Περίληψη
Η διδακτορική διατριβή μελετά το θέμα της εναρμόνισης θεμελιωδών αρχών του ποινικού δόγματος, όπως η κρατούσα στην ποινική θεωρία και νομολογία θεωρία του ισοδυνάμου των όρων (conditio sine qua non) και η αρχή του καταλογισμού με το αίτημα της αποτελεσματικής ποινικής προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, ερευνώντας αν και κατά πόσον το θεωρητικό-επιστημονικό, αλλά και το πρακτικό-κανονιστικό περιεχόμενο των εν λόγω αρχών δύναται να προστατεύσει τα έννομα αγαθά της ζωής και της υγείας των εργαζομένων από τις παραβιάσεις της σχετικής νομοθεσίας εκ μέρους μεγάλων οικονομικών μονάδων, δεδομένου ότι στις περιπτώσεις αυτές παραμένει εξαιρετικά δυσχερής η αντιμετώπιση του προβλήματος της αποδόσεως ευθύνης. Και τούτο γιατί από τη μια διαπιστώνεται η δυσχέρεια καταφάσης του αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της δράσης του νομικού προσώπου (μέσω των συλλογικών οργάνων της διοικήσεώς του) και του κινδύνου ή του βλαπτικού αποτελέσματος και από την άλλη, κρινομένης εν τέ ...
Η διδακτορική διατριβή μελετά το θέμα της εναρμόνισης θεμελιωδών αρχών του ποινικού δόγματος, όπως η κρατούσα στην ποινική θεωρία και νομολογία θεωρία του ισοδυνάμου των όρων (conditio sine qua non) και η αρχή του καταλογισμού με το αίτημα της αποτελεσματικής ποινικής προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, ερευνώντας αν και κατά πόσον το θεωρητικό-επιστημονικό, αλλά και το πρακτικό-κανονιστικό περιεχόμενο των εν λόγω αρχών δύναται να προστατεύσει τα έννομα αγαθά της ζωής και της υγείας των εργαζομένων από τις παραβιάσεις της σχετικής νομοθεσίας εκ μέρους μεγάλων οικονομικών μονάδων, δεδομένου ότι στις περιπτώσεις αυτές παραμένει εξαιρετικά δυσχερής η αντιμετώπιση του προβλήματος της αποδόσεως ευθύνης. Και τούτο γιατί από τη μια διαπιστώνεται η δυσχέρεια καταφάσης του αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της δράσης του νομικού προσώπου (μέσω των συλλογικών οργάνων της διοικήσεώς του) και του κινδύνου ή του βλαπτικού αποτελέσματος και από την άλλη, κρινομένης εν τέλει ως αλυσιτελούς οποιασδήποτε προσπάθειας για «ποινικοποίηση» της δράσης του νομικού προσώπου ως τοιούτου, λόγω της ανεπάρκειας αποτελεσματικής προστασίας μέσω των διοικητικής φύσεως κυρώσεων (πρόστιμα, κλείσιμο της επιχείρησης κ.λπ.). Η ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας στη βάση των φιλελευθέρων αρχών, από τα πρώτα στάδιά της σε εθνικό επίπεδο, απαιτούσε από την εκάστοτε κρατική εξουσία την αποχή της από οιανδήποτε απόπειρα ρύθμισης της αγοράς (laissez faire - laissez passe). Γρήγορα όμως, ιδιαίτερα μετά από την εμφάνιση των πρώτων οικονομικών κρίσεων του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, ανεδείχθη η ανάγκη στοιχειώδους ελέγχου της αγοράς από το Κράτος με τη διαμόρφωση συγκεκριμένου νομικού πλαισίου ρυθμίσεώς της, η οποία μάλιστα συνακόλουθα παρέσχε και την ευκαιρία για τη θέσπιση κανόνων προστασίας των εργαζομένων αστικής, ποινικής και διοικητικής φύσεως, δεδομένου ότι η λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων είχε και έχει άμεση σχέση με τα έννομα αγαθά της ζωής και της υγείας τους. Με τον τρόπο αυτό οι εθνικές νομοθεσίες προσπάθησαν να αντεπεξέλθουν στο αίτημα