Η δυναμική του έρωτα στον Ευριπίδη και τον Πλάτωνα: συγκριτική μελέτη της Μήδειας, του Ιππολύτου, του Συμποσίου και του Φαίδρου
Περίληψη
Η διατριβή αυτή αποτελεί μία συγκριτική μελέτη συγκεκριμένων έργων του Ευριπίδη και του Πλάτωνα και εστιάζει στην εξέταση του θέματος του έρωτα. Αυτή η προσέγγιση αποσκοπεί στο να ρίξει νέο φως στη μελέτη του έρωτα στην αρχαία Ελλάδα επιχειρώντας να εξετάσει συστηματικά και σε όλη τους την έκταση τις συγκλίσεις και αποκλίσεις μεταξύ των δύο συγγραφέων στα υπό εξέταση έργα τους – συγκλίσεις και αποκλίσεις που αφορούν στο περιεχόμενο αλλά και στον τρόπο πραγμάτευσης και παρουσίασης του θέματος του έρωτα. Με την επανεξέταση της σύνδεσης μεταξύ ποιητικής και φιλοσοφικής σκέψης, η διατριβή επαναφέρει στο προσκήνιο και στηρίζει τη θέση ότι το δράμα του Ευριπίδη είναι βαθιά φιλοσοφικό και ότι η φιλοσοφία του Πλάτωνα διαθέτει μια σημαντική ποιητική διάσταση, που εκφράζεται ιδιαίτερα στο θέμα του έρωτα. Τόσο ο Ευριπίδης όσο και ο Πλάτωνας απεικονίζουν τις πολυπλοκότητες της ερωτικής επιθυμίας και των σχέσεων μέσα από διαφορετικές φιλοσοφικές και ποιητικές οπτικές. Ωστόσο, επί του παρόντος, δεν ...
Η διατριβή αυτή αποτελεί μία συγκριτική μελέτη συγκεκριμένων έργων του Ευριπίδη και του Πλάτωνα και εστιάζει στην εξέταση του θέματος του έρωτα. Αυτή η προσέγγιση αποσκοπεί στο να ρίξει νέο φως στη μελέτη του έρωτα στην αρχαία Ελλάδα επιχειρώντας να εξετάσει συστηματικά και σε όλη τους την έκταση τις συγκλίσεις και αποκλίσεις μεταξύ των δύο συγγραφέων στα υπό εξέταση έργα τους – συγκλίσεις και αποκλίσεις που αφορούν στο περιεχόμενο αλλά και στον τρόπο πραγμάτευσης και παρουσίασης του θέματος του έρωτα. Με την επανεξέταση της σύνδεσης μεταξύ ποιητικής και φιλοσοφικής σκέψης, η διατριβή επαναφέρει στο προσκήνιο και στηρίζει τη θέση ότι το δράμα του Ευριπίδη είναι βαθιά φιλοσοφικό και ότι η φιλοσοφία του Πλάτωνα διαθέτει μια σημαντική ποιητική διάσταση, που εκφράζεται ιδιαίτερα στο θέμα του έρωτα. Τόσο ο Ευριπίδης όσο και ο Πλάτωνας απεικονίζουν τις πολυπλοκότητες της ερωτικής επιθυμίας και των σχέσεων μέσα από διαφορετικές φιλοσοφικές και ποιητικές οπτικές. Ωστόσο, επί του παρόντος, δεν υπάρχει μια λεπτομερής συγκριτική ανάλυση των αντιλήψεών τους. Αυτή η διατριβή υποστηρίζει ότι η σύγκριση των προσεγγίσεών τους για τον έρωτα συμβάλει στην κατανόηση του πώς ο έρωτας απεικονίστηκε ποιητικά και διερευνήθηκε φιλοσοφικά σε περιπτώσεις της ευριπίδειας και πλατωνικής δημιουργίας. Αυτή η μελέτη επανεξετάζει κλασικά κείμενα συγκρίνοντας δύο τραγωδίες του Ευριπίδη, τη Μήδεια και τον Ιππόλυτο, και δύο διαλόγους του Πλάτωνα, το Συμπόσιο και τον Φαίδρο, όπου ο έρωτας εμφανίζεται ως ένα σύνθετο και πολυδιάστατο θέμα. Εξετάζοντας τις κοινές τάσεις μεταξύ του Ευριπίδη και του Πλάτωνα σχετικά με τον έρωτα, η διατριβή δίνει έμφαση στις κοινές τους προσεγγίσεις ως προς τη νοηματοδότηση του έρωτα, τα εκφραστικά μέσα και τους στόχους τους. Σε σχέση με τη νοηματοδότηση του έρωτα, και οι δύο πλευρές διερευνούν τον έρωτα διανοητικά, εμβαθύνοντας στις μεταφυσικές, ψυχικές, συναισθηματικές και διανοητικές του διαστάσεις πέρα από τη φυσική επιθυμία. Επιπλέον, ο Ευριπίδης και ο Πλάτωνας χρησιμοποιούν τον διάλογο, τον μύθο και διάφορα άλλα ποιητικά και δραματικά στοιχεία ως εκφραστικά μέσα για να μεταφέρουν τις ιδέες τους για τον έρωτα. Και οι δύο επιδιώκουν να εγείρουν προβληματισμούς μέσα από τα έργα τους, οι οποίοι συμβάλλουν στον στοχασμό και την ηθική και διανοητική εξέλιξη. Ωστόσο, οι ομοιότητές τους περιλαμβάνουν στοιχεία τόσο σύγκλισης όσο και απόκλισης. Η διατριβή αυτή τονίζει τις ομοιότητες μεταξύ του Ευριπίδη και του Πλάτωνα και αναφέρεται στις αποκλίσεις (οι οποίες θεωρούνται αναμενόμενες λόγω του διαφορετικού γραμματειακού είδους των έργων τους), όπου κρίνεται απαραίτητο. Η διατριβή υποστηρίζει ότι, εκτός από τον Σωκράτη, ο Ευριπίδης ίσως επηρέασε σημαντικά την πνευματική ανάπτυξη του νεαρού Πλάτωνα, παρά την έλλειψη άμεσων ιστορικών αποδείξεων που τεκμηριώνουν αυτόν τον ισχυρισμό. Αυτή η υπόθεση βασίζεται στο κοινό τους πολιτιστικό και πνευματικό περιβάλλον και στην ανάλυση των έργων τους. Έτσι, αυτή η μελέτη ρίχνει παράλληλα φως στο πώς ο Πλάτων ανέπτυξε την έννοια του έρωτα από την τραγωδία, ενισχύοντας την κατανόησή μας για τον έρωτα στα έργα της εποχής. Με την μετεξέλιξη της τραγωδίας σε ένα νέο μοντέλο πλατωνικής ποιητικής και την ενσωμάτωση θεατρικών στοιχείων στους πλατωνικούς διαλόγους, η φιλοσοφία του Πλάτωνα συνυφαίνεται με τον ποιητικό και δραματικό κόσμο. Με αυτόν τον τρόπο, η διατριβή υπογραμμίζει ότι ο Πλάτωνας λειτούργησε ως αναμορφωτής και στον χώρο του θεάτρου, συνδέοντας τους πλατωνικούς διαλόγους με την ποίηση του Ευριπίδη μέσα από το πρίσμα του έρωτα. Ωστόσο, η κατανόηση των έργων του Πλάτωνα δεν αποτελεί τον μοναδικό άξονα της διατριβής. Η διατριβή μέσα από τη συγκριτική μελέτη των συγκεκριμένων έργων του τραγικού ποιητή και του