Περίληψη
Κεντρικό σκοπό της παρούσας διδακτορικής διατριβής αποτέλεσε η κατασκευή ενός καινοτόμου ψυχομετρικού εργαλείου- κλίμακας για την καταγραφή και τη μέτρηση των κινήτρων που παρακινούν τα άτομα να αναπτύξουν φιλοπεριβαλλοντική συμπεριφορά. Ως επιμέρους στόχος τέθηκε η διερεύνηση των πολλαπλών προβλεπτικών παραγόντων των περιβαλλοντικών πρακτικών στην ιδιωτική σφαίρα και η αποτύπωσή τους σε ένα ενιαίο μοντέλο, καθώς και η διερεύνηση των δημοσίων αντιλήψεων για το θαλάσσιο περιβάλλον, ως ειδική περίπτωση μελέτης του περιβαλλοντικού προφίλ των πολιτών. Εργαλείο για τη συλλογή των εμπειρικών δεδομένων αποτέλεσαν τα ερωτηματολόγια αυτό-συμπλήρωσης. Συνολικά συλλέχθηκαν επτά (7) δείγματα πληθυσμού μέσω της εφαρμογής δειγματοληπτικών μεθόδων πιθανότητας. Συγκεκριμένα, εφαρμόστηκε τυχαία συστηματική δειγματοληψία και πολυσταδιακή στρωματοποιημένη δειγματοληψία για τη συλλογή πανελλαδικού αντιπροσωπευτικού δείγματος. Η στατιστική επεξεργασία των εμπειρικών δεδομένων βασίστηκε σε Πολυμεταβλητές Με ...
Κεντρικό σκοπό της παρούσας διδακτορικής διατριβής αποτέλεσε η κατασκευή ενός καινοτόμου ψυχομετρικού εργαλείου- κλίμακας για την καταγραφή και τη μέτρηση των κινήτρων που παρακινούν τα άτομα να αναπτύξουν φιλοπεριβαλλοντική συμπεριφορά. Ως επιμέρους στόχος τέθηκε η διερεύνηση των πολλαπλών προβλεπτικών παραγόντων των περιβαλλοντικών πρακτικών στην ιδιωτική σφαίρα και η αποτύπωσή τους σε ένα ενιαίο μοντέλο, καθώς και η διερεύνηση των δημοσίων αντιλήψεων για το θαλάσσιο περιβάλλον, ως ειδική περίπτωση μελέτης του περιβαλλοντικού προφίλ των πολιτών. Εργαλείο για τη συλλογή των εμπειρικών δεδομένων αποτέλεσαν τα ερωτηματολόγια αυτό-συμπλήρωσης. Συνολικά συλλέχθηκαν επτά (7) δείγματα πληθυσμού μέσω της εφαρμογής δειγματοληπτικών μεθόδων πιθανότητας. Συγκεκριμένα, εφαρμόστηκε τυχαία συστηματική δειγματοληψία και πολυσταδιακή στρωματοποιημένη δειγματοληψία για τη συλλογή πανελλαδικού αντιπροσωπευτικού δείγματος. Η στατιστική επεξεργασία των εμπειρικών δεδομένων βασίστηκε σε Πολυμεταβλητές Μεθόδους Ανάλυσης, συμπεριλαμβανομένων της Διερευνητικής Παραγοντικής Ανάλυσης, της Ανάλυσης κατά Συστάδες, της πολλαπλής παλινδρόμησης, της Επιβεβαιωτικής Παραγοντικής Ανάλυσης, και κυρίαρχα των Μοντέλων Δομικών Εξισώσεων. Επιπρόσθετα, για την εξέταση της αξιοπιστίας των μεταβλητών χρησιμοποιήθηκαν οι δείκτες Cronbach α και ο ενδοταξικός συντελεστής συσχέτισης, καθώς και ο δείκτης Σύνθετης Αξιοπιστίας. Η ύπαρξη εγκυρότητας δομής