Περίληψη
Η παρούσα έρευνα αποτελεί μια συστηματική προσέγγιση στην ανάλυση ενός συντεταγμένου πλαισίου αξιών και οντοτήτων με σκοπό την καλλιέργεια των ικανοτήτων μίας κοινότητας και τον προσανατολισμό αυτής σε ελεγχόμενα αποτελεσματική δράση, εν προκειμένω, για τη βιώσιμη απασχόληση ως παράγοντα βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης ή αλλιώς της Κοινοτικής Στοιχειοθέτησης Ικανότητας Δράσης (Community Capacity Building/CCB) για την απασχόληση, υπό το πρίσμα της βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης με περιπτωσιολογική εφαρμογή στην περιοχή της Δωδεκανήσου. Ο όρος Community Capacity Building ο οποίος πρωτοαναφέρθηκε στη ξενόγλωσση βιβλιογραφία πριν από 30 χρόνια περίπου, δεν έχει εντοπισθεί ή χρησιμοποιηθεί με καθορισμένη εννοιολογική τοποθέτηση στην ελληνική βιβλιογραφία και πραγματικότητα (συναντάμε παραπλήσιους, αλλά όχι ταυτόσημους εννοιολογικά όρους), ενσωματώνει μία συστηματικότητα ως προς την ανάλυση, αφενός των αναγκών και των δυναμικών μια καθορισμένης κοινότητας, αφετέρου των ενδογενών μέσων για τη δημιουρ ...
Η παρούσα έρευνα αποτελεί μια συστηματική προσέγγιση στην ανάλυση ενός συντεταγμένου πλαισίου αξιών και οντοτήτων με σκοπό την καλλιέργεια των ικανοτήτων μίας κοινότητας και τον προσανατολισμό αυτής σε ελεγχόμενα αποτελεσματική δράση, εν προκειμένω, για τη βιώσιμη απασχόληση ως παράγοντα βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης ή αλλιώς της Κοινοτικής Στοιχειοθέτησης Ικανότητας Δράσης (Community Capacity Building/CCB) για την απασχόληση, υπό το πρίσμα της βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης με περιπτωσιολογική εφαρμογή στην περιοχή της Δωδεκανήσου. Ο όρος Community Capacity Building ο οποίος πρωτοαναφέρθηκε στη ξενόγλωσση βιβλιογραφία πριν από 30 χρόνια περίπου, δεν έχει εντοπισθεί ή χρησιμοποιηθεί με καθορισμένη εννοιολογική τοποθέτηση στην ελληνική βιβλιογραφία και πραγματικότητα (συναντάμε παραπλήσιους, αλλά όχι ταυτόσημους εννοιολογικά όρους), ενσωματώνει μία συστηματικότητα ως προς την ανάλυση, αφενός των αναγκών και των δυναμικών μια καθορισμένης κοινότητας, αφετέρου των ενδογενών μέσων για τη δημιουργία ελεγχόμενων συνθηκών στην κατεύθυνση της επίτευξης προκαθoρι-σμένων στοχεύσεων. Σύμφωνα με την εκτεταμένη βιβλιογραφική ανασκόπηση που πραγματοποιήσαμε προσδιορίσθηκαν εννέα (9) περιεκτικοί/ανασυντιθέμενοι τομείς για την αξιολόγηση της Κοινοτικής Στοιχειοθέτησης Ικανότητας Δράσης (CCB) σύμφωνα με το μοντέλο στάθμισης και ιεραρχικής ταξινόμησης των προτεραιοτήτων δράσης για τη βιώσιμη ανάπτυξη, βάσει των διαστάσεων και τομέων/υποτομέων που έχουν αναπτυχθεί, αναθεωρηθεί και καταρτισθεί από άλλους συγγραφείς για την μέτρηση της ανάπτυξης ικανοτήτων στην κοινότητα (Liberato et al., 2011). Οι τομείς κοινοτικής ενδυνάμωσης που εξετάσθηκαν ήταν: T1. Ευκαιρίες μάθησης και ανάπτυξη δεξιοτήτων (LOSD), T2. Κινητοποίηση πόρων (RM), T3. Συνεργασίες/Διασυνδέσεις/Δικτύωση (PLN), T4. Ηγεσία (Ικανότητα) (L), T5. Συμμετοχική λήψη αποφάσεων (PDM), T6. Προσέγγιση που βασίζεται σε εγγενείς αξίες (assets) (ABA) T7. Αίσθηση κοινότητας (SC), T8. Επικοινωνία (C), T9. Ανα-πτυξιακή πορεία (DP) και, παράλληλα, οι υποτομείς: ΥΤ 7.1 Δέσμευση για δράση (CA), ΥΤ 7.2 Αίσθημα του «ανήκειν» (SB), ΥΤ 8.1 Διάχυση/Διάδοση (D), ΥΤ 9.1 Κοινό όραμα και σαφείς στόχοι (SVCG), ΥΤ 9.2 Εκτίμηση των κοινοτικών αναγκών (CNA), ΥΤ 9.3 Παρακολούθηση των διεργασιών και των αποτελεσμάτων (POM), YT 9.4 Βιωσιμότητα (S). Η δυνατότητα αξιολόγησης της διαδικασίας ανάπτυξης ικανοτήτων σε τοπικό επίπεδο φαίνεται να έχει πρωταρχική σημασία στη διευκόλυνση της δράσης για την ανάπτυξη της απασχόλησης σε κατεύθυνση βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης. Κύρια έμφαση δόθηκε στη δυναμική της ανάπτυξης της κοινότητας (Capacity Building) ως εργαλείο άσκησης πολιτικής για τις αρχές της τοπικής διακυβέρνησης. Παράλληλα, μια προσεκτική εξέταση του τι «δουλεύει» και τι «δεν δουλεύει» στην τοπική ανάπτυξη υποδεικνύει τρεις παραμέτρους