Περίληψη
Το αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η μελέτη της νομισματικής πολιτικής σε υποδείγματα με διάφορες μορφές ονομαστικών δυσκαμψιών και τριβών, συμπεριλαμβανομένης της προσκόλλησης των τιμών και των μισθών, με έμφαση στις περιορισμένες ορθολογικές προσδοκίες, και η μελέτη της βέλτιστης νομισματικής πολιτικής, όταν η τελευταία είναι συμβατική και μη συμβατική. Η εργασία αυτή χωρίζεται σε τρία διακριτά μέρη, ως εξής. Το κεφάλαιο 1 µελετά την επίδραση του περιορισµένου ορθολογισµού στη βραχυπρόθεσµη δυναµική των µακροοικονοµικών µεταβλητών, σε απλά, ευρέως χρησιµοποιούµενα, δυναµικά στοχαστικά υποδείγµατα γενικής ισορροπίας (DSGE). Οι οριοθετηµένες ορθολογικές προσδοκίες µοντελοποιούνται χρησιµοποιώντας την προσέγγιση µάθησης των Evans και Honkapohja (2001) και υλοποιούνται µε τη χρήση τριών µηχανισµών, της µάθησης Kalman, της µάθησης"constant-gain learning" και των συνήθων ελαχίστων τετραγώνων. Ξεκινώντας από ένα απλό υπόδειγµα πραγµατικών επιχειρηµατικών κύκλων και ένα ...
Το αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η μελέτη της νομισματικής πολιτικής σε υποδείγματα με διάφορες μορφές ονομαστικών δυσκαμψιών και τριβών, συμπεριλαμβανομένης της προσκόλλησης των τιμών και των μισθών, με έμφαση στις περιορισμένες ορθολογικές προσδοκίες, και η μελέτη της βέλτιστης νομισματικής πολιτικής, όταν η τελευταία είναι συμβατική και μη συμβατική. Η εργασία αυτή χωρίζεται σε τρία διακριτά μέρη, ως εξής. Το κεφάλαιο 1 µελετά την επίδραση του περιορισµένου ορθολογισµού στη βραχυπρόθεσµη δυναµική των µακροοικονοµικών µεταβλητών, σε απλά, ευρέως χρησιµοποιούµενα, δυναµικά στοχαστικά υποδείγµατα γενικής ισορροπίας (DSGE). Οι οριοθετηµένες ορθολογικές προσδοκίες µοντελοποιούνται χρησιµοποιώντας την προσέγγιση µάθησης των Evans και Honkapohja (2001) και υλοποιούνται µε τη χρήση τριών µηχανισµών, της µάθησης Kalman, της µάθησης"constant-gain learning" και των συνήθων ελαχίστων τετραγώνων. Ξεκινώντας από ένα απλό υπόδειγµα πραγµατικών επιχειρηµατικών κύκλων και ένα νεοκεϋνσιανό υπόδειγµα (ΝΚ), µε και χωρίς φυσικό κεφάλαιο, µελετάµε τις ιδιότητες σταθερότητας των εξεταζόµενων αλγορίθµων µάθησης και κατά πόσον οι αρχικές πεποιθήσεις του παράγοντα επηρεάζουν τη βραχυπρόθεσµη δυναµική. Εξ όσων γνωρίζουµε, υπάρχουν λίγες εργασίες που αναδεικνύουν τη σηµασία των αρχικών συνθηκών στη διαδικασία εκµάθησης και πώς αυτές επηρεάζουν τη βραχυπρόθεσµη δυναµική. Βασικές εργασίες στον τομέα αυτό είναι οι Sargent (1993a), Benveniste κ.ά. (1990), Carceles-Poveda και Γιαννιτσάρου (2007) και Ferrero (2007). Διαπιστώνουμε ότι η παρουσία κεφαλαίου και οι αρχικές συνθήκες επηρεάζουν τη βραχυπρόθεσμη δυναμική, υπό όλους τους μηχανισμούς μάθησης. Επιπλέον, χρησιµοποιώντας το υπόδειγµα ΝΚ συµπεραίνουµε ότι η απόσταση των αρχικών πεποιθήσεων από τις ορθολογικές προσδοκίες (ΟΠ) µπορεί να οδηγήσει σε αλλαγές στη βελτιστοποιηµένη απόκριση του υπεύθυνου χάραξης πολιτικής στο παραγωγικό και πληθωριστικό χάσµα στον κανόνα Taylor, σε σχέση µε την αντίστοιχη στο πλαίσιο των ΟΠ, υποδεικνύοντας ότι η βέλτιστη νοµισµατική πολιτική αλλάζει παρουσία µάθησης. Ειδικότερα, επεκτείνουµε την εργασία του Ferrero (2007) και συνεισφέρουµε στη σχετική βιβλιογραφία διαπιστώνοντας ότι υπό συνθήκες µάθησης, όσο µεγαλύτερη είναι η απόσταση των αρχικών πεποιθήσεων από τις λύσεις των ορθολογικών προσδοκιών (ΟΠ), τόσο πιο επιθετικός πρέπει να είναι ο υπεύθυνος χάραξης πολιτικής για την αντιµετώπιση του πληθωρισµού. Επιπλέον, ανάλογα με τη σχετική προτίμηση του υπεύθυνου χάραξης πολιτικής στη σταθεροποίηση της παραγωγής, ο υπεύθυνος χάραξης πολιτικής θα πρέπει επίσης να είναι πιο επιθετικός προς τη μείωση του παραγωγικού κενού, σε σύγκριση με τις RE, στην