βασίστηκε στη διερεύνηση της συγκλίνουσας εγκυρότητας και της εγκυρότητας διάκρισης. Η συγκλίνουσα εγκυρότητα ελέγχθηκε με τον υπολογισμό της Μέσης Εξαχθείσας Διασποράς για κάθε λανθάνουσα μεταβλητή, την εξέταση των τιμών των πλήρως τυποποιημένων φορτίσεων των δομικών στοιχείων, και του αντίστοιχου επιπέδου στατιστικήςσημαντικότητας. Η εξέταση της εγκυρότητας διάκρισης βασίστηκε στον υπολογισμό των συσχετίσεων ανάμεσα στις παρατηρούμενες ή τις λανθάνουσες μεταβλητές, στον υπολογισμό της Μέγιστης Κοινής και της Μέσης Κοινής Διακύμανσης, και στη σύγκρισης της τετραγωνικής ρίζας της Μέσης Εξαχθείσας Διασποράς με τις συσχετίσεις μεταξύ των λανθανουσών μεταβλητών. Παράλληλα, τα δεδομένα εξετάστηκαν για την ύπαρξη τεχνητής συνδιακύμανσης που οφείλεται στη μεροληψία της κοινής μεθόδου, με χρήση της τεχνικής της εισαγωγής ενός κοινού λανθάνοντα παράγοντα και του τεστ κατά έναν παράγοντα του Harman. Πραγματοποιήθηκε ακόμη έλεγχος ισοδυναμίας για τη σύγκριση υποομάδων υποκειμένων του δείγματος και τον εντοπισμό ενδεχόμενων διαφοροποιήσεων σε επίπεδο μετρικού ή δομικού μοντέλου. Συγκεκριμένα ελέγχθηκαν τρία είδη ισοδυναμίας, η Διαμορφούμενη Ισοδυναμία, η Μετρική Ισοδυναμία, καθώς και η σύγκριση ομάδων με χρήση μέσων δομών, μέσω της σύγκρισης των τιμών του συγκριτικού δείκτη προσαρμογής CFI και της χ2 μετρικής. Η κατασκευή της νέας κλίμακας των περιβαλλοντικών κινήτρων εν ονόματι MEPS (Mutli-Motives toward Environmental Protection Scale) περιλάμβανε τέσσερα βασικά στάδια: ενδελεχή βιβλιογραφική ανασκόπηση των κινήτρων και των διαστάσεών τους, ανάπτυξη μίας αρχικής δεξαμενής ενδεικτών για τη μέτρηση των κινήτρων, αξιολόγηση των εν λόγω ενδεικτών από ομάδα ειδικών, και διεξαγωγή διαδοχικών ερευνών σε δείγματα πληθυσμού για την εξέταση των ψυχομετρικών ιδιοτήτων του προτεινόμενου εργαλείου. Οι διαδοχικές έρευνες είχαν ως στόχο: (α) να διερευνηθεί η παραγοντική δομή της κλίμακας MEPS, (β) να επιβεβαιωθεί η ανακύπτουσα παραγοντική δομή και να εξεταστεί η αξιοπιστία και η δομική εγκυρότητα του εργαλείου, (γ) να ελεγχθεί η αξιοπιστία ελέγχου – επανελέγχου της MEPS, και (δ) να εφαρμοστεί η κλίμακα σε αντιπροσωπευτικό δείγμα πληθυσμού. Τα συνολικά αποτελέσματα υπέδειξαν ότι η κλίμακα MEPS περιλαμβάνει συνολικά 28ενδείκτες και αποτυπώνει επτά (7) διαστάσεις: ηδονικά, κανονιστικά, εγωιστικά, αλτρουιστικά, βιοσφαιρικά, δυνητικά προσοδοφόρα κίνητρα και αντικίνητρα. Χαρακτηρίζεται από υψηλή αξιοπιστία και εγκυρότητα δομής, με την