Περίληψη
H διατριβή μελετά την κοινωνία πολιτών στη Θεσσαλονίκη με έμφαση στην περίοδο της κρίσης. Υιοθέτεί μία νεογκρασμιασνή προσέγγιση η οποία είναι πρόσφορη για την ανάδειξη των αντιθετικών τάσεων εντός της κοινωνίας πολιτών και εξυπηρετεί ως προς τη θεωρητική αντιμετώπιση οργανώσεων με αντισυστημικά χαρακτηριστικά, που λειτουργούν ανταγωνιστικά στις ιεραρχίες της αγοράς και επιδιώκουν την ανασυγκρότηση των κοινωνικών δεσμών. Η μεθοδολογία που χρησιμοοιήθηκε περιλαμβάνει επιτόπια έρευνα αρχείων και προσωπικές συνεντεύξεις σε 50 μέλη οργανώσεων της πόλης. Η διατριβή εστιάζει σε στο κομμάτι της κοινωνίας πολιτών που αρθρώνει αιτήματα και χρησιμοποιεί μια διασταλτική έννοια της κοινωνίας πολιτών, καθώς στο δείγμα περιλαμβάνονται οργανώσεις με συγκρουσιακά και βίαια ρεπερτόρια δράσης.Η εξέταση γίνεται μέσω δύο βασικών αξόνων ανάλυσης: τον τύπο των οργανώσεων και την κατά φύλο συμμετοχή στο βασικό πυρήνα τους. Σκοπός είναι να ερευνηθεί το εάν και με ποιο τρόπο οι μεταβλητές αυτές συνδέονται με μ ...
H διατριβή μελετά την κοινωνία πολιτών στη Θεσσαλονίκη με έμφαση στην περίοδο της κρίσης. Υιοθέτεί μία νεογκρασμιασνή προσέγγιση η οποία είναι πρόσφορη για την ανάδειξη των αντιθετικών τάσεων εντός της κοινωνίας πολιτών και εξυπηρετεί ως προς τη θεωρητική αντιμετώπιση οργανώσεων με αντισυστημικά χαρακτηριστικά, που λειτουργούν ανταγωνιστικά στις ιεραρχίες της αγοράς και επιδιώκουν την ανασυγκρότηση των κοινωνικών δεσμών. Η μεθοδολογία που χρησιμοοιήθηκε περιλαμβάνει επιτόπια έρευνα αρχείων και προσωπικές συνεντεύξεις σε 50 μέλη οργανώσεων της πόλης. Η διατριβή εστιάζει σε στο κομμάτι της κοινωνίας πολιτών που αρθρώνει αιτήματα και χρησιμοποιεί μια διασταλτική έννοια της κοινωνίας πολιτών, καθώς στο δείγμα περιλαμβάνονται οργανώσεις με συγκρουσιακά και βίαια ρεπερτόρια δράσης.Η εξέταση γίνεται μέσω δύο βασικών αξόνων ανάλυσης: τον τύπο των οργανώσεων και την κατά φύλο συμμετοχή στο βασικό πυρήνα τους. Σκοπός είναι να ερευνηθεί το εάν και με ποιο τρόπο οι μεταβλητές αυτές συνδέονται με μεμονωμένα χαρακτηριστικά των οργανώσεων και επηρεάζουν τη δράση τους, ιδιαίτερα την περίοδο 2010-2014. Η έρευνα και τα συμπεράσματα διαρθώνονται σε τρία κύρια μέρη. Το πρώτο μέρος, αφορά την έρευνα στα αρχεία του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης όπου εγγράφονται όλα τα νέα σωματεία και την παρακολούθηση της πορείας ίδρυσης νέων οργανώσεων για την περίοδο 2010-2012. Εξετάζεται κατά πόσο προκύπτουν διαφοροποιήσεις στον αριθμό νέων οργανώσεων ανάλογα με το αντικείμενό τους και τη ύπαρξη ή όχι αιτήματος προς το Κράτος. Διαπιστώνεται μια μείωση στα σωματεία που διαθέτουν αιτήματα για την περίοδο αυτή.Το δεύτερο και τρίτο μέρος βασίζονται στις προσωπικές συνεντεύξεις με μέλη 25 τυπικών και 25 άτυπων οργανώσεων για την περίοδο 2011-2014. Το δεύτερο μέρος αποτελεί μια σύγκριση μεταξύ τυπικών και άτυπων οργανώσεων, ως προς την εσωτερική τους οργάνωση, το μέγεθός και τη δικτύωσή τους, τον τρόπο λήψης αποφάσεων, τη σχέση τους με το κράτος, τη σύνδεση με κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας και με τους Αγανακτισμένους, την μεταβολή μελών και αντικειμένου τους την περίοδο της κρίσης. Διαπιστώνεται ότι ο τύπος αποτελεί σημαντικό παράγοντα διαφοροποίησης που αντανακλά την αντίληψη των οργανώσεων για τη λειτουργία που θα επιτελέσουν και τα μέσα που θα χρησιμοποιήσουν. Τα ευρήματα υποδεικνύουν επίσης τη διοχέτευση των αιτημάτων προς άτυπες οργανώσεις την περίοδο της κρίσης.Το τρίτο μέρος αφορά στην εξέταση της κατά φύλο συμμετοχής στα όργανα λήψης αποφάσεων των οργανώσεων (διοικητικά συμβούλια και οργανωτικοί πυρήνες). Ερευνάται εάν και κατά πόσο η κοινωνία πολιτών αποτελεί προνομιούχο χώρο για τη γυναικεία συμμετοχή σε σχέση την αγορά και το κράτος. Ανιχνεύονται διαφοροποιήσεις στη δράση των οργανώσεων που παρατηρούνται με βάση τα διαφορετικά ποσοστά της κατά φύλο συμμετοχής. Παρατηρείται η γυναικεία συμμετοχή ενθαρρύνεται ή αναδεικνύεται την περίοδο της κρίσης, ωστόσο χρήζει περαιτέρω διερεύνησης εάν και με ποιους όρους η αυξημένη συμμετοχή των γυναικών συνεπάγεται την αμφισβήτηση του συστήματος έμφυλων σχέσεων ή την αναπαραγωγή του.