για την καθιέρωση καλής πρακτικής στην τοπική αναπτυξιακή πολιτική (OECD, 2010). Πρώτον, είναι σημαντική η υιοθέτηση μιας περιεκτικής και ενοποιημένης πολιτικής προσέγγισης της ανάπτυξης, που θα αναγνωρίζει τις εσωτερικές σχέσεις (Interrelations), μεταξύ των διαφορετικών παραγόντων, στους οποίους θα πρέπει να επιδρά. Κατά δεύτερον, οι παρεμβάσεις πολιτικής θα πρέπει να αρθρώνονται γύρω από μια καθαρή και τεκμηριωμένη τοπική στρατηγική. Τρίτον, η στοιχειοθέτηση της ικανότητας δράσης (capacity-building), δουλεύοντας με τον τοπικό πληθυσμό και τους τοπικούς οργανισμούς, αναδεικνύεται καθοριστικής σημασίας. Η ενοποιημένη προσέγγιση, στο πλαίσιο της οποίας επιδιώκεται η διευθέτηση όλων των σημαντικών παραγόντων, που επιδρούν στην τοπική ανάπτυξη, είναι πιθανό να αποβεί περισσότερο αποτελεσματική από τις αποσπασματικές και μεμονωμένες ενέργειες. Με βάση την εφαρμογή του μηχανισμού αξιολόγησης στην περιοχή της Δωδεκανήσου προέκυψε ότι αν και η φαινόμενη πορεία ανάπτυξης δείχνει σημαντική ανθεκτικότητα και «ευπορία», αυτή στηρίχθηκε σε μία σειρά από «τυχαία» γεγονότα και όχι σε ένα πλαίσιο αλληλουχίας ενεργειών με συγκεκριμένες κοινοτικά επιδιώξεις. Η ανάπτυξη της βασικής βιομηχανίας της περιοχής που είναι η τουριστική, στο επίπεδο της οργανωμένης γνώσης και έρευνας απαιτεί υποδομές οι οποίες να συνδέουν τις ανάγκες της τοπικής αγοράς εργασίας με την παρεχόμενη επαγγελματική κατάρτιση σε συνδιασμό με την ανάπτυξη αντίστοιχων ικανοτήτων. Οι λεπτές συνιστώσες της κοινοτικής στοιχειοθέτησης ικανότητας μπορούν να αναδείξουν κρίσιμα θέματα ουσιαστικής θεμελίωσης της βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης βάσει των αναγνωριζόμενων αδυναμιών στους ενδοκοινοτικούς μηχανισμούς, να υποστηρίξουν τα εμπλεκόμενα μέρη στην χαρτογράφηση της πορείας επίτευξης των αναγκών και στόχων που οι ίδιοι θέτουν και να διασφαλίσουν τα επιθυμητά αποτελέσματα κεφαλοποιώντας τα εντός της κοινότητας, αξιοποιώντας, παράλληλα, τις εξωτερικές παρεμβάσεις. Η βιώσιμη απασχόληση διαχρονικά και με πλήθος παραδειγμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο έχει θεμελιωθεί στην κοινωνική οικονομία και στις συνεταιριστικές επιχειρήσεις. Στην περίπτωση της Δωδεκανήσου διακρίνουμε την εμβληματική περίπτωση της ΚΑΙΡ η οποία ιδρύθηκε επί Ιταλοκρατίας και παρά τις δυσκολίες και ρηγματώσεις που αντιμετώπισε έχει καταφέρει να επιβιώσει και πρόσφατα να εξελιχθεί επιχειρηματικά. Πέραν αυτής, ελάχιστες συνεταιριστικές επιχειρήσεις στην περιοχή θεωρούνται βιώσιμες και γενικά οι περισσότερες προσπάθειες που έχουν υλοποιηθεί τα τελευταία χρόνια στον τομέα αυτό παρουσιάζουν αποτυχία. Παράλληλα, στον τομέα της επαγγελματικής κατάρτισης παρέχεται ένα ευρύ φάσμα ειδικοτήτων μέσα από τους τοπικούς φορείς. Ωστόσο, η Ανώτερη Σχολή Τουριστικής Εκπαίδευσης Ρόδου (ΑΣΤΕΡ) η οποία ιδρύθηκε το 1956 και ήταν η πρώτη σχολή τουριστικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα παραπαίει, αναζητώντας κάποιο ρόλο στο εκπαιδευτικό σύστημα. Ο πρωτογενής και δευτερογενής τομέας της τοπικής οικονομίας με την στροφή της επιχειρηματικότητας στον τουρισμό παρουσίασε ατροφία με αποτέλεσμα το συντριπτικό ποσοστό των τροφίμων που καταναλώνονται να εισάγεται από άλλες περιοχές. Παρατηρούμε, επίσης, ότι ο τομέας της καινοτομίας υστερεί σημαντικά έναντι άλλων περιοχών της ελληνικής επικράτειας. Το αποκαλούμενο ως «αναπτυξιακό θαύμα» της περιοχής φαίνεται ότι δεν θεμελιώνεται σε συνθήκες συμπαγούς ενδογενούς ανάπτυξης, διατροφικής ασφάλειας και επαρκούς αξιοποίησης των τοπικών πόρων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι εμφανίζεται μια παθογένεια αποδυνάμωσης ή απομείωσης του δυναμικού ενός βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης που παραλήφθηκε από το παρελθόν και στηρίχθηκε στη διασφάλιση και αξιοποίηση των τοπικών πόρων. Η τουριστική ανάπτυξη δεν συνοδεύτηκε από ισχυρή θεμελίωση στις ενδογενείς δυναμικές της κοινότητας, γεγονός το οποίο την καθιστά μετέωρη σε εξωγενείς αστάθμητες συνθήκες και