τελευταία να προκύπτει από την επιβεβαίωση ύπαρξης συγκλίνουσας εγκυρότητας και εγκυρότητας διάκρισης. Διαπιστώθηκε ακόμη ότι η νέα κλίμακα διαθέτει εγκυρότητα κριτηρίου, όπως προέκυψε από τις υψηλές παρατηρούμενες συσχετίσεις μεταξύ των επτά κατηγοριών κινήτρων και της εννοιολογικής κατασκευής της αυτοαποτελεσματικότητας που χρησιμοποιήθηκε ως μεταβλητή-κριτήριο. Επιπλέον, τα αποτελέσματα συνηγόρησαν στην ύπαρξη διαμορφούμενης, μετρικής και δομικής ισοδυναμίας μεταξύ των ομάδων με κριτήριο το φύλο, ενώ το προτεινόμενο επταμερές μοντέλο κατέστη αξιόπιστο για τον εντοπισμό διαφορών μέσων δομών. Όσον αφορά τους επιμέρους στόχους της διατριβής, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η περιβαλλοντική συμπεριφορά αντανακλά δύο βασικές διαστάσεις, τις συμπεριφορές στην ιδιωτική και τη δημόσια σφαίρα, οι οποίες διακρίνονται περαιτέρω σε έξι (6) κατηγορίες: πολιτικός ακτιβισμός, στήριξη πολιτικών, ανακύκλωση, μεταφορές, οικιστική συμπεριφορά και καταναλωτικές συνήθειες. Ακόμη, διαπιστώθηκε ότι η περιβαλλοντική συμπεριφορά δύναται να προβλεφθεί αποτελεσματικά από ένα ενιαίο μοντέλο, ενώ διαθέτει πολλαπλούς- τόσο άμεσους, όσο και έμμεσους- προβλεπτικούς παράγοντες, όπως είναι τα κίνητρα, η σύνδεση με τη φύση, η περιβαλλοντική κοσμοθεώρηση, η περιβαλλοντική ανησυχία, η ατομική ταυτότητα, η αντίληψη των συνεπειών, οι προσωπικές και κοινωνικές νόρμες, η γνώση, ο αντιληπτός έλεγχος επί της συμπεριφοράς, οι στάσεις, οι αξίες, οι πεποιθήσεις, οι συνήθειες, και κυρίαρχα η πρόθεση. Στον αντίποδα, διαπιστώθηκε ότι μία σειρά ψυχολογικών και δομικών εμποδίων δρουν ανασταλτικά αναφορικά με την υιοθέτηση της περιβαλλοντικής συμπεριφοράς και περιλαμβάνουν την άρνηση ύπαρξης του προβλήματος, τιςδιαπροσωπικές επιρροές, τους αντικρουόμενους στόχους και τις επιδιώξεις, την προσχηματική υποστήριξη, την έλλειψη οικονομικών πόρων, τη διαθεσιμότητα του χρόνου, και την υπάρχουσα υλικοτεχνική υποδομή. Ακόμη, αποδείχθηκε ότι τα ισχυρά περιβαλλοντικά κίνητρα μειώνουν το βαθμό επίδρασης των διαφόρων εμποδίων στην πρόθεση ανάπτυξης φιλο-περιβαλλοντικής συμπεριφοράς, τα οποία με τη σειρά τους ενισχύονται από την ύπαρξης περιβαλλοντικής γνώσης, ενώ η γνωστική διεργασία της διαπραγμάτευσης επιδρά θετικά στην πρόθεση συμπεριφοράς και συγχρόνως επηρεάζεται αρνητικά από την ύπαρξη ενισχυμένων εμποδίων. Όσον αφορά την ειδική πτυχή του θαλάσσιου περιβάλλοντος, οι πολίτες παρουσίασαν θετικές στάσεις, αναγνώρισαν τόσο την αξία χρήσης όσο