Περίληψη
Η διατριβή στοχεύει στην αξιολόγηση εμπειριοκρατικών μοντέλων γλωσσικής επεξεργασίας και μοντέλων γλωσσικής απόκτησης με βάση τη συχνότητα εμφάνισης συγκεκριμένων δομών στον απευθυνόμενο στα παιδιά λόγο. Το φαινόμενο που ερευνάται για την αξιολόγηση των παραπάνω θεωριών είναι οι ‘αλλαγές στην μεταβατικότητα του ρήματος’: Το ρήμα στην Ελληνική μπορεί να έχει Ενεργητική ή Μη Ενεργητική Μορφολογία. Η Ενεργητική Μορφολογία απαντάται σε μεταβατικές και αντιμεταβιβαστικές δομές ή δηλώνουν αμετάβατη δομή, ενώ η Μη Ενεργητική Μορφολογία σε αμετάβατες με αντιμεταβιβαστική ή παθητική ερμηνεία ή δηλώνουν αυτοπάθεια ή αλληλοπάθεια (εκτός της περίπτωσης των αποθετικών ρημάτων που δεν συμπεριλαμβάνονται στην έρευνα). Η αξιολόγηση εμπειριοκρατικών μοντέλων γλωσσικής επεξεργασίας έγινε με την διερεύνηση ‘Εργαστικών’ Ρημάτων με ή χωρίς Διτυπία: Η διαφορά μεταξύ τους έγκειται στο γεγονός ότι τα Εργαστικά με Διτυπία επιτρέπουν την αντιμεταβιβαστική ερμηνεία με Ενεργητική και Μη Ενεργητική Μορφολογία. Μάλ ...
Η διατριβή στοχεύει στην αξιολόγηση εμπειριοκρατικών μοντέλων γλωσσικής επεξεργασίας και μοντέλων γλωσσικής απόκτησης με βάση τη συχνότητα εμφάνισης συγκεκριμένων δομών στον απευθυνόμενο στα παιδιά λόγο. Το φαινόμενο που ερευνάται για την αξιολόγηση των παραπάνω θεωριών είναι οι ‘αλλαγές στην μεταβατικότητα του ρήματος’: Το ρήμα στην Ελληνική μπορεί να έχει Ενεργητική ή Μη Ενεργητική Μορφολογία. Η Ενεργητική Μορφολογία απαντάται σε μεταβατικές και αντιμεταβιβαστικές δομές ή δηλώνουν αμετάβατη δομή, ενώ η Μη Ενεργητική Μορφολογία σε αμετάβατες με αντιμεταβιβαστική ή παθητική ερμηνεία ή δηλώνουν αυτοπάθεια ή αλληλοπάθεια (εκτός της περίπτωσης των αποθετικών ρημάτων που δεν συμπεριλαμβάνονται στην έρευνα). Η αξιολόγηση εμπειριοκρατικών μοντέλων γλωσσικής επεξεργασίας έγινε με την διερεύνηση ‘Εργαστικών’ Ρημάτων με ή χωρίς Διτυπία: Η διαφορά μεταξύ τους έγκειται στο γεγονός ότι τα Εργαστικά με Διτυπία επιτρέπουν την αντιμεταβιβαστική ερμηνεία με Ενεργητική και Μη Ενεργητική Μορφολογία. Μάλιστα στη δεύτερη περίπτωση άλλες ερμηνείες (παθητική, αυτοπαθής) είναι επίσης γραμματικές. Ένα χρονομετρικό πείραμα ανάγνωσης και αποδεκτότητας των προτάσεων απευθύνθηκε σε μονόγλωσσους ενήλικες ομιλητές της Ελληνικής. Τα αποτελέσματα συγκρίθηκαν με τις πιο συχνές ερμηνείες των ίδιων ρημάτων σε Σώματα Κειμένων τυπικού (ΙΕΛ) και άτυπου (Διαδίκτυο) γραπτού λόγου. Τα εμπειρικά δεδομένα δείχνουν ότι ενώ ο βαθμός αποδεκτότητας των προτάσεων ήταν συχνά ανάλογος των συχνότερων ερμηνειών στα Σώματα Κειμένων, ο Γλωσσικός Επεξεργαστής είναι ευαίσθητος σε μορφολογικές ενδείξεις ((Μη) Ενεργητική Μορφολογία) από το στάδιο ανάγνωσης του ρήματος και σε μετέπειτα στάδια στο σημασιολογικό παράγοντα της φύσης (+/-έμψυχο) του συντακτικού υποκειμένου. Η αξιολόγηση θεωριών που προτείνουν ότι η κατάκτηση γλώσσας βασίζεται στην συχνότητα εμφάνισης συγκεκριμένων δομών στον απευθυνόμενο στα παιδιά λόγο έγινε με την πραγματοποίηση ενός μη χρονομετρικού πειράματος αντιστοίχησης εικόνας πρότασης σε 3 ηλικιακές ομάδες παιδιών και μια ομάδα ελέγχου με ενήλικες μονόγλωσσους ομιλητές της Ελληνικής. Τα δεδομένα της ψυχογλωσσολογικής αυτής έρευνας συγκρίθηκαν με τα αποτελέσματα από τα δύο Σώματα Κειμένων. Τα εμπειρικά δεδομένα δείχνουν ότι ενώ οι συχνότερες ερμηνευτικές απαντήσεις των ενηλίκων συμπίπτουν σε αρκετές περιπτώσεις με τις πιο συχνές χρήσεις συγκεκριμένων ρημάτων στα Σώματα Κειμένων, οι απαντήσεις των παιδιών είναι διαφορετικές, εκτός από κάποιες εξαιρέσεις στις απαντήσεις της μεγαλύτερης ηλικιακά ομάδας (Ομάδα 3). Οι απαντήσεις από όλες τις ηλικιακές ομάδες των παιδιών δείχνουν ότι η κατάκτηση της γλώσσας βασίζεται στην Γραμματική (δομή και μορφή), καθώς διαφοροποιούνται ανάλογα με τη Ρηματική Μορφολογία αλλά και το σημασιολογικό παράγοντα [+/- έμψυχου] συντακτικού υποκειμένου. Ωστόσο λόγω της χρονικά περιορισμένης έκθεσης των παιδιών σε γλωσσικά δεδομένα η σύγκλιση των ερμηνειών που αποδίδουν στις δομές που εξετάστηκαν με τις ερμηνείες των ενηλίκων επιτυγχάνεται αργότερα, δηλαδή στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού (π.χ. Ρηματικές Κατηγορίες όπως τα ‘αυτοπαθή ρήματα’).
