Περίληψη
Στην παρούσα διατριβή διερευνήθηκε η διακύμανση στην ηχογένεια του τραχήλου της μήτρας και του ενδομητρίου κατά τη διάρκεια του ωοθηκικού κύκλου, της κυοφορίας (πρώιμης και προχωρημένης) και 5 ημέρες πριν από τον τοκετό. Στο πλαίσιο της έρευνας διενεργήθηκαν δύο προπειράματα ώστε να αξιολογηθεί η αξιοπιστία και η επαναληψιμότητα της μεθόδου, καθώς και η επίδραση του παράγοντα «εξεταστής» και «ζώο». Τα αποτελέσματα των προπειραμάτων έδειξαν ότι η μέθοδος έχει υψηλή επαναληψιμότητα και η επίδραση των παραγόντων «εξεταστής» και «ζώο» είναι ιδιαίτερα μικρή ή μηδενική. Για τις ανάγκες της διατριβής χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 37 προβατίνες που χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες. Οι προβατίνες της ομάδας 1 (n=16) εξετάστηκαν για δύο συνεχόμενους ωοθηκικούς κύκλους, ενώ οι προβατίνες της ομάδας 2 (n=12) και 3 (n=9) εξετάστηκαν από την πρώτη ημέρα της κυοφορίας μέχρι και τον τοκετό. Η ομάδα 2 περιελάβανε προβατίνες που κυοφορούσαν για πρώτη φορά, ενώ η ομάδα 3 περιελάβανε προβατίνες που κυοφορούσαν για ...
Στην παρούσα διατριβή διερευνήθηκε η διακύμανση στην ηχογένεια του τραχήλου της μήτρας και του ενδομητρίου κατά τη διάρκεια του ωοθηκικού κύκλου, της κυοφορίας (πρώιμης και προχωρημένης) και 5 ημέρες πριν από τον τοκετό. Στο πλαίσιο της έρευνας διενεργήθηκαν δύο προπειράματα ώστε να αξιολογηθεί η αξιοπιστία και η επαναληψιμότητα της μεθόδου, καθώς και η επίδραση του παράγοντα «εξεταστής» και «ζώο». Τα αποτελέσματα των προπειραμάτων έδειξαν ότι η μέθοδος έχει υψηλή επαναληψιμότητα και η επίδραση των παραγόντων «εξεταστής» και «ζώο» είναι ιδιαίτερα μικρή ή μηδενική. Για τις ανάγκες της διατριβής χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 37 προβατίνες που χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες. Οι προβατίνες της ομάδας 1 (n=16) εξετάστηκαν για δύο συνεχόμενους ωοθηκικούς κύκλους, ενώ οι προβατίνες της ομάδας 2 (n=12) και 3 (n=9) εξετάστηκαν από την πρώτη ημέρα της κυοφορίας μέχρι και τον τοκετό. Η ομάδα 2 περιελάβανε προβατίνες που κυοφορούσαν για πρώτη φορά, ενώ η ομάδα 3 περιελάβανε προβατίνες που κυοφορούσαν για δεύτερη φορά.Ο έλεγχος των ζώων πραγματοποιήθηκε σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα, ανάλογα με το αναπαραγωγικό στάδιο των ζώων και κάθε ημέρα εξέτασης περιελάβανε αιμοληψία και υπερηχοτομογραφική εξέταση των προβατίνων. Η υπερηχοτομογραφική εξέταση πραγματοποιήθηκε διαμέσου του απευθυσμένου, με τη χρήση ηχοβόλου κεφαλής, συχνότητας 7,5 MHz. Πραγματοποιήθηκε προσδιορισμός της συγκέντρωσης της προγεστερόνης στο πλάσμα του αίματος με τη μέθοδο της ραδιοανοσοδοκιμασίας. Η ανάλυση της ηχογένειας βασίστηκε στην εξαγωγή στατιστικών αποτελεσμάτων μέσω του πολυπαραμετρικού λογισμικού EchoVet 2.0 για 17 παραμέτρους. Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων συμπεριέλαβε τον έλεγχο του συσχετισμού των διακυμάνσεων της ηχογένειας με τη διακύμανση της συγκέντρωσης της προγεστερόνης, καθώς και τον έλεγχο της διακύμανσης των τιμών των παραμέτρων της ηχογένειας σε κάθε στάδιο (ωοθηκικός κύκλος, κυοφορία, πριν από τον τοκετό). Παράλληλα, ελέγχθηκε η επίδραση των παραγόντων «αριθμός τοκετού» και «αριθμός εμβρύων» στην ηχογένεια, καθώς και επίδραση του παράγοντα «ημέρα» πριν από τον τοκετό. Για την στατιστική ανάλυση εφαρμόστηκε το γραμμικό μοντέλο μικτών επιδράσεων. Σε κανένα στάδιο δεν διαπιστώθηκε συσχετισμός της διακύμανσης των τιμών των παραμέτρων με τη διακύμανση των τιμών της συγκέντρωσης της προγεστερόνης. Κατά τη διάρκεια των πρώτων 35 ημερών της κυοφορίας οι παράμετροι «κατανομή των επιπέδων του γκρι» και «κατανομή του μήκους των διαδρομών» παρουσιάζουν σημαντικές διακυμάνσεις που σχετίζονται με τις ιστολογικές μεταβολές του τραχήλου και του ενδομητρίου. Για το στάδιο του ερευνητικού πριν από τον τοκετό οι παράμετροι «τυπική απόκλιση» για τον τράχηλο, και «μέση τιμή της φωτεινότητας», «λοξότητα» και «κύρτωση» για το ενδομήτριο παρουσίασαν επίδραση από τον παράγοντα «ημέρα». Η επίδραση αυτή σχετίζεται με τις ιστολογικές μεταβολές πριν από τον τοκετό. Παράλληλα, σε όλα τα στάδια του ερευνητικού παρατηρήθηκε επίδραση από τον παράγοντα «αριθμός τοκετού» για αρκετές παραμέτρους της ηχογένειας.Συμπερασματικά, η ανάλυση της ηχογένειας αποτελεί ένα χρήσιμο διαγνωστικό μέσο για τη διερεύνηση του γεννητικού συστήματος της προβατίνας. Οι παράμετροι με τις περισσότερο σημαντικές διακυμάνσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη διάγνωση της πρώιμης κυοφορίας και την πρόβλεψη του χρόνου του τοκετού. Οι υπόλοιπες παράμετροι που παρουσίασαν διαχρονικές μεταβολές σε όλη τη διάρκεια του ερευνητικού χρήζουν περαιτέρω διερεύνηση ώστε να αποσαφηνιστεί ο συσχετισμός των διακυμάνσεων τους με τις ιστολογικές μεταβολές του τραχήλου και του ενδομητρίου.