Περίληψη
Η Κως, νησί του δωδεκανησιακού μας συμπλέγματος λόγω του ιδιότυπου γεωλογικού της υποβάθρου, διαθέτει μεγάλη ποικιλία λίθων που χρησιμοποιήθηκαν συστηματικά κατά την αρχαιότητα. Το στοιχείο αυτό σφράγισε την καλλιτεχνική παραγωγή του νησιού ιδιαίτερα από την ύστερη κλασική περίοδο και έξης, και έδωσε σημαντική ώθηση στην οικονομία του. Οι κυριότερες θέσεις λατόμησης κατά την αρχαιότητα συνοψίζονται στις ακόλουθες. Το μάρμαρο εξορυσσόταν σε πολλές θέσεις της οροσειράς του «Δικαίου», με προσφορότερες την περιοχή του Αγ. Γεωργίου του Θεριώτη στη Ζια στις βόρειες υπώρειες και τη θέση Μάρμαρα στις νότιες υπώρειες του βουνού. Ο τραβερτίνης γνωστός ως «αμυγδαλόπετρα», εξορύχτηκε σε διάφορα σημεία νότια και νοτιοδυτικά της λίμνης στο Πυλί, αλλά την καλύτερη ποιότητα απέδωσε το αρχαίο λατομείο στη θέση Παλιόμυλος, που διατηρεί σημαντικά στοιχεία της αρχαίας εξορυκτικής δραστηριότητας. Ο ερυθρός ιγνιμβρίτης «πώρος Κεφάλου» η «μαλακόπετρα», λατομήθηκε στις θέσεις Τηγάνι και Καμήλα στον κόλπο της ...
Η Κως, νησί του δωδεκανησιακού μας συμπλέγματος λόγω του ιδιότυπου γεωλογικού της υποβάθρου, διαθέτει μεγάλη ποικιλία λίθων που χρησιμοποιήθηκαν συστηματικά κατά την αρχαιότητα. Το στοιχείο αυτό σφράγισε την καλλιτεχνική παραγωγή του νησιού ιδιαίτερα από την ύστερη κλασική περίοδο και έξης, και έδωσε σημαντική ώθηση στην οικονομία του. Οι κυριότερες θέσεις λατόμησης κατά την αρχαιότητα συνοψίζονται στις ακόλουθες. Το μάρμαρο εξορυσσόταν σε πολλές θέσεις της οροσειράς του «Δικαίου», με προσφορότερες την περιοχή του Αγ. Γεωργίου του Θεριώτη στη Ζια στις βόρειες υπώρειες και τη θέση Μάρμαρα στις νότιες υπώρειες του βουνού. Ο τραβερτίνης γνωστός ως «αμυγδαλόπετρα», εξορύχτηκε σε διάφορα σημεία νότια και νοτιοδυτικά της λίμνης στο Πυλί, αλλά την καλύτερη ποιότητα απέδωσε το αρχαίο λατομείο στη θέση Παλιόμυλος, που διατηρεί σημαντικά στοιχεία της αρχαίας εξορυκτικής δραστηριότητας. Ο ερυθρός ιγνιμβρίτης «πώρος Κεφάλου» η «μαλακόπετρα», λατομήθηκε στις θέσεις Τηγάνι και Καμήλα στον κόλπο της Κεφάλου, ο ερυθρός ρυόλιθος, η «σιδερόπετρα», εξορυσσόταν στη θέση Πελεκητά κοντά στους αρχαίους ναούς του δήμου των Ισθμιωτών, και ο γκρίζος ρυόλιθος στο Καστέλλι στον όρμο του Σαρακηνού. Η εξόρυξη ενός πετρώματος συγγενούς με τον γρανίτη, του μονζονίτη, λευκού και μαύρου χρώματος διαπιστώθηκε σε μια ευρεία περιοχή από το μεσαιωνικό οικισμό στο Παλαιό Πυλί έως την περιοχή Norida της Καρδάμαινας όπου εντοπίσαμε και αρκετά ίχνη αρχαίας εξόρυξης. Κατά την αρχαιότητα αξιοποιήθηκε και ο πορφυρός αργιλικός σχιστόλιθος από τη θέση Πιπεριά καθώς και ένα άλλο είδος γκρίζου ασβεστόλιθου κακής ποιότητας από τη θέση Άκλαφτη, στις νότιες παρυφές του ορούς Σύμπετρον. Η διερεύνηση της χρήσης των κωακών λίθων τόσο στην Κω, όσο και σε άλλες περιοχές γειτονικές ή και πιο απομακρυσμένες, αποτέλεσε τον στόχο της παρούσας διατριβής. Για την γεωλογική ταύτιση των λίθων αυτών επιχειρήσαμε αυτοψία σε όλα τα δημοσιευμένα μνημεία και επιτόπιο έλεγχο όλων των δημοσιευμένων λίθινων ευρημάτων, καθώς και άλλων αδημοσίευτων (λίθινων αγγείων εργαστηριακών αντικείμενων, δηλ. μυλόλιθους, τριπτήρες, μέλη εξάρτυσης ελαιοτριβείων κλπ. καθώς και υπόστατα ουτηρίων και περιρραντηρίων). Για τη συναγωγή, κατά το δυνατόν, ασφαλέστερων συμπερασμάτων, στη μελέτη μας συμπεριλάβαμε και υλικό με σαφή προέλευση από την Κω αλλά που σήμερα βρίσκεται σε μουσεία εκτός Ελλάδας (Βρετανικό Μουσείο και σε αρκετά μουσεία της Τουρκίας), καθώς και έργα που συνδέονται με την καλλιτεχνική δημιουργία του