Περίληψη
Η παρούσα εργασία εξετάζει την κεραμική με σκόπιμες οργανικές προσμείξεις φυτικής προέλευσης που εμφανίζεται σε διαφορετικά ποσοστά εντός των κεραμικών συνόλων των πρώιμων νεολιθικών θέσεων της Μακεδονίας. Συγκεκριμένα εξετάζονται οι θέσεις, Παλιάμπελα Κολινδρού, Ρεβένια και Ρητίνη στην Πιερία, Λητή ΙΙΙ στη λεκάνη του Λαγκαδά και Ροδίτης-Παλιάμπελα και Βαρεμένοι Γουλών στην κοιλάδα του μέσου ρου του Αλιάκμονα. Οι θέσεις αυτές καλύπτουν χρονολογικά την ΑΝ και την αρχή της ΜΝ (β’ μισό 7ης χιλιετίας και αρχές 6ης π.Χ.), αν και δεν έχουν όλες την ίδια αφετηρία/τέλος και την ίδια διάρκεια. Τα κεραμικά σύνολα των θέσεων μελετήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος ΘΑΛΗΣ – Exploring και μέρος των δεδομένων αυτής της μελέτης παρουσιάζονται εδώ για τις ανάγκες της εργασίας με την ευγενική παραχώρηση του επ. υπεύθυνου του προγράμματος καθ. Κ. Κωτσάκη και της υπεύθυνης της μελέτης αναπ. καθ. Ντ. Ούρεμ-Κώτσου.Το Κεφάλαιο 2 ξεκινά με μια σύντομη επισκόπηση των πρώιμων φάσεων της Νεολιθικής, ιδίως στην ...
Η παρούσα εργασία εξετάζει την κεραμική με σκόπιμες οργανικές προσμείξεις φυτικής προέλευσης που εμφανίζεται σε διαφορετικά ποσοστά εντός των κεραμικών συνόλων των πρώιμων νεολιθικών θέσεων της Μακεδονίας. Συγκεκριμένα εξετάζονται οι θέσεις, Παλιάμπελα Κολινδρού, Ρεβένια και Ρητίνη στην Πιερία, Λητή ΙΙΙ στη λεκάνη του Λαγκαδά και Ροδίτης-Παλιάμπελα και Βαρεμένοι Γουλών στην κοιλάδα του μέσου ρου του Αλιάκμονα. Οι θέσεις αυτές καλύπτουν χρονολογικά την ΑΝ και την αρχή της ΜΝ (β’ μισό 7ης χιλιετίας και αρχές 6ης π.Χ.), αν και δεν έχουν όλες την ίδια αφετηρία/τέλος και την ίδια διάρκεια. Τα κεραμικά σύνολα των θέσεων μελετήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος ΘΑΛΗΣ – Exploring και μέρος των δεδομένων αυτής της μελέτης παρουσιάζονται εδώ για τις ανάγκες της εργασίας με την ευγενική παραχώρηση του επ. υπεύθυνου του προγράμματος καθ. Κ. Κωτσάκη και της υπεύθυνης της μελέτης αναπ. καθ. Ντ. Ούρεμ-Κώτσου.Το Κεφάλαιο 2 ξεκινά με μια σύντομη επισκόπηση των πρώιμων φάσεων της Νεολιθικής, ιδίως στην εν λόγω περιοχής, και της κεραμικής. Ακολουθεί μια θεωρητική συζήτηση αναφορικά με τις αντιθέσεις και τα δίπολα (όπως φύση/πολιτισμός, τεχνολογικό/συμβολικό) στην αρχαιολογική, και όχι μόνο, σκέψη και το πώς αυτά έχουν αναπλαισιωθεί σε πιο ρευστά θεωρητικά σχήματα στη σύγχρονη αρχαιολογική θεωρία, που αναδεικνύουν την υλικότητα των πραγμάτων μέσα στην ιστορική διαδικασία. Ειδική μνεία γίνεται στο ζήτημα της ανάδυσης νέων εννοιών στη Νεολιθική, καθώς θεωρείται σχετικό με την ερμηνεία της κεραμικής με οργανικές προσμείξεις. Στη συνέχεια, σχολιάζεται η έννοια της εγχειρηματικής αλυσίδας ως λειτουργικό σχήμα που αξιοποιείται στις μελέτες τεχνολογίας, πώς αυτή αποκλίνει στην περίπτωση της κεραμικής με οργανικές προσμείξεις από την υπόλοιπη κεραμική τεχνολογία και πού συγκλίνει με άλλες εγχειρηματικές αλυσίδες που αφορούν τη διαχείριση φυτών και ζώων. Τέλος, παρουσιάζονται αναλυτικά τα ερευνητικά ερωτήματα της εργασίας, στη βάση της συζήτησης που προηγήθηκε, και είναι τα εξής:1.Ποιος είναι ο χαρακτήρας της κεραμικής με οργανικές προσμείξεις εντός των κεραμικών συνόλων; Σε τι ποσοστό υπάρχουν τέτοια αγγεία και τι χαρακτηριστικά έχουν (π.χ. σχήμα, μέγεθος, επιφάνεια); Πρόκειται για αγγεία που χρησιμοποιούνται για καθημερινές χρήσεις ή έχουν ιδιαίτερο χαρακτήρα;2.