Περίληψη
Στην παρούσα διατριβή επιχειρήσαμε να διερευνήσουμε την επιτέλεση του πολιτικού εντός του οπαδικού πεδίου – κατά τον όρο του Bourdieu – την τελευταία 15ετία στην Ελλάδα, εστιάζοντας σε ένα ανεπαρκώς μελετημένο υποσύνολο, τους οπαδούς που πρόσκεινται στον ευρύτερο χώρο της αριστεράς και αυτοπροσδιορίζονται ως αντιφασίστες, αναζητώντας απαντήσεις από τα κάτω, από τα δρώντα υποκείμενα, τους/τις συνομιλητές/ριές μας, μέλη οπαδικών συνδέσμων και ταυτόχρονα ακτιβιστές/ριες αντιφασίστες/ριες, που δέχθηκαν να μοιραστούν σκέψεις και εμπειρίες. Στην προσπάθεια ολόπλευρης μελέτης του αντικειμένου, συνδυάσαμε διαφορετικές τεχνικές συλλογής των ερευνητικών δεδομένων: συνεντεύξεις βάθους, ανάλυση τεκμηρίων, παρατήρηση. Αξιοποιήσαμε, επίσης, εργαλεία προερχόμενα από διαφορετικά θεωρητικά ρεύματα, συγκροτώντας μια ερμηνευτική προσέγγιση βασισμένη στις θέσεις του Weber για την κοινωνιολογική κατανόηση και τη σημασία του υποκειμενικού νοήματος, αλλά και στην «επιτελεστικότητα» όπως αναλύεται με τη φεμ ...
Στην παρούσα διατριβή επιχειρήσαμε να διερευνήσουμε την επιτέλεση του πολιτικού εντός του οπαδικού πεδίου – κατά τον όρο του Bourdieu – την τελευταία 15ετία στην Ελλάδα, εστιάζοντας σε ένα ανεπαρκώς μελετημένο υποσύνολο, τους οπαδούς που πρόσκεινται στον ευρύτερο χώρο της αριστεράς και αυτοπροσδιορίζονται ως αντιφασίστες, αναζητώντας απαντήσεις από τα κάτω, από τα δρώντα υποκείμενα, τους/τις συνομιλητές/ριές μας, μέλη οπαδικών συνδέσμων και ταυτόχρονα ακτιβιστές/ριες αντιφασίστες/ριες, που δέχθηκαν να μοιραστούν σκέψεις και εμπειρίες. Στην προσπάθεια ολόπλευρης μελέτης του αντικειμένου, συνδυάσαμε διαφορετικές τεχνικές συλλογής των ερευνητικών δεδομένων: συνεντεύξεις βάθους, ανάλυση τεκμηρίων, παρατήρηση. Αξιοποιήσαμε, επίσης, εργαλεία προερχόμενα από διαφορετικά θεωρητικά ρεύματα, συγκροτώντας μια ερμηνευτική προσέγγιση βασισμένη στις θέσεις του Weber για την κοινωνιολογική κατανόηση και τη σημασία του υποκειμενικού νοήματος, αλλά και στην «επιτελεστικότητα» όπως αναλύεται με τη φεμινιστική μεταστρακτουραλιστική ματιά της Butler και ενσωματώνεται στο πεδίο των οπαδών του αθλητισμού από τις Osborne & Coombs. Λάβαμε επίσης υπόψη τις ιδιαιτερότητες της κερκίδας ως «θύλακα» κατά τον όρο του Elias και ως σχετικά αυτόνομου πεδίου κατά τον Bourdieu, καθώς και τις ευρύτερες κοινωνικές συγκρούσεις σε πολλαπλά επίπεδα – πολιτική, οικονομία, κουλτούρα, κοινωνικό γόητρο, διαφυλικές σχέσεις, κτλ. – σύμφωνα με σύγχρονες συγκρουσιακές προσεγγίσεις, επηρεασμένες, μεταξύ άλλων, από τον Gramsci, τον Foucault, τον Bourdieu και τη φεμινιστική κριτική. Τοιουτοτρόπως, η προσέγγισή μας εστίασε στην υποκειμενική διάσταση της κοινωνικής δράσης, δίχως να αγνοεί το δομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αυτή διαμορφώνεται, τόσο στο μικροεπίπεδο, δηλαδή τον μικρόκοσμο των οπαδικών κοινοτήτων, όσο και στο μακροεπίπεδο, δηλαδή τις ευρύτερες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες και τις σχέσεις εξουσίας που τις διέπουν. Σύμφωνα με τα ερευνητικά ευρήματα, παρά την εφαρμογή αυστηρών μέτρων για την εγκαθίδρυση του δόγματος «no politica”, το οποίο στην πραγματικότητα σημαίνει απλά την πολιτική διαχείρισή της κερκίδας σύμφωνα με τα συμφέροντα των ποδοσφαιρικών ομοσπονδιών και των διοικήσεων των ΠΑΕ, η υβριδική ταυτότητα «αντιφασίστας οπαδός» συχνά κυριαρχεί στα πέταλα των ποδοσφαιρικών κερκίδων στην Ελλάδα, γεγονός που αποτελεί απόρροια του αντι-αστυνομικού και αντι-κρατικού habitus των οπαδών, της δραστηριοποίησης πολιτικοποιημένων οπαδών εντός της κερκίδας, και της συμμετοχής αρκετών οπαδών στις πολιτικές διαμαρτυρίες και συγκρούσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας στην Ελλάδα. Οι αντιφασιστικές οπαδικές κοινότητες, παρότι δεν αποτελούν πολιτικές συλλογικότητες με τη στενή έννοια του όρου, εκμεταλλευόμενες την οργάνωσή τους και το κοινωνικό τους κεφάλαιο, αναδεικνύονται σε υπολογίσιμους φορείς αντιφασιστικού λόγου και δράσης. Για τους πολιτικοποιημένους οπαδούς, όπως οι συνομιλητές/ριές μας, η οπαδική ταυτότητα έπεται ιεραρχικά της πολιτικής, η κοινωνική πραγματικότητα και οι κοινωνικές ανάγκες νοούνται ως προφανώς υπέρτερες των οπαδικών προτιμήσεων, ενώ οι οπαδικές αντιπαλότητες δεν έχουν καμία θέση και κρίνονται ως απαράδεκτες στους πολιτικούς χώρους. Ωστόσο, η μεγάλη πρόκληση για τις αντιφασιστικές οπαδικές κοινότητες, δεν είναι η υπέρβαση των οπαδικών αντιπαλοτήτων, αλλά του σεξισμού. Μολονότι στα γυναικεία οπαδικά γκρουπ και στις αντιφασιστικές οπαδικές κοινότητες αναδύονται ψήγματα αμφισβήτησης της επικρατούσας σεξιστικής νοοτροπίας σε συνθήματα και συμπεριφορές, οι αντι-σεξιστικές και αντι-ομοφοβικές δράσεις βρίσκονται ακόμη σε εμβρυακό στάδιο, ενώ η κερκίδα παραμένει ένας χώρος, όχι απλώς ανδροκρατούμενος, αλλά χώρος ανταγωνισμού αρρενωποτήτων μεταξύ αντίπαλων οπαδών, όπου κυριαρχούν άκρως σεξιστικά και ομοφοβικά συνθήματα και οι γυναίκες οπαδοί καλούνται να προσαρμοστούν σε πατριαρχικά πρότυπα, προκειμένου να κερδίσουν το σεβασμό.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