και την αξία μη χρήσης του- με τη χρηστική διάσταση να υπερτερεί-, ανέδειξαν τη ρύπανση ως την κυρίαρχη απειλή της θαλάσσιας βιοποικιλότητας, παρουσίασαν αυξημένο βαθμό εμπιστοσύνης στην επιστημονική κοινότητα ως προς τον υποστηρικτικό της ρόλο στο σχεδιασμό και την εφαρμογή μέτρων διαχείρισης ή περιβαλλοντικών πολιτικών, ενώ ανέδειξαν τη χρησιμότητα της συστηματικής πληροφόρησης του κοινού, της εκπαίδευσης για την αειφορία και της επιστημονικής έρευνας στην κατεύθυνση του περιορισμού της υποβάθμισης του θαλάσσιου περιβάλλοντος σε μακροπρόθεσμη βάση. Συνολικά, η έρευνα απέδειξε ότι η κλίμακα MEPS συνιστά ένα πρωτότυπο και ολιστικό εργαλείο για τη μέτρηση των περιβαλλοντικών κινήτρων και συνεισφέρει στη διεθνή βιβλιογραφία της Περιβαλλοντικής Ψυχολογίας που εστιάζει στη μελέτη και πρόβλεψη της περιβαλλοντικής συμπεριφοράς. Επιπρόσθετα, τόσο η κλίμακα MEPS όσο και τα μοντέλα ερμηνείας της περιβαλλοντικής συμπεριφοράς και των προθέσεων, προσφέρουν χρήσιμα δεδομένα αφενός για το σχεδιασμό και την εφαρμογή στρατηγικών αλλαγής της συμπεριφοράς στην κατεύθυνση της οικολογικής πολιτειότητας, και αφετέρου για την υποστήριξη του έργου των υπευθύνων χάραξης περιβαλλοντικής πολιτικής στην προσπάθεια μεγιστοποίησης της κοινωνικής αποδοχής, την ενεργό συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων, και εν τέλει την αύξηση της αποτελεσματικότητάς των προωθούμενων πολιτικών.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The current doctoral dissertation aimed to establish and validate the Multi-motives toward Environmental Protection Scale (MEPS) to assess the various reasons that motivate individuals to engage in environmental behaviors. The secondary objective of the study was twofold: first, to explore the multiple determinants of environmental behavior in the private sphere and develop a comprehensive predictive model, and second, to investigate public perceptions of the marine environment as a significant part of citizens’ environmental profile. We used self-reported questionnaires and applied probability sampling procedures to collect seven (7) distinct pollution samples. Specifically, we used systematic random sampling and multistage sampling in the case of the panhellenic survey. The statistical analysis was based on Multivariate Data Analysis Methods, including Exploratory Factor Analysis, Cluster Analysis, Multiple Regression, Confirmatory Factor Analysis, and Structural Equation Modelling. ...