φιλοσόφου επιχειρεί να αναχθεί στη βαθύτερη δομή του πολιτισμικού και ιδεολογικού υποβάθρου που υπόκειται στην πραγμάτευση του θέματος του έρωτα και στους δύο συγγραφείς και στα δύο κειμενικά είδη. Παράλληλα, με αυτόν τον τρόπο θεωρεί ότι θα συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση τόσο των έργων του Ευριπίδη όσο και των έργων του Πλάτωνα. Μετά τις ευχαριστίες και τον πίνακα περιεχομένων, η μελέτη ξεκινά με το πρώτο, εισαγωγικό, κεφάλαιο, ακολουθούμενο από τρία βασικά κεφάλαια που αποτελούν τον πυρήνα της έρευνας και καταλήγοντας μετά στο συμπερασματικό κεφάλαιο. Το δεύτερο κεφάλαιο “From Tragedy to Plato” ασχολείται με τη σύνδεση στο περιεχόμενο και τη μορφή των έργων του Ευριπίδη και του Πλάτωνα. Το τρίτο κεφάλαιο “Poetic Dramaturgy of Eros” επικεντρώνεται στα εκφραστικά μέσα και τα παραδείγματα της κοινής ποιητικής δραματουργίας του έρωτα. Το τέταρτο κεφάλαιο “Content of Eros” παρουσιάζει τη νοηματοδότηση και τη σημασία που δίνεται στον έρωτα από τις δύο πλευρές.Το εισαγωγικό κεφάλαιο αρχίζει με αναφορά στην εκτενή συζήτηση που έχει υπάρξει για τον έρωτα διαχρονικά, η οποία έχει εξοπλίσει τους μελετητές σήμερα με πολύτιμα εργαλεία και ερμηνευτικά πλαίσια για την επανεξέταση των κλασικών κειμένων και την ανακάλυψη νέων προσεγγίσεων (ενότητα 1.1.). Σκιαγραφεί τους στόχους της σύγκρισης του πώς ο έρωτας παρουσιάζεται στις δύο τραγωδίες του Ευριπίδη και τους δύο διαλόγους του Πλάτωνα, επισημαίνοντας τα ζητούμενα της συγκεκριμένης μελέτης (ενότητα 1.2.). Ο συγγραφέας της διατριβής εξηγεί την επιλογή της Μήδειας, του Ιππόλυτου, του Συμποσίου και του Φαίδρου ως κεντρικά έργα για τη διερεύνηση αυτής της θεματικής (ενότητα 1.3.). Ακολουθεί η παρουσίαση της δομής της διατριβής (ενότητα 1.4.) και μια ολοκληρωμένη επισκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας, επισημαίνοντας τόσο τα βασικά έργα στα οποία στηρίζεται αυτή τη μελέτη όσο και το κενό που στοχεύει να καλύψει (ενότητα 1.5.). Βασικοί όροι και έννοιες ορίζονται για να διασφαλιστεί η σαφήνεια και η κατανόηση πριν την παρουσίαση του έρωτα στα επιλεγμένα έργα (ενότητα 1.6.). Η εισαγωγή καταλήγει επισημαίνοντας κάποια θέματα ανάλυσης και ερμηνευτικών προσεγγίσεων στα κείμενα του Ευριπίδη και του Πλάτωνα, συζητώντας στοιχεία όπως τα επίπεδα νοήματος, την πρόθεση του συγγραφέα και το διανοητικό και ποιητικό βάθος που διαφαίνεται στα γραπτά τους (ενότητα 1.7.).Το δεύτερο κεφάλαιο διερευνά το κοινό πλαίσιο μεταξύ του ευριπίδειου δράματος και της πλατωνικής φιλοσοφίας, το οποίο θέτει τη βάση για τη συγκριτική μελέτη του έρωτα στη Μήδεια και τον Ιππόλυτο του Ευριπίδη και στο Συμπόσιο και τον Φαίδρο του Πλάτωνα. Εξετάζει πώς αυτά τα φαινομενικά διαφορετικά είδη έκφρασης –ποίηση και φιλοσοφία– αλληλοεπιδρούν και συγκλίνουν σε αυτά τα έργα. Εστιάζοντας στο κοινωνικο-πολιτισμικό τους πλαίσιο, αυτό το κεφάλαιο τονίζει πώς τόσο η τραγωδία όσο και η φιλοσοφία ήταν αναπόσπαστα μέρη της αθηναϊκής κοινωνίας, λειτουργώντας ως καθρέφτες όπου αντανακλώντο και εξετάζονταν πολιτικά και ηθικά ζητήματα και έχοντας σημαντικό διδακτικό ρόλο και επιρροή (ενότητα 2.1.). Το κεφάλαιο περιγράφει περαιτέρω την αναμόρφωση της τραγωδίας από τον Πλάτωνα, προσανατολίζοντάς την προς φιλοσοφικές ιδέες και αρετές αντί για συναισθηματικές πτυχές (ενότητα 2.2.). Έπειτα, αναδεικνύει τη διασταύρωση μεταξύ της τραγικής ποίησης του Ευριπίδη και της φιλοσοφίας του Πλάτωνα, σημειώνοντας ότι η κάθε πλευρά ενσωματώνει στοιχεία της άλλης, καταλήγοντας σε ένα μείγμα φιλοσοφικής ποίησης και ποιητικής φιλοσοφίας (ενότητα 2.3.). Σύμφωνα με αυτό το κεφάλαιο, έργα, όπως η Μήδεια και ο Ιππόλυτος, διερευνούν φιλοσοφικά θέματα, όπως είναι η αρετή, η δικαιοσύνη, η ανθρώπινη μοίρα, η γνώση, και ο έρωτας, τα οποία είναι ουσιώδη για τη φιλοσοφική έρευνα, παρόλο που δεν σχηματίζουν ένα συνεκτικό φιλοσοφικό σύστημα. Από την άλλη πλευρά, το έργο του Πλάτωνα αναδεικνύει την αρμονική ενσωμάτωση ποίησης και φιλοσοφίας, χρησιμοποιώντας ποιητικά στοιχεία, όπως είναι ο διάλογος, η δημιουργία και ανάπτυξη χαρακτήρων και το αφηγηματικό πλαίσιο, προκειμένου να εμπλουτίσει τους φιλοσοφικούς του στοχασμούς με ποιητικό βάθος. Αυτά τα στοιχεία αποκαλύπτουν μια σχέση στο περιεχόμενο και τη μορφή των έργων τους, σηματοδοτώντας τη μετάβαση από την ποίηση του Ευριπίδη στη φιλοσοφία του Πλάτωνα. Κατά συνέπεια, αυτό το κεφάλαιο λειτουργεί ως γέφυρα για τη λεπτομερή ανάλυση που παρουσιάζεται στα επόμενα κεφάλαια. Το τρίτο κεφάλαιο εξετάζει πώς ο Ευριπίδης και ο Πλάτωνας, μέσα από το συγκριτικό πλαίσιο των δύο τραγωδιών και των δύο πλατωνικών διαλόγων, χρησιμοποιούν μια ποιητική δραματουργία του έρωτα που χαρακτηρίζεται από αρκετές συγκλίσεις. Αμφότεροι οι συγγραφείς, ο καθένας με το μοναδικό ποιητικό του ύφος, χρησιμοποιούν εκφραστικά μέσα και τεχνικές όχι για να οικοδομήσουν μία ενιαία θεωρία αλλά για να δημιουργήσουν μια ποικιλία εικόνων και μεταφορών γύρω από τον