περισσότερα
Περίληψη σε άλλη γλώσσα
The aim of this thesis is to address two questions related to the role of frequency on a) sentence processing and b) language acquisition. Frequency is measured with respect to the phenomenon of transitivity alternations in Greek, which may or may not involve morphological changes of Voice marking on the verb. Regarding sentence processing, the question is whether the processing strategies involved in the disambiguation of temporarily ambiguous information are driven by the frequency of each of the available choices in the input. Regarding language acquisition the question is whether the developmental pattern of linguistic phenomena whose interpretation is underspecified by the grammar can be exclusively attributed to input frequency. The first question was addressed through the investigation of ‘voice alternating’ and ‘voice non-alternating’ anti-causative verbs. The two classes differ in the availability and lack thereof of Voice alternation on the verb when this appears in an intran ...
The aim of this thesis is to address two questions related to the role of frequency on a) sentence processing and b) language acquisition. Frequency is measured with respect to the phenomenon of transitivity alternations in Greek, which may or may not involve morphological changes of Voice marking on the verb. Regarding sentence processing, the question is whether the processing strategies involved in the disambiguation of temporarily ambiguous information are driven by the frequency of each of the available choices in the input. Regarding language acquisition the question is whether the developmental pattern of linguistic phenomena whose interpretation is underspecified by the grammar can be exclusively attributed to input frequency. The first question was addressed through the investigation of ‘voice alternating’ and ‘voice non-alternating’ anti-causative verbs. The two classes differ in the availability and lack thereof of Voice alternation on the verb when this appears in an intransitive structure (anti-causative, passive, reflexive). The accessibility of interpretations was measured with an on-line self-paced reading as well as an acceptability judgment tasks addressed to monolingual adult speakers of Greek. The possible correlation between the frequency of the available readings that specific verbs receive in formal and informal written corpora (ILSP-Web) with the on-line data were compared in order to investigate whether processing load is affected by statistical records in the parser. As an alternative, grammar-based, explanation of the psycholinguistic data obtained from the on-line task, the variables of distinctions between active and non-active voice and [+/-animacy] of the sentence subject, as well as their potential interaction were examined. The results from the on-line processing study indicated that the parser is sensitive to morphological cues such as Voice marking (ACT/NACT) on the verb, while semantic factors such as animacy are integrated in subsequent stages of processing. In accordance with ‘coarse-grained’ models of sentence processing, a frequency effect was found, while predictions in line with more ‘fine-grained’ models of sentence processing could not be validated with respect to frequency alone. On the other hand, results from the acceptability judgment task showed that the final interpretation attributed to the verbs investigated often correlated with the most frequently used structures in the corpora. The second question was addressed through the investigation of ‘voice (non)-alternating anti-causatives’, ‘reflexives’ and ‘activity predicates’. The frequency of the available readings that these verbs receive in formal and informal written corpora (ILSP-Web) were compared with the preferred readings of three age-groups of Greek L1 children and an adult control group in order to investigate whether development of transitivity alternations is determined by frequency of exposure alone, or alternatively, voice morphology in combination with subject animacy are relevant. The results indicated that while the adult control group provided answers consistent with the most frequent readings in the corpora, child groups approximated adult responses and frequency data in very few occasions. All child groups were sensitive to voice morphological marking, even if not completely mastered, and to the property of [+/-animacy] of the syntactic subject. Overall, child groups’ performance provided evidence in support of the claim that children have abstract knowledge of syntactic structures and transitivity alternations from an early age, while lack of sufficient exposure to specific verb uses in pragmatically biasing contexts leads to non-adult-like overall performance.
περισσότερα