Ποια είναι η προέλευση των οργανικών προσμείξεων στην κεραμική; Από ποιες δραστηριότητες προέρχεται και ποια είναι η σχέση της κεραμικής τεχνολογίας με άλλες νεολιθικές δραστηριότητες/τεχνολογίες;Κεφάλαιο 3. Το πρώτο βήμα για τη διερεύνηση του ζητήματος είναι η γεωγραφική και χρονική πλαισίωση της εμφάνισης της κεραμικής με οργανικές προσμείξεις στη Νεολιθική της βόρειας Ελλάδας. Ποια είναι η ιστορική σχέση αυτής της κεραμικής με πρωιμότερα σύνολα και τι επικρατεί στον γεωγραφικά περιβάλλοντα χώρο την ίδια χρονική περίοδο που εξετάζουμε; Η βιβλιογραφική έρευνα εστιάζει στην περίοδο από την εμφάνιση της κεραμικής στη ΝΔ Ασία και στη συνέχεια στη ΝΑ Ευρώπη μέχρι τους πρώτους αιώνες της 6ης χιλιετίας, με βάση δημοσιευμένες θέσεις-κλειδιά. Η συζήτηση περιστρέφεται κυρίως γύρω από την παρουσία, και τη διαφορετική ένταση αυτής, και την απουσία κεραμικής με οργανικές προσμείξεις, τα τοπικά μοτίβα και τις ασυνέχειες που παρουσιάζονται.Το Κεφάλαιο 4 αποτελεί μια βιβλιογραφική έρευνα και αναλυτική παρουσίαση των διαφορετικών μεθοδολογικών και ερμηνευτικών προσεγγίσεων που έχουν εφαρμοστεί στη μελέτη της κεραμικής με οργανικές προσμείξεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Διακρίνονται δύο γενικές κατηγορίες ερωτημάτων: α) η εξέταση της κεραμικής με οργανικές προσμείξεις από τη σκοπιά της κεραμικής ως μέρος του υλικού πολιτισμού (ιδιότητες, τεχνολογία, διακίνηση, πολιτισμικές επαφές) και β) η εξέταση των οργανικών προσμείξεων ως αρχαιοβοτανική μαρτυρία (χρήση και διαχείριση φυτών, εξημέρωση, παλαιοπεριβάλλον). Η μεθοδολογία προσαρμόζεται ανάλογα με το αρχαιολογικό ερώτημα και άλλους παράγοντες που αφορούν την εκάστοτε περίπτωση, και συνοπτικά μπορούμε να πούμε ότι υπάρχουν τρεις διακριτές μεθοδολογικές προσεγγίσεις: α) πειραματικές προσεγγίσεις, β) προσδιορισμός με βάση τη μορφολογία των «αρνητικών» καταλοίπων, όπως πόροι και αποτυπώματα (απευθείας παρατήρηση, εκμαγεία, μικροτομογραφία) και γ) προσδιορισμός των ίδιων των καταλοίπων (απανθρακωμένα μακροκατάλοιπα, φυτόλιθοι) που εξετάζονται σε λεπτές πετρογραφικές τομές ή με εξαγωγή υλικού, συνήθως με καταστρεπτικές μεθόδους. Η χρήση του Ηλεκτρονικού Μικροσκοπίου Σάρωσης γίνεται ολοένα και πιο δημοφιλής για τη μελέτη των προσμείξεων. Τέλος, συχνά συνδυάζονται περισσότερες από μία μέθοδοι. Το Κεφάλαιο 5 συνιστά την περιγραφή της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε στη μελέτη του συγκεκριμένου υλικού. Αναφορικά με τη μακροσκοπική μελέτη της κεραμικής παρουσιάζονται οι παράμετροι της κεραμικής που έχουν επιλεγεί για τη συγκεκριμένη ανάλυση. Αυτές οι παράμετροι παρουσιάζονται για το κεραμικό σύνολο και στη συνέχεια για το υποσύνολο της κεραμικής με οργανικές προσμείξεις προκειμένου να διαπιστωθεί ο χαρακτήρας των αγγείων με οργανικές προσμείξεις και η σχέση τους με το σύνολο. Τα δεδομένα που παρουσιάζονται εδώ προέκυψαν από τη μακροσκοπική μελέτη της κεραμικής στο πλαίσιο του προγράμματος ΘΑΛΗΣ-Exploring. Προκειμένου για τον προσδιορισμό των προσμείξεων, έχοντας υπόψη τις διαθέσιμες μεθόδους, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους όπως παρουσιάστηκαν στο Κεφάλαιο 4, επιλέχθηκαν δύο μέθοδοι, η εξέταση πετρογραφικών τομών και η εξαγωγή μικροποσότητας υλικού το οποίο εξετάστηκε στο Ηλεκτρονικό Μικροσκόπιο Σάρωσης. Το βασικό κατάλοιπο που εξετάζεται με αυτές τις μεθόδους είναι οι φυτόλιθοι, οι ιδιότητες και η μορφολογία των οποίων σχολιάζεται αναλυτικά σε αυτό το σημείο.Στη συνέχεια παρουσιάζεται εν συντομία η τεχνική της παρασκευής πετρογραφικών τομών και ακολουθεί η περιγραφή της μεθοδολογίας, η παρουσίαση των παραμέτρων της καταγραφής και της τεκμηρίωσης των φυτόλιθων στις λεπτές τομές.Ακολουθεί η παρουσίαση της λειτουργίας του Ηλεκτρονικού Μικροσκοπίου Σάρωσης και στη συνέχεια περιγράφεται η εφαρμογή της τεχνικής στο πλαίσιο της συγκεκριμένης μεθοδολογίας, ο τρόπος εξαγωγής των δειγμάτων, οι παράμετροι καταγραφής και η τεκμηρίωση των φυτόλιθων στα δείγματα του ΗΜΣ.Το κεφάλαιο καταλήγει με μια σύντομη μνεία σε τρία διακριτά ζητήματα: τη διάκριση μεταξύ τυχαίων και σκόπιμων καταλοίπων, μια πρώτη σύγκριση μεταξύ των μεθόδων μικροσκοπίας (η οποία συνεχίζεται μετά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων) και, τέλος, κάποια ζητήματα αναφορικά με την ποσοτικοποίηση.