έρωτα. Αυτό το κεφάλαιο υπογραμμίζει συγκεκριμένες πτυχές αυτής της κοινής δραματουργίας, βασιζόμενο σε αναφορές από το προηγούμενο κεφάλαιο. Ένα βασικό σημείο σύγκλισης είναι κάποια κοινά στοιχεία στη γλώσσα και τη ρητορική σχετικά με τον έρωτα, καθώς τόσο ο Ευριπίδης όσο και ο Πλάτωνας ενσωματώνουν στα έργα τους ρητορική έκφραση και ποιητική γλώσσα για τον έρωτα, πλέκοντας αυτά τα στοιχεία με τη δραματουργία τους (ενότητα 3.1.). Η χρήση του μύθου είναι ένα άλλο σημείο εστίασης, καθώς και οι δύο συγγραφείς ενσωματώνουν τον μύθο ως μορφή αφήγησης που ευθυγραμμίζεται με τις κεντρικές έννοιες των κειμένων τους, ως εργαλείο για την αναζήτηση της αλήθειας, και ως εκφραστικό μέσο μέσα στα έργα τους (ενότητα 3.2.). Επιπλέον, αυτό το κεφάλαιο παρουσιάζει τη θρησκευτική και τελετουργική γλώσσα ως στοιχείο της ποιητικής δραματουργίας, συνδέοντας τον έρωτα με θρησκευτικές πρακτικές και εμπλέκοντας μερικές φορές ακόμα και στοιχεία από μυστηριακές και λατρευτικές τελετές (ενότητα 3.3.). Επιπροσθέτως, οι κοινές εικόνες και οι διακειμενικές αναφορές στον έρωτα υποδηλώνουν ότι ο Ευριπίδης και ο Πλάτωνας κατέχουν μια αμοιβαία –σε κάποιο βαθμό– αντίληψη των εικόνων περί έρωτος (ενότητα 3.4.). Σε ό,τι αφορά τη σύνθεση των έργων τους, αυτό το κεφάλαιο εμβαθύνει στο πώς ο Ευριπίδης και ο Πλάτωνας συνδυάζουν τον διάλογο με άλλες αφηγηματικές τεχνικές (ενότητα 3.5.). Η μορφή του διαλόγου στα έργα τους ενθαρρύνει τους θεατές ή τους αναγνώστες να αναλογιστούν με κριτική σκέψη τα παρουσιαζόμενα επιχειρήματα, ενώ τεχνικές όπως η αφηγηματική δομή και οι χρονικές μετατοπίσεις ενισχύουν τη σύνδεση του κοινού με αυτά τα έργα. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη δραματική δομή του Συμποσίου, σημειώνοντας τις ομοιότητες του με την τραγική ποίηση ή το ρόλο του ως ενός από τα πιο ανεπτυγμένα και σύνθετα παράδειγμα της ποιητικής δραματουργίας του Πλάτωνα (ενότητα 3.5.1.). Το κεφάλαιο επίσης προσδιορίζει κοινά σημεία στην κατασκευή και χρήση δραματικών χαρακτήρων σε σχέση με τον έρωτα, των οποίων η πολυπλοκότητα είναι ζωτικής σημασίας για τον δραματικό αντίκτυπο αυτών των έργων, εστιάζοντας σε χαρακτήρες όπως η Μήδεια, η Φαίδρα, ο Σωκράτης και ο Αλκιβιάδης (ενότητα 3.6.). Η τελευταία ενότητα τονίζει τη σημασία του δραματικού σκηνικού των έργων στη διαμόρφωση της συνολικής εμπειρίας, καθορίζοντας τον τόνο και την ατμόσφαιρα, διαμορφώνοντας την αίσθηση του χρόνου και του τόπου, θέτοντας το πλαίσιο για τη δράση και ενισχύοντας τις συνολικές θεματικές (ενότητα 3.7). Όλες αυτές οι παραλληλίες τονίζουν τη διασύνδεση των αντιλήψεων του Ευριπίδη και του Πλάτωνα για τον έρωτα στο επίπεδο της ποιητικής έκφρασης. Αυτές οι ενδείξεις δημιουργούν ένα ενιαίο πρίσμα ανάλυσης και μας επιτρέπουν να υποστηρίξουμε τη θέση ότι ο έρωτας σε διαλόγους του Πλάτωνα μοιράζεται πολλά στοιχεία με την απεικόνισή του σε τραγωδίες του Ευριπίδη.Βασιζόμενο στα προηγούμενα κεφάλαια που εξέτασαν κοινωνικοπολιτιστικά και γραμματολογικά στοιχεία καθώς και εκφραστικές τεχνικές στην ερωτική ποιητική δραματουργία, το τέταρτο κεφάλαιο επικεντρώνεται στα βαθύτερα νοήματα, ερμηνείες και περιεχόμενο που αποδίδουν στον έρωτα ο Ευριπίδης και ο Πλάτωνας. Υποστηρίζει ότι μπορούν να εντοπιστούν πολυάριθμα σημεία σύγκλισης, και φυσικά και απόκλισης, στα στοιχεία, τα οποία απεικονίζεται να έχει ο έρωτας στα τέσσερα επιλεγμένα έργα. Αυτό το κεφάλαιο εξετάζει πρώτα το μεταφυσικό πλαίσιο και τη σχέση μεταξύ έρωτα και θεϊκού στοιχείου σε κάθε έργο, υποστηρίζοντας ότι η απεικόνιση του έρωτα ως θεϊκής ή κοσμογονικής δύναμης αποτελεί ένα σημαντικό κοινό νήμα τόσο στις ευριπίδειες όσο και στις πλατωνικές απεικονίσεις, μολονότι παρουσιάζεται με διαφορετικούς τρόπους (ενότητα 4.1.). Στη συνέχεια, εξετάζει τη φυσιολογία της ψυχής σε σχέση με τον έρωτα, εστιάζοντας στα συναισθήματα που προκαλεί η ερωτική επιθυμία και την επιρροή τους στη σκέψη και τη δράση του ανθρώπου (ενότητα 4.2.). Επισημαίνει την εσωτερική σύγκρουση μέσα στην ψυχή χαρακτήρων όπως της Μήδειας, της Φαίδρας και του Πλατωνικού εραστή, όπου τα συναισθήματα και η λογική ανταγωνίζονται μεταξύ τους στη λήψη αποφάσεων (ενότητα 4.2.1.). Αμφότεροι οι συγγραφείς βλέπουν τα συναισθήματα ως αναπόσπαστα στοιχεία της ψυχής, επηρεάζοντας βαθιά τη γνωστική διαδικασία και τις πράξεις, και αντιλαμβάνονται ότι η γνώση αναδύεται επίσης από την ένταση των συναισθημάτων (ενότητα 4.2.2.). Αυτό το κεφάλαιο, επίσης, διερευνά το πώς η ερωτική μανία απεικονίζεται ως ασθένεια σε κάθε έργο, εξετάζοντας τη συμπτωματολογία του έρωτα ως σωματικού και ψυχικού πάθους (ενότητα 4.3.). Τόσο ο Ευριπίδης όσο και ο Πλάτωνας χρησιμοποιούν ιατρική ορολογία που σχετίζεται με τη συναισθηματική οδύνη για να εκφράσουν το ερωτικό πάθος, ιδίως όσον αφορά τον εγκέφαλο και την ψυχική υγεία. Έπειτα, συζητείται η ισορροπία μεταξύ λογικών και παράλογων στοιχείων της ψυχής κατά το ερωτικό βίωμα, υποδηλώνοντας την ύπαρξη