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The aim of the present study was to investigate the possible fluctuations of echogenicity of the cervix and the endometrium during estrous cycle, pregnancy and the last 5 days before parturition in ewes. Before the commencement of the main study, two preliminary studies were conducted to evaluate the reliability and repeatability of the applied method. Results of these studies showed that the method had a high repeatability effect and is not influenced by the factors “examiner” and “animal”.For the main part of the study 37 Chios breed ewes, separated in three groups, were overall used. The animals of group 1 (16 ewe lambs) were examined for two consecutive estrous cycles, while animals of group 2 (12 ewes) and group 3 (9 ewes) were examined from the first day of gestation until lambing.Ultrasonographic examination and blood sample collection was conducted in all ewes, in specific days, according to their reproductive status. For the ultrasonographic examination the transrectal approac ...
The aim of the present study was to investigate the possible fluctuations of echogenicity of the cervix and the endometrium during estrous cycle, pregnancy and the last 5 days before parturition in ewes. Before the commencement of the main study, two preliminary studies were conducted to evaluate the reliability and repeatability of the applied method. Results of these studies showed that the method had a high repeatability effect and is not influenced by the factors “examiner” and “animal”.For the main part of the study 37 Chios breed ewes, separated in three groups, were overall used. The animals of group 1 (16 ewe lambs) were examined for two consecutive estrous cycles, while animals of group 2 (12 ewes) and group 3 (9 ewes) were examined from the first day of gestation until lambing.Ultrasonographic examination and blood sample collection was conducted in all ewes, in specific days, according to their reproductive status. For the ultrasonographic examination the transrectal approach was selected. A linear array probe with a frequency of 7,5 MHz was selected. Serum progesterone concentrations were estimated with the method of RIA. The echogenicity analysis was based on the extraction of 17 statistical parameters with the use of the software EchoVet 2.0. The statistical analysis included the correlation of echogenicity variation with the progesterone, as well as the variations of all the image parameters examined throughout the experiment. In addition, the effect of the factors, “number of birth” and “number of lambs born” in echogenicity were investigated. For the period before the parturition, an extra factor “day”, was evaluated. Due to the fact that the experimental design of the study involved longitudinal data (repeated measurements), the Linear Mixed Effects (LME) modeling was utilized.No correlation of the echogenicity with the variation of the progesterone was noted, in any of the periods examined. During the period until the 35th day after mating, two of the parameters, the “run-length distribution” and the “gray value distribution” had significant variation, which correlated with histological changes of the cervix and the endometrium. For the 5-day sequence before parturition the parameters “st. deviation” for the cervix and “mean value”, “skewness” and “excess” for the endometrium were affected by the “day” factor. This effect was highly correlated with the histological changes of the cervix and the endometrium before parturition. In all periods there was a noted effect to the echogenicity by the factor “number of birth” for several of the echogenicity parameters.In conclusion, the echogenicity analysis is a useful method for the investigation of the genital tract of the ewes. The parameters that had significant variation during time, can be used for the diagnosis of the early gestation and the prediction of the time of the parturition. The rest of the echogenicity parameters that showed variation during time should be further investigated, for possible correlation between those parameters and the histological changes of the reproductive track.
περισσότερα