του ελέγχου της αγοράς Η διδακτορική διατριβή μελετά το θέμα της εναρμόνισης θεμελιωδών αρχών του ποινικού δόγματος, όπως η κρατούσα στην ποινική θεωρία και νομολογία θεωρία του ισοδυνάμου των όρων (conditio sine qua non) και η αρχή του καταλογισμού με το αίτημα της αποτελεσματικής ποινικής προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, ερευνώντας αν και κατά πόσον το θεωρητικό-επιστημονικό, αλλά και το πρακτικό-κανονιστικό περιεχόμενο των εν λόγω αρχών δύναται να προστατεύσει τα έννομα αγαθά της ζωής και της υγείας των εργαζομένων από τις παραβιάσεις της σχετικής νομοθεσίας εκ μέρους μεγάλων οικονομικών μονάδων, δεδομένου ότι στις περιπτώσεις αυτές παραμένει εξαιρετικά δυσχερής η αντιμετώπιση του προβλήματος της αποδόσεως ευθύνης. Και τούτο γιατί από τη μια διαπιστώνεται η δυσχέρεια καταφάσης του αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της δράσης του νομικού προσώπου (μέσω των συλλογικών οργάνων της διοικήσεώς του) και του κινδύνου ή του βλαπτικού αποτελέσματος και από την άλλη, κρινομένης εν τέλει ως αλυσιτελούς οποιασδήποτε προσπάθειας για «ποινικοποίηση» της δράσης του νομικού προσώπου ως τοιούτου, λόγω της ανεπάρκειας αποτελεσματικής προστασίας μέσω των διοικητικής φύσεως κυρώσεων (πρόστιμα, κλείσιμο της επιχείρησης κ.λπ.). Η ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας στη βάση των φιλελευθέρων αρχών, από τα πρώτα στάδιά της σε εθνικό επίπεδο, απαιτούσε από την εκάστοτε κρατική εξουσία την αποχή της από οιανδήποτε απόπειρα ρύθμισης της αγοράς (laissez faire - laissez passe). Γρήγορα όμως, ιδιαίτερα μετά από την εμφάνιση των πρώτων οικονομικών κρίσεων του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, ανεδείχθη η ανάγκη στοιχειώδους ελέγχου της αγοράς από το Κράτος με τη διαμόρφωση συγκεκριμένου νομικού πλαισίου ρυθμίσεώς της, η οποία μάλιστα συνακόλουθα παρέσχε και την ευκαιρία για τη θέσπιση κανόνων προστασίας των εργαζομένων αστικής, ποινικής και διοικητικής φύσεως, δεδομένου ότι η λειτουργία των εμπορικών επιχειρήσεων είχε και έχει άμεση σχέση με τα έννομα αγαθά της ζωής και της υγείας τους. Με τον τρόπο αυτό οι εθνικές νομοθεσίες προσπάθησαν να αντεπεξέλθουν στο αίτημα του ελέγχου της αγοράς διαμορφώνοντας έτσι και ένα πρώτο σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο ενδεχομένως να ανταποκρίνεται στοιχειωδώς στην ανάγκη προστασίας του κόσμου της εργασίας από οικονομικές δραστηριότητες μικρών ή μεσαίων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε εθνικό επίπεδο, ωστόσο εγείρονται σοβαρά ερωτηματικά για την αποτελεσματικότητά του, όταν πρόκειται να εγγυηθεί την προστασία της υγείας και της ζωής των εργαζομένων από τη δράση μεγάλων οικονομικών μονάδων που πολλές εξ αυτών δραστηριοποιούνται μάλιστα και σε επίπεδο διεθνές. Κι αυτό διότι το παραδοσιακό φιλελεύθερο δογματικό μοντέλο της ποινικής νομοθεσίας κρίνεται αναποτελεσματικό να προστατεύσει τα έννομα αγαθά της ζωής και της υγείας των εργαζομένων στην περίπτωση που η προσβολή τους (βλάβη ή διακινδύνευση) είναι αποτέλεσμα της δράσης νομικών προσώπων, όπως συμβαίνει στις πιο σημαντικές περιπτώσεις προσβολής. Η υπό κρίση διδακτορική διατριβή αναπτύσσεται σε έξι μέρη: To πρώτο μέρος, το οποίο αποτελείται από