Περίληψη
Η εισαγωγή βελτιωμένων ξυλωδών και ποωδών φυτών, για τη δημιουργία δασολιβαδικού οικοσυστήματος, μπορεί να βελτιώσει τα υποβαθμισμένα ποολίβαδα της πεδινής και ημιορεινής ζώνης. Με την εγκατάσταση δασολιβαδικών οικοσυστημάτων εξασφαλίζονται πηγές βοσκήσιμης ύλης ώστε να καλυφθούν τα δύο μεγάλα κενά παραγωγής (χειμώνα-καλοκαίρι) στα μεσογειακού τύπου περιβάλλοντα. Αντικείμενο της έρευνας ήταν η μελέτη της συγκαλλιέργειας πολύτιμων ποωδών και ξυλωδών φυτών στα πλαίσια της εγκατάστασης ενός δασολιβαδικού οικοσυστήματος μέσα σε υποβαθμισμένο ποολίβαδο της πεδινής ζώνης καθώς και η ανάλυση της δομής και λειτουργίας του υπό την επίδραση του φυτευτικού συνδέσμου και της ορθολογικής βόσκησης. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε ένα κοινόχρηστο ποολίβαδο του Δημοτικού Διαμερίσματος Σχολαρίου του Δήμου Εγνατίας, σε επιφάνεια 17 στρεμμάτων, η οποία περιφράχθηκε για να αποφευχθεί η ανεξέλεγκτη βόσκηση. Η πειραματική επιφάνεια χωρίστηκε σε έξι ίσα τμήματα τα οποία περιφράχθηκαν με δικτυωτό σύρμα. Τρία από ...
Η εισαγωγή βελτιωμένων ξυλωδών και ποωδών φυτών, για τη δημιουργία δασολιβαδικού οικοσυστήματος, μπορεί να βελτιώσει τα υποβαθμισμένα ποολίβαδα της πεδινής και ημιορεινής ζώνης. Με την εγκατάσταση δασολιβαδικών οικοσυστημάτων εξασφαλίζονται πηγές βοσκήσιμης ύλης ώστε να καλυφθούν τα δύο μεγάλα κενά παραγωγής (χειμώνα-καλοκαίρι) στα μεσογειακού τύπου περιβάλλοντα. Αντικείμενο της έρευνας ήταν η μελέτη της συγκαλλιέργειας πολύτιμων ποωδών και ξυλωδών φυτών στα πλαίσια της εγκατάστασης ενός δασολιβαδικού οικοσυστήματος μέσα σε υποβαθμισμένο ποολίβαδο της πεδινής ζώνης καθώς και η ανάλυση της δομής και λειτουργίας του υπό την επίδραση του φυτευτικού συνδέσμου και της ορθολογικής βόσκησης. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε ένα κοινόχρηστο ποολίβαδο του Δημοτικού Διαμερίσματος Σχολαρίου του Δήμου Εγνατίας, σε επιφάνεια 17 στρεμμάτων, η οποία περιφράχθηκε για να αποφευχθεί η ανεξέλεγκτη βόσκηση. Η πειραματική επιφάνεια χωρίστηκε σε έξι ίσα τμήματα τα οποία περιφράχθηκαν με δικτυωτό σύρμα. Τρία από αυτά επιλέχθηκαν τυχαία για να εφαρμοστεί κανονική βόσκηση ενώ τα υπόλοιπα τρία δε βοσκήθηκαν. Σε όλα τα τμήματα φυτεύτηκαν τα ξυλώδη φυτά Robinia pseudoacacia και Morus alba, σε φυτευτικούς συνδέσμους 1,5X1,5 μ., 2,5X2,5 μ., 3,5X3,5 μ. το καθένα. Η μισή έκταση που κάλυπτε κάθε ξυλώδες είδος αναμοχλεύτηκε με φρέζα ενώ η υπόλοιπη μισή παρέμεινε με τη φυσική ποώδη βλάστηση. Στη φρεζαρισμένη έκταση της Robinia pseudoacacia και στις τρεις πυκνότητες σπάρθηκε το πολυετές αγρωστώδες Dactylis glomerata cv. palestina, ενώ στις