περίπτωση ενός σοκ που ωθεί το κόστος παραγωγής. Τέλος, καταλήγουµε στο συµπέρασµα ότι υπό συνθήκες µάθησης, η γρήγορη σύγκλιση της παραγωγής δεν είναι πάντα επιθυµητή, σε συµφωνία µε την εργασία του Ferrero (2007). Στο κεφάλαιο 2 διερευνούμε το ρόλο της μάθησης σε ένα υπόδειγμα DSGE δύο χωρών για να αναλύσουμε τις διαφορές στους οικονομικούς κύκλους μεταξύ του πυρήνα και της περιφέρειας της ζώνης του ευρώ για την περίοδο2000 έως 2019. Με την ενσωμάτωση της μάθησης, στοχεύουμε να καταγράψουμε την επίδραση της ενδογενούς εξέλιξης των πεποιθήσεων στις δύο περιοχές, αναδεικνύοντας παράγοντες συμπεριφοράς πέρα από τις παρατηρούμενες διαφορές στους κύκλους ανόδου και ύφεσης του πυρήνα και της περιφέρειας κατά την περίοδο αυτή. Ακολουθώντας τον Milani (2007), συγκρίνουμε την απόδοση μεταξύ υποδειγμάτων ορθολογικών προσδοκιών (RE) με νεοκεϋνσιανές τριβές (στην τιμή, στο επιτόκιο και μισθολογική προσκόλληση) και συνηθειών με υποδείγματα εμπλουτισμένα με μάθηση με χρήση τεχνικών Bayes. Εφαρμόζουμε επίσης ανάλυση δεύτερης στιγμής, ακολουθώντας την εργασία των Eusepi και Preston (2007). Τα ευρήµατά µας δείχνουν ότι η µάθηση παίζει σηµαντικό ρόλο στην εξήγηση των διαφορετικών οικονοµικών επιδόσεων του πυρήνα και της περιφέρειας και ότι οι µηχανικές πηγές δυσκαμψιών και τριβών, καθίστανται περιττές υπό την επίδραση της µάθησης. Επιπλέον, καταλήγουµε στο συµπέρασµα ότι µια νοµισµατική αρχή που στοχεύει στην ελαχιστοποίηση των απωλειών ευηµερίας από τη µεταβλητότητα της παραγωγής και του πληθωρισµού θα πρέπει να αντιδράσει πιο έντονα για να σταθεροποιήσει τον πληθωρισµό υπό συνθήκες µάθησης. Τέλος, στο κεφάλαιο 3, μελετάμε τις βέλτιστες πολιτικές Ramsey όταν οι δημοσιονομικές και οι νομισματικές αρχές αντιμετωπίζονται ως διαφορετικές οντότητες πολιτικής, σε ένα υπόδειγμα γενικής ισορροπίας. Η νοµισµατική πολιτική είναι τόσο "συµβατική" όσο και "µη συµβατική", όπου η πρώτη έχει να κάνει µε τη χρήση ενός επιτοκίου πολιτικής και η δεύτερη µε πολιτικές ισολογισµού, όπως αγορές κρατικών οµολόγων και µεταβιβάσεις στο ∆ηµόσιο. Συγκρίνουµε τις επιδόσεις αυτού του υποδείγµατος, όσον αφορά την ευηµερία, σε σύγκριση µε την τυπική περίπτωση όπου υπάρχει µια ενοποιηµένη δηµοσιονοµική και νοµισµατική αρχή που εφαρµόζει µια συµβατική νοµισµατική πολιτική. Διαπιστώνουµε ότι όταν ο υπεύθυνος χάραξης πολιτικής έχει τη δυνατότητα να εφαρµόζει πολιτικές ισολογισµού, µπορεί να επιτευχθεί υψηλότερο επίπεδο ευηµερίας και ότι η βελτιστοποιηµένη αντίδραση του υπεύθυνου χάραξης πολιτικής στις αποκλίσεις του πληθωρισµού και της παραγωγής από τους στόχους τους δεν παίρνει ακραίες τιµές όπως στην τυπική περίπτωση.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The scope of the current PhD thesis is to study monetary policy in models with various forms of nominal rigidities and frictions, including price stickiness, wage stickiness, with a focus on bounded rational expectations, and to study optimal monetary policy, when the latter is both conventional and unconventional. This work is divided into three distinct parts, as follows. Chapter 1 studies the impact of bounded rationality in short-term dynamics of macroeconomic variables, in simple, widely used, dynamic stochastic general equilibrium (DSGE) models. Bounded rational expectations are modeled using the learning approach of Evans and Honkapohja (2001) and implemented using three mechanisms, in particular Kalman learning, constant-gain learning and ordinary least squares. Starting with a simple Real-Business cycles model and a New-Keynesian (NK) model, with and without physical capital, we study the stability properties of the learning algorithms examined and whether agent’s initial beli ...