τα Κεφάλαια Α΄ και Β΄, αφορά την προσέγγιση στην εν γένει προβληματική. Σε αυτό θίγονται τα ως άνω ζητήματα και επιχειρείται κατά πρώτο λόγο μία ιστορική αναδρομή, η οποία οριοθετεί και το μέγεθος του προβλήματος, αλλά και τις πρώτες απόπειρες αντιμετώπισής του. Στο δεύτερο μέρος, το οποίο αποτελείται από τα Κεφάλαια Γ΄, Δ΄ και Ε΄, επιχειρείται η συγκριτική επισκόπηση των σχετικών νομοθεσιών και της σχετικής νομολογίας στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας της εργασίας σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, με σχετική αναφορά στις έννομες τάξεις τόσο χωρών του ηπειρωτικού δικαίου (Γερμανία, Αυστρία), όσο και χωρών του κοινοδικαίου (common law), όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Η.Π.Α. και επίσης προσεγγίζονται οι σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες σε κοινοτικό και ευρωενωσιακό επίπεδο. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην κοινοτική/ευρωενωσιακή έννομη τάξη. To τρίτο μέρος αποτελείται από τα Κεφάλαια ΣΤ΄ και Ζ΄. Στο Κεφάλαιο ΣΤ΄ παρατίθενται αφενός μεν οι σχετικές ποινικές διατάξεις της ελληνικής έννομης τάξης στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας της εργασίας, κωδικοποιημένες ανά κατηγορία των αντιστοίχων πηγών του δικαίου, με τις οποίες θεσπίζονται. Στο Κεφάλαιο Ζ΄ επιχειρείται κριτική επισκόπηση της σχετικής νομολογίας στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας της εργασίας, κυρίως με γνώμονα τις λύσεις που εδόθησαν από τα ελληνικά δικαστήρια σε σχέση με τα στην αρχή της υπό κρίση διατριβής τεθέντα δικαιοπολιτικά ερωτήματα. To τέταρτο μέρος περιλαμβάνει το Κεφάλαιο Η' τονίζονται οι προκλήσεις αποτελεσματικότητας της ποινικής πρόληψης και καταστολής στα θέματα της αιτιότητας και του καταλογισμού. Το πέμπτο μέρος αποτελείται από τα Κεφάλαια Θ΄ και Ι΄. Στο Κεφάλαιο Θ΄ αναλύονται οι σχετικές προτάσεις αποτελεσματικής ποινικής προστασίας των εργαζομένων και στο Κεφάλαιο Ι΄ επικεντρώνεται η κριτική των ανωτέρω προτάσεων αποτελεσματικής προστασίας Τέλος, στο έκτο και τελευταίο μέρος, το οποίο περιλαμβάνει το Κεφάλαιο ΙΑ΄, εξάγονται οι τελικές θέσεις της διατριβής
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The dissertation studies the issue of harmonization of fundamental principles of criminal doctrine, as the prevailing theory in criminal law theory (conditio sine qua non) and the principle of charging the request of effective criminal protection of health and safety workers, investigating whether and how the theoretical-scientific, but also practical-normative content of these principles may protect the legal interests of life and health of workers from violations of the legislation on behalf of major financial companies, since that in these cases remains extremely difficult to address the problem of performance accountability. This is because on one difficulty finding the affirmation of objective causal link between the action of the entity (through collective bodies of management) and the risk or damaging effect on the other judged ultimately argument as irrelevant any effort "criminalization 'of the action of the legal entity as such, due to the failure of effective protection thro ...