συνακόλουθα η κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της περιοχής παρουσιάζει ρηγματώσεις οι οποίες οδηγούν σε επανατοποθέτηση και προβληματισμό σχετικά με τις προτεραιότητες συντελεστών ενδογενούς ανάπτυξης στους οποίους θα ήταν σκόπιμο να εστιάσει η περιοχή. Αναζητώντας τα στοιχεία που συνθέτουν την ανάπτυξη ικανοτήτων της κοινότητας, μέσα από τον υπό μελέτη μηχανισμό CCB συμπεραίνουμε ότι το κυρίαρχο στοιχείο, το οποίο προέκυψε από τις ομάδες εστίασης (focus groups) και τις συνεντεύξεις στο νησί της Ρόδου, είναι ότι ο βαθμός στον οποίο ενθαρρύνονται οι πολίτες του νησιού, να συμμετέχουν ενεργά στη λήψη αποφάσεων σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης, ενώ θεωρείται από πολύ έως απόλυτα σημαντικός ως παράγοντας κοινωνικής ενδυνάμωσης, σύμφωνα με την εμπειρία των ετών διακυβέρνησης 2010-2018, το επίπεδο στο οποίο υλοποιείται αυτό στην πράξη, χαρακτηρίστηκε από «καθόλου έως χαμηλό». Ο εν λόγω παράγοντας παρουσίασε τη μεγαλύτερη απόκλιση ανάμεσα στην υπάρχουσα κατάσταση και στην αξιολογηθείσα σπουδαιότητά του. Ο βαθμός αποτελεσματικότητας των διασυνδέσεων μεταξύ των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και λοιπών σχετιζόμενων φορέων για τη δημιουργία βιώσιμης απασχόλησης στο νησί της Ρόδου εμφανίσθηκε χαμηλός και για τα δύο επίπεδα της τοπικής αυτοδιοίκησης και στα δύο διαστήματα διακυβέρνησης (Α’ βαθμού 2011-2014, 2014-2018 , Β’ βαθμού 2010-2014, 2014-2018) , ενώ αντίθετα ο παράγοντας αυτός αξιολογήθηκε ως πολύ σημαντικός, για την ενδυνάμωση της τοπικής κοινωνίας. Επίσης, ο παράγοντας «Εκτίμηση των κοινοτικών αναγκών, από την τοπική αυτοδιοίκηση» αξιολογήθηκε ως ιδιαίτερα σημαντικός, αντίθετα με την αίσθηση των συμμετεχόντων ως προς την εφαρμογή αντίστοιχων δράσεων για την αξιολόγηση των αναγκών της κοινωνίας των πολιτών στο νησί της Ρόδου, η οποία αποτυπώθηκε σε βαθμό «καθόλου έως χαμηλός». Τα παραπάνω συνδυάζονται με τον αποτυπωμένο χαμηλό βαθμό αίσθησης του «ανήκειν», ενός παράγοντα ο οποίος έλαβε τον υψηλότερο βαθμό σπουδαιότητας, ως προς την επίδραση στην ενδυνάμωση της τοπικής κοινωνίας. Η επικέντρωση στο ουσιαστικό ενδογενές «άυλο» και «υλικό» δυναμικό και η ενδυνάμωσή του, υπό το πρίσμα της βιωσιμότητας διαμορφώνουν προϋποθέσεις επιβίωσης σε ένα αστάθμητο και συνεχώς κλυδωνιζόμενο διεθνές περιβάλλον.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present study comprises a systematic approach in the analysis of a coordinated framework of values and entities, with the aim to develop community skills and orient them to controlled effective action towards local sustainable development, focused on sustainable employment. More specifically, the main research argument is how Community Capacity Building (CCB) can be evolved towards sustainable employment, as a main component of sustainable local development, with a case study in the Dodecanese region. The term Community Capacity Building, first mentioned in international literature about 30 years ago, has not been identified or used with a definite conceptual placement in Greek literature and reality (we find similar but not identical conceptual terms), incorporates a systematic analysis of the needs and dynamics of a given community, on the other hand the endogenous means of creating controlled conditions in the direction of achieving pre-determined targets. According to the exten ...
The present study comprises a systematic approach in the analysis of a coordinated framework of values and entities, with the aim to develop community skills and orient them to controlled effective action towards local sustainable development, focused on sustainable employment. More specifically, the main research argument is how Community Capacity Building (CCB) can be evolved towards sustainable employment, as a main component of sustainable local development, with a case study in the Dodecanese region. The term Community Capacity Building, first mentioned in international literature about 