Περίληψη
Σκοπός: Η παχυσαρκία αποτελεί ένα γνωστό παράγοντα κινδύνου για στεφανιαία νόσο και η αντίσταση στην ινσουλίνη που συχνά τη συνοδεύει προδιαθέτει για την εμφάνιση και άλλων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου όπως η δυσλιπιδαιμία, η αρτηριακή υπέρταση και ο σακχαρώδης διαβήτης καθώς και του μεταβολικού συνδρόμου. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να ερευνηθεί σε μια συγκεκριμένη περιοχή που διέπεται από ορισμένες διαιτητικές και κλιματολογικές συνθήκες ο επιπολασμός του μεταβολικού συνδρόμου σε παχύσαρκο πληθυσμό που δεν εκδηλώνει κλινική νόσο και πως αυτός διαφοροποιείται ανάλογα με τους διαφορετικούς ορισμούς που έχουν προταθεί για τη διάγνωσή του.Μέθοδοι: Το δείγμα της παρούσας μελέτης αποτέλεσαν 161 παχύσαρκοι ασθενείς που προσήλθαν για μη καρδιολογικά νοσήματα στα ιατρεία του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας και επιλέχθηκαν τυχαία από 1/3/2009 μέχρι και 31/1/2011. Κατεγράφησαν δεδομένα που αφορούσαν δημογραφικά, σωματομετρικά στοιχεία, το ιατρικό ιστορικό, την κλινική εξέ ...
Σκοπός: Η παχυσαρκία αποτελεί ένα γνωστό παράγοντα κινδύνου για στεφανιαία νόσο και η αντίσταση στην ινσουλίνη που συχνά τη συνοδεύει προδιαθέτει για την εμφάνιση και άλλων παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου όπως η δυσλιπιδαιμία, η αρτηριακή υπέρταση και ο σακχαρώδης διαβήτης καθώς και του μεταβολικού συνδρόμου. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να ερευνηθεί σε μια συγκεκριμένη περιοχή που διέπεται από ορισμένες διαιτητικές και κλιματολογικές συνθήκες ο επιπολασμός του μεταβολικού συνδρόμου σε παχύσαρκο πληθυσμό που δεν εκδηλώνει κλινική νόσο και πως αυτός διαφοροποιείται ανάλογα με τους διαφορετικούς ορισμούς που έχουν προταθεί για τη διάγνωσή του.Μέθοδοι: Το δείγμα της παρούσας μελέτης αποτέλεσαν 161 παχύσαρκοι ασθενείς που προσήλθαν για μη καρδιολογικά νοσήματα στα ιατρεία του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας και επιλέχθηκαν τυχαία από 1/3/2009 μέχρι και 31/1/2011. Κατεγράφησαν δεδομένα που αφορούσαν δημογραφικά, σωματομετρικά στοιχεία, το ιατρικό ιστορικό, την κλινική εξέταση, το ΗΚΓ και τον υπερηχοκαρδιογραφικό έλεγχο. Πραγματοποιήθηκε αιμοληψία τις πρωινές ώρες μετά από νηστεία 8 ωρών για ανάλυση και προσδιορισμό βιοχημικών και αιματολογικών παραμέτρων (γλυκόζη, ινσουλίνη, ολική χοληστερόλη, τριγλυκερίδια, HDL, LDL, HBA1c, WBC, K, Na κά.) και πρωινό δείγμα ούρων για προσδιορισμό λευκώματος ούρων. Για τον προσδιορισμό του επιπολασμού του μεταβολικού συνδρόμου χρησιμοποιήθηκαν τα κριτήρια 5 διαφορετικών οργανισμών υγείας, των WHO, EGIR, NCEP, IDF και AHA/NHBI.Αποτελέσματα: Ο επιπολασμός του μεταβολικού συνδρόμου στον πληθυσμό της μελέτης κυμάνθηκε από 38,51% όταν εκτιμήθηκε με βάση τα κριτήρια του EGIR, μέχρι και 52,80% όταν εκτιμήθηκε με τα κριτήρια του IDF, ενώ 42,24%, 45,96% και 46,58% όταν εκτιμήθηκε με τα κριτήρια των WHO, AHA/NHBI και NCEP αντίστοιχα. Η μέση ηλικία του πληθυσμού της μελέτης ήταν 45,78 ± 7,48 έτη, με 96 (59,6%) άνδρες και 65 γυναίκες (40,4%), με μέσο βάρος σώματος 108,43 ± 12,91 kg, ενώ η μέση τιμή του δείκτη μάζας σώματος ήταν 36,78 ± 4,04 Kg/m2. Η περίμετρος μέσης και ισχίων ήταν 114,09 ± 11,20 και 112,11 ± 13,13 cm, αντίστοιχα, ενώ ο δείκτης περιμέτρου ισχίων προς περίμετρο μέσης ήταν 1,06 ± 0,67. Από τους παράγοντες κινδύνου οι καπνιστές προσέγγιζαν το 19,3%, ενώ 23% κατανάλωνε περισσότερο από την επιτρεπόμενη καθημερινή ποσότητα αλκοόλ. Η μέση τιμή της ΣΑΠ ήταν 123,20 ± 11,94 mmHg και της ΔΑΠ 74,41 ± 5,79 mmHg. Σχεδόν το σύνολο των ασθενών ήταν σε φλεβοκομβικό ρυθμό (87,6%) με μέση καρδιακή συχνότητα 73,48 ± 8,6 bpm. Στα υπερηχοκαρδιογραφικά ευρήματα ένα 34,7% παρουσίαζε κάποιου βαθμού διαστολική δυσλειτουργία και ένα 16,7% υπερτροφία της αριστερής κοιλίας. Από τα εργαστηριακά ευρήματα η μέση τιμή της γλυκόζης νηστείας ήταν 105,35 ± 26,69 mg/dl, της HBA1c 5,76 ± 0,81%, της ολικής χοληστερόλης 218,16 ± 41,11 mg/dl με LDL 141,36 ± 36,92 mg/dl και HDL 46,86 ± 14,87 mg/dl, ενώ των τριγλυκεριδίων ήταν 159.36 ± 78,32 mg/dl. Συμπέρασμα: Παρατηρείται διαφοροποίηση του επιπολασμού του μεταβολικού συνδρόμου στον παχύσαρκο πληθυσμό ανάλογα με τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για τον ορισμό του.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