αντίστοιχες επιφάνειες της Morus alba σπάρθηκε το ετήσιο ψυχανθές Trifolium subterraneum cv. Mt Barker. Το σχέδιο του πειράματος ήταν συνδυασμένοι παράγοντες σε ομάδες και υποομάδες. Τα ξυλώδη φυτά κόβονταν κάθε Δεκέμβριο σε ύψος 30 εκ. από το έδαφος ώστε να διατηρηθούν σε θαμνώδη μορφή. Μετρήθηκαν η κάλυψη, σύνθεση, παραγωγή και ποικιλότητα της ποώδους βλάστησης, καθώς και η παραγωγή των ξυλωδών φυτών από τις αρχές μέχρι τα μέσα Μαΐου. Πραγματοποιήθηκαν επίσης υδροδυναμικές μετρήσεις στα εισαχθέντα ποώδη φυτά Dactylis glomerata και Trifolium subterraneum καθώς και στην Ροα bulbosa, ως το κυρίαρχο αγρωστώδες. Μετρήθηκαν μικροκλιματικές παράμετροι καθώς και η φωτοσυνθετικά ενεργή ακτινοβολία. Από την έρευνα προέκυψε ότι η βόσκηση επηρέασε το μικροκλιματικό προφίλ στο επίπεδο του φυτοκαλύμματος αυξάνοντας σημαντικά το έλλειμμα των υδρατμών της ατμόσφαιρας. Η Dactylis glomerata φαίνεται να ρυθμίζει το υδατικό ισοζύγιο χρησιμοποιώντας το μηχανισμό της υδραυλικής αγωγιμότητας ενώ η Ροα bulbosa και το Trifolium subterrraneum φαίνεται να διαθέτουν οσμωρυθμιστικό μηχανισμό προσαρμογής στην ξηρασία. Τα ποσοστά συμμετοχής της Dactylis glomerata στη φυτοκάλυψη και τη σύνθεση της ποώδους βλάστησης, υπό συνθήκες κανονικής βόσκησης και μη, μειώθηκαν σημαντικά σε σχέση με το Trifolium subterraneum στη διάρκεια των τριών ετών πιθανόν λόγω του ανταγωνισμού των αυτοφυών ετησίων ειδών. Η κανονική βόσκηση μείωσε την ποικιλότητα της ποώδους βλάστησης σ’ ένα δασολιβαδικό οικοσύστημα, το οποίο εγκαταστάθηκε σε υπερβοσκημένο και υποβαθμισμένο ποολίβαδο, ενώ κάτω από πλήρη προστασία απαιτούνται τουλάχιστον εννέα χρόνια για την αποκατάσταση της ποικιλότητας σε ένα έντονα υπερβοσκημένο ποολίβαδο. Η πορεία της παραγωγής της ποώδους (αυτοφυών και εισαχθέντων φυτών) και της ξυλώδους βοσκήσιμης ύλης στη διάρκεια των τριών ετών ακολούθησε την τυπική πορεία της παραγωγής στη χαμηλή και θερμή μεσογειακή ζώνη, η οποία επηρεάζεται άμεσα από το ύψος και την κατανομή των ετησίων βροχοπτώσεων καθώς και τη θερμοκρασία αέρος την αυξητική περίοδο. Γενικά, ο φυτευτικός σύνδεσμος δεν επηρέασε σημαντικά τη παραγωγή των ποωδών (αυτοφυών και εισαχθέντων φυτών) και των ξυλωδών. Ο πυκνός φυτευτικός σύνδεσμος (1,5Χ1,5 μ) αύξησε την παραγωγή βοσκήσιμης ύλης των παραπάνω φυτών ανά μονάδα επιφάνειας. Η εφαρμογή κανονικής βόσκησης στο τέλος της άνοιξης μείωσε τη συνολική παραγωγή ποώδους βλάστησης (αυτοφυών και εισαχθέντων φυτών) όπως και των ξυλωδών ειδών. Πάντως η βόσκηση φαίνεται να επηρέασε εντονότερα την Dactylis glomerata και τη Morus alba από ό,τι το Trifolium subterraneum και τη Robinia pseudoacacia.