Το Κεφάλαιο 6 διακρίνεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος η συζήτηση αφορά το περιβάλλον των νεολιθικών θέσεων με βάση τις μελέτες ανασύνθεσης του παλαιοπεριβάλλοντος (παλυνολογία, παλαιοανθρακολογία, αρχαιοβοτανική και γεωαρχαιολογία). Στο δεύτερο μέρος περιγράφονται οι πρακτικές διαχείρισης φυτών και ζώων, όπως τις γνωρίζουμε από αρχαιολογικές και εθνογραφικές μελέτες, ως πιθανές πηγές προέλευσης των οργανικών προσμείξεων στη κεραμική (τα στάδια της επεξεργασίας της σοδειάς, κοπριά, συλλογή άγριων φυτών κ.ά.), και ποια είναι η πιθανή βοτανική σύνθεση των προσμείξεων ανάλογα με τη δραστηριότητα από την οποία, ενδεχομένως, προέρχονται.Το Κεφάλαιο 7 ξεκινά με μια σύντομη εισαγωγή στις θέσεις που εξετάζονται συνολικά: χρονολογικό πλαίσιο, χαρακτήρας ανασκαφικής διερεύνησης, περιβάλλον εγκατάστασης και οργάνωση του χώρου. Ο στόχος αυτής της εισαγωγής είναι να δοθεί μια συνολική και συγκριτική εικόνα για τις θέσεις, ενώ όλα τα παραπάνω σχολιάζονται στη συνέχεια αναλυτικά κατά θέση.Ακολουθεί η περιγραφή των θέσεων και των δεδομένων της ανάλυσης και για τις έξι θέσεις, με την εξής δομή: περιγραφή της θέσης (οργάνωση του χώρου, χρονολόγηση, φάσεις εάν υπάρχουν), περιγραφή του κεραμικού συνόλου, περιγραφή της κεραμικής με οργανικές προσμείξεις, δεδομένα από την εξέταση των πετρογραφικών τομών, δεδομένα από την εξέταση υλικού στο ΗΜΣ, σύνθεση και συζήτηση.Στο Κεφάλαιο 8 γίνεται η συζήτηση και παρουσιάζονται τα συμπεράσματα της μελέτης. Αρχικά γίνεται αποτίμηση της μεθοδολογίας αναφορικά με τον προσδιορισμό των προσμείξεων (μέθοδοι μικροσκοπίας) και θίγονται ζητήματα ερμηνείας και ποσοτικοποίησης των φυτόλιθων. Έπειτα παρουσιάζονται οι πιθανές πρακτικές πρόσμειξης οργανικών που αναγνωρίστηκαν μέσα από τα κατάλοιπα. Στη συνέχεια γίνεται σύνθεση και συζήτηση των δεδομένων (μακροσκοπική ανάλυση κεραμικής και προσδιορισμός των προσμείξεων) κατά χρονολογική φάση. Το τελευταίο μέρος της συζήτησης είναι αφιερωμένο στην κοινωνική διάσταση της κεραμικής με οργανικές προσμείξεις, όπου σχολιάζονται ζητήματα όπως οι κοινότητες πρακτικής και το πλαίσιο της κατασκευής κεραμικής, η χρονικότητα της παραγωγής, η κυκλοφορία των αγγείων, η συνέχεια στην πρακτική και η αλλαγή πλαισίου κατά τη διάρκεια της περιόδου που εξετάζουμε.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present dissertation examines the pottery with intentionally added organic temper of vegetal origin which is found in various percentages within the ceramic assemblages of early Neolithic sites in Macedonia. Specifically, the sites examined are: Paliambela Kolindros, Revenia, and Ritini in the area o Pieria; Lete III in the Langadas basin; Roditis Paliambela and Varemeni Goulon in the middle Haliakmon valley. In terms of chronology these sites cover the Early Neolithic and the beginning of the Middle Neolithic (2nd half of the 7th millennium and the beginning of the 6th mil. BCE), although they do not all coincide chronologically. The ceramic assemblages were studied in the framework of the research programme THALES – Exploring and part of the results of this study are presented here for the needs of this dissertation with the permission of the PI of the programme, Professor Emeritus K. Kotsakis and the supervisor of the study Associate Professor D. Urem-Kotsou.Chapter 2 starts wit ...