μιας «ερωτικής έλλογης μανίας», ενός μείγματος λογικής και τρέλας σε μία από τις πιο ισχυρές εμπειρίες του ανθρώπινου βίου, τον έρωτα (ενότητα 4.4.). Επιπροσθέτως, αυτό το κεφάλαιο συζητά ορισμένες φυσιολογικές πτυχές του έρωτα ως συγκριτικό πεδίο μεταξύ των τεσσάρων έργων (ενότητα 4.5.). Εξετάζει πώς η ομορφιά γίνεται αισθητή μέσω των οφθαλμών και πώς προκαλείται η ερωτική επιθυμία (ενότητα 4.5.1.). Στη συνέχεια, παραθέτει μερικές από τις βασικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των αντιλήψεων του Ευριπίδη και του Πλάτωνα για τις φυσιολογικές πτυχές του έρωτα, εστιάζοντας σε τρία κρίσιμα στοιχεία: τη φύση του ερωτικού αντικειμένου και της ερωτικής επιδίωξης, τη διάκριση μεταξύ σωματικού και πνευματικού έρωτα, και το ρόλο του έρωτα ως φορέα ηθικής αγαθότητας και ευτυχίας (ενότητα 4.5.2.). Οι διαπροσωπικές δυναμικές των ερωτικών σχέσεων εξετάζονται επίσης, αναδεικνύοντας το πώς αυτές οι πτυχές αντικατοπτρίζονται στα έργα του κάθε συγγραφέα (ενότητα 4.5.3.). Με τη διερεύνηση αυτών των φυσιολογικών πτυχών, αυτή η ενότητα αναδεικνύει επιπρόσθετες πτυχές των κοινών αντιλήψεων και των αντίθετων τρόπων με τους οποίους βλέπουν τον έρωτα και την επιθυμία, διευκρινίζοντας τις διαφορετικές τους φιλοσοφικές και ποιητικές προσεγγίσεις για τον έρωτα. Το κεφάλαιο καταλήγει με την εξέταση της σύνθετης αλληλεπίδρασης των έμφυλων στοιχείων εντός του έρωτα, όπως απεικονίζεται από τον Ευριπίδη και τον Πλάτωνα (ενότητα 4.6.). Αυτή η ενότητα αναδεικνύει την αμφισβήτηση των κοινωνικών νορμών της εποχής και προσφέρει νέες οπτικές για τη δυναμική του φύλου στον έρωτα κατά τον πέμπτο και τέταρτο αιώνα π.Χ., εστιάζοντας ιδιαίτερα στο πώς κάθε φύλο υιοθετεί στοιχεία του άλλου. Αυτή η προσέγγιση αποκαλύπτει ένα επιπλέον σημείο σύγκλισης στην κατανόηση του έρωτα μεταξύ των έργων των δύο συγγραφέων και αναδεικνύει αυτά τα κείμενα ως θύλακες για την κατανόηση και τη μελέτη του φύλου σε εκείνη την εποχή. Συνολικά, αυτό το κεφάλαιο αποσαφηνίζει τα βαθύτερα νοήματα που αποδίδουν στον έρωτα αμφότεροι οι συγγραφείς, παρουσιάζοντας πολυάριθμες παραλληλίες στον τρόπο που ο Ευριπίδης και ο Πλάτωνας αντιλαμβάνονται τον έρωτα στα δικά τους έργα.Στο συμπερασματικό κεφάλαιο παρέχεται μια συνοπτική ανασκόπηση των προηγούμενων κεφαλαίων (ενότητα 5.1.) μαζί με ερμηνείες τόσο του τραγικού όσο και του πλατωνικού έρωτα (ενότητα 5.2.). Αυτό το κεφάλαιο τονίζει τις σύνθετες αφηγηματικές δομές που χρησιμοποιούνται από τις δύο πλευρές για την απεικόνιση και δραματοποίηση της δυναμικής του έρωτα (ενότητα 5.3.) και επισημαίνει το πώς ο Πλάτωνας εξελίσσει την έννοια του τραγικού έρωτα, ενισχύοντας την κατανόησή μας για την αντίληψη του έρωτα κατά την περίοδο εκείνη (ενότητα 5.4.). Επιπροσθέτως, το κεφάλαιο αυτό συζητά τους συλλογισμούς και τους προβληματισμούς που γεννώνται από αυτά τα έργα (ενότητα 5.5.). Επίσης, προσδιορίζονται κάποιες από τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες για περαιτέρω έρευνα σε αυτό το πεδίο (ενότητα 5.6.). Τέλος, η βιβλιογραφία περιλαμβάνει τα έργα στα οποία έχει γίνει αναφορά και υπάρχουν παραπομπές καθ’ όλη την έκταση της διατριβής. Με βάση την παρουσίαση που περιγράφηκε παραπάνω, αυτή η διατριβή καταλήγει σε συγκεκριμένα συμπεράσματα σχετικά με την παρουσίαση του έρωτα στις δύο τραγωδίες του Ευριπίδη και τους δύο διαλόγους του Πλάτωνα. Η σύγκλιση μεταξύ του Ευριπίδη και του Πλάτωνα όσον αφορά την ουσία του έρωτα προέρχεται από την αμοιβαία αναγνώριση των σταθερών χαρακτηριστικών του. Αυτά τα χαρακτηριστικά του έρωτα περιλαμβάνουν τη σύνδεση με το θεϊκό στοιχείο, την επιρροή του στην ανθρώπινη ψυχή και τη σύνθεσή της, τις παράλογες και λογικές του διαστάσεις, και τις διαμορφωτικές και κοινωνικές του πτυχές, αλλά συνδέονται και με τις ποιητικές και δραματικές μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την απεικόνιση αυτών των χαρακτηριστικών. Αυτή η σύγκλιση υποδηλώνει ότι και οι δύο στοχαστές, μέσω των εμπεριστατωμένων παρατηρήσεών τους, εντόπισαν θεμελιώδεις όψεις του έρωτα που σε αξιοσημείωτο βαθμό παραμένουν σταθερές μέσα σε διαφορετικά πλαίσια. Η σύγκλισή τους, πιο βαθιά από ό,τι θα αναμενόταν από το κοινό τους ιστορικό ή πολιτισμικό υπόβαθρο, υποδηλώνει μια βαθιά κατανόηση των εγγενών χαρακτηριστικών του έρωτα. Ωστόσο, ο τρόπος που η κάθε πλευρά διατυπώνει αυτήν την κατανόηση διαφέρει σημαντικά. Ο Ευριπίδης διερευνά τον έρωτα μέσα από τον φακό του δράματος και της τραγωδίας, όπου προβάλλονται οι προσωπικές αφηγήσεις και οι συναισθηματικές πολυπλοκότητες, οδηγώντας σε σοβαρές τραγικές συνέπειες. Ο Πλάτωνας, από την άλλη, εξετάζει τον έρωτα με φιλοσοφική προσέγγιση, προσπαθώντας να κατανοήσει τον ρόλο του μέσα σε ευρύτερα οντολογικά και ηθικά πλαίσια και παρουσιάζοντάς τον ως καταλύτη για την άνοδο προς τη γνώση. Έτσι, οι αντιλήψεις τους για τον έρωτα εκδηλώνονται με διαφορετικούς τρόπους στο εκάστοτε ποιητικό και φιλοσοφικό τους