30 years ago, has not been identified or used with a definite conceptual placement in Greek literature and reality (we find similar but not identical conceptual terms), incorporates a systematic analysis of the needs and dynamics of a given community, on the other hand the endogenous means of creating controlled conditions in the direction of achieving pre-determined targets. According to the extensive literature review, nine (9) comprehensive / reconstituted areas were considered for the Evaluation of Community Capacity Building (CCB) in line with the model of weighting and hierarchically classifying the priority areas of action for sustainable development, based on the dimensions and sectors/subsectors developed, revised and compiled by other authors to measure community development skills (Liberato et al., 2011). The areas of social empowerment examined were: T1. Learning opportunities and skills development (LOSD), T2. Resource mobilization (RM), T3. Partnerships / Liaisons / Networking (PLN), T4. Leadership (L), T5. Participatory decision making (PDM), T6. Approach based on intrinsic values (assets) (ABA) T7. Sense of Community (SC), T8. Communication (C), T9. Development path (DP) and, at the same time, the sub-sectors: YT 7.1 Commitment to Action (CA), YT 7.2 Sense of "belonging" (SB), YT 8.1 Dissemination (D), YT 9.1 Common vision and clear goals (SVCG), YT 9.2 Community Needs Assessment (CNA), YT 9.3 Process and outcome monitoring (POM), YT9.4 Sustainability (S). The ability to assess the process of developing skills locally seems to be of primary importance in facilitating action to develop employment in the direction of sustainable local development. Major emphasis was placed on the dynamics of community development (Capacity Building) as a policy tool for local government authorities. At the same time, a careful examination of what "works" and what "does not work" in local development suggests three parameters for establishing good practice in local development policy (OECD, 2010). Firstly, it is important to adopt a comprehensive and unified policy approach to development, which will recognize inter-relations between the different factors that it will have to influence. Secondly, policy interventions should be articulated around a clear and documented local strategy. Thirdly, establishing capacity-building through working with the local population and local organizations, is proven to be crucial. The integrated approach, which seeks to address all the important factors influencing local development, is likely to be more effective than fragmented and individual actions. According to the evaluation mechanism in the Dodecanese area, it emerged that despite an apparent growth trend showing significant resilience and "prosperity", this was based on a series of "random" events and not on a sequence of actions with specific community aspirations. The development of tourism as the region’s main industry requires infrastructure at the level of organized knowledge and research that connects the needs of the local labor market with the vocational training provided, in combination with the development of relevant skills. The subtle components of community capacity building can highlight critical issues of how sustainable local development is founded (based on the recognised weaknesses of community mechanisms), support the parties involved in mapping the way of achieving their needs and goals set, and ensure the desired results by capitalizing on them within the community, while making good use of external interventions. Sustainable employment has been established over time and with a number of examples worldwide in the social economy and cooperatives. In the case of the Dodecanese, we can see the emblematic case of C.A.I.R which was founded during the Italian occupation and despite the difficulties and obstacles it faced, it has managed to survive and recently to develop