The scope of the current PhD thesis is to study monetary policy in models with various forms of nominal rigidities and frictions, including price stickiness, wage stickiness, with a focus on bounded rational expectations, and to study optimal monetary policy, when the latter is both conventional and unconventional. This work is divided into three distinct parts, as follows. Chapter 1 studies the impact of bounded rationality in short-term dynamics of macroeconomic variables, in simple, widely used, dynamic stochastic general equilibrium (DSGE) models. Bounded rational expectations are modeled using the learning approach of Evans and Honkapohja (2001) and implemented using three mechanisms, in particular Kalman learning, constant-gain learning and ordinary least squares. Starting with a simple Real-Business cycles model and a New-Keynesian (NK) model, with and without physical capital, we study the stability properties of the learning algorithms examined and whether agent’s initial beliefs affect short-term dynamics. To our knowledge, there exist a few papers highlighting the importance of initial conditions in the learning procedure and how these affect short-term dynamics. Key works in this field are Sargent (1993a), Benveniste et al. (1990),Carceles-Poveda and Giannitsarou (2007), and Ferrero (2007). We find that the presence of capital and the initial conditions affect short-term dynamics, under all learning mechanisms. Moreover, using the NK model we conclude that the distance of initial beliefs from the rational expectations (RE) can lead to changes in the optimized response of the policy-maker to output and inflation gap in the Taylor rule, relatively to the respective one under RE, indicating that optimal monetary policy changes in the presence of learning. In particular, we extend the work of Ferrero (2007) and contribute to the related literature by finding that under learning, the longer the distance of initial beliefs from the rational expectations (RE) solutions, the more aggressive the policy-maker should be to tackle inflation. Furthermore, depending on the relative preference of the policy-maker to output stabilization, the policy-maker should also be more aggressive towards narrowing the output gap, in comparison to RE, in the case of a cost-push shock. Finally, we conclude that under learning, a fast convergence of output is not always desirable, in line with the work of Ferrero (2007).In chapter 2 we investigate the role of learning in a two-country, DSGE model to analyze the differences in the economic cycles between the Core and the Periphery in the Euro Area for the period22000 to 2019. By incorporating learning, we aim to capture the impact of the endogenous evolution of beliefs in the two areas, highlighting behavioral factors beyond the observed discrepancies in the boom and bust cycles of Core and Periphery in this period. Following Milani (2007) we compare the performance between rational expectations (RE) models with New-Keynesian frictions (price, interest rate and wage stickiness) and habits with models augmented with learning using Bayesian techniques. We also implement second moment analysis, following the work of Eusepi and Preston (2007). Our findings suggest that learning plays a significant role in explaining the divergent economic performances of the Core and the Periphery and that mechanical sources of persistence, like habit formation and interest rate stickiness become redundant under learning. Furthermore, we conclude that a monetary authority that aims to minimize welfare losses from output and inflation volatility should react more intense to stabilize inflation under learning. Finally, in chapter 3, we study optimal, Ramsey policies when the fiscal and monetary authorities are treated as different policy entities, in a general equilibrium model. Monetary policy is both “conventional” and “nonconventional”, where the former has to do with the use of a policy interestrate and the latter with balance sheet policies, like purchases of government bonds and transfers to the Treasury. We compare the performance of this model, in terms of welfare, in comparison to the standard case where there is a consolidated fiscal and monetary authority which implements aconventional monetary policy. We find that when the policy maker is allowed to implement balance sheet policies, a higher level of welfare can be achieved and that the optimized response of the policymaker in deviations of inflation and output from their targets does not take corner values as in the standard case.
περισσότερα