Aim: Obesity is a known risk factor of coronary disease and insulin resistance, which usually complements it, predisposes to other factors of cardiovascular risk, such as dyslipidemia, hypertension and diabetes, as well as metabolic syndrome. The aim of the present study was to investigate, within a certain area governed by certain dietary and climatic conditions, the prevalence of metabolic syndrome in an obese, asymptomatic population. Moreover, to investigate the different prevalence of metabolic syndrome according to the different definitions proposed for its diagnosis.Methods: Study sample cosistis of 161 obese patients who visited the out patient clinic of the University General Hospital of Larissa for non-cardiological diseases and were randomly chosen from 1/1/2009 and 31/1/2011. Data recorded concerned demographics, anthropometric data, medical history, clinical examination findings, ECG and echocardiographic indices. Morning blood and urine samples were collected after a twel ...
Aim: Obesity is a known risk factor of coronary disease and insulin resistance, which usually complements it, predisposes to other factors of cardiovascular risk, such as dyslipidemia, hypertension and diabetes, as well as metabolic syndrome. The aim of the present study was to investigate, within a certain area governed by certain dietary and climatic conditions, the prevalence of metabolic syndrome in an obese, asymptomatic population. Moreover, to investigate the different prevalence of metabolic syndrome according to the different definitions proposed for its diagnosis.Methods: Study sample cosistis of 161 obese patients who visited the out patient clinic of the University General Hospital of Larissa for non-cardiological diseases and were randomly chosen from 1/1/2009 and 31/1/2011. Data recorded concerned demographics, anthropometric data, medical history, clinical examination findings, ECG and echocardiographic indices. Morning blood and urine samples were collected after a twelve-hour fast, for biochemical and hematological analysis (glucose, insulin, total cholesterol, triglycerides, HDL, LDL, HBA1c, WBC, K, Na and others). For the prevalence of the metabolic syndrome the criteria of WHO, EGIR, NCEP, IDF, and AHA/NHBI were used.Results: The prevalence of the metabolic syndrome in the study population ranged from 38.51% when it was estimated according to the EGIR criteria, to 52.80% when estimated according to the IDF criteria, while it was 42.24%, 45.96% και 46.58% when the WHO, AHA/NHBI αnd NCEP criteria were used respectively. The average age of the study population was 45.78 ± 7.48 years, with 96 (59.6%) men and 65 (40.4%) women and average body weight 108.43 ± 12.91kg, while the average body mass index was 36.78 ± 4.04 kg/m². The waist and hip perimeter was 114.09 ± 11.20 cm and 112.11 ± 13.13 cm, respectively, while the index of hip perimeter to waist perimeter was 1.06 ± 0.67. Of the risk factors, the smokers approached 19.3%, while 23% consumed more than the daily-allowed alcohol quantity. The average Systolic Arterial Pressure level was 123.20 ± 11.94 mmHg and the Diastolic Arterial Pressure level 74.41 ± 5.79 mmHg. Almost all the patients were in sinus rhythm (87.6%) with heart rate 73.48 ± 8.6 bpm. In the echocardiographic findings, 34.7% showed some degree of diastolic dysfunction and 16.7% showed left ventricular hypertrophy. Regarding laboratory findings, the average fasting glucose level was 105.35 ± 26.69 mg/dl, the HBA1c was 5.76 ± 0.81%, the total cholesterol was 218.16 ± 41.11mg/dl with LDL 141.36 ± 36.92 mg/dl and HDL 46.86 ± 14.87 mg/dl, while the triglyceride level were 159.36 ± 78.32mg/dl.Conclusion: There is differentiation of the prevalence of the metabolic syndrome in the obese population depending on the criteria used for its definition.
περισσότερα