περιβάλλον. Πάντως, παρά τις αποκλίσεις τους, αυτή η διατριβή αποδεικνύει ότι η μελέτη του Ευριπίδη και του Πλάτωνα αποκαλύπτει σημαντικές ομοιότητες στον τρόπο που αντιμετωπίζουν το θέμα του έρωτα, χρησιμοποιώντας παρόμοια εκφραστικά μέσα, έννοιες και στόχους αναφορικά με την ηθική διερεύνηση και τους προβληματισμούς για την ανθρώπινη φύση. Η κριτική στάση του Πλάτωνα απέναντι στην τραγική ποίηση είναι γνωστή και έχει σημειωθεί εκτενώς. Ωστόσο, όπως παρουσιάζει αυτή η διατριβή στην εισαγωγή της, η συστηματική διερεύνηση της σύγκλισης του Πλάτωνα και της τραγωδίας είναι περιορισμένη και σχεδόν ανύπαρκτη όσον αφορά τη σύνδεση μεταξύ Ευριπίδη και Πλάτωνα σε σχέση με το θέμα του έρωτα στα τέσσερα έργα αυτής της μελέτης. Αυτή η διατριβή επιχειρεί να καλύψει αυτό το σημαντικό ερευνητικό κενό, προσφέροντας μια σύγχρονη προσέγγιση στο θέμα.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
This dissertation is a comparative study of specific works by Euripides and Plato and focuses on examining the theme of eros. This approach aims to shed new light on the study of eros in ancient Greece by attempting to examine systematically and in their entirety the convergences and divergences between the two authors in their works under consideration, in both content and their methods of addressing and presenting the theme of eros. By revitalizing the link between poetic and philosophical thought, the dissertation brings back to the fore and supports the position that Euripides’ drama is inherently philosophical and that Plato’s philosophy possesses a significant poetic dimension, particularly evident in the theme of eros. Both Euripides and Plato depict the complexities of erotic desire and relationships, albeit through distinct philosophical and poetic lenses. However, a detailed comparative analysis of their various concepts is currently lacking. The dissertation contends that co ...
This dissertation is a comparative study of specific works by Euripides and Plato and focuses on examining the theme of eros. This approach aims to shed new light on the study of eros in ancient Greece by attempting to examine systematically and in their entirety the convergences and divergences between the two authors in their works under consideration, in both content and their methods of addressing and presenting the theme of eros. By revitalizing the link between poetic and philosophical thought, the dissertation brings back to the fore and supports the position that Euripides’ drama is inherently philosophical and that Plato’s philosophy possesses a significant poetic dimension, particularly evident in the theme of eros. Both Euripides and Plato depict the complexities of erotic desire and relationships, albeit through distinct philosophical and poetic lenses. However, a detailed comparative analysis of their various concepts is currently lacking. The dissertation contends that comparing their approaches to eros can enhance the understanding of how eros was portrayed and philosophically explored in instances of Euripidean and Platonic creativity. This study re-examines classical texts by comparing two tragedies by Euripides, the Medea and the Hippolytus, and two dialogues by Plato, the Symposium and the Phaedrus, where eros emerges as a complex and multifaceted theme. The dissertation observes that current research does not readily offer answers to this perspective, prompting him to establish his own approach to addressing the issue at hand. In examining the commonalities between Euripides and Plato concerning eros, the dissertation emphasizes their shared approaches in content, expressive means, and purposes. About the content of eros, both explore eros intellectually, delving into its cosmic, psychological, emotional, and intellectual dimensions beyond mere physical desire. Moreover, Euripides and Plato utilize dialogue, myth, and several other poetic and dramatic elements as expressive means to convey their ideas about eros. Both Euripides and Plato use their works as a platform to raise questions that contribute to reflection and moral and intellectual development. However, their commonalities encompass elements of both convergence and divergence. The dissertation highlights the similarities between Euripides and Plato, addressing the expected differences due to their distinct literary genres when necessary. The dissertation posits that alongside Socrates, Euripides might have significantly influenced the intellectual development of the young Plato, despite the lack of direct historical evidence. This assumption is based on their shared cultural and intellectual milieu and the analysis of their works. Thus, the dissertation underlines that Plato acted as a reformer in the field of theater as well, connecting the Platonic dialogues with the poetry of Euripides through the prism of