The dissertation studies the issue of harmonization of fundamental principles of criminal doctrine, as the prevailing theory in criminal law theory (conditio sine qua non) and the principle of charging the request of effective criminal protection of health and safety workers, investigating whether and how the theoretical-scientific, but also practical-normative content of these principles may protect the legal interests of life and health of workers from violations of the legislation on behalf of major financial companies, since that in these cases remains extremely difficult to address the problem of performance accountability. This is because on one difficulty finding the affirmation of objective causal link between the action of the entity (through collective bodies of management) and the risk or damaging effect on the other judged ultimately argument as irrelevant any effort "criminalization 'of the action of the legal entity as such, due to the failure of effective protection through administrative sanctions (fines, closure of business, etc.). The development of economic activity on the basis of liberal principles from The dissertation studies the issue of harmonization of fundamental principles of criminal doctrine, as the prevailing theory in criminal law theory (conditio sine qua non) and the principle of charging the request of effective criminal protection of health and safety workers, investigating whether and how the theoretical-scientific, but also practical-normative content of these principles may protect the legal interests of life and health of workers from violations of the legislation on behalf of major financial companies, since that in these cases remains extremely difficult to address the problem of performance accountability. This is because on one difficulty finding the affirmation of objective causal link between the action of the entity (through collective bodies of management) and the risk or damaging effect on the other judged ultimately argument as irrelevant any effort "criminalization 'of the action of the legal entity as such, due to the failure of effective protection through administrative sanctions (fines, closure of business, etc.). The development of economic activity on the basis of liberal principles from the earliest stages nationwide, required by the relevant state authority abstaining from any attempt to regulate the market (laissez faire - laissez passe). Soon, however, especially after the appearance of the first financial crisis of the capitalist system, the need emerged incremental market control by the State in the development of a concrete legal framework legislation, which thus indeed afforded the opportunity to establish rules protecting workers, since the functioning of commercial companies has been directly related to the legal rights of life and health. In this way the laws have tried to cope with the demand of market control and thereby forming a first legislative framework, which possibly corresponds to the basic need to protect the world of work in the economic activities of small and medium enterprises that operate nationally however raised serious questions about its effectiveness when it comes to guarantee the protection of health and life of workers from the effects of major financial companies that many of them are active even at international level. This is because the traditional liberal dogmatic model of criminal legislation, it is ineffective to protect the legal interests of life and health of employees in the event that adversely affected (damage or endangerment) is the result of the action legal persons, as the most significant infestations. The present doctoral dissertation is divited into six parts: To the first part, consisting of Chapters A and B, the approach to the overall problem. In this raised the above issues and the dissertation seeks primarily a throwback, which defines the size of the problem, but also the first attempts to deal with it. In the second part, consisting of Chapters C, D and E (Γ, Δ, Ε), attempted a comparative overview of relevant laws and jurisprudence in the field of health and safety at work, at European and international level, with reference to the legal both classes of continental law countries (Germany, Austria), and countries of common law, such as the UK and the U.S. and also approached the relevant legislative initiatives at EU level. Particular reference is made to the EU law. To the third part consists of Chapters F and G (ΣΤ, Ζ). In Chapter F (ΣΤ) are listed first, the relevant criminal provisions of Greek law and order in the area of health and safety at work, coded by category of sources of law. Chapter G (Z) attempted a critical review of the relevant case law in the field of health and safety at work, mainly driven solutions arrived at by the Greek courts. To fourth part contains Section H highlighted the effectiveness of prevention and criminal enforcement issues of causality and attribution. The fifth part consists of Chapters I and J (Θ, Ι). In Chapter I (Θ) analyzes the proposals effective criminal protection of workers and chapter J (I) focused review of these proposals effective protection. Finally, the sixth and final part, which includes Chapter IA, output the final positions of the dissertation
περισσότερα