Περίληψη
Σκοπός αυτής της διδακτορικής διατριβής είναι να εξετάσει τις εσωτερικές και εξωτερικές μεταβλητές, οι οποίες επηρέασαν τη λήψη των δύο σημαντικών αποφάσεων του Κωνσταντίνου Καραμανλή: αφενός την απόφασή του σε συνθήκες κρίσης, για την αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ το 1974, αφετέρου σε συνθήκες κανονικότητας, την επάνοδο στη Συμμαχία. στο πλαίσιο των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούσαν στην Ελλάδα κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η διατριβή βασίζεται σε εκτενή έρευνα στα αρχεία Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ευάγγελου Αβέρωφ και σε ενδελεχή μελέτη της ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας. Στην εισαγωγή, τίθεται το θεωρητικό πλαίσιο για τους παράγοντες που επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Αναφέρονται οι διαχρονικές προσπάθειες πολιτικών επιστημόνων να διερευνήσουν τη διαδικασία και τις συνθήκες διαμόρφωσης της εξωτερικής πολιτικής από την αλληλεπίδραση εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων - μεταβλητών. Εστιάζεται το ενδιαφέρον στο μοντέλο του Putnam ...
Σκοπός αυτής της διδακτορικής διατριβής είναι να εξετάσει τις εσωτερικές και εξωτερικές μεταβλητές, οι οποίες επηρέασαν τη λήψη των δύο σημαντικών αποφάσεων του Κωνσταντίνου Καραμανλή: αφενός την απόφασή του σε συνθήκες κρίσης, για την αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ το 1974, αφετέρου σε συνθήκες κανονικότητας, την επάνοδο στη Συμμαχία. στο πλαίσιο των ιδιαίτερων συνθηκών που επικρατούσαν στην Ελλάδα κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η διατριβή βασίζεται σε εκτενή έρευνα στα αρχεία Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ευάγγελου Αβέρωφ και σε ενδελεχή μελέτη της ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας. Στην εισαγωγή, τίθεται το θεωρητικό πλαίσιο για τους παράγοντες που επηρεάζουν τη λήψη αποφάσεων στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Αναφέρονται οι διαχρονικές προσπάθειες πολιτικών επιστημόνων να διερευνήσουν τη διαδικασία και τις συνθήκες διαμόρφωσης της εξωτερικής πολιτικής από την αλληλεπίδραση εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων - μεταβλητών. Εστιάζεται το ενδιαφέρον στο μοντέλο του Putnam για την ύπαρξη δύο ξεχωριστών συνόλων διαπραγματευτικών διαδικασιών: της διεθνούς και της εσωτερικής, οι οποίες βρίσκονται σε αλληλεπίδραση. Ο βαθμός επίδρασης του καθενός. όμως, εξαρτάται από το πολιτικό περιβάλλον, το εσωτερικό πρωταρχικά και δευτερευόντως το εξωτερικό. Για να διαφωτιστεί καλύτερα η εν λόγω περίοδος, στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μία συνοπτική αναφορά στις διεθνείς μεταπολεμικές σχέσεις, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον της σε γεγονότα που άπτονται του θέματός της, όπως η γέννηση του Ψυχρού Πολέμου. η εξαγγελία του Δόγματος Τρούμαν, η αμερικανική παρέμβαση στα ευρωπαϊκά δρώμενα με το σχέδιο Μάρσαλ, η ίδρυση του ΝΑΤΟ και η εδραίωση του διπολισμού. Ακολουθεί η αναφορά στις εξελίξεις των εξωτερικών σχέσεων της Ελλάδας μετά τον πόλεμο με επίκεντρο τον αναδυόμενο αμερικανικό παράγοντα μετά την εξαγγελία του Δόγματος Τρούμαν. Εν συνεχεία, αναφέρεται στην ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ και τη διαμόρφωση της εξωτερικής της πολιτικής στο πλαίσιο του συμμαχικού παράγοντα, ενώ αναφέρεται και στις προσπάθειες των ελληνικών κυβερνήσεων, ειδικά από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 για την άσκηση μιας πιο «ανοικτής» προς την ευρύτερη περιφέρεια διπλωματίας. Με το ίδιο σκεπτικό, στο δεύτερο κεφάλαιο αναφέρονται οι εξελίξεις του Κυπριακού από τη δεκαετία του 1950 μέχρι την τουρκική εισβολή τον Ιούλιο του 1974, αναδεικνύοντας τις επιπτώσεις που είχαν οι αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις επί του ζητήματος στις ελληνονατοϊκές και, κατ’ επέκταση, στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. με το διαμορφούμενο κλίμα να ασκεί ξεχωριστή επίδραση στην ελληνική κοινή γνώμη, ιδιαίτερα επηρεασμένη