eros. However, this study does not focus solely on understanding Plato’s works. The dissertation, through the comparative study of the specific works of the tragic poet and the philosopher, attempts to go back to the deeper structure of the cultural and ideological background that shapes the portrayal of eros in both authors and both genres. By doing so, the dissertation seeks to enhance the understanding of both Euripides’ and Plato’s works. After the acknowledgments and the table of contents, the study begins with the first, introductory, chapter, followed by three core chapters that form the foundation of the research, culminating in the concluding chapter. The second chapter “From Tragedy to Plato” deals with a connection in content and form between Euripides and Plato. The third chapter “Poetic Dramaturgy of Eros” focuses on the expressive means and examples of their common poetic dramaturgy of eros. The fourth chapter “Content of Eros” presents the content and meaning of eros from both sides. The introduction begins by recognizing the extensive discourse on eros over time, which has equipped scholars with valuable tools and interpretative frameworks for re-examining classical texts and uncovering new insights (section 1.1.). It outlines the objectives of comparing the treatment of eros in Euripides’ two tragedies and Plato’s two dialogues, emphasizing the aspirations of this project (section 1.2.). The author of the dissertation explains the selection of the Medea, the Hippolytus, the Symposium, and the Phaedrus as the focal works for exploring this theme (section 1.3.). This is followed by an outline of the dissertation’s structure (section 1.4.) and a comprehensive review of existing literature, identifying both the basic works that inform this study and the gap it aims to address (section 1.5.). Key terms and concepts are then defined to ensure clarity and understanding before the reader proceeds with the exploration of eros in the selected works (section 1.6.). The introduction concludes by addressing interpretative approaches to Euripides’ and Plato’s texts, discussing elements such as layers of meaning, authorial intent, and the intellectual and artistic depth, present in their writings (section 1.7.).The second chapter explores the shared framework between Euripidean drama and Platonic philosophy, which form the foundation and context for their treatment of eros in Euripides’ Medea and Hippolytus, and Plato’s Symposium and Phaedrus. It examines how these seemingly distinct forms of expression –poetry and philosophy– interact and converge in these works. By focusing on their sociocultural context, this chapter highlights how both tragedy and philosophy were integral to Athenian society, serving as reflective mirrors of political and moral issues and exerting significant educational influence (section 2.1.). The chapter further discusses Plato’s reformation of tragedy, aligning it with philosophical ideas and virtues rather than emotional aspects (section 2.2.). Then, it illustrates the intersection between Euripides’ tragic poetry and Plato’s philosophy, noting that each incorporates aspects of the other, resulting in a blend of philosophical poetry and poetic philosophy (section 2.3.). According to this chapter, plays like the Medea and the Hippolytus explore philosophical themes such as virtue, justice, fate, human cognition, and eros, essential for philosophical inquiry, even though they do not form a cohesive philosophical system. Meanwhile, Plato’s work embodies a seamless integration of poetry and philosophy, using poetic elements like dialogue, character development, and narrative context to infuse his philosophical reflections with poetic depth. These insights reveal a connection in content and form, marking the transition from Euripides’ poetry to Plato’s philosophy. Consequently, this chapter serves as a bridge to the in-depth analysis presented in the following chapters. The third chapter explores how Euripides and Plato, within the comparative framework of two tragedies and two Platonic dialogues, employ a poetic dramaturgy of eros marked by several convergences. Both authors, each in their unique poetic style, utilize expressive means and techniques not to build a unified theory but to craft a diverse array of images and metaphors surrounding eros. This chapter highlights specific aspects of this shared dramaturgy, building on insights from the previous chapter. A key focus is the commonality in language and rhetoric concerning eros, as both Euripides and Plato infuse their works with rhetorical flair and poetic language about eros, intertwining these elements with their dramaturgy (section 3.1.). The use of myth is another focal point since both authors incorporate myth as a narrative form that aligns with the central values of their