The current doctoral dissertation aimed to establish and validate the Multi-motives toward Environmental Protection Scale (MEPS) to assess the various reasons that motivate individuals to engage in environmental behaviors. The secondary objective of the study was twofold: first, to explore the multiple determinants of environmental behavior in the private sphere and develop a comprehensive predictive model, and second, to investigate public perceptions of the marine environment as a significant part of citizens’ environmental profile. We used self-reported questionnaires and applied probability sampling procedures to collect seven (7) distinct pollution samples. Specifically, we used systematic random sampling and multistage sampling in the case of the panhellenic survey. The statistical analysis was based on Multivariate Data Analysis Methods, including Exploratory Factor Analysis, Cluster Analysis, Multiple Regression, Confirmatory Factor Analysis, and Structural Equation Modelling. Furthermore, we calculated Cronbach alpha, Composite Reliability, and Intraclass Correlation indices to conduct reliability analysis. We also assessed discriminant and convergent validity to establish construct validity. We computed the Average Variance Extracted values for the latent variables, compared the Composite Reliability values with the AVE estimates, and tested standardized factor loadings to assess convergent validity. In testing for evidence of discriminant validity, we calculated inter-construct correlations and Maximum Shared Variance, and then compared the squared roots of AVE values with the corresponding correlations. Additionally, we tested for Common Method Bias (CMB) in the data using the Harman single factor test and the unmeasured Common Latent Factor technique. We also tested for multigroup invariance across groups in the context of construct validation of the new scale. Configural invariance required to specify a CFA model for each group separately and then assess the fit of the multigroup baseline or configural model without any equality constraints. Measurement invariance was based on the estimation of a multigroup model where factor loadings are constrained equal across groups. In testing for differences in latent factor means, both factor loadings and the observed variable intercepts equal across groups were constrained. Evidence of invariance was provided by CFI and chi-square (χ2) difference tests. behaviors. The scale development process included four steps: an extensive literature review on environmental incentives, generation of an item pool, evaluation of the initial item pool by a panel of experts, and administration of the final item pool to a population sample to test the psychometric properties of the scale. The successive studies for the scale construction aimed to: (1) explore the factorial structure of the MEPS using Exploratory Factor Analysis; (2) confirm the proposed structure using Confirmatory Factor Analysis and assess reliability and validity; (3) examine test-retest reliability, and (4) evaluate the MEPS in a representative sample. The overall findings supported a seven-factor structure for the 28-item MEPS: Normative, Biospheric, Altruistic, Egoistic, Hedonic, and Gain Motives, and Constraints to motives. The findings further revealed good scale reliability and provided evidence of construct validity in terms of discriminant and convergent validity. The scale exhibited criterion-related validity, as suggested by the correlations observed between each MEPS subscale and other outcome variables. Results showed that configural, measurement and latent mean invariance were established across gender groups. About the secondary goals of this thesis, the results indicated that environmental behavior is a multidimensional construct that represents two main domains: environmental behavior in the private and public sphere. These domains are further divided into six dimensions: civic actions, policy support, transportation, recycling, household setting, and consumerism. Moreover, environmental behavior in the private sphere can be successfully predicted by multiple direct and indirect determinants including motives, connectedness to nature, environmental worldview, environmental concern, awareness of consequences, ascription of responsibility, self-identity, attitudes, subjective and personal norms, knowledge, perceived behavioral control, habits, and mainly behavioral intention. On the contrary, we found that a variety of situational and psychological cues may reduce the likelihood that people perform or maintain environmental behavior. These constraints or barriers include time availability, available information, needed effort, personal resources, facilities, conflict goals, denial of the problem, tokenism, sunk costs, and behavioral momentum. The findings further indicated that barriers and the psychological process of negotiation mediate the impact of environmental knowledge and motivation on behavioral intention, and negotiation mediates the influence of barriers on intention to perform environmental behavior. Concerning public perceptions of the marine environment, the results showed that respondents have positive attitudes, moderate knowledge of marine issues, and they value the marine environment for the multiple ecosystem services that it provides. Litter and pollution from industry were considered as the most important marine threats, followed by fishing and farming. Participants suggested that informing the public and giving prominence to environmental education can contribute to marine conservation efforts. They felt that research centers and scientific community were more competent than governmental authorities and the private sector concerning the management and protection of the marine environment. The MEPS comprises a comprehensive instrument that makes a significant contribution to the motivation literature within the environmental conservation context. The proposed measure gives rise to future research in the environmental psychology field and may inform behavior change strategies by policymakers that wish to promote environmental behavior. The empirical evidence of this doctoral dissertation suggests that the MEPS comprises a comprehensive instrument that makes a significant contribution to the motivation literature within the environmental conservation context. The overall findings give rise to future research in the environmental psychology field and may inform behavior change strategies by policymakers that wish to promote environmental behavior and support the development of environmental strategies that fit the social preferences, needs, and priorities to increase the likelihood of public support.
περισσότερα