In the present thesis, we attempted to examine the performance of political identities within the fandom “field” – in terms of Bourdieu – over the past 15 years in Greece, focusing on an understudied subset: the fans affiliated with the broader left-wing spectrum who are self-identified as anti-fascists. Our aim was to seek answers from the grassroots, from the social actors, our interlocutors, who are organized members of football fan clubs and anti-fascist activists simultaneously, and who agreed to share their thoughts and experiences. Our effort for a comprehensive study of the subject, entailed various data collection techniques: in-depth interviews, document analysis, observation. Additionally, we utilized a variety of tools derived from different theoretical aproaches, forming an interpretive approach based on Weber's positions regarding sociological understanding and the significance of subjective meaning. Moreover, we incorporated the concept of “performativity”, as analyzed t ...
In the present thesis, we attempted to examine the performance of political identities within the fandom “field” – in terms of Bourdieu – over the past 15 years in Greece, focusing on an understudied subset: the fans affiliated with the broader left-wing spectrum who are self-identified as anti-fascists. Our aim was to seek answers from the grassroots, from the social actors, our interlocutors, who are organized members of football fan clubs and anti-fascist activists simultaneously, and who agreed to share their thoughts and experiences. Our effort for a comprehensive study of the subject, entailed various data collection techniques: in-depth interviews, document analysis, observation. Additionally, we utilized a variety of tools derived from different theoretical aproaches, forming an interpretive approach based on Weber's positions regarding sociological understanding and the significance of subjective meaning. Moreover, we incorporated the concept of “performativity”, as analyzed through Butler’s feminist poststructuralist view, and incorporated in football fan studies by Osborne & Coombs. We also took into account the peculiarities of the football stands as “enclaves” in Elias' terms and as a relatively autonomous field according to Bourdieu, as well as the broader social conflicts at multiple levels - political, economic, cultural, social prestige, gender relations, etc. – as indicated by contemporary conflict approaches influenced, among others, by Gramsci, Foucault, Bourdieu, and the feminist critique. Thus, our approach focused on the subjective dimension of social action, without disregarding the structural framework within which it is shaped, both at the micro-level, namely the microcosm of fan communities, and at the macro-level, encompassing broader sociopolitical conditions and the power relations that govern them. Our major research findings revealed that, despite the implementation of strict measures for the establishment of the "no politica" doctrine, which in reality simply promotes the political management of the fans in the stands in line with the interests of football federations and club administrations, the hybrid identity of “anti-fascist fan” often predominates in “curvas” in Greece. This is a result of the anti-police and anti-state habitus of the fans, the actions of politically engaged fans within the stands, and the participation of several fans in political protests and conflicts during the past fifteen years. Although anti-fascist fan communities are not political collectives, they utilize their organization and social capital to emerge as significant agents of anti-fascist discourse and action. For politically engaged fans, such as our interlocutors, political identity tends to prevail over fan identity. The social reality and societal needs are perceived as inherently superior to team loyalty, while fan rivalries have no place and are deemed unacceptable within political spaces. However, the major challenge for anti-fascist fan communities is not overcoming the fan rivalries, but rather the sexism. Although traces of questioning the prevailing sexist mentality can be found in women's fan groups and anti-fascist fan communities, anti-sexist and anti-homophobic actions are still in their infancy. The football stands remain, not only male-dominated, but also a space of masculinity competition among rival fans, where highly sexist and homophobic chants prevail and female fans are often expected to conform to patriarchal standards in order to gain respect.
περισσότερα