businesswise. Other than that, few cooperatives in the region are considered viable, and in general most of the efforts made within this area in recent years have failed. At the same time, in the field of vocational training, a wide range of specialties is provided through local agencies. However, the Rhodes School of Tourism Education (RSTE), which was founded in 1956 and was the first school of tourism education in Greece, is faltering, looking for a role in the educational scene. The primary and secondary sectors of the local economy with the shift of entrepreneurship to tourism showed atrophy, resulting in the vast majority of food consumed being imported from other regions. We also note that the innovation sector lags significantly compared to other areas of Greek territory. The so-called "development miracle" of the area does not seem to be based on conditions of solid endogenous growth, nutritional security and adequate utilisation of local resources. We could argue that there is a pathogenesis of weakening or diminishing the potential of a sustainable development model passed over from the past which relied on securing and utilizing local resources. Tourism development has not been accompanied by a strong foundation in the community's endogenous dynamics, which makes it meteoric in exogenous unstable conditions, leaving consequently the socio-economic development of the region with cracks that lead to repositioning and reflection on the priorities of endogenous development factors, onto which it would be appropriate for the area to focus. Searching for the elements that constitute the development of community skills through the CCB mechanism being studied, the dominant element, which emerged from the realized focus groups and interviews on the island of Rhodes, is that the degree to which the island's citizens are encouraged to be actively involved in decision-making at local government level, although being considered from very to utterly important, according to the experience of the years 2010-2018, the level at which this is implemented in practice ranged from nonexistent up to low. This factor showed the greatest discrepancy between the current situation and its assessed importance. The degree of interconnections’ effectiveness between the local government bodies and other related bodies for the creation of sustainable employment on the island of Rhodes appeared as low for both levels of local government in the two periods of governance (1st level 2011-2014, 2014- 2018, 2nd level 2010-2014, 2014-2018), while on the contrary this factor was evaluated as very important, for strengthening the local community. In addition, as particularly important was assessed the factor of the Community needs by the local government, contrary to the participants’ feeling regarding the implementation of corresponding actions for the evaluation of the civil society needs on the island of Rhodes, which ranged from nonexistent up to low. The above combines with the imprinted low degree of sense of "belonging", a factor that received the highest degree of importance, in terms of the effect on the empowerment of the local community. Focusing on the essential intrinsic "intangible" and "material" potential and its empowerment in the light of sustainability create conditions for survival in an unbalanced and constantly unstable international environment. The development of tourism has been a decisive economic factor, in general, and specifically in our country -especially in the Dodecanese region- with further enhancement capabilities. However, the need for balanced local development, which will be based on endogenous values of the community, on social empowerment, on the strengthening of social cohesion, on the utilisation of local resources with central focus on capabilities / interactions / sense of responsibility and belonging of the human factor, seems more decisive than ever.
περισσότερα