νησιού, εντός και έκτος Ελλάδας. Η ταύτιση του υλικού κατασκευής των μνημείων γίνεται με βάση την οπτική παρατήρηση του λίθου κατασκευής τους. Η εξονυχιστική έρευνα στις μαρμαροφόρες θέσεις και στις περιοχές εμφάνισης ηφαιστειακών πετρωμάτων του νησιού και η εξοικείωση με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του κωακού μάρμαρου και των ηφαιστειακών πετρωμάτων μας επιτρέπουν να είμαστε κατά το δυνατόν βέβαιοι στις περισσότερες περιπτώσεις για τις ταυτίσεις των λίθων των έργων που μελετήσαμε, και τα οποία περιέχονται στον Β’ τόμο της διατριβής (κατάλογο). Από την έρευνα μας διαπιστώσαμε ότι η χρήση των κωακών λίθων διαχρονικά είναι η ακόλουθη. Από τους προϊστορικούς χρόνους έως το τέλος των αρχαϊκών χρονών ήταν σε χρήση στην τοπική αρχιτεκτονική ο λευκωπός ντόπιος ασβεστόλιθος, η «ασπρόπετρα», την οποία συνέλεγαν μάλλον χωρίς εξόρυξη, με τη μορφή των αργών όγκων από το κεντρικό τμήμα του νησιού. Στα τέλη του 5ου αι. π.Χ. αρχίζει η εξόρυξη του ντόπιου τραβερτίνη για τις οικοδομικές ανάγκες της Κω-Μεροπίδος, της πόλης στα ανατολικά του νησιού, και του ντόπιου ιώδους ρυόλιθου για την οικοδόμηση της Αστυπάλαιας, της πόλης στα δυτικά και πρώτης πρωτεύουσας του νησιού. Μετά τον Συνοικισμό του νησιού και τη μεταφορά της πρωτεύουσάς του στη θέση της Κω-Μεροπίδος, στα 366 π.Χ., η νέα πόλη οικοδομείται με τους ντόπιους λίθους τον τραβερτίνη και τον ρυόλιθο, και με την εισαγωγή λίθων από τις απέναντι μικρασιάτικες ακτές όπως του πράσινου ιγνιμβρίτη από την ευρύτερη περιοχή της Μύνδου, ερυθρού ιγνιμβρίτη από την Αλικαρνασσό και γκρίζου σκληρού ασβεστόλιθου από την Αλικαρνασσό και την Κνίδο. Το ντόπιο μάρμαρο αρχίζει να εξορύσσεται στα τέλη του 4ου αι. π.Χ., ενώ έως τότε κυριαρχούσε η χρήση του πάριου μαρμάρου. Το ντόπιο μάρμαρο χρησιμοποιείται αρχικά σε μικρή κλίμακα στη γλυπτική του νησιού, ενώ από τον 3ο αι. π.Χ. και έξης, η εξόρυξη εντατικοποιείται και θα βοηθήσει στην εξαγωγή έργων γλυπτικής και σε περιοχές της Μ. Ασίας. Ωστόσο, η χρήση του ντόπιου μαρμάρου στην αρχιτεκτονική θα αρχίσει μέσα στον 2ο αι. π.Χ., όπου χρησιμοποιείται αρχικά μαζί με τα άλλα είδη λίθων, του ντόπιου τραβερτίνη και των εισηγμένων πράσινου και ερυθρού ιγνιμβρίτη, γκρίζου σκληρού ασβεστόλιθου και του προκοννήσιου μαρμάρου. Η εξόρυξη του ερυθρού ιγνιμβρίτη της Κεφάλου θα ξεκινήσει γύρω στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. Κατά τους επόμενους αιώνες έως την παλαιοχριστιανική περίοδο η εξόρυξη των λίθων αυτών θα συνεχιστεί και μάλιστα ο ντόπιος τραβερτίνης και το ντόπιο μάρμαρο θα χρησιμοποιείται για την κατασκευή αγγείων και σκευών ενώ ο ερυθρός και ο γκρίζος ρυόλιθος της Κεφάλου στην κατασκευή χειρόμυλων. Κατά τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους η χρήση του ντόπιου μαρμάρου στην τοπική αρχιτεκτονική θα μειώσει σημαντικά τις εισαγωγές ημίεργων αρχιτεκτονικών μελών από την Προκόννησο, ενώ η λάξευση σε ντόπιο μάρμαρο μικρών λειτουργικών αγγείων με διακοσμημένες λαβες, των χερνίβων, και σε ντόπιο ρυόλιθο περιστροφικών χειρόμυλων, αποτελεί έναν άγνωστο έως τώρα τομέα της κωακής λιθοξοῒας. Οι κωακοί χειρόμυλοι ίσως αποτελούσαν εμπορεύσιμα προϊόντα. Η χρήση του ντόπιου μονζονίτη για τη λάξευση μονολιθικών αρράβδωτων κιόνων που εξάγονταν κιόλας από την ελληνιστική περίοδο έως τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους, αποτελεί ένα από τα συμπεράσματα της έρευνας μας, η οποία ελπίζουμε στο μέλλον να εμπλουτιστεί και οι χημικές αναλύσεις λίθου να διαψεύσουν ή να επιβεβαιώσουν τα πορίσματα της.
περισσότερα