texts, as tools for uncovering truth, and as expressive means in their works (section 3.2.). Furthermore, this chapter presents the religious and ritual language as a component of poetic dramaturgy, linking eros to religious practices and sometimes involving mystery cults (section 3.3.). Additionally, the shared imagery and intertextual references to eros suggest that Euripides and Plato possess a mutual –to some extent– understanding of the power of eros imagery (section 3.4.). In discussing composition, this chapter delves into how Euripides and Plato combine dialogue with other narrative techniques (section 3.5.). The dialogue form in their works encourages spectators or readers to engage critically with the presented arguments, while techniques like frame narration and temporal shifts enhance the engagement. Special attention is given to the dramatic structure of the Symposium, noting its similarities with tragic poetry or its role as an advanced example of Plato’s poetic dramaturgy (section 3.5.1.). The chapter also identifies common ground in constructing and utilizing dramatic characters involved in eros, whose complexity is vital to the dramatic impact of these works, focusing on characters such as Medea, Phaedra, Socrates, and Alcibiades (section 3.6.). The final section emphasizes the significance of dramatic scenery in shaping the overall experience, setting the tone and atmosphere, creating a sense of time and place, accommodating the action, and reinforcing overarching themes (section 3.7). All these parallels underscore the interconnectedness of Euripides’ and Plato’s perspectives on eros at the level of literary expression. These interpretative insights allow for a unified prism of analysis and help substantiate the thesis that eros in Plato’s dialogues shares numerous elements with its portrayal in Euripides’ tragedies. Building on the previous chapters that examined socio-cultural and grammatological aspects as well as expressive techniques in erotic poetic dramaturgy, the fourth chapter delves into the deeper meanings, interpretations, and content that Euripides and Plato attribute to eros. It argues that numerous points of convergence and divergence can be identified in how eros is portrayed in the four selected works. This chapter first explores the cosmic setting and the relationship between eros and the divine in each work, asserting that the portrayal of eros as a divine or cosmic force is a significant common thread in both Euripidean and Platonic representations, albeit depicted in various ways (section 4.1.). It then examines the physiology of the soul in relation to eros, focusing on the emotions elicited by erotic desire and their influence on human thought and action (section 4.2.). It highlights the internal conflict within the soul of characters like Medea, Phaedra, and the Platonic lover, where emotions and reason contest for dominance in decision-making (section 4.2.1.). Both authors see emotions as integral to the soul, profoundly affecting cognition and actions, with knowledge also emerging from emotional intensity (section 4.2.2.). This chapter also investigates how erotic madness is depicted as a disease in each work, exploring the symptomatology of eros as a physical and mental affliction (section 4.3.). Both Euripides and Plato employ medical vocabulary related to emotional suffering to express erotic passion, particularly concerning the brain and mental health. Subsequently, the balance between rational and irrational elements regarding eros is discussed, suggesting the existence of an “erotic rational madness”, a blend of reason and madness in one of humanity’s most potent experiences, eros (section 4.4.). Further, this chapter discusses some physiological aspects of eros as a comparative field between the four works (section 4.5.). It examines how beauty is perceived through the eyes and how erotic desire is incited (section 4.5.1.). Then, it offers some of the key distinctions between Euripides’ and Plato’s conceptions of the physiological aspects of eros, focusing on three crucial elements: the nature of the erotic object and aim, the distinction between bodily and mental eros, and the role of eros as an agent of moral goodness and happiness (section 4.5.2.). The interpersonal dynamics of erotic relationships are also explored, highlighting how these aspects are reflected in each author’s works (4.5.3.). By investigating these physiological aspects, this section highlighted additional aspects of their shared perceptions and contrasting ways they conceptualize eros and desire, elucidating the differing philosophical and literary treatments of eros. The chapter concludes by examining the complex interplay of gender elements within eros, as depicted by Euripides and Plato (section 4.6.). This section challenges