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The introduction of valuable herbaceous and woody fodder species could improve the overgrazed and degraded grasslands of the low altitude. The establishment of a silvopastoral system in a Mediterranean environment is expected to fill up the feed gaps of the grazing animals for winter and summer. The aim of this research was to study the establishment, the structure and the functioning of a silvopastoral system in a low altitude and degraded grassland under various spacing treatments and proper grazing. The experiment was conducted at Scholari village of Thessaloniki in Greece in a 17 ha area, which was fenced in order to exclude the uncontrolled grazing and was divided into six equal plots. Three of them were randomly assigned to be grazed while the other three remained ungrazed. In all plots, two woody fodder species, Robinia pseudoacacia and Morus alba were planted separately at three different spacings (1.5X1.5m, 2.5X2.5m and 3.5X3.5m). Half of the plots, planted with the woody spec ...
The introduction of valuable herbaceous and woody fodder species could improve the overgrazed and degraded grasslands of the low altitude. The establishment of a silvopastoral system in a Mediterranean environment is expected to fill up the feed gaps of the grazing animals for winter and summer. The aim of this research was to study the establishment, the structure and the functioning of a silvopastoral system in a low altitude and degraded grassland under various spacing treatments and proper grazing. The experiment was conducted at Scholari village of Thessaloniki in Greece in a 17 ha area, which was fenced in order to exclude the uncontrolled grazing and was divided into six equal plots. Three of them were randomly assigned to be grazed while the other three remained ungrazed. In all plots, two woody fodder species, Robinia pseudoacacia and Morus alba were planted separately at three different spacings (1.5X1.5m, 2.5X2.5m and 3.5X3.5m). Half of the plots, planted with the woody species, were ploughed and seeded while the other half remained undisturbed. Dactylis glomerata cv. palestina was seeded into Robinia's plots while Trifolium subterraneum cv. Mt Barker was seeded into Moru's plots. The experimental design was the split-split plot with incorporated factors and three replications. For the comparison of the incorporated factors a completely random design was applied. The woody species were cut every year, during December, at the 30 cm height from the soil in order to keep the shrubby form. Ground cover, species composition, herbage production, species diversity and browse production were recorded in early May. The water potential and relative water content of introduced species {Dactylis glomerata and Trifolium subterraneum) and of Poa bulbosa, as a dominant perennial grass species, were measured. Microclimatic factors and photon flux density were evaluated. The results have shown that proper grazing did affect microclimatic profile increasing significantly the vapour pressure deficit. Dactylis glomerata seems to have the ability of affecting the water balance more favourably than Trifolium subterraneum, by using the physiological mechanism of hydraulic resistance. Poa bulbosa and Trifolium subterraneum seem to dispose a mechanism of osmotic adjustment. The contribution of Dactylis glomerata to ground cover and species composition, regardless of grazing, was significantly decreased compared to that of Trifolium subterraneum, probably due to the competition of annual herbaceous species. The diversity of herbaceous species in the grazed plots was significantly decreased compared to ungrazed plots. A period of at least nine years of protection from grazing is possibly required for the restoration of herbaceous species diversity in a silvopastoral system established in overgrazed and degraded grassland. Herbage (native and introduced species) and browse production during the three years of the experiment followed the typical trend of that of the low Mediterranean zone, which is affected by the height and distribution of the annual rainfall and the air temperature. Total herbage production (native and introduced) was not affected by plant spacing, while browse production of the woody species was higher in the spacing of 1.5X1.5m compared to other spacings. Proper grazing at the end of spring decreased the total herbage production (native and introduced) as well as browse production of the woody species. However, Trifolium subterraneum and Robinia pseudoacacia were more resistant to grazing compared to Dactylis glomerata and Morus alba.
περισσότερα