και από τη στάση των ΗΠΑ έναντι της επταετούς δικτατορίας. Στο τρίτο κεφάλαιο εξιστορούνται λεπτομερώς οι χειρισμοί της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας και του Κωνσταντίνου Καραμανλή προσωπικά, προς αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας. Σκιαγραφείται το αδιέξοδο, στο οποίο είχε οδηγηθεί λόγω της στρατιωτικής αδυναμίας και της διπλωματικής της απομόνωσης η Αθήνα, ενώ εξετάζονται ο ρόλος των ξένων δυνάμεων και το διπλωματικό πλαίσιο του τέλματος, στο οποίο οδηγήθηκαν οι διαπραγματεύσεις της Γενεύης, με συνέπεια την εκδήλωση του Αττίλα 2 και τη διεύρυνση της ζώνης τουρκικής κατοχής στην Κύπρο. Αυτή ήταν και η καθοριστική παράμετρος, που οδήγησε τον Καραμανλή στην απόφαση να εξωθήσει την Ελλάδα στην αποχώρηση από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, στην οποία επικεντρώνεται το τέταρτο κεφάλαιο, όπου αναφέρονται τα αίτια που η ελληνική κυβέρνηση προέβαλε γι’ αυτήν την απόφασή της. Η υποψήφια αναφέρεται ακόμα στις αντιδράσεις του ξένου παράγοντα, ειδικά των Ηνωμένων Πολιτειών στην εξέλιξη αυτή, ενώ υπάρχει ένα ξεχωριστό κεφάλαιο με τον απόηχο, εγχώριο και διεθνή, της απόφασης, με στοιχεία που αντλούνται κυρίως από τον Τύπο. Στο έκτο κεφάλαιο, η ανάλυση της διατριβής επικεντρώνεται στις συνέπειες της αποχώρησης και στην προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να αξιοποιήσει διπλωματικά την παράτολμη αυτή ενέργεια, τη στιγμή που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται ένα δύσκολα ισορροπημένο τρίγωνο Ελλάδας - ΗΠΑ - Τουρκίας, με την τελευταία να αξιοποιεί την υψηλή στρατηγική αξία που της προσμετρά η δυτική Συμμαχία για να καλύψει το κενό που άφησε η αποχώρηση της Ελλάδας από τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και να προβαίνει σε συνολική αμφισβήτηση του καθεστώτος στο Αιγαίο. Στο έβδομο κεφάλαιο, εξετάζεται ενδελεχώς η προσπάθεια της Ελλάδας να αντιταχθεί στις τουρκικές ενέργειες και να χρησιμοποιήσει το ζήτημα της αναθεώρησης του καθεστώτος των αμερικανικών εγκαταστάσεων στην Ελλάδα για να επιτύχει μία όσο το δυνατόν πιο ανώδυνη επάνοδο στη Συμμαχία, πετυχαίνοντας τη διασύνδεση των δύο θεμάτων, ώστε να ξεπεράσει το επαπειλούμενο βέτο της Τουρκίας στην πλήρη επανένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ. Στο όγδοο κεφάλαιο, διερευνώνται οι συνθήκες λήψης και των δύο αποφάσεων, καταδεικνύοντας τις διαφορές αλλά και τις ομοιότητές τους, σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο που έχει εξ αρχής θέσει ως υπόδειγμα. Επικεντρώνεται το ενδιαφέρον στις δύο ιδιάζουσες παραμέτρους, οι οποίες είναι κοινές και στις δύο αποφάσεις: η πρώτη είναι η κοινή γνώμη και το αίσθημα του αντιαμερικανισμού, από το οποίο διακατέχεται, και η δεύτερη είναι η προσωπικότητα του ηγέτη, του Κωνσταντίνου Καραμανλή συγκεκριμένα. Για να δώσουμε μεγαλύτερη έμφαση στη σημασία των δύο αυτών παραγόντων, προβαίνουμε στα δύο επόμενα κεφάλαια σε μία λεπτομερέστερη ανάλυσή τους, καταδεικνύοντας, αφενός τις ρίζες του αντιαμερικανισμού στη μεταπολεμική ιστορία της Ελλάδας και την έντασή του στις κρίσιμες ώρες του 1974, αφετέρου τα στοιχεία εκείνα του χαρακτήρα του Καραμανλή, που τον ώθησαν, πέρα από τους εξωγενείς ή εσωτερικούς αντικειμενικούς παράγοντες, να λάβει τις επίμαχες αποφάσεις, και ειδικά την κρίσιμη απόφαση της 14ης Αυγούστου 1974. Προς επίρρωση του προσωπικού παράγοντα στη λήψη αποφάσεων στην εξωτερική πολιτική της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου, εξετάζεται η πολυσχιδή πολιτική του Καραμανλή στο πεδίο αυτό μετά το 1974 και οι προσπάθειες απεξάρτησης της χώρας από τους παλαιούς δεσμούς της, αναπτύσσοντας τον στρατηγικό στόχο της ένταξης στην ΕΟΚ, αλλά και την εμπέδωση μίας πολυδιάστατης πολιτικής, που εμπεριείχε την προσέγγιση με κάθε κράτος. Τέλος, ως επίλογο ουσιαστικά, παραθέτονται οι απόψεις έγκυρων αναλυτών της περιόδου, οι οποίοι αποτιμούν τις κρίσιμες αυτές αποφάσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή και διατυπώνεται και η προσωπική εκτίμηση της διατρίβουσας.
περισσότερα