεση λαρυγγοσκόπηση, με την βιντεοστροβοσκόπηση καθώς και με την βιντεοκυμογραφία υψηλής ταχύτητας. Επιπλέον, εξετάστηκαν οι υποκειμενικές και αντικειμενικές φωνητικές παράμετροι καθώς και η πνευμονική λειτουργία μέσω της σπιρομέτρησης. Μετά από την φωνοχειρουργική επέμβαση υπήρξε σημαντική βελτίωση στην υποκειμενική εικόνα των ασθενών που έλαβαν μέρος στην μελέτη. Όπως ήταν αναμενόμενο, εμφανίστηκε μια σημαντική βελτίωση στην σύγκλειση των φωνητικών χορδών τόσο με την μέθοδο της στροβοσκόπησης όσο και με αυτήν της βιντεοκυμογραφίας υψηλής ταχύτητας. Σε αντίθεση με την εξέταση της στροβοσκόπησης, η κυμογραφία υψηλής ταχύτητας έδειξε διαφορές πριν και μετά την επέμβαση σε ότι αφορά την μετατόπιση του βλεννογονικού κύματος, του πλάτους του καθώς και της συμμετρικότητας της ακολουθίας ταλάντωσης. Αυτό σημαίνει ότι η γλωττογραφία (ή κυμογραφία) υψηλής ταχύτητας καθίσταται διαγνωστικά ανώτερη σε σύγκριση με την στροβοσκόπηση και παρουσιάζει μεγάλη κλινική αξία σε ότι αφορά παθήσεις του λάρυγγα όπως η μονόπλευρη φωνητική παράλυση.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This doctoral dissertation addresses the preoperative and postoperative examination of the larynx following surgical restoration of paralyzed vocal folds due to incomplete closure, resulting in a persistent voice disorder. Hoarseness is the primary symptom of a disturbed voice, with vocal fold paralysis being a common cause. This can occur on one or both sides. Hoarseness results from incomplete or asymmetrical closure of the paralyzed vocal folds, leading to irregular vibrations. Due to the high frequency of vocal fold vibrations during phonation (men: 100 Hz, women: 200 Hz), studying them with conventional laryngoscopy is challenging. Therefore, stroboscopy is used for better examination, as it falsely slows down vocal fold vibrations, facilitating their study. However, in cases of vocal fold paralysis, where their oscillations during speech may become very indistinct, it can sometimes be impossible to analyze them using stroboscopy. In recent years, high-speed recording technology, ...
This doctoral dissertation addresses the preoperative and postoperative examination of the larynx following surgical restoration of paralyzed vocal folds due to incomplete closure, resulting in a persistent voice disorder. Hoarseness is the primary symptom of a disturbed voice, with vocal fold paralysis being a common cause. This can occur on one or both sides. Hoarseness results from incomplete or asymmetrical closure of the paralyzed vocal folds, leading to irregular vibrations. Due to the high frequency of vocal fold vibrations during phonation (men: 100 Hz, women: 200 Hz), studying them with conventional laryngoscopy is challenging. Therefore, stroboscopy is used for better examination, as it falsely slows down vocal fold vibrations, facilitating their study. However, in cases of vocal fold paralysis, where their oscillations during speech may become very indistinct, it can sometimes be impossible to analyze them using stroboscopy. In recent years, high-speed recording technology, with rates of up to 4000 frames per second (high-speed glottography), has been employed, achieving an accurate representation of the irregular vibrations of the vocal folds during speech. The purpose of this study is to examine the clinical significance of high-speed videokymography for representing vocal fold vibration as an indication for surgical intervention to improve voice (following vocal fold augmentation with so-called "fillers"), as well as to evaluate postoperative outcomes. Secondary objectives of the study included examining the effects of the surgery on voice quality and the quality of life of the patients. From June 2015 to May 2018, a total of 15 patients with unilateral vocal fold paralysis (9 men, 6 women) aged 41 to 80 years were examined before and four weeks after voice restoration surgery. The examination of the larynx was performed using direct laryngoscopy, videostroboscopy, and high-speed videokymography. Additionally, subjective and objective voice parameters, as well as pulmonary function, were assessed through spirometry. After the phonosurgical intervention, there was a significant improvement in the subjective assessments of the patients who participated in the study. As expected, there was a marked improvement in the closure of the vocal folds both with stroboscopy and with high-speed videokymography. In contrast to stroboscopy examinations, high-speed videokymography showed differences before and after the surgery regarding the displacement of the mucosal wave, its amplitude, and the symmetry of the oscillation pattern. This indicates that high-speed glottography (or kymography) is diagnostically superior compared to stroboscopy and has significant clinical value regarding laryngeal conditions such as unilateral vocal fold paralysis.
περισσότερα