Η διατριβή επισημαίνει την πολλαπλή λειτουργία της κοινωνίας πολιτών στη Θεσσαλονίκη την περίοδο της κρίσης, αναδεικνύοντας τη σημασία των άτυπων τοπικών οργανώσεων στη συγκρότηση της πολιτισμικής ηγεμονίας αλλά παράλληλα και στη συγκρότηση αντι-ηγεμονιών.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The present thesis studies civil society in Thessaloniki, focusing on the 2010-2014 period. It follows a neo-Gramscian approach, which is suitable for highlighting oppositional trends within civil society, especially organisations with anti-systemic elements, which operate antagonistically to market hierarchies and aim to the reconstruction of social ties.The methodology used is a combination of archive research and personal interviews with 50 organisations’ members in Thessaloniki. The thesis concentrates on the part of civil society which articulates demands. It adopts a broad concept of civil society by including organisations with contentious and violent repertoires of action.There are two main axis of examination: organisational form and gender participation. The aim is to detect whether and how these variables are linked to the organisations’ characteristics and affect their action, especially during the crisis period.The study consists of three major parts. First, an archive res ...
The present thesis studies civil society in Thessaloniki, focusing on the 2010-2014 period. It follows a neo-Gramscian approach, which is suitable for highlighting oppositional trends within civil society, especially organisations with anti-systemic elements, which operate antagonistically to market hierarchies and aim to the reconstruction of social ties.The methodology used is a combination of archive research and personal interviews with 50 organisations’ members in Thessaloniki. The thesis concentrates on the part of civil society which articulates demands. It adopts a broad concept of civil society by including organisations with contentious and violent repertoires of action.There are two main axis of examination: organisational form and gender participation. The aim is to detect whether and how these variables are linked to the organisations’ characteristics and affect their action, especially during the crisis period.The study consists of three major parts. First, an archive research in the District Court of Thessaloniki, where all new unions are registered which enables monitoring the course of establishment of new organisations for the 2010-2012 period. Variations in the course of establishment depending on their subject and their attitude towards the state are traced. Findings point out a decline in the number of new unions with an oppositional attitude towards the state.The two following parts are based in personal interviews with members of 25 formal and 25 informal organisations.The second part is a comparative study between formal and informal organizations, concerning their internal structure, size, networking, decision making process, relationship with the state, links with protests and “the Indignands” movement and changes in their memberships and subject during the crisis period. It is pointed out that form is a key factor for organizations, which reflect their perception of the function they which to perform and the means they tend to use. The third part is the study of gender participation in decision making bodies (boards of directors and informal organizational cores). Civil society is examined as a prominent space for female participation compared with market and the state. Variations in organisations’ actions based on different percentages of gender participation are detected. An increase in female participation in the crisis period is observed, however further research is necessary in order to find out whether and under which conditions the increased participation challenges or reproduces gender relations. The thesis highlights the multiple function of civil society in Thessaloniki during the crisis period and the importance of informal local organizations in the formation of cultural hegemony as well as of counter-hegemony.
περισσότερα