societal norms and offers new perspectives on gender dynamics in eros during the fifth and fourth centuries BCE, particularly focusing on how each gender adopts elements of the other. This approach reveals another convergence point in the understanding of eros between the two authors’ works and emphasizes these texts as repositories of gender perspectives. Overall, this chapter elucidates the deeper meanings attributed to eros by both authors, demonstrating numerous parallels in how Euripides and Plato conceive eros in their respective works. In the concluding chapter, a concise summary of the previously presented chapters is provided (section 5.1.), along with interpretations of both tragic and Platonic eros (section 5.2.). This chapter emphasizes the complex narrative structures used to depict and dramatize the dynamics of eros (section 5.3.) and highlights how Plato evolved the concept of tragic eros, enhancing our understanding of the period’s perception of eros (section 5.4.). Additionally, this chapter discusses the reflections and explorations prompted by both genres (section 5.5.). It also outlines the challenges and opportunities for further research in this area (section 5.6.). Finally, the bibliography includes the works cited throughout the dissertation. Based on the presentation that was outlined above, the dissertation reaches specific conclusions about the exploration of eros in Euripides’ two tragedies and Plato’s two dialogues. The alignment between Euripides and Plato concerning the essence of eros stems from their mutual recognition of its enduring qualities. These characteristics of eros encompass its connection to the divine, its influence on the human soul and the soul’s complexity, its irrational and rational dimensions, and its formative and social facets, but are also linked to the poetic and dramatic methods used in the depiction of these features. This alignment suggests that both thinkers, through their keen observations, identified fundamental aspects of eros that remain consistent across different contexts. Their agreement, more profound than what might be expected from their shared historical or cultural backdrop, indicates a deep understanding of eros’ intrinsic characteristics. Nonetheless, the way each side articulates this understanding diverges significantly. Euripides explores eros through the lens of drama and tragedy, where personal narratives and emotional complexities come to the fore leading to severe tragic consequences. Plato, on the other hand, examines eros with a philosophical approach, seeking to understand its role within broader metaphysical and ethical frameworks and presenting it as a catalyst for the ascent toward knowledge. Thus, their perceptions of eros manifest distinctively within their respective poetic and philosophical milieus. Nevertheless, despite their divergences, this dissertation proves that the study of Euripides and Plato reveals significant commonalities in their approach to the subject of eros, employing similar expressive means, concepts, and objectives related to moral inquiry and reflections on human nature. The dissertation introduces new insights and paves the way for further exploration into the connection between tragic poetry and Platonic philosophy in relation to eros. It brings to the surface the question about the connection between Euripides and Plato by examining specific aspects of their works, providing a convincing explanation of the nature and form of this connection. The critical stance Plato takes toward tragic poetry is well-known and has been extensively noted. However, as this dissertation demonstrates in its introduction, systematically exploring Plato’s convergence with tragedy is limited and almost non-existent in what concerns the connection between Euripides and Plato through their treatment of eros in the four works examined in this study. This dissertation fills this significant research gap, offering a modern approach to the topic.
περισσότερα
![]() | Η διατριβή είναι δεσμευμένη από τον συγγραφέα
(μέχρι και: 3/2027)
|
|
Στατιστικά χρήσης


ΠΡΟΒΟΛΕΣ
Αφορά στις μοναδικές επισκέψεις της διδακτορικής διατριβής για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
Πηγή: Google Analytics.


ΞΕΦΥΛΛΙΣΜΑΤΑ
Αφορά στο άνοιγμα του online αναγνώστη για την χρονική περίοδο 07/2018 - 07/2023.
Πηγή: Google Analytics.
Πηγή: Google Analytics.


ΜΕΤΑΦΟΡΤΩΣΕΙΣ
Αφορά στο σύνολο των μεταφορτώσων του αρχείου της διδακτορικής διατριβής.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.


ΧΡΗΣΤΕΣ
Αφορά στους συνδεδεμένους στο σύστημα χρήστες οι οποίοι έχουν αλληλεπιδράσει με τη διδακτορική διατριβή. Ως επί το πλείστον, αφορά τις μεταφορτώσεις.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
Πηγή: Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών.
λιγότερα
περισσότερα