The present dissertation examines the pottery with intentionally added organic temper of vegetal origin which is found in various percentages within the ceramic assemblages of early Neolithic sites in Macedonia. Specifically, the sites examined are: Paliambela Kolindros, Revenia, and Ritini in the area o Pieria; Lete III in the Langadas basin; Roditis Paliambela and Varemeni Goulon in the middle Haliakmon valley. In terms of chronology these sites cover the Early Neolithic and the beginning of the Middle Neolithic (2nd half of the 7th millennium and the beginning of the 6th mil. BCE), although they do not all coincide chronologically. The ceramic assemblages were studied in the framework of the research programme THALES – Exploring and part of the results of this study are presented here for the needs of this dissertation with the permission of the PI of the programme, Professor Emeritus K. Kotsakis and the supervisor of the study Associate Professor D. Urem-Kotsou.Chapter 2 starts with a brief review of the early phases of the Neolithic, especially of this particular geographical area, and the associated pottery. The review is followed by a theoretical discussion regarding oppositional categories (such as nature/culture, technological/symbolic) in archaeological, and not only, thought, and how these have been reframed within more fluid theoretical schemes in contemporary archaeological theory, bringing forth the materiality of things within the historical process. There is a special reference to the issue of the rise of new concepts during the Neolithic, as it is considered pertinent to the interpretation of organic-tempered pottery. Following this, the concept of chaîne opératoire is discussed, as a functional scheme utilized in technology studies, and how the chaîne opératoire of organic-tempered pottery diverges from the rest of pottery technology and where it cross-cuts other technologies related to the management of plants and animals. Lastly, the research questions are presented in detail, based on the previous discussion, and are the following:1.What is the character of organic-tempered pottery within the pottery assemblages? In what percentages do these vessels appear and what are their characteristics (e.g., shape, size, surface)? Are these vessels used in everyday contexts or are they somehow special?2.From where is the organic temper obtained? What activities is it derived from and what is the relationship of pottery technology with other Neolithic activities/technologies?Chapter 3. The first step in this investigation is to situate the appearance of organic-tempered pottery in the Neolithic of northern Greece within a geographical and temporal frame. What is the historical relationship of this pottery with earlier assemblages and what is the situation in the surrounding areas during this time scope? The bibliographical research focuses on the period from the appearance of pottery in SW Asia and then in SE Europe up until the first centuries of the 6th millennium, and is based on published key-sites. The discussion revolves mostly around the presence, and its different intensity, and absence of organic-tempered pottery, the local patterns and the discontinuities observed.Chapter 4 presents the bibliographical research and detailed presentation of the various methodological and interpretative approaches that have been applied to the study of organic-tempered pottery worldwide. Two categories of questions are discerned: a) the examination of organic-tempered pottery from the perspective of pottery as part of material culture (physical properties, technology, trade, cultural contacts) and b) the examination of organic-tempered pottery as archaeobotanical evidence (plant use and management, domestication, paleoenvironment). The methodology is adjusted according to the specific archaeological question and other factors specific to each case, and in short we may say that there are three methodological approaches: a) experimental approaches, b) identification based on the morphology of “negative” remains, such as pores and imprints (direct observation, casts, microtomography) and c) identification of the actual remains (charred macro-remains, phytoliths) which are examined in thin petrographic sections or by extraction of material, usually with some destructive method. The use of the Scanning Electron Microscope is becoming increasingly more popular for the study of temper. Lastly, it is common to combine more than one method.Chapter 5 is devoted to the description of the methodology applied in the study of the material in question. Regarding the macroscopic study of pottery, the parameters of pottery analysis selected for this particular case are presented. These parameters are presented firstly for the general pottery assemblage and then for the subset of organic-tempered pottery, in order to observe the character of these vessels and their relationship to the general assemblage. The data presented here were acquired during the macroscopic study of pottery in the framework of the research programme THALES-Exploring.For the identification of the temper, taking into consideration the available methods, their pros and cons as presented in Chapter 4, two methods were selected, the examination of petrographic thin sections and the extraction of material (in micro-quantities) which was then examined under the SEM. The main category of remains examined by these methods is phytoliths, the properties and morphology of which are discussed in detail at this point.The next section is the detailed description of the methodology regarding both microscopy techniques and macroscopic pottery analysis. Finally, the chapter is concluded with a reference to three issues: the distinction between inadvertent and intentional vegetal remains, the comparison of the two microscopy methods (which is continued after the presentation of the results), and the issues related to quantification.Chapter 6 consists of two sections. The first part deals with the environment of the Neolithic sites based on paleoenvironmental studies (palynology, paleoanthracology, archaeobotany and geoarchaeology). The second part is a description of the plant and animal management practices, as we know them through archaeological and ethnographical studies, as potential sources of the organic temper (crop processing stages, dung, wild plants etc), and what is the probable botanical composition of the temper depending on the activity from which it is probably derived.Chapter 7 begins with a brief introduction to the sites examined here as a whole: chronology, nature of investigation, environment, and spatial organization. The aim of this introduction is to acquire a complete and comparative picture of the sites, while all these issues are later discussed in detail per site.Following this introduction, all the six sites are presented with the data of the analyses with the following structure: site description, description of ceramic assemblage, description of organic-tempered pottery, presentation of the data collected from the examination of a. petrographic sections and b. extracted material under the SEM, synthesis and discussion.Chapter 8 comprises the discussion and conclusions of the study. The issues discussed here include the evaluation of the methodology, the interpretative potential of phytoliths, the probable practices of tempering pottery recognized through the remains. Then, the results are discussed per chronological phase. Lastly, the social dimension of organic-tempered pottery is discussed, including issues such as the communities of practice, the temporality of production, the circulation of vessels, as well as continuity and change during the period under consideration.
περισσότερα